CityMag
find us
  • CMOM
    • Editor's Voice
    • CMOM Portrait
    • Η πυγολαμπίδα φέγγει και κεντά
    • Στη Χώρα των Θαυμάτων
    • Σκέψου διαφορετικά
    • Βeauty Language
    • Εδώ, πρωταγωνιστούν τα παιδιά
    • Το Ταξιδιωτικόν μου Καλανδολόγιον
    • Τεχνότοπος
    • Επιλογές από την παγκόσμια ποίηση
    • Φτιάχνω ~ φτιάχνεις ~ φτιάχνουμε
    • Guest List
  • Impressum
    • Συντακτική Ομάδα
    • The View
    • CMOM radio
    • Live Score
    • Events
    • Photo Gallery
    • Forum
    • Επικοινωνια | Διαφημιση
  • Η τρελή piñata 2015
    • Η τρελή piñata 2014
    • Η τρελή piñata 2012/13
  • Αρχείο
    • Interview
    • Ιn my shoes...
    • Sex and Thessniki
    • Naomi in the closet

CityMag Interview | H "Θετική Φωνή" για την 1η Δεκεμβρίου - Παγκόσμια Ημέρα κατά του AIDS

1/12/2012

0 Comments

 

Η "Θετική Φωνή" για την 1η Δεκεμβρίου - Παγκόσμια Ημέρα κατά του AIDS

Μαριανέλλα Κλώκα:«Είναι απαράδεκτο σήμερα κάποιος να χάνει τη δουλειά του επειδή είναι θετικός στον HIV: Πρέπει να εκπαιδευτούμε στο σεβασμό.»

Picture
Η «Θετική Φωνή» είναι ο μη κερδοσκοπικός Σύλλογος Οροθετικών Ελλάδος, που έχει αναλάβει το έργο ενημέρωσης για τον HIV, την υποστήριξη ανθρώπων που έχουν διαγνωσθεί οροθετικοί, ενώ οργανώνει και συμμετέχει σε δράσεις που καταπολεμούν τον κοινωνικό στιγματισμό ‒ απόρροια της άγνοιας και της ελλιπούς ενημέρωσης σε σχέση με τον ιό. Και ενώ έχουν περάσει σχεδόν είκοσι χρόνια από την οσκαρική ταινία «Φιλαδέλφεια», στην Ελλάδα εξακολουθούν να συμβαίνουν περιστατικά όπως εκείνο του προηγούμενου Μαΐου με τον επιλεκτικό διασυρμό των οροθετικών γυναικών και των προσωπικών τους δεδομένων χωρίς, αρχικά τουλάχιστον, να υπάρξει καμία ενημέρωση για το ποιες ήταν πραγματικά αυτές οι γυναίκες και για το πώς έφτασαν εκεί. Εφόσον το κράτος ολιγωρεί εκθέτοντας περιπτώσεις ανθρώπων και καθιστώντας τους εξιλαστήρια θύματα, για να καλύψει τα κενά του, η δράση συλλόγων, όπως η «Θετική Φωνή», γίνεται ακόμα πιο αναγκαία καθώς και η δική μας υποστήριξη προς αυτούς. Αφορμή, λοιπόν, της 1ης Δεκέμβρη, που έχει ορισθεί ως η Παγκόσμια Ημέρα κατά του AIDS, η διευθύντρια της «Θετικής Φωνής» Μαριανέλλα Κλώκα μάς μίλησε για το σημαντικό έργο του Συλλόγου, για τα όποια προβλήματα πρέπει να αντιμετωπιστούν και για ζητήματα που αφορούν τον ιό και την ανάγκη ευαισθητοποίησης γενικότερα.

Ιουλία Λυμπεροπούλου: «Σε τι αφορά η “Θετική Φωνή” και ποιοι λόγοι οδήγησαν στη συγκρότησή της;».

Μαριανέλλα Κλώκα: «Ο σύλλογος οροθετικών “Θετική Φωνή” ιδρύθηκε το 2009. Μεταξύ των ευρωπαϊκών συλλόγων ήμασταν ίσως η χώρα που άργησε περισσότερο να δημιουργήσει το δικό της σύλλογο, να βρεθούν δηλαδή 20-25 άνθρωποι να βάλουν τα ονόματά τους. Αντιλαμβάνεστε πόσο αναπτυγμένο είναι το κοινωνικό στίγμα στην Ελλάδα. Οι πυλώνες δράσης της “Θετικής Φωνής” είναι τέσσερις και καλύπτουν: τα δικαιώματα, την ενδυνάμωση και την επιμόρφωση των ανθρώπων που ζουν με HIV/AIDS, την επαφή και συνεργασία με φορείς και κοινωνικούς εταίρους, στοχευμένες δράσεις πρόληψης για τις ευπαθείς ομάδες και την αντιμετώπιση του κοινωνικού στίγματος απέναντι στους οροθετικούς από τον ευρύ πληθυσμό».

Ι.Λ.: «Τι σημαίνει οροθετικός; Και τι πρέπει να κάνει ένας άνθρωπος από τη στιγμή που βρίσκεται αντιμέτωπος με ένα τέτοιο νέο;».

Μ.Κ.: «Μιλάμε για τους ανθρώπους που είναι θετικοί στον ιό HIV. Δεν έχουν ακόμα νοσήσει με AIDS και πιθανώς να μη νοσήσουν ποτέ. Επομένως να γίνει σαφές ότι άλλο HIV και άλλο AIDS[1]. Τώρα τι πρέπει να κάνει ένας άνθρωπος που βρίσκεται θετικός στον ιό; Αρχικά να μην πανικοβληθεί. Να βρίσκεται σε συχνή επαφή με το γιατρό του στη Μονάδα Λοιμώξεων που θα τον παρακολουθεί, και να έρθει μαζί μας στο σύλλογο, γιατί η επαφή με άλλους που έχουν περάσει από τα ίδια στάδια και προβλήματα είμαι σίγουρη ότι θα βοηθήσει. Πάνω από όλα είναι σημαντικό να ξέρουμε ότι μιλάμε για μία χρόνια νόσο και όχι για κάτι από το οποίο κινδυνεύει πλέον η ζωή μας. Χρειάζεται προσοχή στη διατροφή, επιμέλεια στη λήψη της αγωγής, γυμναστική και αισιοδοξία».

Ι.Λ.: «Πρακτικά κατά πόσο αλλάζει η ζωή ενός οροθετικού ατόμου; Πού βρίσκει στήριξη;».

Μ.Κ.: «Υπάρχουν ψυχολόγοι στις Μονάδες Λοιμώξεων. Υπάρχει το γραφείο ψυχοκοινωνικής στήριξης του ΚΕΕΛΠΝΟ[2]. Υπάρχει η “Θετική Φωνή” και άλλες ΜΚΟ[3]. Υπάρχει το βιβλίο μας “Ζώντας με τον HIV”, που περιλαμβάνει 20 κεφάλαια από τη στιγμή της θετικής διάγνωσης και μετά. Όλοι εμείς και όλα αυτά μπορούν να στηρίξουν τις όποιες αλλαγές έρθουν στη ζωή ενός οροθετικού ατόμου».

Ι.Λ.: «Πώς γίνεται και πόσο συχνά θα έπρεπε κάποιος να κάνει ένα HIV τεστ;».

Μ.Κ.: «Ένας ενεργός σεξουαλικά άνθρωπος είναι χρήσιμο να κάνει εξέταση για HIV κάθε έξι μήνες. Υπάρχουν δύο τρόποι που μπορεί να εξεταστεί κανείς: μέσα από τα νοσοκομεία και στα Κέντρα Αναφοράς και Ελέγχου AIDS[4], όπου γίνεται εξέταση με αίμα και τα αποτελέσματα ανακοινώνονται μετά από περίπου δέκα μέρες. Επίσης υπάρχουν τα βαν της ΜΚΟ PRAKSIS[5] (και τα πολυϊατρεία) σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, όπου διενεργούνται εξετάσεις σάλιου. Εκεί τα αποτελέσματα είναι ανακοινώσιμα εντός εικοσαλέπτου. Ειδικά για άνδρες που κάνουν σεξ με άλλους άνδρες υπάρχει και η δομή Athens Checkpoint[6], όπου επίσης χρησιμοποιείται το ΤΕΣΤ σάλιου με άμεσα ανακοινώσιμα αποτελέσματα».

Ι.Λ.: «Τους αφορά όλους το ίδιο αυτό το τεστ ή υπάρχουν ομάδες υψηλού κινδύνου;».

Μ.Κ.: «Προτιμώ, αν δεν σας είναι πρόβλημα, τη χρήση του όρου ευπαθείς ομάδες. Τα ετήσια επιδημιολογικά στοιχεία, που ανακοινώνει το γραφείο HIV λοίμωξης του ΚΕΕΛΠΝΟ, μιλούν για άνδρες που κάνουν σεξ με άλλους άνδρες και για χρήστες ενδοφλέβιων ναρκωτικών ως τις πιο ευπαθείς ομάδες σήμερα στην Ελλάδα».

Ι.Λ.: «Εν καιρώ κρίσης το πρόβλημα μετάδοσης του HIV αυξάνεται προοδευτικά; Αν ναι, γιατί; Από την άλλη, όντως αυξάνεται ή είναι καλύτερη η συγκέντρωση των στοιχείων τώρα σε σχέση με το παρελθόν, γεγονός που επιτρέπει να έχουμε μία πιο καθαρή εικόνα για την επικρατούσα κατάσταση;».

Μ.Κ.: «Η επιδημιολογική επιτήρηση βρίσκεται σε ενδιαφέρουσα κατάσταση εδώ και αρκετά χρόνια. Αυτό που έχει το ΚΕΕΛΠΝΟ να βελτιώσει (και εμείς να συνεισφέρουμε σε αυτό, όπως ήδη κάνουμε, για παράδειγμα, με την έρευνα EMIS[7]) είναι η επιδημιολογική επιτήρηση δεύτερης γενιάς, όπως λέγεται. Αυτή αφορά τη μελέτη των συμπεριφορών των ευπαθών ομάδων, ώστε να μπορέσουμε να επέμβουμε πιο έγκαιρα και καίρια, προκειμένου να συγκρατήσουμε την επιδημία. Αναφορικά με την αυξανόμενη κρίση θα έλεγα ότι η τιμή του προφυλακτικού είναι υψηλή και πρέπει να μειωθεί, ώστε να μπορεί ο καθένας να το αγοράζει. Επίσης, η αύξηση των διαγνώσεων στους χρήστες ίσως να είναι και αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης, καθώς μπορεί να μην υπάρχουν χρήματα για καθαρές σύριγγες και γι’ αυτό οι χρήστες/στριες να μοιράζονται την ίδια. Είναι σίγουρα, όμως, προϊόν της ολιγωρίας της ελληνικής πολιτείας, που δεν είχε καμία μέριμνα για τους ΧΕΝ[8] εδώ και καιρό σχετικά με τον HIV (π.χ., ενημέρωση, διανομή καθαρών συριγγών κτλ.)».

Ι.Λ.: «Τι είναι το πρόγραμμα “χιονοστιβάδα” και ποιους αφορά;».

