Γιατί τα πενηντάευρα δεν είναι πετσετάκια
γράφει ο Λεωνίδας Θεοδωρίδης
Ας δούμε πρώτα τι ακριβώς είναι και τι δεν είναι χρήμα. Ως χρήμα ορίζεται το σύνολο των κερμάτων, των χαρτονομισμάτων και των καταθέσεων, και διακρίνεται σε δύο είδη: Στο ρευστό, με τα κέρματα και τα χαρτονομίσματα, που ανήκουν στη νομισματική κυκλοφορία. Και στο πλαστικό χρήμα, με τις καταθέσεις των ιδιωτών στις τράπεζες, που μεταφράζονται σε μορφή επιταγών, πιστωτικών και χρεωστικών καρτών. Αντίθετα, τα ομόλογα, τα αμοιβαία κεφάλαια και οι μετοχές δεν είναι χρήμα και χαρακτηρίζονται ως χρηματοδοτικά ή χρηματοοικονομικά προϊόντα.
Ιστορικά, ο άνθρωπος εφηύρε το χρήμα ως ένα μέσον αγοραπωλησίας προϊόντων και υπηρεσιών, που αρχικά ισοδυναμούσε με το απόθεμα χρυσού της κάθε χώρας. Για παράδειγμα, η αξία κάθε δολαρίου που κυκλοφορεί στις ΗΠΑ αντιστοιχεί σε χρυσό ανάλογης αξίας, στις θυρίδες της κεντρικής τράπεζας. Αυτός ο «κανόνας του χρυσού» δεν ισχύει ακριβώς έτσι σήμερα. Το πόσο ισχυρό είναι σήμερα ένα νόμισμα καθορίζεται από τη γενικότερη οικονομική κατάσταση μιας χώρας.
Πώς, λοιπόν, κόβεται σήμερα το χρήμα και με ποια κριτήρια διοχετεύεται στην αγορά; Τα νομίσματα και τα χαρτονομίσματα κόβονται στις κεντρικές τράπεζες που κατέχουν τη βάση χρυσού η οποία ορίζει την εκάστοτε νομισματική αξία, του δολαρίου στις ΗΠΑ, του ευρώ στην ΕΕ, του γεν στη Ιαπωνία κ.λπ. Η κεντρική τράπεζα είναι το ίδρυμα που «παράγει» το χρήμα ενός έθνους ή μιας ένωσης κρατών. Για να γίνει αυτό, θα πρέπει να ελέγχει δύο βασικά πράγματα: Τα επιτόκια και τον πληθωρισμό. Το χρήμα που «παράγει» μία τράπεζα το δανείζει στα κράτη και αυτά με τη σειρά τους το μεταφέρουν μέσω μισθών και συντάξεων στους πολίτες, από τους οποίους εμμέσως «απαιτούν» την επιστροφή των χρημάτων και πάλι στις τράπεζες. Ουσιαστικά, οι τράπεζες μας δανείζουν το χρήμα, για να μας εξυπηρετήσουν στις οφειλές μας, παίρνοντάς το πίσω, και μάλιστα με τόκο. Με λίγα λόγια, όσα λεφτά κόβει μία τράπεζα θα είναι πάντα δικά της, με αποτέλεσμα να χρεώνονται οι πολίτες των κρατών.
Άρα κάθε δολάριο και κάθε ευρώ κυκλοφορεί ήδη με μία ή πιο πολλές επιβαρύνσεις! Εμείς καλούμαστε, λοιπόν, να δώσουμε κάποια στιγμή το ένα συν του τόκου πίσω. Επομένως, εμείς δεν βγάζουμε χρήματα ποτέ και ποτέ δεν κερδίζουμε κάτι. Ζούμε πάντα με δανεικά! Την αποπληρωμή ενός χρέους αναλαμβάνει επίσης η τράπεζα, μιας και οι κεντρικές τράπεζες έχουν και πάλι το μονοπώλιο στην παραγωγή χρημάτων. Η κεντρική τράπεζα τότε αυξάνει την παροχή από τα αποθεματικά της ταμεία (τις δίκες μας καταθέσεις), για να καλύψει το εκάστοτε χρέος που «θα» εισπράξει στη συνέχεια από τις κυβερνήσεις των χωρών, επίσης με τόκο. Συνέπεια είναι η μείωση των μισθών, η λιτότητα και η αύξηση κυκλοφορίας του μαύρου χρήματος. Είναι αδύνατον, όπως εμφανώς προκύπτει, οι κυβερνήσεις και οι πολίτες να αντεπεξέλθουν σ’ ένα διαρκώς αυξανόμενο αυτοπαραγόμενο χρέος. Οι χώρες αρχίζουν να χρωστάνε μεταξύ τους και όλες μαζί στις τράπεζες.
