Η Ολυμπιακή Φλόγα και η ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων στην αρχαιότητα και στην σύγχρονη εποχή.
Πίνακας περιεχομένων
- 1 Αφή της Φλόγας
- 2 Πρωθιέρειες
- 3 Πρώτοι Λαμπαδηδρόμοι
- 4 Πηγή
- 5 Αναφορές
Αφή της Φλόγας Η Αφή της Ολυμπιακής Φλόγας γίνεται στο χώρο της Αρχαίας Ολυμπίας. Για πρώτη φορά έγινε το 1936 για την Ολυμπιάδα του Βερολίνου με τη βοήθεια κοίλου κατόπτρου, το οποίο ανήκε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και είχε κατασκευαστεί στη Γερμανία. Επιστημονικός υπεύθυνος αυτής της πρώτης αφής ήταν ο καθηγητής φυσικής Σαλτερής Περιστεράκης.
Σύμφωνα με το τελετουργικό που έχει καθιερωθεί την αφή κάνει η πρωθιέρεια στο χώρο του ναού της Ήρας (Ηραίου), που βρίσκεται απέναντι από το ναό του Δία, στο αρχαιολογικό χώρο της Ολυμπίας. Εκεί η πρωθιέρεια ζητά τη βοήθεια του θεού του ήλιου Απόλλωνα ώστε να ανάψει η δάδα απαγγέλοντας την ακόλουθη επίκληση:
ΕΠΙΚΛΗΣΗ ΣΤΟΝ ΑΠΟΛΛΩΝΑ
Ιερά σιωπή!
Να ηχήσει όλος ο αιθέρας, η γη, η θάλασσα και οι πνοές των ανέμων.
Όρη και Τέμπη σιγήστε.
Ήχοι και φωνές πουλιών παύσατε.
Γιατί μέλλει να μας συντροφεύσει ο Φοίβος, ο Φωσφόρος Βασιλεύς.
Απόλλωνα, θεέ του ήλιου και της ιδέας του φωτός,
στείλε τις ακτίνες σου και άναψε την ιερή δάδα
για τη φιλοξενη πόλη της ...(όνομα της διοργανώτριας πόλης).
Και συ, ω Δία, χάρισε ειρήνη σ' όλους τους λαούς της Γης
και στεφάνωσε τους νικητές του Ιερού Αγώνα.
Μετά την αφή η πρωθιέρεια παραδίδει ανάβει με τη φλόγα τη δάδα του πρώτου λαμπαδηδρόμου, ενώ παράλληλα φυλάει άσβηστη τη φλόγα σε όλη τη διάρκεια της ολυμπιακής τετραετίας σε ειδικό χώρο. Ακολουθεί λαμπαδηδρομία σε πολλές πόλεις της Ελλάδας πριν τελικά παραδοθεί στους εκπροσώπους της διοργανώτριας χώρας. Η λαμπαδηδρομία συνεχίζεται και η φλόγα φτάνει στο στάδιο τη βραδιά της τελετής έναρξης των αγώνων.
Πρωθιέρειες: Οι ιέρειες κατά την εκτέλεση της χορογραφίας της Μαρίας Χορς κατά την τελετή αφής της Ολυμπιακής Φλόγας το 2004. Στο τελετουργικό της αφής συμμετέχουν η πρωθιέρεια και οι ιέρειες, οι οποίες πραγματοποιούν μια λιτή χορογραφία κατά τη διάρκεια της τελετής. Υπεύθυνη της χορογραφίας ήταν η Μαρία Χορς από το 1964 ως το 2004. Το 2008 τη διαδέχτηκε η Άρτεμις Ιγνατίου.
Πρωθιέρειες από το 1936 μέχρι σήμερα διετέλεσαν οι εξής:
- Κούλα Πράτσικα: 1936.
- Μαρία Αγγελακοπούλου: 1948.
- Ξανθίππη Πηχεών-Θεολογίτη: 1952.
- Αλέκα Κατσέλη: 1956, 1960, 1964.
- Μαρία Μοσχολιού: 1968, 1972, 1976, 1980.
- Κατερίνα Διδασκάλου: 1984, 1988.
- Μαρία Παμπούκη: 1992, 1996.
- Θάλεια Προκοπίου: 2000, 2004.
- Μαρία Ναυπλιώτου: 2008.
