CityMag Portrait | Mr.Mystirius
«Έχω δημοσιεύσει δύο κείμενα απόρρητου περιεχομένου με θέμα μυστικά οπλικά προγράμματα και ένα επιπλέον που αφορούσε τη NASA, αλλά ποτέ δεν έφτασα σε σημείο που να τεθεί σε κίνδυνο η ζωή μου».
Στις αρχές Ιουλίου χτύπησε το τηλέφωνό μου. Στην αναγνώριση έγραφε «Mr. Χ» που είναι το ψευδώνυμο του Mr. Mystirius πριν ξεκινήσει να γράφει για το CityMag. Το «Mr. Χ» δεν σημαίνει «ο κύριος άγνωστος», αλλά ο «κύριος Χρίστος», διότι αυτό είναι το πραγματικό του όνομα. Το Χρίστο τον γνωρίζω από τα χρόνια που ζούσα στη Γερμανία, και μάλιστα από το νηπιαγωγείο. Στο τηλέφωνο μου είπε πως βρίσκεται Ελλάδα για τις καλοκαιρινές διακοπές του και θα ήθελε να βρεθούμε. Το ραντεβού δόθηκε στην Άρτα, από την οποία κατάγεται, και επί τη ευκαιρία του ζήτησα να μας παραχωρήσει αυτήν τη συνέντευξη.
Λεωνίδας Θεοδωρίδης: «Γνωρίζω εκ των προτέρων πως οι αναγνώστες μας δε θα μάθουν πολλά για σένα, αλλά εγώ θα προσπαθήσω να εκμαιεύσω όσο πιο πολλά μπορώ ή να πω, καλύτερα, όσα μου επιτρέπονται».
Μr.Μystirius: «Shoot me your best shot (Ρίξε μου την καλύτερη βολή σου). Θα πω όσα μπορώ και θέλω να πω (γελάει)».
Λ.Θ.: «Ωραία λοιπόν. Θα ξεκινήσω με το γεγονός πως πλέον εδώ και δυο χρόνια ζεις στη Νέα Υόρκη, μίλησέ μας για αυτό καταρχήν. Ποιες ήταν οι πρώτες σου εντυπώσεις και πώς είναι η καθημερινότητά σου;».
Μ.Μ.: «Τον πρώτο καιρό δυσκολεύτηκα να μπω σε μια σειρά, όχι πως είχα και πριν κάποια τάξη στα πράγματα. Το ότι έχω μείνει σε διάφορες μεγάλες πόλεις με βοήθησε αρκετά μπορώ να πω. Αλλά κάθε μεγάλη αλλαγή έχει τα δικά της. Ευτυχώς πήγα κατά κάποιον τρόπο συστημένος από τη Γερμανία και έτσι μπήκα γρήγορα στο κλίμα. Η Νέα Υόρκη είναι ωραία, αλλά δεν προλαβαίνω να δω και πολλά. Το μόνο ευχάριστο, για το οποίο επέμενα, είναι που μένω σε διαμέρισμα με θέα το Central Park και έτσι απολαμβάνω το γράψιμο περισσότερο. Καμιά φορά πηγαίνω με το φορητό υπολογιστή στο πάρκο, αλλά δε συγκεντρώνομαι το ίδιο όπως στο γραφείο μου».
Λ.Θ.: «Η κοινωνική ζωή σου στην πόλη πώς είναι;».
Μ.Μ.: «Λίγα πράγματα. Έχω φίλους και γνωστούς από το χώρο των περιοδικών και των εκδοτικών οίκων, αλλά σπάνια βρισκόμαστε. Άλλωστε μην ξεχνάμε πως εμείς είμαστε ghost-writers, που σημαίνει πως δε δηλώνω και δε συστήνομαι ως συγγραφέας ή αρθρογράφος».
Λ.Θ.: «Θα έρθουμε και σ’ αυτό το θέμα, πριν όμως μίλησέ μας και για τα χρόνια στη Γερμανία, στην Αθήνα και στο Λονδίνο. Και για το πώς ξεκίνησε η όλη ιστορία με σένα και το γράψιμο».
