CityMag Portrait | Κατερίνα Βενέτη
«Λίγες ώρες πριν την επέμβαση σκεπτόμουν δύο πράγματα, πως επιτέλους θα αλλάξω, επιτέλους θα ζήσω!»
Η ζωή της Κατερίνας είναι ιδιαίτερη και στο σημείο αυτό θέλω να την ευχαριστήσω ξανά που με εμπιστεύτηκε και θέλησε να μοιραστεί μαζί μας την ιστορία της. Πέρασε δύσκολα χρόνια, που τώρα μπορεί να αφηγηθεί πιο εύκολα με δύο λέξεις: «Επιτέλους άλλαξα». Βέβαια, η Κατερίνα άλλαξε πολλά και, για να ακριβολογούμε, δεν άλλαξε η ίδια. Η Κατερίνα υπήρχε πάντα, κάπου βαθιά μέσα στην ψυχή ενός παιδιού ονόματι Σπύρος.
Λεωνίδας Θεοδωρίδης: «Πως αισθάνεσαι τώρα λίγο πριν ξεκινήσουμε, και με τη γενικότερη ατμόσφαιρα της φωτογράφησης;».
Κατερίνα Βενέτη: «Ωραία είναι. Μ’ αρέσει, αλλά αγχώνομαι και λίγο».
Λ.Θ.: «Τι σε αγχώνει ακριβώς; Οι ερωτήσεις που μπορεί να σου κάνω;».
Κ.Β.: «Όχι, καλέ, αν θα βγω καλή στις φωτογραφίες! Εσύ ρώτα ό,τι θες, άλλωστε πάνε αυτά. Αυτό που επιθυμούσα όσο τίποτε άλλο στη ζωή μου το έκανα. Αυτά τα άγχη τελειώσανε, και σήμερα κλείνω οριστικά το κεφάλαιο αυτό».
Λ.Θ.: «Το κεφάλαιο του Σπύρου, διότι σήμερα διακρίνω την ανησυχία ενός ανθρώπου που περνάει μία δεύτερη εφηβεία, αυτή τη φόρα ως Κατερίνα».
Κ.Β.: «Ναι. Νιώθω 16 ετών κορίτσι που ψάχνει το προσωπικό του στιλ, τη θέση του στο κοινωνικό περιβάλλον και στον έρωτα».
Λ.Θ.: «Σου λείπει ο Σπύρος;».
Λ.Θ.: «Πώς σε αντιμετώπιζε η οικογένεια σου ως παιδί και πώς όταν έμπαινες στην εφηβεία; Αδέρφια έχεις;».
Κ.Β.: «Όχι, δεν έχω. Είμαι μοναχοπαίδι. Κοίτα, οι γονείς μου βλέπανε ένα πολύ χαριτωμένο παιδί. Αργότερα με βλέπανε παραχαριτωμένο και κάπου εκεί άρχιζαν να αναρωτιούνται. Εγώ δεν καταλάβαινα αρχικά ότι κάτι δεν “καθόταν” καλά σε μένα. Δε με ενδιέφερε κιόλας. Δεν μπορώ να πω, πάντως, ότι δέχτηκα περίεργη ή άσχημη συμπεριφορά και μεταχείριση από τους γονείς μου. Ίσως επειδή ήμουν μοναχοπαίδι. Ο πατέρας μου με αγαπούσε πάρα πολύ και μου έκανε όλα τα χατίρια. Πιστεύω αυτό με βοήθησε να αναπτύξω αργότερα καλύτερη συνείδηση για το τι θέλω και για την απόφαση του να το πράξω. Δυστυχώς, τον έχασα πριν τρία χρόνια».
Λ.Θ.: «Επομένως, ο πατέρας σου δεν πρόλαβε την αλλαγή/διόρθωση. Του έκανες ποτέ κάποια νύξη πάνω στο θέμα της διαφορετικότητάς σου και μιας ενδεχόμενης επέμβασης;».
Κ.Β.: «Όχι, δεν την πρόλαβε, και δεν ξέρω αν θα την έκανα με την ίδια ευκολία αν ήταν εν ζωή. Δεν του μίλησα ποτέ για την επιθυμία μου να διορθώσω το φύλο. Νομίζω δε χρειαζότανε, καταλάβαινε. Δεν ήθελα και να το αγγίξω το θέμα όταν αρρώστησε, καλύτερα έτσι, ας είναι, πάει τώρα».
Λ.Θ.: «Η μητέρα σου τι σου έλεγε, πώς έβλεπε εκείνη την όλη κατάσταση;».
Κ.Β.: «Η μητέρα μου, ήθελε δεν ήθελε, το “χώνεψε” (γελάει). Με τη μητέρα μου είχαμε ούτως ή άλλως μια έντονη σχέση “μητέρας ‒ κόρης”. Είχαμε κάνει άπειρες συζητήσεις επί του θέματος. Της έλεγα πως ως γυναίκα θα έπρεπε να με καταλαβαίνει καλύτερα. Εν τέλει, μάλλον ως μάνα που αγαπάει το παιδί της λειτούργησε, και κάποια στιγμή ενέδωσε. Μιλάω πάντα για την επέμβαση, γιατί ως παιδί ιδιαίτερο με έβλεπε».