Μ.Κ.: «Αναφέρεστε στο πρόγραμμα ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, που διενεργεί με αρκετές συνεργασίες ο κύριος Χατζάκης. Ένας χρήστης ή μία χρήστρια ενθαρρύνεται να εξεταστεί και να φέρει προς εξέταση άλλους τρεις φίλους ή φίλες. Αυτό ανοίγει μία βεντάλια επαφών και φίλων των χρηστών ουσιών (ανθρώπων που ίσως στις “αφραγκίες” τους να μοιράζονται την ίδια σύριγγα), γεγονός που καθιστά την εντόπιση των θετικών στον HIV πιο εύκολη. Η “Θετική Φωνή” συνεργάζεται σε αυτό το πρόγραμμα παρέχοντας ψυχολογική υποστήριξη μεταξύ ομότιμων. Αυτό, δηλαδή, σημαίνει ότι άνθρωποι που έχουν ήδη διαγνωστεί ως οροθετικοί μιλούν και ενημερώνουν ΧΕΝ, που έχουν μόλις βρεθεί θετικοί στον HIV».

Ι.Λ.: «Τι θα έπρεπε να γίνεται που δε γίνεται σε σχέση με την ενημέρωση εκ μέρους της πολιτείας; Ποιες είναι οι προτάσεις της “Θετικής Φωνής” σε σχέση με την αντιμετώπιση της άγνοιας και του φόβου απέναντι στους οροθετικούς; Φαντάζομαι ότι δεν μπορούν όλα να εξαρτηθούν από το Σύλλογο Οροθετικών Ελλάδος. Θα χρειαζόταν ίσως μία πιο οργανωμένη πολιτική, τουλάχιστον σε θέματα ενημέρωσης».

Μ.Κ.: «Η εισαγωγή της σεξουαλικής αγωγής στα σχολεία είναι πολύ σημαντική. Ο σχεδιασμός και η εφαρμογή στοχευμένων εκστρατειών με στόχο την πρόληψη εντός των ευπαθών ομάδων επίσης. Η πολιτεία πρέπει να βοηθήσει τη “Θετική Φωνή” και τις άλλες μη κυβερνητικές οργανώσεις που ασχολούνται με το θέμα να εφαρμόσουν αυτές τις εκστρατείες. Πρέπει, επίσης, να μεριμνά, ώστε να μην αντιμετωπίζουμε ποτέ ελλείψεις σε φάρμακα και σε εξετάσεις μέτρησης τιμών στους οροθετικούς. Είναι σημαντικό όλοι οι άνθρωποι να έχουν πρόσβαση στην αντιρετροϊκή αγωγή ανεξάρτητα με το αν είναι ασφαλισμένοι ή όχι, αν είναι Έλληνες ή αλλοδαποί, αν είναι χρήστες ή ομοφυλόφιλοι άνδρες. Μιλάμε για ανθρώπινες ζωές και ζητήματα ζωής».

Ι.Λ.: «Ποιες είναι, επιπλέον, οι προτάσεις της “Θετικής Φωνής” για τη βελτίωση των παροχών υποστήριξης των οροθετικών;».

Μ.Κ.: «Να ισχύει το ίδιο καθεστώς με όλα τα ΑΜΕΑ για την είσοδο των οροθετικών στα πανεπιστημιακά ιδρύματα. Να υπάρξει νομικό καθεστώς που θα προφυλάσσει από τις διακρίσεις τους ανθρώπους που ζουν με HIV. Είναι απαράδεκτο σήμερα κάποιος να χάνει τη δουλειά του επειδή είναι θετικός στον HIV: Πρέπει να εκπαιδευτούμε στο σεβασμό».

Ι.Λ.: «Τώρα που έχει παρέλθει κάποιος χρόνος, θα ήθελα να αναφερθούμε στο στιγματισμό των οροθετικών γυναικών με τη δημόσια έκθεση των προσωπικών τους στοιχείων. Ίσως θα είχε περισσότερο νόημα να συζητηθεί με την εμπειρία του γεγονότος αφομοιωμένη. Ποιες οι σκέψεις σας σε σχέση με αυτό; Άλλαξε κάτι στην αντιμετώπιση του κόσμου; Υπήρξε και υπάρχει, δηλαδή, άμεση καταδίκη για αυτές τις γυναίκες ή έγιναν βήματα για τη συνειδητοποίηση του ποιες πραγματικά ήταν όπως και για την ευθύνη η οποία βαραίνει και όσους δε διασύρθηκαν όπως εκείνες;».

Μ.Κ.: «Φαίνεται ότι ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας είναι αρκετά πιο έτοιμο να σεβαστεί τους ανθρώπους με HIV σε αντίθεση με τους θεσμούς της. Δεν με εκπλήσσει, φυσικά. Δεν με εκπλήσσει επίσης και το γεγονός ότι με αυτές τις άθλιες υγειονομικές διατάξεις και με την εφαρμογή τους οι Λοβέρδος ‒ Χρυσοχοΐδης βγήκαν πρώτοι σε ψήφους εντός του ΠΑΣΟΚ. Όπως δε με εκπλήσσει και το ότι όλοι στέκονται σούζα στην Εισαγγελική Αρχή χωρίς καμία δυνατότητα κριτικής ή έστω εισηγητικής παρέμβασης. Δείτε, ας πούμε, την απόφαση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα[9]. Επομένως, αντιλαμβάνομαι ως χρέος μας το να εισάγουμε διεθνείς καλές πρακτικές στην ελληνική δικαιοσύνη. Καλούμε, λοιπόν, εισαγγελείς από το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Νέα Ζηλανδία να μιλήσουν εκείνοι στους δικούς μας δικαστές και εισαγγελείς και να τους εξηγήσουν ένα διαφορετικό σημείο οπτικής. Αναφέρομαι στη διημερίδα με θέμα “Ελληνική Δικαιοσύνη και HIV”, που διοργανώνουμε υπό την αιγίδα του Υπουργείου Δικαιοσύνης στις 10 και 11 Δεκεμβρίου στην Αθήνα».

Ι.Λ.: «Η ελληνική κοινωνία είναι έτοιμη για όλα αυτά; Για να δεχτεί και να ενσωματώσει ανθρώπους που έχουν διαγνωσθεί ως οροθετικοί; Ή θεωρείται ταμπού, αντιμετωπίζεται με αμηχανία, άγνοια, επιθετικότητα ίσως, αν μαθευτεί, κτλ.;».

Μ.Κ.: «Υπάρχει ένα υγιές κομμάτι στην ελληνική κοινωνία πιο έτοιμο να συνεργαστεί, να αγαπήσει, να ερωτευτεί και να συμπεριλάβει τον άνθρωπο που ζει με HIV. Υπάρχει και μεγάλο κομμάτι που απλώς αγνοεί. Δουλεύουμε διαρκώς για να αντιμετωπίσουμε την άγνοια που αποφέρει κοινωνικό στιγματισμό».

Ι.Λ.: «Πόσο έχει συμβάλει η “Θετική Φωνή” στην ενημέρωση σε σχέση με το παρελθόν;».

Μ.Κ.: «Ας το κρίνει ο κόσμος αυτό, όχι εγώ».

Ι.Λ.: «Θέλετε να μοιραστείτε μαζί μας δύο ή τρία παραδείγματα περιπτώσεων χάρις στα οποία νιώσατε πως έχει νόημα ό,τι κάνετε; Τέτοια σημεία ίσως να αποτελούν καμπανάκι υπενθύμισης για τις δύσκολες στιγμές».

Μ.Κ.: «Η επίσκεψη της οικογένειας μιας από τις χρήστριες οροθετικές που βρέθηκε στον Κορυδαλλό τον περασμένο Ιούνιο ήταν από αυτές τις στιγμές. Υποστηρίξαμε ψυχολογικά, ηθικά και υλικά τη μητέρα της κρατούμενης, που βρέθηκε να μεγαλώνει οροθετικό μωρό. Οι ενημερώσεις σε σχολεία, επίσης, είναι μεγάλες στιγμές και πολύ συγκινητικές: Οι ερωτήσεις των παιδιών είναι εξαιρετικές, αλλά ταυτόχρονα δηλώνουν και το μέγεθος της άγνοιας».

Ι.Λ.: «Υποστήριξη έχει ο Σύλλογος από την πολιτεία ή από άλλους φορείς και Οργανισμούς;».

Μ.Κ.: «Πενιχρή από το ΚΕΕΛΠΝΟ. Επίσης η Νέα Γενιά εκπόνησε μαζί μας το πρόγραμμα “Ζούμε όπως κι εσύ”[10], τουλάχιστον την πρώτη του φάση. Στη συνέχεια, και παρουσία του νέου Γενικού Γραμματέα, πληροφορηθήκαμε πως η δεύτερη φάση κόπηκε. Το κράτος πρέπει να μας υποστηρίξει περισσότερο, καθώς αναλαμβάνουμε δουλειά που το ίδιο δυστυχώς δεν μπορεί να κάνει».

Ι.Λ.: «Υπάρχει ανταπόκριση εκ μέρους του κόσμου απέναντι στη “Θετική Φωνή”;».

Μ.Κ.: «Πολύ μεγάλη και σε μέλη και σε εθελοντές και εθελόντριες, και μάλιστα από πολλές πόλεις της Ελλάδας».

Ι.Λ.: «Ποια τα σχέδια της “Θετικής Φωνής” για το μέλλον; Τι θα θέλατε να αλλάξει ή να βελτιωθεί και πώς;».

Μ.Κ.: «Να συνδράμουμε στο να δημιουργηθεί ένα στρατηγικό σχέδιο δράσης για το 2013-2018, που να συνοδεύεται από προϋπολογισμό, να είναι υλοποιήσιμο και να αξιολογείται από την Εθνική Επιτροπή HIV/AIDS».

Ι.Λ.: «Συμμετέχοντας με ποιο τρόπο μπορεί κάποιος να ενισχύσει τη δράση της “Θετικής Φωνής”;».

Μ.Κ.: «Να κάνει αίτηση μέλους ή εθελοντή στο site μας: www.positivevoice.gr. Για τον καθένα υπάρχει κάτι να κάνει, που να βοηθά εμάς και την ίδια στιγμή να προσαρμόζεται στις δυνατότητές του και στο χρόνο του».

Έχει μεγάλη σημασία, λοιπόν, η ενημέρωση και η πρόληψη, προκειμένου κανείς να μην προσβληθεί από HIV. Αλλά έχει την ίδια, αν όχι μεγαλύτερη, σημασία η ενημέρωση και η φροντίδα όταν κάποιος έχει διαγνωσθεί ως οροθετικός. Η διάγνωση είναι καλό να γίνει εγκαίρως, ώστε και ο οροθετικός να φροντίσει τον εαυτό του και για να περιοριστεί η εξάπλωση του ιού, κάτι επισφαλές αν δεν το γνωρίζει. Στη συνέχεια, είναι επίσης απαραίτητη η πρόσβαση στην κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή, όπως τόνισε η κυρία Μαριανέλλα Κλώκα, χωρίς διακρίσεις. Ίσως η διαιώνιση του ιού να αποτελεί το σύμπτωμα μίας πολυπαραγοντικής κοινωνικής συγκυρίας. Εφόσον, όμως, υφίσταται αυτή η κατάσταση, με όλες τις παραμέτρους, οφείλουμε να την αντιμετωπίσουμε σωστά, ώστε να μην επιδεινώνεται. Υπάρχουν οι μέθοδοι πλέον και χρειάζεται να εφαρμοστούν οι κατάλληλοι χειρισμοί.

