«Όποιος σχεδιάζει εξαρχής με στιλό θα πρέπει να σκίζει ολόκληρη τη σελίδα για να διορθώνει ενδεχόμενα σφάλματα»
Με πρώτο της εργαλείο το μολύβι απέσπασε την τρίτη θέση σε πανηπειρωτικό διαγωνισμό στη Γ’ Γυμνασίου. Θέμα της η απεικόνιση ενός αγαπημένου ιστορικού προσώπου. Η Βασιλική εμπνεύστηκε από μία προσωπικότητα της ελληνικής επανάστασης του 1821, σχεδιάζοντας με ένα απλό μολύβι στο χαρτί τον Κολοκοτρώνη.
Βασιλική Σκόπη: «Πέραν του ότι θεωρώ πως ήταν μία από τις πλέον εμβληματικές μορφές της επανάστασης, ήταν συνάμα και μία από τις πιο αδικημένες. Ίσως να προέκυψε η επιλογή λόγω της ευαίσθητης ισορροπίας μεταξύ αγώνα και ματαιότητας. Ωστόσο, είχε πάντα το σθένος να συνεχίζει με οποιοδήποτε κόστος. Αφορμή αυτού ένιωσα για πρώτη φορά την ανάγκη να βγάλω και τη δική μου επιθυμία στην επιφάνεια. Και το γεγονός ότι μου είπαν πως άρεσε η ζωγραφική μου με ώθησε στο να προχωρήσω».
Λ.Θ.: «Κάλλιστα θα μπορούσαμε να πούμε, λοιπόν, σήμερα ότι παίρνω συνέντευξη και από μία ζωγράφο;».
Β.Σ.: «Όχι, παρότι ζωγράφιζα πολύ και είχα γραφτεί σε ένα εικαστικό εργαστήρι. Θα ήθελα η απεικόνιση στο χαρτί μιας εικόνας ή ιδέας που “γεννιόταν” στο μυαλό μου να βγει με κάποιον τρόπο από το χαρτί και να γίνει πραγματικότητα. Να πάρει “σάρκα και οστά”, που λέμε. Εν προκειμένω, με υλικά και στοιχεία που θα την καθιστούσαν τρισδιάστατη και απτή».
Β.Σ.: «Ακριβώς, μόνο σε πολύ πιο μικρές διαστάσεις και συνδυάζοντας τρεις τεχνικές: τη σχεδίαση, την εφαρμογή και την παρουσίαση. Και οι τρεις διαδικασίες προκύπτουν από τη σχέση μεταξύ των ανθρώπων, που μαζί με το θεωρητικό μέρος εκφράζουν άποψη και παράλληλα μεταδίδουν γνώση. Η γνώση αυτή προκύπτει από την επεξεργασία των υλικών. Οι νέες τεχνοτροπίες υποδεικνύουν τον τρόπο πειραματισμού στη διάρκεια κατασκευής ενός έργου. Μετά την ολοκλήρωση καταγράφονται τα αποτελέσματα των εντυπώσεων και η αποκτηθείσα γνώση, που στη συνέχεια μεταλαμπαδεύεται στους επόμενους».
Λ.Θ.: «Μετά το σχολείο έδωσες εξετάσεις για κάποια σχολή πλαστικών τεχνών ή σχολή αργυροχρυσοχοΐας;».
Β.Σ.: «Είχα δώσει Πανελλήνιες και πέρασα στο Τμήμα Πληροφορικής στη Θεσσαλονίκη, την οποία όμως δεν ολοκλήρωσα. Δε με γέμιζε και σκέφτηκα πως δεν υπήρχε λόγος να συνεχίσω κάτι που δε με εκφράζει. Κατέβαλα προσπάθεια, προκειμένου να μην την αφήσω, αλλά συνειδητοποίησα πολύ νωρίς πως δεν ήταν αυτός ο δρόμος μου. Έτσι, «έστριψα» την κατάλληλη στιγμή, προλαβαίνοντας έγκαιρα να απαγκιστρωθώ από την πληροφορική και να αναζητήσω μία ιδιωτική σχολή αργυροχρυσοχοΐας, καταλήγοντας στη MOKUME http://www.mokume.gr/gr/».
Β.Σ.: «Γνώριζαν από καιρό ότι δε με εξέφραζε η πληροφορική. Κάπου το περίμεναν. Σίγουρα στην αρχή τούς ενόχλησε λίγο, αλλά, βλέποντας το πάθος μου και την αποφασιστικότητα που είχα να ακολουθήσω αυτό που αγαπώ, με στήριξαν στη νέα μου επιλογή. Αυτό συνέβαλε επίσης στο να προχωρήσω δυναμικά, έχοντας λύσει το ζήτημα μιας ενδοοικογενειακής αντιπαράθεσης. Έως και σήμερα τους έχω πιστούς συμμάχους μου».
Λ.Θ.: «Όντας, λοιπόν, στη σχολή της επιλογής σου, πλέον, άρχισες να γνωρίζεις το αντικείμενο από κάθε άποψη, θεωρητικά και πρακτικά».