Μ.Μ.: «Βασικά, όπως ξέρεις κι εσύ, γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Γερμανία. Οι γονείς μου ήταν μετανάστες που δούλεψαν τα πρώτα χρόνια σε εργοστάσιο και έπειτα άνοιξαν ελληνικό εστιατόριο όπου εργαζόμουν κι εγώ. Πάντα μου άρεσε να γράφω ιστορίες για βιβλία ή ταινίες. Τελείωσα το γερμανικό και το ελληνικό σχολείο, έδωσα Πανελλήνιες και πέρασα το 1999 στο Πάντειο Πανεπιστήμιο στην Αθήνα. Τελείωσα τις σπουδές μου το 2004 και τη στρατιωτική θητεία στα μέσα του 2005. Αμέσως μετά επέστρεψα στη Γερμανία όπου γράφτηκα σε μία τριετή ιδιωτική σχολή συγγραφέων με θέμα το φανταστικό και τη φανταστική λογοτεχνία στο Μάρμπαχ (Literaturschule für Fantasie und Science Fiction Autoren Marbach). Αποφοίτησα το 2008 με το μεγαλύτερο βαθμό, κερδίζοντας το ετήσιο βραβείο της σχολής και την υποτροφία για μεταπτυχιακό στην αντίστοιχη σχολή του Λονδίνου στο Τμήμα Μυστηρίου και Εσωτερισμού. Τον πρώτο χρόνο άρχισα δειλά δειλά να γράφω τα πρώτα άρθρα σε περιοδικά από διάφορες φοιτητικές λέσχες φανταστικού και μέσα από αυτές γνωρίστηκα με τους πρώτους ghost-writers. Από εκεί και έπειτα δεν ξαναέγραψα επώνυμα».
Λ.Θ.: «Ωραία. Οπότε εξήγησέ μας τι είναι ο ghost-writer και τι σε γοήτευσε σε αυτό, για να του αφιερωθείς στη συνέχεια τόσο πιστά;».
Λ.Θ.: «Επομένως, ο “Μr. Χ” πότε εμφανίζεται, πού και για ποιο λόγο;».
Μ.Μ.: «Ο κύριος “Χ” ήταν αρχικά ο “Mr. C”, γιατί στην ομάδα των ghost-writers χρησιμοποιούσαμε το αρχικό γράμμα του μικρού ονόματος. Όμως το C παρέπεμπε πολύ εύκολα στο όνομα. Έτσι το έκανα “Χ”. Τα πρώτα άρθρα τα έγραψα για γνωστά περιοδικά μυστηρίου στην Αγγλία. Παράλληλα πουλούσα κείμενα και μικροϊστορίες σε εκδοτικούς οίκους, που συμπεριλήφθηκαν σε συλλογές ή εκδόθηκαν υπό το όνομα γνωστών και μη συγγραφέων. Όλο αυτό το έκανα γιατί βιοποριστικά η προσωπική συγγραφή δε σε κρατάει, δε σε συντηρεί καν. Είναι και ένας από τους λόγους που σε κάνει να ταξιδεύεις/μεταναστεύεις και σε άλλες πόλεις».
Λ.Θ.: «Μετά το μεταπτυχιακό στην Αγγλία πού πήγες και πώς βρέθηκες ξάφνου στη Νέα Υόρκη;».
Μ.Μ.: «Η ιστορία αυτή είναι και λίγο αστεία. Ειδικά για κάποιον που έχει μια Ελληνίδα μάνα να ωρύεται στα τηλέφωνα. Μέχρι την Αγγλία ήταν όλα, ας πούμε, μια χαρά γιατί και πριν όταν σπούδαζα στην Αθήνα δεχόμουν αρκετά τηλεφωνήματα “παραπόνων”. Οι γονείς μου είχαν στο νου τους την κλασική πορεία του παιδιού που θα σπουδάσει και θα επιστρέψει και θα κάνει όλα αυτά που περιμένουν να κάνει. Μεταξύ αυτών να γίνω καθηγητής σε ελληνικό σχολειό στη Γερμάνια. Το ίδιο περίμεναν και μετά το μεταπτυχιακό μου ή έστω να διδάξω ελληνικά στην Αγγλία. Όταν επέστρεψα από το Λονδίνο έμεινα στο σπίτι μόνο πέντε μήνες και αμέσως ήρθε η πρόταση από το SFWA (Science Fiction and Fantasy Writers of America) να γίνω ειδικός σύμβουλος και συνεργάτης. Στους γονείς μου ξέρεις τι δουλειά είπα ότι θα κάνω; Καθηγητής ελληνικών σε ελληνικό σχολείο στη Νέα Υόρκη (γελάει)».