Μεταξύ άλλων, το μήνυμα που προκύπτει στο τέλος είναι: Ευαισθητοποίηση και διάδραση. Να μη μένει μόνο σκέψη, δηλαδή, η επιθυμία συμμετοχής μας και συγχρόνως να ανταποκρινόμαστε στα μηνύματα που δεχόμαστε. Μόνο έτσι θα γίνει μέρος του συστήματος αξιών μας η ευαισθητοποίηση απέναντι σε πραγματικότητες για τις οποίες οι επίσημοι φορείς ολιγωρούν. Και έτσι ίσως να γίνει συνείδηση το γεγονός ότι είναι ζήτημα ασφάλειας η πρόσβαση όλων στη θεραπευτική αγωγή είτε έχουν είτε δεν έχουν ταμείο. Γιατί, όπως ο ιός είναι «αντικειμενικός» στον τρόπο που προσβάλλει έναν οργανισμό ανεξαρτήτως θρησκείας, εθνικότητας και σεξουαλικής προτίμησης, έτσι και η μέριμνα για τη δημόσια υγεία είναι ζήτημα δημόσιας ασφάλειας και μας αφορά όλους. Ενδεχομένως εν καιρώ κρίσης ο καλός συντονισμός μίας καθολικής πρόνοιας σε σχέση με τη δημόσια υγεία ίσως να μοιάζει με ουτοπία. Αλλά ας μη χρησιμοποιούμε συνέχεια την κρίση, για να δικαιολογούμε τα ήδη οξυμένα και προ κρίσης κακώς κείμενα. Ας κάνουμε ό,τι περνά από το δικό μας χέρι, τουλάχιστον, υποστηρίζοντας τις προσπάθειες και το έργο συλλόγων, όπως είναι η «Θετική Φωνή», που, στην ουσία, καλύπτουν με την ύπαρξή τους αυτά τα κενά του κρατικού μηχανισμού.




Ιουλία Λυμπεροπούλου
__________
[1] Όπου HIV αντιστοιχεί σε Human immunodeficiency virus, που σημαίνει Ιός της Ανθρώπινης Ανοσοποιητικής Ανεπάρκειας. Και AIDS αντιστοιχεί σε Acquired Immunodeficiency Syndrome, που σημαίνει Σύνδρομο Επίκτητης Ανοσοποιητικής Ανεπάρκειας.

[2] Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων.

[3] Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις.

[4] Βρείτε τα κέντρα Αναφοράς και Ελέγχου AIDS εδώ:

http://www.keelpno.gr/Portals/0/%CE%91%CF%81%CF%87%CE%B5%CE%AF%CE%B1/HIV/%CE%A0%CE%BB%CE%B7%CF%81%CE%BF%CF%86%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B5%CF%82/%CE%9A%CE%AD%CE%BD%CF%84%CF%81%CE%B1%20%CE%91%CE%BD%CE%B1%CF%86%CE%BF%CF%81%CE%AC%CF%82%20&%20%CE%95%CE%BB%CE%AD%CE%B3%CF%87%CE%BF%CF%85.pdf.

[5] Βρείτε περισσότερα για τη ΜΚΟ PRAKSIS στο επίσημο site: http://www.praksis.gr/1_1/PRAKSIS.

[6] Βρείτε το Athens Checkpoint εδώ: http://athcheckpoint.gr/.

[7] Έρευνα που πραγματοποιήθηκε το διάστημα Ιούνιος-Αύγουστος 2010 και αφορούσε τη σεξουαλική συμπεριφορά αντρών που κάνουν σεξ με άντρες. Δείτε ενημερωτικά στοιχεία εδώ:
http://positivevoicegr.blogspot.gr/2011/12/emis.html.

[8] Χρήστες Ενδοφλέβιων Ναρκωτικών.

[9] Η σχετική απόφαση: http://www.nomotelia.gr/photos/File/ZZZ.128.12.htm.

[10] Δείτε σχετικές πληροφορίες για το πρόγραμμα «Ζούμε όπως κι εσύ» εδώ:

http://www.neagenia.gr/frontoffice/portal.asp?cpage=resource&cresrc=1827&cnode=48&cuser=4f1805b0-6a2b-4ccd-80a3-ad5676c207d8.

Μπορείτε να διαβάσετε τις θέσεις της «Θετικής Φωνής» για την ποινικοποίηση της μετάδοσης του HIV εδώ:
Picture
Περισσότερα για τις δράσεις της «Θετικής Φωνής» θα βρείτε εδώ:
http://positivevoicegr.blogspot.gr/2009/08/what-we-do.html.

Όποιος ενδιαφέρεται να συμμετέχει ενεργά, ενισχύοντας τη δράση του Συλλόγου μπορεί να βρει πληροφορίες σχετικά στον επίσημο ιστότοπο της «Θετικής Φωνής»:
www.positivevoice.gr.


Picture
Η αφίσα με το πρόγραμμα των τριήμερων εκδηλώσεων της «Θετικής Φωνής» σε συνεργασία με την «PRAKSIS» και το «Κέντρο Ζωής» στην Αθήνα για την Παγκόσμια Ημέρα κατά του AIDS.



0 Comments

CityMag Interview | H ομάδα του CityMag

11/10/2012

0 Comments

 
Picture
Η Ιουλία Λυμπεροπούλου γεννήθηκε το 1978 στην Αθήνα. Είναι απόφοιτος του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Έχοντας βουτήξει στον απαιτητικό  στίβο της γραφής, παλεύει και ελπίζει να ολοκληρώσει το εξίσου απαιτητικό μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών του ίδιου τμήματος με τίτλο: «Νεότερη και Σύγχρονη Ελληνική Κοινωνία: Ιστορία – Λαϊκός πολιτισμός».

Σχετικές εργασίες:
(2005) «Η βιοτεχνία ενδύματος τον 20ό αιώνα στην Αθήνα: ραφεία, εμποροραφεία και μοδιστράδικα».
(2006) «Tocqueville, ένας πολιτικός στοχαστής».
(2007) «Ο κοινωνικός μετασχηματισμός της υπαίθρου στη μεταπολεμική Ελλάδα. Η περίπτωση των χωριών: Νέα Σελεύκεια, Κεστρίνη, Σαγιάδα».
(2008) «Το κλέφτικο τραγούδι. Δύο ιστορίες: Η πορεία  του στο χρόνο και οι δυνατότητες εξαγωγής ιστορικών πληροφοριών.».
(2011) «Γερμανόφωνοι συγγραφείς του μεσοπολέμου».
(2013) «Χαρακώματα Α' Πολέμου: Μία νέα εποχή βίας. (Στρατός ξηράς ‒ Πεζικό: πολεμική ύλη, εξοπλισμός, τακτικές, στρατηγικές, νοοτροπία. Κοινωνία: ζυμώσεις, επιδράσεις, συνέπειες.)».
(2013) «Φυλακή ‒ Εξορία: Βία και άλλες μορφές αυταρχισμού. Εμφύλιος-μετεμφυλιακή περίοδος. (Αυταρχικός κρατικός μηχανισμός ‒ Ηγεσία ‒ Ψυχοσωματικές επιδράσεις ‒ Επανένταξη)».
(2013) «Εργασία και αριστεροί ‒ μία (απο)κατάσταση υπό διωγμό (Εμφύλιος-μετεμφυλιακή περίοδος)».

Άλλες μελέτες:
(1998) «Μηλιγγοί και Εζερίται στον Ταΰγετο την εποχή του Κωνσταντίνου Ζ’ του
Πορφυρογέννητου».
(2003) «Οι γοτθικές εκκλησίες της Νάπολης της Ιταλίας: στρωματογραφική
εξέλιξη και ιστορία».
(2010) «Η προδοσία στο κλέφτικο τραγούδι» (επιστημονικό άρθρο).
Έχει δημοσιευτεί στο Music Heaven:  
http://www.musicheaven.gr/html/modules.php?name=News&file=article&sid=3645

Στο πλαίσιο της ερευνητικής της δραστηριότητας συμμετείχε:
(2005) στο ερευνητικό πρόγραμμα «Η τέχνη του λευκοσιδηρουργού στον 20ό αιώνα» (χρηματοδοτημένο από το Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς).
(2005-2007) στην ταξινόμηση αρχειακού υλικού στο Ιστορικό Αρχείο Δήμου Ερμούπολης (ΓΑΚ Νομού Κυκλάδων).
(2007) στην 5η Πανελλήνια Επιστημονική Συνάντηση TICCIH (Βόλος 22-25 Νοεμβρίου 2007) με θέμα: «Το τέλος των Γιγάντων. Βιομηχανική κληρονομιά και μετασχηματισμοί των πόλεων».
Στο πλαίσιο της καλλιτεχνικής της δραστηριότητας συμμετείχε:
(1994-1995) στο σεμινάριο θεάτρου και κινηματογράφου, του Ματιέ Φρανσουά, στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών.
(1997-1998) στη θεατρική ομάδα ΘΕΣΠΙ.
(1998) στη θεατρική παράσταση του ΔΗΠΕΘΙ Ιωαννίνων με τίτλο: «Το παιχνίδι της τρέλας και της φρονιμάδας» του Γιώργου Θεοτοκά, σε θερινή περιοδεία με 53 παραστάσεις.
(1999) σε δύο επεισόδια της τηλεοπτικής σειράς του Μ. Μανουσάκη: «Άγγιγμα Ψυχής».
(1999) σε ταινία μικρού μήκους στο πλαίσιο άσκησης της σχολής Σταυράκου.
(1999-2000) στη θεατρική ομάδα του Γιώργου Νάκου.
(2001) σε ταινία μικρού μήκους ανεξάρτητης παραγωγής.
(2001) στη δημοσιογραφική ομάδα του δελτίου ειδήσεων στο ΗΡΤ (Ηπειρωτική Ραδιοφωνία και Τηλεόραση) με σύνταξη κειμένων και σπικάζ.
(2001-2002) στο τηλεοπτικό νεανικό μαγκαζίνο Blue Box στο ΗΡΤ με λήψη συνεντεύξεων, σπικάζ κειμένων και παρουσίαση θεμάτων στον αέρα.
(2002-2003) στη δημιουργία κινηματογραφικών σποτ με διάθεση – διαχείριση υλικού, σύνταξη κειμένων, σπικάζ και συμβολή στο ηλεκτρονικό μοντάζ στο ΗΡΤ.
(2009) στο σεμινάριο δημιουργικής γραφής – παραμυθιού και video art, στο Μικρό Πολυτεχνείο.

Περαιτέρω επιμόρφωση με επαγγελματικά σεμινάρια των Εκδόσεων Μεταίχμιο για:
(2009-2010) Κατάρτιση Επιμελητών – Διορθωτών Κειμένων.
(2010) Επιμέλεια – Διόρθωση Λογοτεχνικών Κειμένων.

Γλώσσες:
Αγγλικά (Cambridge CPE και Michigan ECPE) Ιταλικά (μητρική γλώσσα), γαλλικά (Certificat). Έχει ασκηθεί σε διάφορα είδη γραφής, αλλά επιδίδεται με πάθος καθημερινά και συστηματικά στο μαρτύριο εύρεσης της σωστής λέξης τα τελευταία δέκα χρόνια.

Από τον Οκτώβριο του 2011 γράφει στο ηλεκτρονικό περιοδικό CityMag στην προσωπική της στήλη «Η πυγολαμπίδα φέγγει και κεντά» και στο διμηνιαίο ένθετο «H τρελή piñata», που ξεκίνησε από προσωπική στήλη. Εκεί κάνει προτάσεις βιβλίων, ταινιών και μουσικής βάσει θεματικών ενοτήτων. Επίσης παίρνει συνεντεύξεις για τις δύο σχετικές στήλες του περιοδικού: CityMag Portrait και CityMag Interview. Τέλος, κάνει τη διόρθωση ‒ επιμέλεια των κειμένων.