Λ.Θ.: «Στο σχολείο τι αντιδράσεις αντιμετώπιζες από τους συμμαθητές και τους καθηγητές σου; Είχες φίλους;».
Λ.Θ.: «Μετά από το θάνατο του πατέρα σου πόσος χρόνος μεσολάβησε μέχρι να πάρεις την απόφαση να διορθώσεις το βιολογικό φύλο σου;».
Κ.Β.: «Ένας χρόνος. Ήθελα να σεβαστώ λίγο την όλη κατάσταση. Μην πουν “Δεν πρόλαβε να φύγει ο άνθρωπος” και τέτοια. Ήδη λεγόντουσαν αρκετά για μένα. Βέβαια, υπέφερα, και όλο αυτό το διάστημα είχα ήδη αρχίσει να ψάχνω. Το πρόβλημά μου ήταν πως δε γνώριζα τι και πώς θα γίνει. Το μόνο για το οποίο ήμουν σίγουρη 100% ήταν το να την κάνω. Ήμουν πλέον 20 ετών και αποφασισμένη».
Λ.Θ.: «Και πού απευθύνθηκες; Ρώτησες τη μητέρα σου, για να βρείτε γιατρούς;».
Κ.Β.: «Όχι, στη μητέρα μου απλώς ανακοίνωσα ότι θα πάω Αθήνα να κάνω την επέμβαση, και για το λόγο αυτό πουλάω το πατρικό».
Λ.Θ.: «Αυτό πρέπει να έπεσε σαν βόμβα, φαντάζομαι».
Λ.Θ.: «Για τι ποσό μιλάμε; Γιατί και το να πουλήσεις το πατρικό σου δεν είναι εύκολη υπόθεση».
Κ.Β.: «Το ποσό της επέμβασης συν τα δικαιολογητικά, το ταξίδι και άλλα έξοδα μου κόστισαν γύρω στα 15.000 ευρώ. Άλλη λύση από το να πουλούσα το πατρικό δεν υπήρχε. Το να έπαιρνα δάνειο δεν έπαιζε. Στο μεταξύ, το σπίτι ήταν, ουσιαστικά, το διαμέρισμα ενός διώροφου κτιρίου, που είχε περάσει στη δική μου δικαιοδοσία και στο οποίο δε ζούσαμε ούτως ή άλλως. Από τη μία δεν ήταν εύκολο και από την άλλη το θεώρησα ως μια συμπαντική ευκαιρία μετά το θάνατο του πατέρα μου. Σαν να έφυγε κάτι, και μέσα από αυτό να ξεκίνησε κάτι καινούριο. Το συζήτησα με τη μητέρα μου, η οποία με τα πολλά συμφώνησε. Όμως προέκυψαν κι αλλά σχετικά με την πώληση. Από τα 21.000 ευρώ τα πέντε πήγαν σε εφορία και σε άλλα νομικά θέματα που προέκυψαν. Οι γονείς μου είχαν κάνει πολλά λάθη στις δηλώσεις, και έτσι έπρεπε να διευθετήσω πρώτα όλη τη γραφειοκρατική μανούρα από την αρχή».
Λ.Θ.: «Έρχεται, λοιπόν, η στιγμή που έχεις κανονίσει την επέμβαση. Με ποιους πήγες Αθήνα και τι είπες στους φίλους;».
Λ.Θ.: «Τι σκέψεις έκανες το βράδυ πριν την επέμβαση;».
Κ.Β.: «Με είχε πιάσει σε κάποια φάση ένα άγχος. Μάλλον επειδή δεν είχα νοσηλευτεί ποτέ πριν για κάτι. Πάτησα το κουμπί, σαν τρελή, και αμέσως ήρθαν δύο γιατροί, που προσπαθούσαν να με ηρεμήσουν. Αλλά εμένα με είχε πιάσει ταχυπαλμία και έλεγα συνέχεια στον εαυτό μου “Κατερίνα, σταμάτα τώρα”, και ηρέμησα. Λίγες ώρες πριν την επέμβαση σκεφτόμουν δύο πράγματα, πως επιτέλους θα αλλάξω, επιτέλους θα ζήσω!».
Λ.Θ.: «Πόσες ώρες κράτησε η επέμβαση και τι έκανες μόλις ξύπνησες;».
Λ.Θ.: «Το πρώτο σου φόρεμα».
Κ.Β.: «Ναι, αμ πώς, ποιο πρώτο; (γελάει)».
Λ.Θ.: «Με την έννοια, το πρώτο μετά την διόρθωση. Πόσο καιρό έκατσες στο νοσοκομείο;».
Λ.Θ.: «Με το που φτάνεις στα Γιάννενα πού πας και ποιους βλέπεις πρώτους;».