- Ηρώ Μενεγάκη: 2012.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες πρωτάρχισαν το 776 π.Χ. στην Ολυμπία της Ήλιδας, με τη συμμετοχή αθλητών απ’ όλο τον Ελληνικό Κόσμο της αρχαιότητας. Κατά τη διάρκεια των Αγώνων κηρυσσόταν εκεχειρία και οι πολεμικές επιχειρήσεις διακόπτονταν. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες πέρασαν από διάφορες φάσεις ακμής και παρακμής, έως ότου καταργήθηκαν από τον αυτοκράτορα του Βυζαντίου Θεοδόσιο τον Μέγα το 393 μ.Χ. ως ειδωλολατρικοί. 1503 χρόνια αργότερα αναβίωσαν, χάρις στις ενέργειες δύο ανθρώπων, του Γάλλου βαρώνου Πιέρ Ντε Κουμπερτέν (1836-1937) και του Έλληνα λόγιου και επιχειρηματία Δημητρίου Βικέλα (1835-1908) που ήταν συγγραφέας, έμπορος και αθλητικός παράγων, υπηρετώντας με επιτυχία, τόσο τον Κερδώο, όσο και τον Λόγιο Ερμή.
Σε ηλικία 17 ετών ο Βικέλας εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο, στην αρχή ως λογιστής στην εμπορική επιχείρηση των θείων του Αφοί Μελά και στη συνέχεια ως συνεταίρος. Από τους εμπορικούς κύκλους του Λονδίνου εκτιμήθηκε η εργατικότητα, η μεθοδικότητα, η εντιμότητα και η ευρύτητα του πνεύματός του. Ανέπτυξε φιλία με τον πρεσβευτή της Ελλάδας στο Λονδίνο Σπυρίδωνα Τρικούπη και τον γιο του Χαρίλαο, μετέπειτα πρωθυπουργό, που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ανάληψη και τη διοργάνωση των πρώτων σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων το 1896. Τις ελάχιστες ελεύθερες ώρες, ο νεαρός Βικέλας παρακολουθούσε μαθήματα Βοτανικής και Αρχιτεκτονικής στο University College, ενώ εξασκούσε το ταλέντο του στις ξένες γλώσσες. Παράλληλα, έγραφε διηγήματα, ποιήματα και μετέφραζε στα ελληνικά τα παραμύθια του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν και τις τραγωδίες του Σαίξπηρ.
Το 1876 η εταιρεία Μελά διαλύθηκε εξαιτίας της οικονομικής κρίσης και ο Δημήτριος Βικέλας, έχοντας κάνει μια σεβαστή περιουσία, σε ηλικία 41 ετών αποφάσισε να εγκαταλείψει τις επιχειρήσεις και στραφεί αποκλειστικά προς τα γράμματα και την κοινωνική δράση. Το 1877, εξαιτίας της ασθενείας της συζύγου του, εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, όπου ανέπτυξε ένα ευρύ κύκλο γνωριμιών. Το καλοκαίρι του 1894 διεξήχθη στη γαλλική πρωτεύουσα το Διεθνές Αθλητικό Συνέδριο και ο Δημήτριος Βικέλας παρακολουθεί τις εργασίες του, ως αντιπρόσωπος του Πανελληνίου Γυμναστικού Συλλόγου. Στις 23 Ιουνίου, ημέρα λήξης των εργασιών του Συνεδρίου, αποφασίστηκε η αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων, µε την τέλεση της πρώτης διοργάνωσης το 1896 στην Αθήνα. Η συμβολή του Δημητρίου Βικέλα υπήρξε καθοριστική, ενεργώντας αυτοβούλως και χωρίς να έχει την εξουσιοδότηση του Πανελληνίου για να χειριστεί ένα τόσο σοβαρό θέμα.