Από τον Οκτώβριο του 2012 ξεκίνησε η συνεργασία με την Ελληνική μουσική διαδικτυακή κοινότητα Music Heaven, όπου συμμετέχει με διάφορα κείμενα και συνεντεύξεις σε σχέση με τη μουσική.
Το σχετικό link της μουσικής κοινότητας Music Heaven:
http://www.musicheaven.gr/html/.

Το Μάιο του 2012 πραγματοποιήθηκε η πρώτη δημοσίευση διηγήματός της με τίτλο «Το φανάρι» στο λογοτεχνικό περιοδικό «Κλεψύδρα».

Ενδιαφέροντα: το θέατρο, ο κινηματογράφος, η ζωγραφική, η φωτογραφία, η μαγειρική, η ζαχαροπλαστική και τα ταξίδια.


Picture
Η Νεφέλη Π.Ζ. γεννήθηκε στα Ιωάννινα το 1973 όπου και διαμένει μέχρι σήμερα.  Γράφει από όταν θυμάται τον εαυτό της. Έχει λάβει μέρος σε διάφορους λογοτεχνικούς διαγωνισμούς και αρκετά διηγήματά της είναι δημοσιευμένα σε διάφορους ιστοχώρους. 

Αρθρογραφεί στο προσωπικό της μπλογκ και σε τρία ακόμη ηλεκτρονικά περιοδικά, το  CityMag-online magazine, το epirusinfo.com και το Double Magazine. To 2011 εκδίδει το πρώτο της βιβλίο Το τανγκό της ψυχής μου. Δύο χρόνια αργότερα έρχεται το δεύτερο βιβλίο της Όταν μου μίλησαν οι άγγελοι. Και τα δύο κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Οσελότος. 

Συνταξιδιώτες της οι λέξεις, μαζί τους πορεύεται στο ταξίδι της ζωής. Εκείνες της δείχνουν το δρόμο, εκείνες της αποκαλύπτουν συναισθήματα κάθε φορά που στριμώχνονται στο μυαλό της, στη καρδιά της, στο είναι της. Με εκείνες έχει μια χρόνια γλυκιά πάλη, αλλά ανάμεσα σε εκείνες και αυτή νικητής ή ηττημένος δεν υπάρχει. Είναι ερωτευμένη με τη συγγραφή και το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της, μετά την οικογένειά της, το αφιερώνει σε αυτή. Ασχολείται επίσης ερασιτεχνικά, αλλά δίνοντας τον καλύτερο της εαυτό, με το ραδιόφωνο, τη φωτογραφία και το χορό.

Τα link για τα μπλογκ της Νεφέλης:
http://nefeli-pz.webnode.gr
http://o-kosmos-ths-nefelis.pblogs.gr

Από τον Σεπτέμβριο του 2012 γράφει στο CityMag στη προσωπική της στήλη 
«Σκέψου Διαφορετικά».


Picture
Η Adeola Naomi Aderemi γεννήθηκε στη Νιγηρία. Έχει ζήσει όμως και στο Νίγηρα, στο Λονδίνο και τα τελευταία επτά χρόνια μένει στην Ελλάδα και πιο συγκεκριμένα στην πόλη των Ιωαννίνων. Αποτέλεσμα όλης αυτής της περιήγησης αποτέλεσε η ικανότητά της να μιλάει και να γράφει σε πέντε γλώσσες: Νιγηριανά, αγγλικά, γαλλικά, αραβικά και ελληνικά. Είναι απόφοιτος του τμήματος Λογοθεραπείας των ΤΕΙ Ιωαννίνων και φιλοδοξεί να προχωρήσει τις σπουδές της στο επόμενο βήμα με τη συμμετοχή της σε κάποιο μεταπτυχιακό τμήμα. Ασχολείται επίσης σοβαρά με τον αθλητισμό, και πιο ειδικά με το στίβο, έχοντας ήδη αποσπάσει τις πρώτες μικρές της διακρίσεις. Ευαισθητοποιημένη γενικότερα σε κοινωνικά θέματα ήδη από νεαρή ηλικία συμμετείχε σε ομάδες που δραστηριοποιούνταν σε αυτό το πεδίο. Οργάνωνε επίσης εκδηλώσεις πολιτιστικές. Πλέον είναι μέλος σε διάφορους παγκόσμιους οργανισμούς που αφορούν την υγεία, την πρόνοια και την κοινωνική αλληλεγγύη. Τα ενδιαφέροντά της, όμως, δεν τελειώνουν εκεί, καθώς έχει εντρυφήσει σε ζητήματα ενδυματολογίας μελετώντας τόσο τις αφρικάνικες τοπικές φορεσιές όσο και την ιστορία του ευρωπαϊκού ενδύματος και διοχετεύει αυτό της το πάθος σε ένα μπλογκ με τίτλο «She got her own». Εκεί αποτυπώνει την τάση της για ωραίο, πρακτικό και έξυπνο ντύσιμο! Όποιος θέλει να επισκεφτεί το μπλογκ θα το βρει σε αυτό το link: http://distinguisheddiva.blogspot.gr

Γράφει επίσης στο IQ Magazine http://www.mycampus.gr/my_iq/iq_magazine/index.html

Από τον Οκτώβριο του 2012 γράφει στο CityMag στη προσωπική της στήλη «Naomi in the closet».


Picture
Από όταν ήταν παιδί η αισθητική αποτελούσε για τον Κυριάκο Κωνσταντινίδη έναν τρόπο ζωής. Οι Καλές τέχνες και το πάθος του για το χρώμα υπήρξαν κέντρο των ενδιαφερόντων και της εκπαίδευσής του.

Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του στη Γραφιστική και στη Συντήρηση Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης αποφάσισε να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα. Έτσι, έγινε επαγγελματίας μακιγιέρ, ένας professional makeup artist!

Αγαπημένη του φράση: «Το πρόσωπο αποτελεί τον τέλειο καμβά για καλλιτεχνική δημιουργία και έκφραση».

Έχοντας για χρόνια εργαστεί στη διαφήμιση και έχοντας οργανώσει εκθέσεις ως γραφίστας και φωτογράφος κατέληξε στο συμπέρασμα ότι όλοι έχουνε ένα σημείο «γοητείας» στο πρόσωπό μας που μπορεί να προβληθεί με τις σωστές επιλογές και με την εφαρμογή κάθε φορά της κατάλληλης τεχνικής μακιγιάζ.

Μπορείτε να επισπευτείτε την προσωπική του ιστοσελίδα:
http://provisagism.wix.com/provisagism

Στο CityMag γράφει στην προσωπική του στήλη «Beauty Language».


Picture
Αν και πολλοί από τους αναγνώστες περίμεναν μετά από ένα χρόνο ζωής του CityMag την αποκάλυψη του αρθρογράφου της στήλης «Στη Χώρα των Θαυμάτων», ο Mr.Mystirius παραμένει ακόμα πιστός στην ανωνυμία του! Αυτό συμβαίνει γιατί είναι ένας «ghost writer», κάποιος δηλαδή που γράφει ανώνυμα και αποκλειστικά με ψευδώνυμο ή ακόμα και για λογαριασμό άλλων συγγραφέων.

Από τα λίγα στοιχεία που γνωρίζουμε για εκείνον είναι πως κατάγεται από την Άρτα, είναι σήμερα τριάντα επτά ετών και ζει στις ΗΠΑ. Γι’ αυτόν το λόγο πολλά από τα κείμενά του είναι μεταφρασμένα από τα αγγλικά. Έχει γράψει στο παρελθόν για πολλά και γνωστά περιοδικά του φανταστικού, ενώ δεν έχει σπουδάσει τίποτα σχετικό με το περιεχόμενο των θεμάτων του.

Η γνωριμία του με τον αρχισυντάκτη του CityMag έγινε στις ΗΠΑ, όταν ο Λεωνίδας Θεοδωρίδης βρισκόταν εκεί για σπουδές, πίνοντας τον καφέ του στο κυλικείο του Εργαστηρίου Ερευνών Ύπνου. Ο Mr.Mystirius ήταν ο μπουφετζής!


Picture
Ο Λεωνίδας Θεοδωρίδης γεννήθηκε το 1980 στη Γερμανία. Oλοκλήρωσε τις σπουδές του στη βασική εκπαίδευση, όπου παρακολουθούσε μαθήματα τόσο στο γερμανικό όσο και στο ελληνικό σχολείο. Στη συνέχεια ήρθε στην Ελλάδα και αποφοίτησε από τη σχολή Νοσηλευτικής των Τ.Ε.Ι. Ηπείρου. Συνέχισε την πρακτική του στο Ψυχιατρικό – Νευρολογικό και Νευροφυσιολογικό Νοσοκομείο Christophsbad Göppingen στη Γερμανία και στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Κέρκυρας από όπου προέκυψε και η πτυχιακή εργασία «Ο ρόλος του Νοσηλευτή στη θεραπεία μέσω της τέχνης (Art Therapy)». Έχει δημοσιεύσει και σχετικό άρθρο με τίτλο «Η θεραπεία μέσω της τέχνης (Art Therapy)» στην εφημερίδα «Η Θεσπρωτική» (2005). Την ίδια χρονιά βρέθηκε για μετεκπαίδευση στο πανεπιστήμιο της Φλόριντα των ΗΠΑ αποκτώντας ειδικότητα στην ψυχοκοινωνική ανθρωπολογία και μεταφυσικής. Συμμετείχε, επίσης, σε ημερίδες σχετικές με θέματα υγείας. Είναι μέλος οργανισμών που αφορούν την Υγεία και την Πρόνοια, όπως η «Φλόγα», Σύλλογος Γονέων Παιδιών με Νεοπλασματικές Ασθένειες, το «Χαμόγελο Του Παιδιού» και «Gib AIDS keine chance». Είναι επίσεις ο υδριτής της εκστρατίας StayHuman.

Έργα του και άλλες δραστηριότητες:
(1998) «Στην άκρη του ποταμού», θεατρικό γραμμένο στα γερμανικά.
(1999) «Hemerologion», ταινία μικρού μήκους γραμμένη στα γερμανικά.
(2000) «Το σκήπτρο της εξουσίας», θεατρικό γραμμένο στα ελληνικά με τη Νίνα Παπαιωάννου.
(2001) «Ολυμπιάδα», θεατρικό, κέρδισε το Β’ Βραβείο Τσακάλωφ.
(2001) «Ioannina Vampire», ταινία μικρού μήκους.
(2002) «Blue Box», τηλεοπτική εκπομπή στο ΗΡΤ (Ηπειρωτική Ραδιοφωνία και Τηλεόραση).
(2009) Έχει γράψει το βιβλίο με τίτλο Περί ψυχής που μπορείτε να βρείτε στο link: http://share.snacktools.com/5B5E6F7EFB5/fzu82nik.

(2006-2012) Ασχολείται με Collection ρούχων, αξεσουάρ και είδη σπιτιού.
Η προσωπική του ιστοσελίδα με τις Collection ρούχων, αξεσουάρ και είδη σπιτιού:
http://leotheo.photofolio.org/

(2010) Υπεύθυνος προγράμματος του διαδικτυακού τηλεοπτικού σταθμού WTV broadcast στο worldtv.

Με το ψευδώνυμο Sadinoel δραστηριοποιείται επίσης στους τομείς της ζωγραφικής, φωτογραφίας, μοντάζ και ηλεκτρονικής μουσικής.

Είναι ο δημιουργός, ο διαχειριστής και ο αρχισυντάκτης του CityMag online magazine, που ξεκίνησε τη λειτουργία του τον Οκτώβριο του 2011. Γράφει το editorial «Editor’s Voice».