Λ.Θ.: «Ε, λοιπόν, την τρίτη φορά έπρεπε να τους πεις αυτό που ήθελαν να ακούσουν. Αλλά, αφού εργάζεσαι ούτως ή άλλως ανώνυμα, δε θα σε ενοχλούσε ιδιαίτερα το να δηλώνεις άλλη επαγγελματική ιδιότητα. Δε σε λυπεί όμως το γεγονός ότι για το κοινό τα κείμενα είναι του “Mr. X” και όχι δικά σου;».
Μ.Μ.: «Για μένα είναι το ίδιο. Στη δική μου περίπτωση η γοητεία ήταν στο να λαμβάνει τα εύσημα της δουλειάς μου ο φανταστικός μου χαρακτήρας. Δεν πόνταρα ποτέ σε αναγνωρίσιμη συγγραφική καριέρα. Προσωπικά, μου αρκεί αυτό. Ο “Mr. X” έγινε γνωστός μέσα από περιοδικά και βιβλιοσειρές του φανταστικού χώρου. Είναι συγκεκριμένο το κοινό που θα εκτιμήσει το γράψιμο σου ως τέτοιο και όχι επειδή τα γράφει ο τάδε. Υπάρχουν πολλά κείμενα του “Mr. X” για τα οποία είμαι χαρούμενος και τον χαίρομαι».
Λ.Θ.: «Άρα ως ghost-writer κινείσαι στο πλαίσιο του μυστικού συγγραφέα-αρθρογράφου και όχι του ανώνυμου, που ίσως και να κινδύνευε με αυτά που γράφει ή αφήνει να διαρρεύσουν, όπως γίνεται με άλλους».
Λ.Θ.: «Και το κάνεις με μεγάλη επιτυχία. Εγώ σε διαβάζω από τα πρώτα σου βήματα και σε ένα από τα γνωστά περιοδικά που κυκλοφορούν και εδώ στην ελληνική τους έκδοση, όπως, για παράδειγμα, στο περιοδικό “Τρίτο Μάτι”. Ήσουν και από τις πρώτες επιλογές μου για το CityMag και θέλω επί τη ευκαιρία να σε ευχαριστήσω και δημοσίως για αυτήν τη συνεργασία».
Μ.Μ.: «Η αλήθεια είναι ότι αρχικά ήθελα να συμβάλλω υποστηρικτικά. Να πούμε στους αναγνώστες ότι είναι μια έτοιμη δουλειά, γιατί ο χρόνος μου είναι υπερβολικά περιορισμένος και το λίγο χρόνο που μου απομένει τον περνώ με ασχολίες άσχετες με το γράψιμο. Είναι γύρω στα τριάντα κείμενα τα οποία έγραψα μεταξύ του 2008 και του 2010. Τα περισσότερα δε δημοσιεύτηκαν ποτέ και έτσι σκέφτηκα πως για την αρχή θα ήταν χρήσιμα. Αυτό που δεν υπολόγισα ήταν πως η στήλη “Στη χώρα των θαυμάτων” θα πήγαινε τόσο καλά, ώστε να συνεχίζει να υπάρχει κοντά δυο χρόνια τώρα. Αυτό, βέβαια, οφείλεται και στην εξαίσια συνεργάτιδα, επιμελήτρια και διορθώτριά μας Ιουλία Λυμπεροπούλου που φροντίζει για τα updates κάποιων κειμένων των οποίων η θεματολογία ανήκει σε τομείς μεγάλων και γρήγορων εξελίξεων. Συνήθως στα ιατρικά και διαστημικά θέματα οι πληροφορίες αλλάζουν από εξάμηνο σε εξάμηνο. Ήθελα να το αναφέρω αυτό και την ευχαριστώ πολύ».
Λ.Θ.: «Κι εμείς σ’ ευχαριστούμε. Τα κείμενά σου είναι πάντα μια ευχάριστη νότα που μας ταξιδεύει σε κόσμους διαφορετικούς. Προσωπικά, θέλω να σε ευχαριστήσω που με εμπιστεύτηκες πριν ακόμα βγει το πρώτο τεύχος. Ξέρω πως η συνεργασία μας έχει ημερομηνία λήξεως, αλλά θέλω να πιστεύω πως μέχρι το 30ό τεύχος θα υπάρξουν ιδέες για κάποια μετέπειτα συνέχεια».
Μ.Μ.: «Who knows (ποιος ξέρει); Ο Μr. Mystirius έχει πάντα κάτι κρυμμένο στο συρτάρι του!».
Λεωνίδας Θεοδωρίδης για το CityMag.