Β.Σ.: «Στη σχολή ένιωθα πως είχα ξαναγεννηθεί. Είδα τον εαυτό μου εκεί που τον ήθελα και διαπίστωσα τεράστια διαφορά στη γενικότερη διάθεσή μου. Μπορώ να πω πως εκεί άρχισα σιγά σίγα να ξεδιπλώνω την προσωπικότητά μου και να διαμορφώνω τη δημιουργική μου ταυτότητα. Σε αυτό συντέλεσαν όλα τα μαθήματα, και τα θεωρητικά. Πρώτο και κύριο η ιστορία του κοσμήματος και η διαδρομή του στους αιώνες, που αποκαλύπτει την ανάγκη μας να κοσμούμε σημεία του σώματός μας δημιουργικά. Ύστερα η θεωρία της αισθητικής, το ταίριασμα, δηλαδή, των κοσμημάτων με βάση το φύλο, την ηλικία, την κοινωνική θέση, τα ήθη και τα έθιμα. Θεωρητικά μαθαίνεις τα υλικά και πρακτικά, στα εργαστήρια, η σχολή σού προσφέρει τη δυνατότητα να τα δεις όλα ολοκληρωμένα και να τα επεξεργαστείς, εξοπλίζοντάς σε με τα απαραίτητα εφόδια για μία επαγγελματική σταδιοδρομία στο χώρο της αργυροχρυσοχοΐας».
Λ.Θ.: «Θεωρώντας ως δεδομένο ότι οι απόφοιτοι μίας σχολής έχουν λίγο πολύ απομίσει τα ίδια εφόδια, πότε πιστεύεις ότι αρχίζει κάποιος να διαμορφώνει προσωπικό ύφος δημιουργικά;».
Β.Σ.: «Οι τεχνικές που διδάσκονται μπορεί να είναι οι ίδιες, ωστόσο ο καθένας έχει το δικό του τρόπο αφομοίωσης και επεξεργασίας. Από τη μέθοδο κατασκευής θα ξεχωρίσει το κάθε δημιουργικό προφίλ. Αυτό, πάλι, θα εξαρτηθεί και από την παρουσίαση της δουλειάς, όπου αναδεικνύεται ο δημιουργός. Δε σημαίνει, όμως, ότι μπορεί κανείς έτσι εύκολα απλώς να προβάλει τον εαυτό του μέσα από την τέχνη, η ίδια η δημιουργία παίζει αυτόν το ρόλο».
Β.Σ.: «Ήταν σημαντικά για μένα τα πρόσωπα που με δίδαξαν και κυρίως με ενέπνευσαν στο να θέλω και εγώ με τη σειρά μου να μεταδώσω όσα είχα μάθει. Ένας από τους πολλούς καλούς καθηγητές ήταν ο Χρήστος Μαϊκίδης, τον οποίο ευχαριστώ ιδιαίτερα. Μου άνοιξε δρόμους στη γνώση και στη μετάδοσή της, με έμαθε να αγαπώ το κόσμημα, και κυρίως με βοήθησε να βρω το δικό μου δημιουργικό δρόμο, να τον “σχεδιάσω”!».
Λ.Θ.: «Ένα άλλο κομβικό γεγονός στη διάρκεια των σπουδών σου υπήρξε η σημαντική διάκρισή σου σε πανευρωπαϊκό διαγωνισμό. Μίλησέ μας για αυτή την εμπειρία».
Λ.Θ.: «Και με ένα μυστήριο, όπως μου έχεις πει, τρόπο βγήκε πρώτο ανάμεσα σε όλα τα άλλα κοσμήματα. Εσύ το περίμενες;».
Β.Σ.: «Το περίεργο ήταν ότι από τη μία πήγαινα για την πρωτιά, αλλά από την άλλη είχα τις αμφιβολίες μου, βλέποντας και τις δημιουργίες των άλλων. Τη σιγουριά μού την είχε μεταδώσει ο καθηγητής μου, που πρόβλεπε τη διάκριση. Μέχρι όμως και την τελευταία στιγμή δεν ήμουν απόλυτα σίγουρη, διότι η επιλογή δεν έγινε από κριτική επιτροπή, αλλά ψήφιζαν οι ίδιοι οι δημιουργοί. Αυτό είναι που καθιστά και τη βράβευση ιδιαίτερη. Βγήκε αντικειμενικά πρώτο με την αξία που του αναγνώρισαν όλοι οι συμμετέχοντες. Αυτό με χαροποίησε περισσότερο».
Β.Σ.: «Μία υποτροφία στην Ισπανία, την οποία θα αξιοποιήσω σύντομα. Δηλαδή, φεύγω τώρα, στις 18 Νοεμβρίου. Στο μετεκπαιδευτικό αυτό πρόγραμμα θα διερευνήσω νέους τρόπους σχεδίασης και επεξεργασίας των υλικών».