0 Comments

CityMag Interview | Οι νεόπτωχοι κάνουν διακοπές

4/8/2012

0 Comments

 


Οι νεόπτωχοι κάνουν διακοπές

Picture
    Θυμάμαι κάποια από τα περασμένα καλοκαίρια, για τα οποία γινόταν πολλές φορές λόγος για την μειωμένη τουριστική κίνηση. Η μείωση αυτή δεν ήταν όμως ποτέ αισθητή με την έννοια φανερά μειωμένη. Φέτος η ελληνικές Ριβιέρες πήρανε φωτιά μόνο από την ζέστη και όχι τόσο από τον εγχώριο και ξένο τουρισμό. Οι Έλληνες επισκέπτες είναι σαφώς πολύ λιγότεροι από άλλες χρονιές μετά και από την κατάργηση των δελτίων εργατικού και κοινωνικού τουρισμού. Δυο στους τρεις Έλληνες δεν πήγαν και δεν θα πάνε πουθενά φέτος, κάνοντας «διακοπές» στις πλατείες και στους πεζόδρομους της πόλης τους.

Λεωνίδας Θεοδωρίδης: Εσύ Τάσο που ταξιδεύεις και λόγο επαγγέλματος, τι διαφορές βλέπεις φέτος σχετικά με την τουριστική κίνηση;

Τάσος Γάντης: Στις αρχές του καλοκαιριού τα πράγματα φαίνονταν πιο ελπιδοφόρα. Αν και πάλι ήταν λιγότεροι οι επισκέπτες, δηλαδή, λιγότερες σχολικές εκδρομές, λιγότερα ΚΑΠΗ, και γενικά πολύ λίγες οικογένειες. Καταλαβαίνω ότι με τις μειώσεις σε μισθούς και συντάξεις οι διακοπές μοιάζουν πολυτέλεια πλέον. Ακόμα και τα διάφορα φεστιβάλ στα οποία δραστηριοποιούμε έχουν υποστεί αρκετό πλήγμα. Επιπλέον ξεπροβάλουν κι άλλα, αλλόκοτα φεστιβάλ από το πουθενά μόνο και μόνο για να αυξήσουν κατά τόπους τον αριθμό επισκεπτών. Ωστόσο κανείς δεν κλείνει δωμάτια η αγοράζει κάτι εκτός του προγραμματισμένου φεστιβάλ, όπου και η διαμονή είναι πλέον μια σκηνή των δυο ατόμων.

Λ.Θ.: Τα νέα και περίεργα φεστιβάλ που ανέφερες, τι ακριβώς είναι αυτά και τι τα κάνει να διαφέρουν από τα φεστιβάλ που γνωρίζαμε και από άλλες χρονιές. Δεν είναι καλό να υπάρχουν διάφορα φεστιβάλ;

Τ.Γ.: Καλό είναι να υπάρχουν φεστιβάλ. Το θέμα είναι να είναι καλά οργανωμένα και να διακρίνονται για αυτό για το οποίο διοργανώνονται. Υπήρχανε φέτος φεστιβάλ τα οποία άλλα υποσχέθηκαν και άλλα έγιναν στην πραγματικότητα. Επιπλέον, ένα φεστιβάλ έχει πάντα μια πολιτιστική χροιά. Αυτό σημαίνει ότι πρώτον πρέπει να έχει κάποια άμεση σχέση με το μέρος στο οποίο πραγματοποιείται και δεύτερον να προσφέρει στο κοινό και την ανάλογη ψυχαγωγία κλπ. Δεν μπορείς να διοργανώνεις φεστιβάλ βραστής γίδας στη θάλασσα, ούτε μπορείς να κάνεις ξένα φεστιβάλ χωρίς να έχεις ανθρώπους από αυτές τις χώρες να συμμετέχουν σε αυτό. Φέτος το Διεθνή Φολκλορικό Φεστιβάλ είχε μόνο 3 χώρες, είναι τραγικό! Επίσης, πολλά Art-Φεστιβάλ βάλανε έκτος εισιτήριο και κόμιστρο συμμετοχής για τους καλλιτέχνες που είναι το λιγότερο 20 ευρώ για να συμμετάσχουν με το καλλιτεχνικό τους έργο. Θεωρώ ότι κάτι τέτοιο δεν βοηθάει ούτε στον πολιτισμό, ούτε στον τουρισμό.

    Στα νησιά, η κατάσταση δεν φαίνεται καλύτερα, με πολλά νησιά που παραδοσιακά διακρίνονταν για το πολύ υψηλό ποσοστό τουρισμού να αγγίζουν φέτος μετά βίας το μισό ποσοστό του 2011.

Λ.Θ.: Τόνια, εσύ έρχεσαι κάθε χρόνο στη Λευκάδα. Πες μας τι διαφορά βλέπεις φέτος στο νησί, σε σχέση με άλλες χρονιές;

Τόνια Γρηγορίου.: Φέτος το νησί πάει σχετικά καλά. Με τα νέα δεδομένα της παγκόσμιας κρίσης ήμαστε και πάλι ευχαριστημένοι. Όμως, θα μπορούσε να ήταν καλυτέρα αν είχανε γίνει και τα απαραίτητα ανοίγματα, δηλαδή, τουριστικά ανοίγματα σε στοχευόμενες χώρες. Εγώ γεννήθηκα και μεγάλωσα στον Καναδά. Εκεί σε εκατοντάδες χιλιάδες άτομα, αρέσουν τα εξτρίμ σπορ, το ράφτινγκ, το παραγκλάϊτινγκ και το σερφ. Κι όμως δεν γίνετε καμία διαφήμιση εκεί, και δεν μιλώ απαραίτητα για τηλεοπτικά σποτ. Το υπουργείο ξοδεύει χιλιάδες ευρώ για απλούς λογαριασμούς σε facebook και twitter, ενώ δεν κοστίζει τίποτα να φτιάξεις ένα blog ή ένα βιντεάκι στο youtube. Η Ελλάδα δεν είναι μόνο παραλία.

Λ.Θ.: Θεωρείς πως θα άξιζε ένα οργανωμένο κάλεσμα προς συγκεκριμένες χώρες; Για τις τιμές τι έχεις να πεις;

Τ.Γ.: Δεν είμαστε άλλο η Ελλάδα του ’70 και του ’80. Θέλω να πω ότι δεν θα γίνει αυτοδιαφήμιση, ούτε αρκεί να στήσεις μια τουριστική μονάδα και να περιμένεις απλά πότε θα περάσει κάποιος τουρίστας. Φέτος έχουμε πάρα πολλούς επισκέπτες από Ρωσία, Ισραήλ και Σερβία. Όμως, οι συγκεκριμένοι έχουν ένα συγκεκριμένο τρόπο να κάνουν διακοπές. Έχουν αυστηρά πακέτα κλεισμένα από τις χώρες τους και από εκεί και πέρα δεν συμπληρώνουν κάποια άλλη τουριστική ενασχόληση ή αγορά. Προσωπικά δεν θεωρό ότι αυτές οι χώρες είναι εναλλακτικοί επισκέπτες. Κατά εμένα πρέπει να στοχεύσουμε και πάλι στις βόρειες και δυτικές χώρες, πόσο μάλλον τώρα που υπάρχει και αυτό το δυσάρεστο κλήμα με την Ελληνική κρίση. Όσο για τις τιμές, υπάρχει για όλους και το ανάλογο bagged. Για παράδειγμα, οι γνωστοί μου από τον Καναδά θεωρούνε την διαμονή μεταξύ 100-200 ευρώ πολύ προσιτή, ενώ αυτή μεταξύ 60-80 γελοία. Από την άλλη ο καφές σε πλαστικό στα 2 ευρώ είναι τουριστικό έγκλημα. Δεν λέω να πάμε με το πορτοφόλι του εκάστοτε επισκέπτη, αλλά είναι καλό να υπάρχουν απ’ όλα για όλους.

    Το καλοκαίρι δεν είναι μόνο οι διακοπές και ο τουρισμός. Είναι και οι γάμοι, τα πανηγύρια, το χωριό κ.π.α. Οι μικρές αποδράσεις μοιάζουν πολυτέλεια πλέον με την τιμή της βενζίνης να ανεβαίνει όλο ένα και περισσότερο. Τα διόδια καραδοκούν σε κάθε 100 χιλιόμετρα, οι γαμήλιοι φάκελοι λεπταίνουν, στα πανηγύρια ακούγεται το ίδιο τραγούδι δέκα φορές και τα φεστιβάλ με την μπύρα 1 ευρώ έχουν γίνει μεγάλο σουξέ.

Λ.Θ.: Σχεδόν δέκα χρόνια στις καφετέριες και τα καλοκαιρία στα παραλιακά κλαπ των νησιών, πες μου Γιάννη, πρώτων πως αντέχεις ακόμα και δεύτερων, πως βλέπεις εσύ φέτος το καλοκαίρι να εξελίσσεται;

Γιάννης Μυλωνάς: Συνήθισα (γελάει). Κοίτα Λεωνίδα, άλλαξαν πάρα πολλά. Η νύχτα πέθανε που λέμε. Τόσο στις πόλεις όσο και στα παραθεριστικά θέρετρα. Οι λιγοστοί που έρχονται στα μπαρ και στα κλαπ θα πιούνε μόνο ένα ποτό. Πολλοί φροντίζουν πλέον να έχουνε καταναλώσει αλκοόλ από πριν. Άλλοι πάλι πίνουν το ποτό μονορούφι με το καλαμάκι για να τους «φτιάξει» πιο γρήγορα. Γενικά το όλο σκηνικό έχει αλλάξει. Πολλά κέντρα διασκέδασης παίρνουν Dj’s πολύ μικρής ηλικίας με λίγη εμπειρία για οικονομικούς λόγους με αποτέλεσμα να χαλάει το πρόγραμμα. Η προτίμηση πολύ εμφανίσιμων αλλά επαγγελματικά άπειρων κοριτσιών είναι επίσης ένα νέο φαινόμενο. Οι Καταστηματάρχες πιστεύουν ότι έτσι θα προσελκύσουν κόσμο αλλά στην ουσία κάνουν περισσότερο κακό στην επιχείρηση τους.

Λ.Θ.: Μια όμορφη κοπέλα μπορεί όμως να είναι και μια καλή σερβιτόρα η μπαργούμαν.

Γ.Μ.: Μπορεί, αλλά θα ζητήσει αυτό που τις αναλογεί ή έστω τα δεδουλευμένα. Το «αφεντικό» όμως θα την διώξει κάποια στιγμή και στη θέση της θα μπει η άσχετη. Ιδικά σήμερα που υπάρχει ανάγκη από δουλεία, αν δεν αποδίδει άλλο η καινούρια, θα έρθει η επόμενη. Ένα άλλο θέμα είναι το ενδιαφέρον και δεν αναφέρομαι στο ενδιαφέρον του προσωπικού ως προς την δουλειά, αλλά το ενδιαφέρον του πελάτη ως προς την σερβιτόρα ή μπαργούμαν. Αυτό είναι μια κακή φιλοσοφία που επικρατεί γενικά στην Ελλάδα όχι μόνο το καλοκαίρι. Αν δεν κάνει νάζια ή ακόμα χειρότερα, έχει ήδη κάποιο αγόρι, τότε «οι γαμπροί της μπάρας» φεύγουν με ελαφρά.

Λ.Θ.: Κάτι ανάλογο γνωρίζω εγώ για τα αγόρια που πολλές φορές υποχρεώνονται να κάνουν τα «στραβά» μάτια ή ακόμα να «παίζουν» τον ομοφυλόφιλο άντρα πελάτη, μόνο και μόνο για να βρίσκετε στον χώρο, γιατί όπως όλοι γνωρίζουμε, ένας γκέι έχει και καμιά δεκαριά ωραίες φίλες.