Η αρχική σκέψη του Βαρώνου Ντε Κουμπερτέν ήταν οι πρώτοι Ολυμπιακοί Αγώνες να γίνουν το 1900 στο Παρίσι, αλλά ο εμπνευσμένος λόγος του Βικέλα ανέτρεψε την κατάσταση. «...Στην Αθήνα, ασφαλώς δεν θα έχουμε τη δυνατότητα να οργανώσουμε μεγαλοπρεπείς γιορτές, αλλά τις πολλές ελλείψεις μας θα αναπληρώσει η εγκαρδιότητα της υποδοχής μας. Δεν θα προσφέρουμε στους επισκέπτες μας διασκεδάσεις άξιες προς την περίσταση, αλλά έχουμε να δείξουμε τα µνηµεία και τα ερείπια της αρχαιότητος και να τους οδηγήσουμε στους τόπους όπου τελούσαν οι αρχαίοι Έλληνες τους αγώνες τους…» είπε, σε μια αποστροφή της ομιλίας του και συνεπήρε τους συνέδρους, οι οποίοι ψήφισαν ομόφωνα την Αθήνα. Η τολμηρή πρωτοβουλία του Βικέλα προκάλεσε ενθουσιασμό στην κοινή γνώμη και τον τύπο στην Ελλάδα και ήταν η αιτία που συνέβαλε στην απροσδόκητα μεγάλη επιτυχία της αναβίωσης των Ολυμπιακών Αγώνων τότε, αλλά και στην παγίωση του θεσμού τα επόμενα χρόνια. Ο Δημήτριος Βικέλας εξελέγη το 1894 πρώτος πρόεδρος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής. Παρέμεινε στη θέση αυτή έως το 1896, οπότε τον διαδέχθηκε ο βαρόνος Ντε Κουμπερτέν. Πέρασε τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του στην Αθήνα, όπου πέθανε στις 7 Ιουλίου 1908, χτυπημένος από την επάρατη νόσο.
Στην 100η Ολυμπιάδα η Έφεσος της Μ. Ασίας δωροδόκησε τον καταγόμενο από την Κρήτη ολυμπιονίκη Σωτάδη για να αγωνιστεί ως Εφέσιος στην επόμενη Ολυμπιάδα. Ο Αθηναίος Κάλιππος εξαγόρασε κατά την 112η Ολυμπιάδα τους ανταγωνιστές του και ανακηρύχτηκε ολυμπιονίκης. Ο Σωκράτης στην Απολογία» του αξιώνει τη σίτισή του στο πρυτανείο λέγοντας: «…εκείνος (ο ολυμπιονίκης) σας κάνει μόνον ευδαίμονες, ενώ εγώ να είστε ευτυχείς, εκείνος δεν έχει καθόλου ανάγκη διατροφής, ενώ εγώ έχω». Στο δεύτερο ήμισυ του 5ου αι. π.χ. εμφανίζεται ο επαγγελματικός αθλητισμός και κατά την ελληνιστική εποχή πλέον οι αθλητικοί αγώνες επαγγελματοποιούνται πλήρως. Και όπως γράφει ο φιλόσοφος Ξενοφάνης από τον 6ο αι. π.χ. οι αχρειότητες που συνόδευαν τις νίκες στην Ολυμπία ήταν ισόβια διατροφή, πλούσιες παροχές και άλλα πλούσια δώρα που νέμονταν οι επαγγελματίες αθλητές που οδήγησαν στον ευτελισμό των αγώνων.