Λ.Θ.: «Μετά την Ισπανία έχεις σκεφτεί ή “σχεδιάσει”, όπως λες, τη συνέχεια του δρόμου σου; Δε θέλω να σε πάω πολύ μακριά στο μέλλον, αλλά τι σκέψεις κάνεις, πού βλέπεις τη Βάσω σε δέκα χρόνια από τώρα;».
Β.Σ.: «Γενικά για το μέλλον σκέφτομαι διάφορα. Έχω μια ιδιαίτερη αδυναμία στο σχέδιο, αλλά αφήνω ανοιχτό και το ενδεχόμενο του εργαστηρίου. Θα ήθελα σίγουρα να ασχοληθώ πιο ενεργά και με τη μετάδοση και διδασκαλία της τέχνης της αργυροχρυσοχοΐας. Καταρχήν επειδή θέλω και εγώ με τη σειρά μου να μεταλαμπαδεύσω τη γνώση που μου δόθηκε από τους δικούς μου καθηγητές με τον ίδιο ζήλο και έπειτα επειδή είμαι περήφανη Γιαννιώτισσα. Μην ξεχνάμε ότι η πόλη των ασημουργών είναι τα Ιωάννινα, κάτι πολύ καθοριστικό για μένα από τη στιγμή που αποφάσισα να ακολουθήσω αυτό τον κλάδο. Πρέπει να διατηρηθεί αυτή η παράδοση και θέλω να προσθέσω και εγώ ένα λιθαράκι. Προς το παρόν επενδύω σε γνώση και ανταλλαγή ιδεών, γιατί πιστεύω ότι θα προκύψουν ενδιαφέρουσες συνεργασίες στην Ισπανία».
Β.Σ.: «(χαμογελάει) Η ζωή δεν είναι ένα χαρτί. Όποιος σχεδιάζει εξαρχής με στιλό θα πρέπει να σκίζει ολόκληρη τη σελίδα για να διορθώνει ενδεχόμενα σφάλματα. Δε λέω πως με το μολύβι θα ήταν πιο εύκολο να αντιμετωπιστούν τα εμπόδια της ζωής, γιατί και η σβήστρα μπορεί να γίνει μία συνεχής δικαιολογία για τις πράξεις μας, με την έννοια κάθε σβήσιμο και μία συγγνώμη. Οπότε εγώ κρατώ για μένα ένα αρχικό πλάνο, έχοντας όμως πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού μου και τους αστάθμητους παράγοντες. Κάποιους ανθρώπους δεν μπορείς να τους “σχεδιάσεις”, ούτε μπορείς εύκολα να τους σβήσεις. Οπότε τους δέχεσαι όπως είναι ή αλλάζεις μπλοκ. Όπως σχεδιάζω κάθε φορά ένα και μοναδικό κομμάτι, έτσι θέλω να αντιμετωπίζω και τους γύρω μου, ως μοναδικές και ξεχωριστές προσωπικότητες».
Β.Σ.: «Τα σεμινάρια ξεκίνησαν τον προηγούμενο Φλεβάρη στα Ιωάννινα με κύριο σκοπό να δοθεί μία ευκαιρία δημιουργικής απασχόλησης σε νέους ανθρώπους σε αυτή την εποχή της γενικότερης αναστάτωσης. Είναι ένας τρόπος απόδρασης από τα προβλήματα και το άγχος της καθημερινότητας. Τα σεμινάρια οργανώθηκαν σε τρία τμήματα και βρήκαν μεγάλη ανταπόκριση. Για μένα ήταν μία πολύ ενδιαφέρουσα και ευχάριστη εμπειρία. Συντονίζοντας άλλους μπόρεσα να δω τον τρόπο σκέψης και δημιουργίας μέσα από την αμφίδρομη σχέση μεταξύ εκπαιδευτικού και σπουδαστή. Με την ολοκλήρωση των σεμιναρίων κάναμε και τη σχετική έκθεση στο “Αστράκι”. Αυτό που με ικανοποίησε, όμως, πολύ περισσότερο δεν ήταν το αποτέλεσμα των έργων, αλλά η δίψα που διέκρινα στους σπουδαστές τη στιγμή της δημιουργίας. Ήταν σαν να βλέπω τον εαυτό μου στο δικό μου ξεκίνημα».
Λ.Θ.: «Σου ευχόμαστε, λοιπόν, να συμμετέχεις σε πολλά σεμινάρια με την ίδια όρεξη και επιτυχία. Σε προσωπικό επίπεδο σου ευχόμαστε, επίσης, πολλές δημιουργίες και διακρίσεις. Σε ευχαριστώ».
Β.Σ.: «Σας ευχαριστώ πολύ για τη φιλοξενία και σας εύχομαι καλή συνέχεια πάντα με τόσο ενδιαφέροντα τεύχη. Να είστε καλά!».
________
http://www.le-mur.fr/_mur/fr/actua/19eme-assemblee-generale-du-ple-a-vigo/
http://www.vigoalminuto.com/2011/05/25/nadie-entiende-mejor-a-vigo-que-una-griega/
Λεωνίδας Θεοδωρίδης για το CityMag.