Γ.Μ.: Αυτό δεν είναι τίποτα. Προσωπικά μπορώ να είμαι απέναντι σε έναν γκέι πελάτη το ίδιο όπως με οποιονδήποτε. Επιπλέον, ο γκέι-τουρισμός αποδίδει και είναι γεγονός. Το θέμα είναι ότι οι φίλες του θα θέλουν και κέρασμα και οι φιλές της φίλης το ίδιο, γιατί οι άντρες δεν κερνάνε άλλο όπως παλιά. Στο τέλος καταλήγουν μόνο οι φίλοι του μαγαζιού να αδειάζουν την κάβα και εμείς το προσωπικό να παραμένουμε μήνες απλήρωτοι. Το δε χειρότερο απ’ όλα, που δεν έχει άμεση σχέση με το καλοκαίρι αλλά αποτελεί η μόνοι ελπίδα για να καλυφτούνε τα κενά των κακών ταμείων του καλοκαιριού, είναι όταν επιστρέφουν οι φοιτητές στις πόλεις. Ο περισσότερος κόσμος γνωρίζει πλέον τα καρτέλ των κέντρων διασκεδάσεων, που είναι οι άτυποι χρηματισμοί των διαφόρων φοιτητικών παρατάξεων για να φέρουν το κοινό τους στα μαγαζιά. Και μιλάμε για μεγάλα ποσά! Κάποτε αυτό δεν ενοχλούσε και θεωρούνταν ουσιαστικά ένας τρόπος χορηγίας και οικονομικής ενίσχυσης. Σήμερα όμως, αποτελούν τα πρώτα έξοδα, αφήνοντας απλήρωτο το προσωπικό ή τραγουδιστές και μουσικούς. Και ξαναλέω, πόσο άπειρους μπορείς να βάλεις, αν οι ορχήστρα βαράει εκεί και οι τραγουδιστές αλλού; Με τι διάθεση να εξυπηρετήσει ο σερβιτόρος τον πελάτη όταν δεν έχει πληρωθεί τρείς και τέσσερεις μήνες; Και μετά το καλοκαίρι περιμένουμε τις εορτές για τα διάφορα πάρτι ή άσχετα των περιστάσεων σαχλοπάρτι, για να ισοφαρίσουν οικονομικά. Είμαι βέβαιος, ότι σε λίγο καιρό όλο αυτό δυστυχώς, θα καταρρεύσει!

    Και κάπως έτσι, παρόλο τον πολύ ήλιο, κάπου ανάμεσα στις λέξεις όλων με όσων συνομίλησα, υπήρχανε σύννεφα. Μίλησα με πάρα πολλούς, που πάνω κάτω έλεγαν τα ίδια πράγματα. Σκοπός μου δεν ήταν να μας τα πουν, αλλά να σκεφτούμε τι δεν πήγε καλά αυτό το καλοκαίρι; Πώς θα είναι ο χειμώνας και τι καλοκαίρια θα ακολουθήσουν; Υπάρχει άραγε τρόπος να ανακάμψει ο τουρισμός; Αν ναι, με ποιον τρόπο και από ποιούς; Πολλές οι ερωτήσεις και πολλές οι συζητήσεις μεταξύ ανθρώπων της διασκέδασης, της αγοράς και των τουριστικών μονάδων, αλλά πολύ λίγες οι πρωτοβουλίες για εξεύρεση λύσεων. Όταν θα έρθει η καταιγίδα θα είναι αργά. Σκοπός είναι να γίνει κάτι σύντομα και να μην περιμένουμε ή να αρκεστούμε στο «ακόμα καλά είναι, ακόμα αντέχουμε».

Και όχι… δεν είναι μόδα και δεν «έχει πλάκα» του χρόνου το καλοκαίρι να κάνουμε ως νεόπτωχοι διακοπές στην ταράτσα μας! Ο άνθρωπος έχει ανάγκη από ξεκούραση και δικαίωμα σε καλές και ωραίες διακοπές! Όπως τότε που μας πηγαίνανε οι γονείς μας στην Χαλκιδική, στην Εύβοια, στο Ναύπλιο, στην Κέρκυρα… το παγωτό, το βραχιολάκι, η φουσκωτή μπάλα… Ο μπαμπάς ήθελε ψάρι, η μαμά μια καρμπονάρα και η γιαγιά την πορτοκαλάδα χωρίς ανθρακικό!

Θέλουμε πίσω τα καλοκαίρια μας!
Λεωνίδας Θεοδωρίδης


0 Comments

CityMag Interview | Athens Pride 2012

10/7/2012

0 Comments

 


Τέλης Ράπτης: «Στο Φεστιβάλ Υπερηφάνειας ερχόμαστε να δείξουμε το πρόσωπό μας μέρα μεσημέρι… Πρέπει να διώξουμε τη δική μας φοβία πρώτα ώστε να μας δει η κοινωνία…»

Picture
    Το Σάββατο 9 Ιουνίου του 2012 πραγματοποιήθηκε στην πλατεία Κλαυθμώνος το Athens Pride, του οποίου τη διοργάνωση αναλαμβάνει η μη κερδοσκοπική εταιρία «Φεστιβάλ Υπερηφάνειας Αθήνας - Athens Pride». Με το σύνθημα «Αγάπα με, είναι δωρεάν» η όλη γιορτή της LGBT (Lesbian Gay Bisexual Transgender) ξεκίνησε από το πρωί με τα περίπτερα που παρείχαν στους επισκέπτες ενημερωτικά φυλλάδια και οτιδήποτε άλλο κατατοπιστικό για τις εκάστοτε δραστηριότητές τους. Το απόγευμα έγινε η καθιερωμένη παρέλαση με τα άρματα και το βράδυ ξεκίνησαν τα σόου με καλλιτέχνες που υποστήριξαν την εκδήλωση (δείτε τις συμμετοχές στο σχετικό site στο τέλος). Το CityMag με το Λεωνίδα Θεοδωρίδη και την Ιουλία Λυμπεροπούλου βρέθηκε εκεί και μίλησε με τον Τέλη Ράπτη, ένα από τα βασικά μέλη της επιτροπής διοργάνωσης.

Ιουλία Λυμπεροπούλου: «Τι είναι το Athens Pride;».

Τέλης Ράπτης: «Το Φεστιβάλ γκέι, λεσβιακής, αμφί  και τρανς υπερηφάνειας. Είναι Φεστιβάλ στο οποίο ερχόμαστε για να είμαστε ο εαυτός μας. Ερχόμαστε να δείξουμε το ποιοι πραγματικά είμαστε, ερχόμαστε να δείξουμε το πρόσωπό μας μέρα μεσημέρι, κάτι πολύ σημαντικό.  Πρέπει να διώξουμε τη δική μας φοβία πρώτα από όλα, έτσι ώστε να καταφέρουμε να μας δει και η κοινωνία, να φωνάξουμε ότι υπάρχουμε, να μπορέσουμε να διεκδικήσουμε περισσότερα πράγματα, πραγματική ισότητα, έναν κόσμο χωρίς ρατσισμό, χωρίς στιγματισμό».

Ι.Λ.: «Είναι εφικτό αυτό;».

Τ.Ρ.: «Κοίτα, πρέπει κάθε φορά να διαλέγουμε τις μάχες που δίνουμε. Θέτοντας στόχους που να είναι σχεδόν εφικτοί, γιατί πρέπει πάντα να κοιτάς και λίγο πιο πέρα. Αλλά, ακόμα κι αν φτάσεις το στόχο σου, ξέρεις ότι δεν τελείωσε ο αγώνας. Δηλαδή, αν υποθέσουμε ότι αύριο αλλάξει η κυβέρνηση και αποφασίσει πως το σύμφωνο συμβίωσης ισχύει και για τα ομόφυλα ζευγάρια, εμείς δε θα σταματήσουμε. Πάντα βάζουμε στόχους θεσμικούς και κοινωνικούς».

Ι.Λ.: «Στοχεύεις στο 12, για να φτάσεις στο 8-9».

Τ.Ρ. : «Γνωρίζοντας όμως ότι δε θα σταματήσω…».

Ι.Λ.: «Επαναπροσδιορίζεται διαρκώς».

Τ.Ρ. : «Ναι, μετά θα στοχεύσω στο 20 για να φτάσω στο 15 κ.ο.κ. Δεν έχει τέλος».

Picture
Ι.Λ.: «Έξω από το Φεστιβάλ, πώς είναι η καθημερινότητα όλων αυτών των διακριτών ομάδων, που καταλήγουν ιδιαίτερες ακριβώς επειδή στιγματίζονται;».

Τ.Ρ.: «Υπάρχουν πολλά στερεότυπα. Το να λέει κάποιος εντάξει, μωρέ, δε με νοιάζει τι κάνεις στο κρεβάτι σου ή έχω και εγώ φίλους γκέι δεν είναι αποδοχή. Αποδοχή σημαίνει ότι σε αποδέχομαι για αυτό που είσαι, όπως είσαι, φορώντας τα φτερά, τα πούπουλα και τις γόβες. Απλώς το να έχεις φίλους γκέι δε λέει απαραίτητα κάτι. Δεν είμαι γκέι μόνο στο κρεβάτι μου, όταν πίνω καφέ είμαι γκέι, όταν μαγειρεύω είμαι γκέι. Και να μην αφήνουμε έξω το θέμα τρανς. Μην ξεχνάμε ότι ζούμε σε μία δύσκολη εποχή και οι τρανς μάς έχουν περισσότερο ανάγκη, είναι η ομάδα που δέχεται το μεγαλύτερο ρατσισμό και στιγματισμό, δεν έχουν καμία πρόσβαση σε εργασιακά δικαιώματα και γι’ αυτό πρέπει να σταθούμε δίπλα τους και να μην ξεχνάμε ότι η πόρτα της ισότητας πρέπει να ανοίξει για όλους, το γκέι, τη λεσβία, τον τρανς, την κραγμένη αδελφή, δεν πρέπει να μείνει ούτε ένας πίσω».

Ι.Λ.: «Για την ιστορία πες μας πώς ξεκίνησαν τα pride!».

Τ.Ρ.: «Τα pride ξεκίνησαν το 1969 στην Αμερική αφορμή ενός περιστατικού που συνέβη στο bar Stonewall Inn στη Νέα Υόρκη. Τότε γίνονταν διάφορες επιθέσεις από οργανωμένες ένοπλες ομάδες σε γκέι μαγαζιά, έδιωχναν τον κόσμο κτλ.  Ώσπου μία μέρα μία τρανς σήκωσε μία πέτρα και την πέταξε πίσω στους αστυνομικούς. Ξεσηκώθηκαν όλοι και άρχισαν οι συγκρούσεις. Ξεχύθηκαν στους δρόμους, αυτό ήταν άτυπα το πρώτο pride. Ήταν η πρώτη φορά που κάποιος πρόβαλε μία πρώτη αντίσταση με μία συμβολική πράξη υποδηλώνοντας το υπάρχω και διεκδικώ. Στην Αθήνα, τώρα, είναι το όγδοο pride που γίνεται, κάθε φορά γιγαντώνεται, γίνεται πιο δυναμικό, ψάχνει ακόμα την ταυτότητά του και αυτό είναι που μου αρέσει πάρα πολύ. Έχει ενδιαφέρον, εφόσον για τον καθέναν που θα έρθει σήμερα εδώ είναι κάτι διαφορετικό. Για κάποιους είναι ένα πανηγύρι, για άλλους είναι μία βόλτα, για άλλους είναι δήλωση υπερηφάνειας».