Από τον 6ο αι. π.χ. οι φιλόσοφοι καταδίκαζαν με δριμύτητα τις πλουσιοπάροχες αμοιβές και τα αξιώματα που παρέχονταν στους ολυμπιονίκες, την αποκλειστική ενασχόληση με τον αθλητισμό και την υποβάθμιση της πνευματικής και ηθικής άσκησης. Κατά τον Πλάτωνα, η αποκλειστική ενασχόληση με τον αθλητισμό καθιστά το άτομο βίαιο και απάνθρωπο: η αγαθή ψυχή και το πνεύμα καθιστά κάλλιστο το σώμα και όχι το αντίθετο, τονίζει δε πως επιβάλλεται παράλληλη άσκηση του πνεύματος και του σώματος. Ο Αριστοτέλης λέει πως ο συναγωνισμός πρέπει να αφορά και την παιδεία και όχι αποκλειστικά τον αθλητισμό. Ο Ισοκράτης εκφράζει την αγανάκτησή του για την καθιέρωση θρησκευτικών εορτών και αθλητικών αγώνων με βράβευση μόνον των σωματικών επιδόσεων (στην Αθήνα, πρέπει να σημειώσουμε, ότι εκτός από τα αθλητικά Παναθήναια υπήρχαν και πολλές πολιτιστικές εκδηλώσεις, πνευματικές και καλλιτεχνικές, με τη μορφή των διαγωνισμών). Ο Ευριπίδης γράφει πως η διανόηση είναι πιο ισχυρή από τα δυνατά χέρια και αναγκάζεται, βλέποντας τη διαφθορά και τη βαναυσότητα των αθλητών στους αθλητικούς αγώνες, να πει: «Από όλα τα κακά που κουβαλάει μαζί της η Ελλάδα, τίποτα δεν είναι τόσο κακό όσο η ράτσα των αθλητών». Οι Στωικοί φιλόσοφοι δίδασκαν ότι πρωταρχικό χρέος των πολιτών είναι η πνευματική ανάπτυξη και η ηθική τελειοποίηση στιγματίζοντας τον επαγγελματικό αθλητισμό της βίας. Ο κυνικός φιλόσοφος Διογένης, ο «αναρχικός» της αρχαιότητας, στιγματίζει τους επαγγελματίες αθλητές χαρακτηρίζοντάς τους πανάθλιους εξαιτίας των βαναυσοτήτων τους για την κατάκτηση της νίκης. Ο Πλούταρχος εξαίρει την κυριαρχία του πνεύματος πάνω στο σώμα, ο δε Γαληνός τονίζει ότι η πιο σημαντική άσκηση είναι αυτή που όχι μόνο εκγυμνάζει το σώμα, αλλά τέρπει και το πνεύμα.
Σύγχρονοι Ολυμπιακοί Αγώνες
Στους αγώνες αυτούς ακούστηκε για πρώτη φορά ο Ολυμπιακός Ύμνος, σε ποίηση Κωστή Παλαμά και μουσική Σπύρου Σαμάρα. Μορφές των αγώνων, ο μαραθωνοδρόμος Σπύρος Λούης και ο Αυστραλός λογιστής Έντουιν Φλακ, που κέρδισε τα χρυσά σε 800 και 1500 μ., κάτι που ελάχιστοι αθλητές έχουν πετύχει μέχρι σήμερα. Η Ελλάδα, με 49 μετάλλια, αναδείχθηκε πρώτη δύναμη. Στους Ολυμπιακούς της Αθήνας δεν επετράπη η συμμετοχή των γυναικών. Σε ένδειξη διαμαρτυρίας, μια νεαρή Αθηναία, η Σταμάτα ή Μελπομένη Ρεβύθη, έτρεξε μόνη της την επομένη του θριάμβου του Λούη τον μαραθώνιο δρόμο, σε 5 ώρες και 30 λεπτά.
Την εκκίνηση έδωσε ακριβώς στις 2 το μεσημέρι με πιστολιά αφέτης, o ταγματάρχης Παπαδιαμαντόπουλος. Τους αθλητές ακολουθούσαν γιατροί, νοσοκόμες και κριτές πάνω σε ποδήλατα και ιππήλατες άμαξες. Ο γάλλος Αλμπέν Λερμιζιό ανέλαβε να οδηγήσει. Έχοντας άγνοια της χωμάτινης διαδρομής, έδωσε γρήγορο τέμπο στην κούρσα και μέχρι το Πικέρμι είχε ξεφύγει από τους υπόλοιπους κατά 2 χιλιόμετρα. Τον ακολουθούσαν ο αυστραλός Φλακ, ο αμερικανός Μπλέικ και ο Ούγγρος Κέλνερ. Οι έλληνες αθλητές, γνωρίζοντας τις δύσκολες συνθήκες της διαδρομής, έτρεχαν έξυπνα και υπολογισμένα, μένοντας πίσω. Στο Πικέρμι, πρώτος από τον όμιλο των ελλήνων αθλητών έφθασε ο Λούης. Σταμάτησε για λίγο, ήπιε ένα ποτήρι κρασί και δήλωσε στους χωρικούς που τον επευφημούσαν ότι ένοιωθε σίγουρος για τη νίκη του.