Ερχόμαστε, λοιπόν, στην πίστωση. Η πίστωση συχνά και αόριστα αναφέρεται ως χρήμα. Η πίστωση, ωστόσο, είναι ένα υποκατάστατο χρημάτων και όχι κανονικά χρήματα. Αυτή η διάκριση μεταξύ των χρημάτων και της πίστωσης προκαλεί σύγχυση, επειδή χρησιμοποιείται εναλλακτικά με το νόμισμα. Για παράδειγμα, οι καταθέσεις στις τράπεζες συμπεριλαμβάνονται γενικά στο άθροισμα χρημάτων ή στο άθροισμα του χρέους ενός κράτους, αλλά ποτέ δεν το μειώνουν, δηλαδή δεν ξεχρεωνόμαστε.
Και πάμε στο ερώτημα γιατί μια χώρα δεν αποφασίζει να τυπώσει χρήμα για να ξεχρεώσει ή ακόμα για να ευημερήσει. Στο παρελθόν, η Γερμανία και οι ΗΠΑ επιχείρησαν να κόψουν παραπάνω χρήματα με ολέθριες επιπτώσεις. Όταν μία χώρα τυπώνει νομίσματα υπερβαίνοντας την αναλογία των φυσικών αγαθών, όπως ο χρυσός, το πετρέλαιο και άλλοι φυσικοί πόροι, τότε προκαλείται πληθωρισμός, καταστρέφοντας την οικονομία της. Αν η κεντρική τράπεζα μιας χώρας τυπώσει νομίσματα και τα κυκλοφορήσει με αυτό τον τρόπο, θα υποτιμήσει το ίδιο της το νόμισμα, μειώνοντας την αγοραστική του αξία. Οι έχοντες θα πρέπει να πληρώνουν παραπάνω για τα επιπλέον χαρτονομίσματα, γιατί η αμοιβή όσων εργατοωρών χρειάστηκαν και όσων πρώτων υλών καταναλώθηκαν για την ολοκλήρωση της διαδικασίας κοστίζουν.
Ξέρω, εδώ είναι και το μεγάλο μπέρδεμα και είναι αυτό που εκμεταλλεύονται οι τράπεζες. Με απλά λόγια, «μπρός γκρεμός και πίσω ρέμα». Το χρήμα κυβερνάει τον κόσμο και, όπως εξελίσσονται τα πράγματα, οδηγούμαστε με μαθηματική ακρίβεια στην υπερχρέωση όλου του πλανήτη χωρίς λόγο. Διότι, πλέον, τίθεται και ένα νέο ερώτημα: Όλοι μαζί πού χρωστάμε; Πριν ή μετά, τα χαρτονομίσματα θα εξαφανιστούν τελείως. Πολλές χώρες επεξεργάζονται νέους τρόπους συναλλαγών, στους οποίους δεν συμπεριλαμβάνονται τα κέρματα και τα χαρτονομίσματα. Η πάταξη της φοροδιαφυγής και του μαύρου χρήματος θα επέλθει μόνο με το πλαστικό χρήμα: No cash ‒ ρευστό, μόνο κωδικό! Κανείς δε θα έχει χρήμα να πουλάει ή να αγοράζει εάν δεν είναι στη λίστα με τον αριθμό του. Και κάπως έτσι θα οδηγηθούμε στην εξαθλίωση, που με τη σειρά της θα δημιουργήσει εντάσεις και πολεμικές συρράξεις. Θα επέλθει καταστροφή, που μέσα από τις στάχτες της θα δώσει και πάλι το έναυσμα της ανάκαμψης. Το θέμα είναι εάν και στον επόμενο γύρο θα κτιστεί μία κοινωνία ξανά υποδουλωμένη στις τράπεζες και στο χρήμα.