Picture
Ι.Λ.: «Τι φοβάται τελικά η κοινωνία; Σε τι οφείλεται αυτή η ομοφοβία;».

Τ.Ρ.: «Φοβόμαστε ή αντιδράμε αρνητικά σε κάθε τι διαφορετικό ή που δεν το γνωρίζουμε. Και όλα τα θέματα που αφορούν το ρατσισμό, την ξενοφοβία ή οτιδήποτε άλλο ξεκινούν από αυτή την έννοια της διαφορετικότητας. Σχηματίζουμε μία ομάδα ανθρώπων με κοινά χαρακτηριστικά και όλοι οι υπόλοιποι τοποθετούνται απέναντί μας. Όπως κάποιοι κάποτε αποφάσισαν ότι στην Άρια φυλή θα είναι όλοι ψηλοί, ξανθοί και με γαλάζια μάτια. Ο σημερινός μελαχρινός και μελαψός, που τώρα δεν έχει πρόβλημα, στη ναζιστική Γερμανία θα ήταν διωκόμενος. Όλες οι μορφές ρατσισμού ανά περίοδο αλλάζουν. Είναι παράλογα τα αίτια που δημιουργούν τα κριτήρια τέτοιων διακρίσεων και διαφοροποιήσεων, δεν έχουν ανθρωποκεντρική λογική».


Ι.Λ.: «Τι έχεις να πεις στα παιδιά που φοβούνται ή διστάζουν να κάνουν το coming out τους; Ποιος θα τους υποστηρίξει αν η οικογένειά τους δε σταθεί δίπλα τους;».

Τ.Ρ.: «Το ζήτημα υποστήριξη είναι πολύ μεγάλο θέμα και η ίδια η κοινότητα έχει ένα πολύ μεγάλο θέμα. Πρέπει να αποκτήσουμε καλύτερες βάσεις, να υπάρξει πιο έντονη αλληλοϋποστήριξη και μέσα στην κοινότητα, καλύτερες οργανώσεις συνεκτικά δεμένες μεταξύ τους, έτσι ώστε να μπορέσουμε να υποστηρίξουμε άτομα που φοβούνται να το εκδηλώσουν. Επίσης, για ένα άτομο που βρίσκεται σε αυτήν τη θέση υπάρχουν πάρα πολλά εγχειρίδια που μπορεί να διαβάσει, ας ψάξει πρώτα μόνο του. Η ενημέρωση είναι το πρώτο και κύριο για να ξέρουμε ποιοι είμαστε και κυρίως για να έχουμε κατασταλάξει μέσα μας. Πρέπει πρώτα, δηλαδή, να αντιμετωπίσουμε τη δική μας εσωτερικευμένη ομοφοβία. Γιατί, αν κάνεις το coming out και προκύψει κάτι απρόβλεπτα δυσάρεστο, μπορεί να γίνουν πολύ χειρότερα τα πράγματα. Οπότε πρέπει πρώτα να έχουμε γερές βάσεις μέσα μας. Να ξέρεις πρώτα ποιος είσαι εσύ και μετά να μπεις στη διαδικασία να κάνεις και τους υπόλοιπους να σε ακούσουν».

Ι.Λ.: «Άρα το μήνυμα είναι η αυτοσυνειδητοποίηση πρώτα απ’ όλα».

Τ.Ρ.: «Πιστεύω ότι, όταν τα βρούμε με τον εαυτό μας, είναι ένα πρώτο βήμα για να μπορούμε να συντονιστούμε και με τους υπόλοιπους. Αλλά θέλει πολλή δουλειά αυτό. Δεν είναι εύκολη υπόθεση».


«Στο Φεστιβάλ υπερηφάνειας ερχόμαστε για να διεκδικήσουμε πραγματική ισότητα, έναν κόσμο χωρίς ρατσισμό, χωρίς στιγματισμό»

Picture
Λεωνίδας Θεοδωρίδης: «Νομική κάλυψη υπάρχει; Πώς αντιμετωπίζει κάποιος, για παράδειγμα, τους εκβιασμούς που μπορεί να υπόκειται;».

Τ.Ρ.: «Οι θεσμοί υπάρχουν, αλλά δεν υπάρχει η βούληση από τα ίδια τα άτομα να βγουν και να καταγγείλουν κάτι τέτοιο, γιατί είναι σαν ένα δημόσιο outing».

Λ.Θ.: «Υπάρχει, όμως, το ενδεχόμενο και η δυνατότητα να τιμωρηθεί ο θύτης, απλώς δεν είναι ενήμερος. Είναι διάχυτη η εντύπωση ότι τέτοιες συμπεριφορές περνούν ατιμώρητες».

Τ.Ρ.: «Οφείλουμε, λοιπόν, ως άτομα να ενημερωθούμε για τα δικαιώματά μας, ώστε να μπορούμε και να τα διεκδικήσουμε».


Μετά την ενδιαφέρουσα συνέντευξη που μας παραχώρησε ο δυσεύρετος Τέλης, γιατί λόγω υποχρεώσεων διαρκώς μιλούσε με κόσμο και δε στεκόταν λεπτό, οπότε τον ευχαριστούμε για το χρόνο που  μας διέθεσε, σταθήκαμε να πάρουμε μιαν ανάσα με το Λεωνίδα συζητώντας το απόσταγμα της εμπειρίας. Ανύποπτα, μεταξύ άλλων, μου προκάλεσε θλίψη με μία διαπίστωση που έκανε παραπέμποντάς στη φράση του Τέλη νωρίτερα: Δε λέει κάτι απλώς το να λες ότι έχεις φίλους γκέι. Η διαπίστωση ήταν η εξής:«Έγινε μόδα το να έχεις ένα φίλο γκέι, πολλοί μας έχουν σαν pet! Ένα φίλο να σε ντύνει, να σου φτιάχνει τα μαλλιά, να συζητάς τα γκομενικά σου» χωρίς να εισχωρεί το ερωτικό στοιχείο, εφόσον νιώθεις ασφάλεια, δηλαδή, κάτι που ενδεχομένως να υποδαυλίζεται σε μία φιλική σχέση με το αντίθετο φύλο. Και ήταν σαν να αναρωτιέται κατά βάθος με καταλαβαίνουν, με νοιάζονται, μ’ αγαπούν;

Picture
Η υπαρξιακή μοναξιά που προβληματίζει τον καθένα μας ανεξαιρέτως, φαντάζομαι, είναι ήδη κάτι πολύ δύσκολο να αντιμετωπιστεί, πόσο μάλλον όταν αυτή, αντί να επουλώνεται με κάποιο τρόπο ή να λυτρώνεται ακόμα από τη διέξοδο που προσφέρει μία αρμονική συνύπαρξη στο πολυποίκιλτο της κοινωνίας, καταλήγει στο ακριβώς αντίθετο, την οριοθέτηση, το στιγματισμό και την απομόνωση. Αγελαίο ζώο ο άνθρωπος λειτουργεί πολύ συχνά με τους κανόνες του «εμείς» και «οι άλλοι». Επιθυμώντας και επιδιώκοντας, όμως, να ανήκει σε μία ομάδα με τα Χ ιδιαίτερα χαρακτηριστικά οδηγείται αναγκαστικά σε αποκλεισμούς και ομαδοποιήσεις, στερούμενος τελικά την ποικιλία και την πνευματική ανανέωση, όταν, αν μη τι άλλο, η ποικιλία και η εξέλιξη αποτελούν ιδιαίτερα γνωρίσματα της φύσης. Εκτός κι αν επικρατήσουν συνθήκες απομόνωσης, στις οποίες η φύση προσαρμόζεται για λόγους επιβίωσης. Οι άνθρωποι ωστόσο έχουν κριτήριο και δυνατότητα επιλογής. Ίσως να μην τους εξαναγκάζει κανείς περισσότερο από όσο οι ίδιοι τον εαυτό τους στην απομόνωση τη δική τους και των άλλων μέσα στο ή από το δικό τους μικρόκοσμο με το να επιλέγουν την αναδίπλωση στον εαυτό τους σε σχέση με τη διάχυση στον κόσμο, που στοχεύει στη γνώση και στην κατανόηση,  με οδηγό την οποία δε θα πέφτουν σε τείχη στερεοτύπων, όντας απελευθερωμένοι από την τροχοπέδη του φόβου.

Picture
Βάζω δύσκολα; Το πνεύμα ταξιδεύει στο χρόνο, δε γνωρίζει χωρικά σύνορα και περιορισμούς. Ίσως μεταλλάσσεται, ίδιος χαμαιλέοντας αλλάζει μορφές και συνεχίζει να υπάρχει… Έχουν καεί, βιβλία, βιβλιοθήκες, άνθρωποι… από την αρχαιότητα έως σήμερα και εκείνο αναγεννάται από τις στάχτες του ξανά και ξανά πάντα πιο δυνατό και ανανεωμένο, γιατί διυλίζεται μέσα από τις καταστάσεις και τα νέα φίλτρα των εποχών. Δεν μένει στάσιμο, δε λιμνάζει, περνάει από δοκιμασίες και ωριμάζει αργά και σταδιακά σαν το καλό κρασί. Μεγαλώνει, δε γερνάει και η σοφία του το ωθεί στο να διερευνά τους δρόμους εκείνους που το ωθούν στη ζωή ανακαλύπτοντάς την ξανά και ξανά από την αρχή…
        Ένα από τα βασικά επιχειρήματα αντίταξης στους ομοφυλόφιλους υπήρξε ανέκαθεν η αδυναμία αναπαραγωγής, πέραν του ότι σήμερα πλέον με πολλούς τρόπους ξεπερνιέται αυτό το εμπόδιο. Αν μπορεί κανείς, βέβαια, με κάποιο λογικό και πειστικό επιχείρημα να αντιταχθεί σε επιλογές που προκύπτουν φυσικά. Αποτελεί ταμπού, μέσα σε ένα πλαίσιο της γενικότερα διευρυμένης κοινωνικής υποκρισίας, όσο η αιμομιξία και η παιδεραστία, τις δύο τελευταίες δεόντως τιμούν όλες οι μικρές κοινωνίες και η ελληνική βεβαίως. Η διαφορά στην τελευταία ιδίως είναι η έλλειψη συναίνεσης, που τείνει στο βασανισμό και επιφέρει ψυχοσωματικό τραύμα στον ανήλικο. Όλα, όμως, αντιτίθενται σε ό,τι ένα κοινωνικό σύστημα θα χαρακτήριζε ως λειτουργικό και παραγωγικό για το ίδιο. Μήπως τελικά, επικεντρώνοντας την προσοχή στην ομοφυλοφιλία και αφήνοντας κατά μέρος τις άλλες δύο περιπτώσεις, η ίδια η κοινωνία μηχανοποιεί τους ανθρώπους σε συγκεκριμένα πρότυπα και για συγκεκριμένους ρόλους; Ένα ποσοστό, εξάλλου, υπάρχει και στη φύση για τον πληθυσμιακό έλεγχο των ειδών, στη φύση δε θεωρείται αφύσικο, πόσο μάλλον ανώμαλο. Ο άνθρωπος τι είναι φύση ή μηχανή; Μήπως είναι ένα κομμάτι φύσης που προσπαθεί να γίνει μηχανή προσαρμοσμένη σε πλαίσιο, αυτοματισμούς και κανόνες υποβαθμίζοντας κάποιες πλευρές που υπαγορεύουν την προσωπική επιλογή και προαίρεση;