Κ.Β.: «Πήγαμε αμέσως στο ίντερνετ καφέ. Έβαλα το φόρεμα και κατεβήκαμε στην πόλη για καφέ. Ήμουν ψιλοαγχωμένη χωρίς λόγο. Λες και έβγαινα πρώτη φόρα για καφέ ως γυναίκα. Ένιωθα, όμως, πραγματικά μια γενικότερη αλλαγή πέρα από τη βιολογική. Με κοιτούσε ο μπουφετζής και σκεφτόμουν γιατί με κοιτάει. Παρακολουθούσα τον κόσμο και προσπαθούσα να καταλάβω τι να σκέφτονται. Λίγο μετά ήρθανε και τα παιδιά και άρχιζα να τους εξιστορώ την όλη φάση στην Αθήνα. Δεν μπορώ να πω ότι απόλαυσα ιδιαίτερα τη μικρή αυτή έξοδο, γιατί με ενοχλούσε απίστευτα ο νάρθηκας και οι επίδεσμοι. Δεν μπορούσα να κάτσω και, ενώ πονούσα παντού, κάτω δεν ένιωθα τίποτα».
Λ.Θ.: «Οι φίλοι σου τι σου είπανε; Διέκριναν κάποια αλλαγή;».
Λ.Θ.: «Επί τη ευκαιρία που αναφέρεις το όνομα Νίνα, θα μας αποκαλύψεις από πού βγήκε;».
Κ.Β.: «Λοιπόν, το όνομά μου βγήκε από τη Mia (Catherina Colucci), τον αγαπημένο μου τηλεοπτικό χαρακτήρα, τον οποίο υποδυόταν η ηθοποιός Luisana Lopilato στην τηλεοπτική σειρά “Rebelde Way” (Ανυπότακτες Καρδιές)».
Λ.Θ.: «Στην αλλαγή στοιχείων της αστυνομικής ταυτότητας έχεις προχωρήσει;».
Κ.Β.: «Όχι ακόμα. Επειδή θέλω να αλλάξω και το επίθετο Κεφαλλονίτης και να πάρω αυτό της μητέρας μου, Βενέτη, θα πρέπει να προσκομίσω άλλα δικαιολογητικά πρώτα και μετά να τα πάρω όλα με τη σειρά. Είναι πάλι θέμα χρημάτων, γιατί θέλουν ένα σωρό παράβολα. Το επόμενο διάστημα, όμως, και μέσα από τη ΛΟΑΤ κοινότητα, θα το δρομολογήσω κι αυτό να τελειώνω».
Λ.Θ.: «Με την ορμονοθεραπεία (οιστρογόνα) τι έκανες τελικά και πώς κινείσαι σήμερα σχετικά με τη φροντίδα και την υγιεινή;».
Λ.Θ.: «Χαίρομαι που το ακούω αυτό, γιατί θυμάμαι το διάστημα εκείνο που δεν πρόσεχες. Μεταξύ άλλων δε σε ενδιέφερε και το σχολείο πλέον. Γιατί το σταμάτησες;».
Κ.Β.: «Το σχολείο το σταμάτησα στα ΕΠΑΣ Κομμωτικής. Νόμιζα τότε πως με την πώληση του πατρικού, την επέμβαση κτλ. θα έμενα Αθήνα, και επομένως από απουσίες. Μετά το μυαλό μου το είχα στο πώς θα φτάσω στην επιθυμητή ολοκλήρωσή μου και δεν ξαναπάτησα. Δεν με ενθουσίαζε άλλο η κομμωτική. Σκεφτόμουν να γίνω χορεύτρια σε σχετικά μαγαζιά, γιατί εδώ στα Γιάννενα δύσκολα θα μπορούσα να κάνω κάποιο επάγγελμα. Φοβόμουν ότι δε θα με έπαιρναν ούτε σε πολύ απλές δουλειές. Επίσης μεγάλη βλακεία μου, γιατί πέρασε ο καιρός και τώρα θα είχα το απολυτήριο».
Λ.Θ.: «Γνωρίζω πως τα επαγγέλματα της χορεύτριας και του μοντέλου φιγουράρουν ψηλά στη λίστα των τρανς. Αν βάλουμε αυτά στην άκρη, τι θα ήθελες πραγματικά να κάνεις;».
Λ.Θ.: «Κάτι που λέω πολύ συχνά είναι πως η τέχνη δεν έχει διεύθυνση, αλλά, αφού αναφέρεσαι στο εδώ, μίλησέ μας για τα Γιάννενα».
Κ.Β.: «Με ξενερώνουν τα Γιάννενα. Το λέω με κάθε επίγνωση. Είναι όμορφα, τα αγαπώ, αλλά για μένα παραμένει μια μικρή πόλη. Δεν ξέρω για τον κόσμο της πόλης, αλλά το σίγουρο είναι πως δεν ξέρουν να διασκεδάζουν. Είναι μια φλατ κατάσταση εδώ. Όλα ίδια και απορώ πώς αντέχουν».
Λ.Θ.: «Μίλησέ μας για τη σχέση σου με τον έρωτα».
Λεωνίδας Θεοδωρίδης για το CityMag.
Φωτογραφίες: Μαγδαληνή Σιούτη
Magda's photography
Make up: Έρη Τούση
Eri's Nails & Beaute
Hair styling: Μυρτώ Διαμάντη
Δείτε [εδώ] την φωτογράφηση της Κατερίνας Βενέτη