CMOM Portrait | Σωκράτης Παππάς
«Το κουκλοθέατρο μου έδωσε νόημα και έγινε σκοπός μου».
Σε αντίθεση με μένα, ο Σωκράτης καταπιάστηκε με το συγκεκριμένο αντικείμενο αρκετά αργά στη ζωή του, γεγονός που τον κάνει να αναρωτιέται συχνά γιατί δεν ξεκίνησε πολύ νωρίτερα. Κι ενώ καταπιάστηκε με την κούκλα σχετικά πρόσφατα, κατάφερε σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα να μάθει τα πάντα γύρω από την ιστορία και τη φιλοσοφία του κουκλοθέατρου, την κατασκευή διαφόρων ειδών κούκλας και μαριονέτας, και όλα όσα απαιτούνται για μία παράσταση κουκλοθέατρου.
Από το μηχανισμό μέχρι την εμψύχωση και την τελική καλλιτεχνική έκφραση, ο Σωκράτης θα βρίσκεται πάνω από τα σχέδια και μέσα στα υλικά και εργαλεία, μέχρι να «περπατήσει» και να «μιλήσει» η εκάστοτε δημιουργία του. Μαζί του έζησα ιδιαίτερες στιγμές, μαθαίνοντας πολλά σε σχέση με το τι είναι άψυχο και τι ζωντανό.
Λεωνίδας Θεοδωρίδης: «Και λέω εγώ τώρα, όπως καθόμαστε εδώ και συζητάμε, πετάγεται ξαφνικά ο Μανού* και μας μιλάει». (Ο Μανού είναι η πρώτη μαριονέτα που κατασκεύασε ο Σωκράτης).
Σωκράτης Παππάς: «Το φαντάζεσαι;».
Σ.Π.: «Αρχικά θα πάθαινα ένα μικρό σοκ, αλλά μετά θα τρελαινόμουν από χαρά. Βέβαια, για τον κάθε δημιουργό και κουκλοπαίχτη οι κούκλες ζούνε “πραγματικά”. Επομένως, το φανταστικό και το πραγματικό το ορίζω εγώ, όντας ρομαντικός και ρεαλιστής ταυτόχρονα».
Λ.Θ.: «Άρα, πάνω στο εντελώς υποθετικό και φανταστικό σενάριο, το καλύτερο που θα μπορούσε να επιτύχει κανείς, κλέβοντας λίγο από τη μαγεία, είναι να ακολουθεί τον κουκλοπαίχτη, αφού μέσα από αυτόν ζουν και υπάρχουν οι κούκλες».
Σ.Π.: «Ναι. Η ύπαρξη της κούκλας υφίσταται ήδη με την ολοκλήρωση της κατασκευής της. Από κει και πέρα όλα είναι κίνηση! Το πώς θα δώσεις πνοή στο άψυχο σώμα και αισθήματα, δηλαδή το πώς θα κάνεις μία κούκλα να χαίρεται ή να λυπάται θα εξαρτηθεί από την κίνηση που θα της δώσεις».
Λ.Θ.: «Αυτή ήταν πάντα μία απορία μου, το πώς δίνει κάποιος συναισθήματα σε μια κούκλα, που, ουσιαστικά, έχει πάντα μία σταθερή έκφραση προσώπου».
Σ.Π.: «Αναλόγως με το είδος της κούκλας και με το ρόλο για τον οποίο προορίζεται. Γενικά, η έκφραση του προσώπου θα πρέπει να φτιαχτεί με τρόπο τέτοιο, που μέσα από τις κινήσεις να σου δίνει τη δυνατότητα να διαμορφώνεις τα συναισθήματα».
Λ.Θ.: «Επομένως, όπως μας προανέφερες, όλα είναι θέμα κίνησης. Και μιας και συζητάμε για συναισθήματα, έρχομαι στα δικά σου, και μάλιστα σε ό,τι ένιωθες ως παιδί, όταν παρακολουθούσες κουκλοθέατρο. Πες μου επίσης εάν από τότε υπήρχε μέσα σου η επιθυμία να ασχοληθείς αργότερα μ’ αυτό».