Ο 23χρονος Σπύρος Λούης, νερουλάς στο επάγγελμα, είχε μπει την τελευταία στιγμή στον Ολυμπιακό Μαραθώνιο, ως πέμπτος στον δεύτερο αγώνα πρόκρισης για τη συγκρότηση της ελληνικής ομάδας με την προτροπή του Παπαδιαμαντόπουλου, ο οποίος ήταν διοικητής του Λούη, όταν υπηρετούσε τη θητεία του στο στρατό και γνώριζε καλά ότι διέθετε μεγάλη αντοχή στο τρέξιμο. Ο νεαρός Μαρουσιώτης δεν εφάρμοσε κάποια συγκεκριμένη τακτική στον αγώνα. Απλώς έτρεχε. Όμως, φρόντιζε να τρέχει με σταθερό ρυθμό κι αυτό ήταν τελικά που μέτρησε στην κούρσα. Με το που είδε τον Λούη στην κεφαλή της κούρσας τρία χιλιόμετρα πριν από τον τερματισμό, ο Παπαδιαμαντόπουλος μετέβη έφιππος στο στάδιο κι ενημέρωσε αμέσως τον Γεώργιο Α' και τη βασιλική οικογένεια ότι ένας Έλληνας προηγείται. Η είδηση μεταδόθηκε από στόμα σε στόμα και μια κραυγή συγκλόνισε το Στάδιο, «Έλλην, Έλλην».
Την Τετάρτη 3 Απριλίου 1896, ημέρα λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων, έγινε η τελετή απονομής των μεταλλίων στους νικητές όλων των αγωνισμάτων. Ο Σπύρος Λούης, εν μέσω γενικής αποθέωσης στο κατάμεστο Παναθηναϊκό Στάδιο, έλαβε κλάδο ελαίας και το ασημένιο μετάλλιο (χρυσό δεν προβλεπόταν τότε) και ο δεύτερος Χαρίλαος Βασιλάκος, ένα δάφνινο στεφάνι και το ασημένιο μετάλλιο.
Η χώρα μας πανηγύρισε 6 χρυσά (Φανή Χαλκιά στα 400 μ. μετ’ εμποδίων, Αθανασία Τσουμελέκα στο βάδην, Θωμάς Μπίμης και Νίκος Συρανίδης στις καταδύσεις, Ηλίας Ηλιάδης στο τζούντο, Σοφία Μπεκατώρου και Αιμιλία Τσουλφά στην ιστιοπλοΐα), 6 ασημένια (Αναστασία Κελεσίδου στη δισκοβολία, Παρασκευή Δεβετζή στο τριπλούν, Νίκος Κακλαμανάκης στην ιστιοσανίδα, η ομάδα υδατοσφαίρισης των γυναικών, Αλέξανδρος Νικολαΐδης και Έλλη Μυστακίδου στο τάε κβο ντο) και 4 ασημένια (Μιρέλα Μανιάνι στον ακοντισμό, Πύρρος Δήμας στην άρση βαρών, Βασίλης Πολύμερος και Νίκος Σκιαθίτης στην κωπηλασία και Αρτιόμ Κιουρεγκιάν στην ελληνορωμαϊκή πάλη).
Μορφή των αγώνων, ο αμερικανός κολυμβητής Μάικ Φέλπς με 8 μετάλλια (6 χρυσά και 2 αργυρά). Ξεχώρισαν, ακόμη, η Γερμανίδα Μπριγκίτε Φίσερ στο κανόε/καγιάκ, η οποία κατέκτησε ένα χρυσό και ένα αργυρό, αλλά έγινε η πρώτη γυναίκα που κερδίζει χρυσό μετάλλιο σε έξι διαφορετικούς Ολυμπιακούς Αγώνες και ο Μαροκινός, Χισάμ Ελ Γκερούζ με δύο χρυσά στα 1.500 μ. και 5.000 μ. Την παραμονή της τελετής έναρξης ξέσπασε το σκάνδαλο Κεντέρη - Θάνου. Οι δύο ολυμπιονίκες αρνήθηκαν να περάσουν από ντόπινγκ κοντρόλ. Έπεσαν θύματα τροχαίου ατυχήματος με μοτοσικλέτα, το οποίο χαρακτηρίζεται σκηνοθετημένο, και τέθηκαν εκτός αγώνων.
Λεωνίδας Θεοδωρίδης για το CityMag.
_________________________
ΠΗΓΕΣ: Ελευθεροτυπία, Τα Νέα, Σαν Σήμερα.gr, wikipaidia.
Φωτογραφίες: Σαν Σήμερα.gr / Google