Σ.Π.: «Κοίτα, ως παιδί κι εγώ έβλεπα τις τότε κλασικές εκπομπές στην τηλεόραση και ζωντανό κουκλοθέατρο, όποτε τύχαινε. Δεν θυμάμαι όμως να αισθανόμουν κάποιο μεγαλύτερο ενδιαφέρον για το πώς φτιάχνονται ή για το ποιοι είναι πίσω από τις κούκλες. Τις έβλεπα ως απλός θεατή».
Σ.Π.: «Αργά, προς το τέλος των σπουδών μου. Είχα πάει να παρακολουθήσω μία παράσταση φίλων μου. Εκεί αντίκρισα μια μαριονέτα, η οποία κινούνταν με τόσο ωραίο τρόπο, που με γοήτευσε, και αμέσως ενθουσιάστηκα. Μετά από αυτή την εμπειρία μού δημιουργήθηκε η ανάγκη να θέλω να γεμίσω ένα κενό, το οποίο δε γνώριζα πως υπήρχε. Από τότε άρχιζα να ψάχνομαι όλο και περισσότερο γύρω από το κουκλοθέατρο».
Λ.Θ.: «Σπούδασες στο Τμήμα Τεχνολογίας Ήχου & Μουσικών Οργάνων, στην Κεφαλονιά, αλλά απ’ ό,τι γνωρίζω δεν ήταν στους στόχους σου να ασχοληθείς στο μέλλον επαγγελματικά μ’ αυτό».
Σ.Π.: «Όχι ιδιαίτερα. Γι’ αυτό πιστεύω πως μπορεί το κουκλοθέατρο να ήρθε αργά, αλλά ήρθε την κατάλληλη στιγμή. Σε μια φάση της ζωής μου στην οποία έψαχνα για κάτι που θα με ικανοποιούσε. Το κουκλοθέατρο μου έδωσε νόημα και έγινε σκοπός μου».
Λ.Θ.: «Πότε ξεκίνησες να ασχολείσαι σοβαρά πλέον με το κουκλοθέατρο και πού απευθύνθηκες στην αρχή;».
Σ.Π.: «Αρχικά αναζήτησα πληροφορίες μέσω των φίλων μου. Έπειτα έψαξα πληροφορίες για σεμινάρια μέσω διαδικτύου. Είχα συγκεντρώσει διάφορα τηλέφωνα και διευθύνσεις. Έτσι, μετά τις σπουδές μου στην Κεφαλονιά, αποφάσισα να πάω στην Αθήνα, για να κάνω κάποια ιδιαίτερα μαθήματα κατασκευής μαριονέτας με την κουκλοπαίχτρια Αννέτα Στεφανοπούλου, ενώ λίγο αργότερα ξεκίνησα κανονικές σπουδές στο Εργαστήριο Κουκλοθέατρου του Στάθη Μαρκόπουλου “Ayusaya”, πάνω στην κατασκευή και εμψύχωση θεατρικής μαριονέτας, στη θεωρία και στην ετοιμασία-διαδικασία παραστάσεων».
Σ.Π.: «Ακριβώς. Η παράσταση “Το Βαλς των Ονείρων” δημιουργήθηκε στο εργαστήριο “Αyusaya” και συμμετείχε στην 4η Συνάντηση Νέων Ελλήνων Κουκλοπαιχτών, στο Διεθνές Φεστιβάλ Κουκλοθέατρου και Παντομίμας στο Κιλκίς. Εκεί, βραβεύτηκε, όπως επίσης και στο Διεθνές Φεστιβάλ Κουκλοθέατρου στο Μπιλμπάο στην Ισπανία».
Λ.Θ.: «Μετά τις σπουδές σου στο κουκλοθέατρο, συνεχίζεις την εκπαίδευση;».
Σ.Π.: «Ξεκινάει μια παράλληλη πορεία, όπου συνεχίζω να μαθητεύω στο κουκλοθέατρο “Χαρχούτ” του Χρήστου Αυτσίδη, παρακολουθώντας σεμινάρια κουκλοθέατρου και κατασκευής κούκλας με τα “Φτερά του Μύθου” του Σπύρου Παπαχρήστου, στο “Θέατρο Κούκλας” του Τάκη Σαρρή επίσης και στην ομάδα “Αντάμα Πανταχού”. Επιπλέον, είχα την τύχη να συνεργαστώ με κουκλοπαίχτες του εξωτερικού. Το ίδιο διάστημα συμμετείχα εθελοντικά στην Ελληνική Εταιρεία Καλλιτεχνικών Προγραμμάτων Ατόμων με Ειδικές Ανάγκες (Very Special Arts Hellas), κατασκευάζοντας σκηνικά και κούκλες και παίζοντας στην παράσταση “Ένας γάτος που έμαθε σ’ έναν γλάρο να πετάει” του Luis Sepulveda, στο Θέατρο “Βαφείο ‒ Λάκης Καραλής”».
Λ.Θ.: «Και επιστρέφεις, λοιπόν, στα Ιωάννινα, θέτοντας τις προσωπικές σου βάσεις».
Σ.Π.: «Ναι. Ξεκινάω με τη διαμόρφωση του εργαστηρίου μου και με την κατασκευή κουκλιών για την παράσταση “Τρίγωνα κάλαντα, γράψε καινούρια κι άλλαχτα”, και παίζω σε παραστάσεις διάφορων πολιτιστικών εκδηλώσεων της πόλης».
Λ.Θ.: «Επίσης, ξεκινάς να κάνεις σεμινάρια κατασκευής κούκλας σε εκπαιδευτικούς και σπουδαστές σε σχολές καλλιτεχνικών τμημάτων. Μίλησέ μας γι’ αυτά και για την επαφή σου με όσους μυείς εσύ πλέον στον κόσμο του κουκλοθέατρου».
Σ.Π.: «Τα σεμινάρια είναι ίσως το πιο ενδιαφέρον μέρος αυτής της δουλειάς, ιδιαίτερα όσα έχουν προορισμό την παράσταση ή τη συμμετοχή σε φεστιβάλ, με κορυφαία στιγμή τις προετοιμασίες και τη διοργάνωση της Παγκόσμιας Ημέρας Κουκλοθέατρου στα Ιωάννινα. Η συμμετοχή και η προσέλευση του κόσμου ήταν εντυπωσιακή ενώ η εμπειρία με τα παιδιά ανεκτίμητης αξίας».
Σ.Π.: «Η αλήθεια είναι πως αναζητούσαμε για πολύ καιρό ένα όνομα και τελικώς καταλήξαμε στο “Antrala”, επειδή είναι σύντομο, εύηχο και σημειολογικά ταιριάζει στην ιδιοσυγκρασία των κουκλιών, αλλά και στην ομάδα. Η λέξη “αντράλα” εκφράσει τη φασαρία, το σαματά, τη βαβούρα, τη ζάλη, και προκύπτει από το τοπικό ηπειρώτικο ιδίωμα. Τη συναντάμε αρκετές φορές στο δημοτικό τραγούδι και στα ποιήματα, όπου, μάλιστα, σε πολλά σημεία, αναφέρεται σε σχέση με το ερωτικό παιχνίδι, δηλαδή στις τρελίτσες, μιας κι ασχολούμαστε και με κουκλοθέατρο ενηλίκων. Επομένως, είναι μία λέξη προερχόμενη από τη λαϊκή παράδοση, που συναντιέται με μία άλλη λαϊκή παράδοση, εκείνη της τέχνης του κουκλοθέατρου».
Λ.Θ.: «Και μ’ αυτό θα κλείσουμε και θα σου ευχηθούμε πολλές κουκλοαντράλες, με πολλές επιτυχίες!».
Σ.Π.: «Να είστε καλά. Κι εγώ να σας ευχηθώ χρόνια πολλά και καλή συνέχεια στο περιοδικό».
Λεωνίδας Θεοδωρίδης για το CityMag
__________
Η σελίδα Antrala Puppet Theater στο Facebook [εδώ].
Email: [email protected]