Picture
Μιλάμε για ένα ποσοστό, εξάλλου. Η άγνοια ανοίγει την πόρτα στο φόβο και ο τελευταίος στις διακρίσεις. Είναι σαν να ασκείται πίεση σε κάποιον να τρέφεται με πιπεριές, ενώ δεν τις μεταβολίζει, γιατί ζει σε μία κοινωνία όπου το κυρίως παραγόμενο και εξαγόμενο προϊόν είναι η πιπεριά, και μάλιστα η θέση που του ορίζεται είναι εκείνη του δοκιμαστή. Οφείλει επομένως να καταναλώνει τις πιπεριές στο πλαίσιο προώθησης των προϊόντων! Αυτός ο άνθρωπος επιστρέφει κάθε μέρα άρρωστος σπίτι. Η πολιτεία πιστεύει ότι ο οργανισμός του θα συνηθίσει, θα θεραπευτεί, θα αναμορφωθεί, σαν να πρόκειται για αρρώστια. Δεν είναι δυνατόν σε μία πιπεροπολιτεία να μην τρώνε όλοι τις πιπεριές της. Είναι ανωμαλία, νάζι και παραξενιά της φύσης, που αρέσκεται στο να μας βάζει τρικλοποδιές, για να οξύνει την επινοητικότητα και προνοητικότητά μας, ώστε να τις αποφεύγουμε. Έτσι σκέφτεται η πολιτεία!
    Αυτός ο άνθρωπος, τώρα, αν δεν το πάρει απόφαση ότι θέλει να σταματήσει να κάνει εμετό κάθε μέρα επιστρέφοντας σπίτι με το να επιλέξει είτε να φύγει είτε να το δηλώσει ότι δεν μπορεί και δε θέλει να τρώει πιπεριές, ότι θα βρει κάτι άλλο να φάει, κάπου αλλού να εργαστεί, έστω και αντιμετωπίζοντας ένα σωρό προβλήματα, τότε θα γίνει ο πιο δυστυχής άνθρωπος αυτής της πολιτείας. Ξεσπώντας στον εαυτό του και στους άλλους, προκαλώντας σύγχυση στους ρόλους και ευρισκόμενος πάντα και ο ίδιος  σε σύγχιση[1]…
    Ολοκληρώνοντας θέλω να επισημάνω ότι πρόκειται για μία γιορτή για την αποδοχή της διαφορετικότητας, η οποία πρώτα και κύρια προϋποθέτει, βέβαια, την αυτοαποδοχή, όπως πολύ εύστοχα επεσήμανε ο Τέλης Ράπτης. Η μη αποδοχή της οδήγησε σε ακρότητες στο παρελθόν και θα συνεχίσει να οδηγεί αν δε γίνει συνείδηση ο σεβασμός στη διαφορετικότητα σε όλα τα επίπεδα. Ενθυμούμενη τη φράση του Χάινριχ Χάινε: «Όπου έχουν κάψει βιβλία θα καταλήξουν να καίνε ανθρώπους», υπενθυμίζω με τη σειρά μου όλες τις διαφορετικότητες που κάποτε χαρακτηρίστηκαν ως τέτοιες και κλείστηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, στιγματιζόμενες κοινωνικά και καταδιωκόμενες με στόχο όχι μόνο τη στηλίτευση αλλά και τον αφανισμό τους, παραθέτοντας μία εύστοχη φωτογραφία.


[1] Όπου σύγχυση (= μπέρδεμα, νοητική διαταραχή από το ρήμα συγχέω) και όπου σύγχιση (= ταραχή από το ρήμα συγχύζω).

Picture
Τριγωνικά διακριτικά κρατουμένων στο στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Buchenwald. Υπήρχαν διάφορες κατηγορίες, ενώ από κάτω καταγραφόταν ο αριθμός του κρατούμενου – εδώ δε φαίνεται παντού.

Κάποιες από τις κατηγορίες: Γερμανός πολιτικός κρατούμενος, Γάλλος πολιτικός κρατούμενος, Ισπανός πολιτικός κρατούμενος, Εβραίος πολιτικός κρατούμενος, Κρατούμενος Δράσης (σύλληψη σε διάρκεια απεργίας κτλ.), Εβραίος, Εγκληματίας, Μάρτυρας του Ιαχωβά, Τσιγγάνος, Ομοφυλόφιλος.

Πηγή: Topography of Terrors, Gestapo, SS and Reich Security Main Office on Wilhelm-and Prinz-Albrecht-Straße, σελ. 69.

    Μέσα στο ίδιο κλίμα θα προτείνω μία ταινία, ένα βιβλίο και στο τέλος θα βρείτε κάποια links, για να ενημερωθείτε πάνω σε ό,τι αναφέρεται σε αυτή τη συνέντευξη ‒ κείμενο. Φυσικά, μόνο έναυσμα αποτελούν και αφορμή, η έρευνα, η αμφισβήτηση και η ανησυχία δε σταματούν ποτέ να ανοίγουν μονοπάτια και δρόμους…

Προτεινόμενη ταινία:

Στρέλλα (2009)

Picture
Σκηνοθέτης: Πάνος Κούτρας

Ηθοποιοί: Γιάννης Κοκιασμένος, Μίνα Ορφανού, Μπέτυ Βακαλίδου, Μίνως Θεοχάρης, Αργύρης Καββίδας  κ.ά.

Δε θα κάνω περιγραφή, να τη δείτε. Κυκλοφορούν πολλές περιγραφές της εξάλλου. Δυο λόγια θα πω μόνο ως προσωπική άποψη. Κάποιοι τη χαρακτηρίζουν σκληρή ταινία. Ίσως γιατί θίγει θέματα ταμπού. Αλλά, με ένα σύντομο ξεσκόνισμα στην αρχαία τραγωδία, ξεπερνιέται η σκόπελος αυτής της έννοιας. Τη θεωρώ τρυφερή ταινία με έντονα συναισθηματικά στοιχεία. Αγγίζει θέματα άγνωστα για τους περισσότερους και μου άρεσε που ανέδειξε την ανθρώπινη πλευρά των χαρακτήρων, και μάλιστα με μια πνοή ρομαντισμού, επίσης με τα θετικά, τα αρνητικά και τις δυσκολίες τους, χωρίς εξάρσεις υπερβολής που θα τους μεταμόρφωναν σε καρικατούρες. Συμπυκνώνει αρκετές πλευρές της δύσκολης κοινωνικής πραγματικότητας των τρανς, μίας εκ των πιο αποκλεισμένων κοινωνικών ομάδων εν γένει. Εξισορροπεί, δηλαδή, με μία καλλιτεχνική αισθητική, για κινηματογράφο πρόκειται εξάλλου, τις γκροτέσκες διογκώσεις που δεν εξυπηρετούν, αλλά παραφράζουν και αποπροσανατολίζουν από την ουσία. Το δράμα, που ακροβατεί στα επίπεδα της τραγωδίας, κινείται άλλοτε στο επίκεντρο και άλλοτε παράλληλα με την ιστορία και έτσι αποκτά ενδιαφέρον χωρίς να κουράζει, όπως πλέκονται τα νήματα της πλοκής. Είναι μία ταινία ύμνος στην αγάπη σε μία διάχυση των μορφών και εκφράσεών της χωρίς στεγανά και χωρίς απαραίτητα να δηλώνεται ευθαρσώς, αλλά με το να φαίνεται στην πράξη από τις επιλογές των ηρώων.

Δείτε το τρέιλερ της ταινίας [εδώ]


Picture
Προτεινόμενο βιβλίο: Ομοφυλοφιλία: Μία Παγκόσμια Ιστορία

Μία πολύ ενδιαφέρουσα ιστορική αναδρομή από την αρχαιότητα έως τη σύγχρονη εποχή γίνεται στο σχετικά πρόσφατο βιβλίο Ομοφυλοφιλία: Μία Παγκόσμια Ιστορία, συλλογικό έργο, επιμέλεια Ρόμπερτ Άλντριχ, μτφρ. Μαργαρίτα Μηλιώρη, Εκδόσεις Πάπυρος, 2008.

Βρείτε κατατοπιστικές παρουσιάσεις του βιβλίου:
http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=66697
http://www.lesbian.gr/scene.php?t=entertainment&id=147
και
http://www.booksreview.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=61:-1609&catid=38:-2-2009&Itemid=55

Βρείτε στοιχεία για το Athens pride από την κεντρική του σελίδα:
http://www.athenspride.eu/

Βρείτε εδώ στοιχεία για το τι συνέβη στο Stonewall στις 28/06/1969:
http://www.outhistory.org/wiki/Stonewall_Riot_Police_Reports,_June_28,_1969

Photo Gallery: Athens Pride 2012 [εδώ]


Ιουλία Λυμπεροπούλου για το CityMag.
Φωτογραφίες: Λεωνίδας Θεοδωρίδης



0 Comments

CityMag Interview | Ο ψηφιακός πολιτισμός στην εποχή της κρίσης

4/6/2012

0 Comments

 

Ο ψηφιακός πολιτισμός στην εποχή της κρίσης
Ταυτότητες, αγορές και αντιστάσεις


Picture
    Το θέμα του ψηφιακού πολιτισμού απασχολεί το σύγχρονο άνθρωπο, ίσως όσο κάποτε το θαύμα της ηλεκτροδότησης ή των ραδιοκυμάτων. Από την απλή περιέργεια και το θαυμασμό για τη νέα πρόκληση, φτάνουμε στο να γίνει το νέο μέσο σταδιακά αναγκαιότητα και αναπόσπαστο μέρος της ζωής μας. Το διαδίκτυο σήμερα επεκτείνεται πολύ πιο βαθιά από τα κοινωνικά ηλεκτρονικά δίκτυα, που ενδεχομένως πολλοί να χρησιμοποιούν για ψυχαγωγία ή ενημέρωση. Αφορά το μέλλον και αποτελεί ευσεβή πόθο τα άυλα αγαθά που τώρα προσφέρει να αποτελέσουν στην εξελιγμένη τους μορφή έναν τρόπο διαβίωσης για ένα ποσοστό ανθρώπων, ολοένα αυξανόμενο, που επενδύει ποικιλοτρόπως ποιοτικό χρόνο σε αυτό. Όλα αυτά, βέβαια, βασίζονται στη φυσική τάση του ατόμου να δικτυώνεται μέσω φυσικών ανθρώπινων δικτύων, τα οποία πλέον μεταφράζονται ηλεκτρονικά, ακολουθώντας ωστόσο το προδιαγεγραμμένο μονοπάτι τόσων αιώνων κοινωνικής δικτύωσης.
          Το ζήτημα είναι επίκαιρο διαρκώς, εφόσον το ηλεκτρονικό μέσο έχει εισχωρήσει στη ζωή μας όπου κι αν βρισκόμαστε: στο σπίτι, στο γραφείο, στο λεωφορείο, στη διασκέδαση και στη χαλάρωση. Στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών όπου παρακολούθησα τη σχετική ομιλία με τίτλο «Ο ψηφιακός πολιτισμός στην εποχή της κρίσης. Ταυτότητες, αγορές και αντιστάσεις» συμμετείχαν οι ομιλητές: Νίκος Αναστασόπουλος, αρχιτέκτων μηχανικός, ΔΕΝΤΡΟ (Δίκτυο Ελεύθερων Νέων Τόπων και Ρευστών Οικοκοινοτήτων), Λήδα Καράμπελα, executive Leadership Coach, President Yhesitate.com, Δημήτρης Παπαλεξόπουλος, Αν. Καθηγητής Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ, Γιώργος Παπανικολάου, P2P Foundation, Γιώργος Τζιραλής, executive director στο Οpenfund, Πρόδρομος Τσιαβός, Δικηγόρος, Research Fellow στο Information Systems and Innovation Group, London School of Economics, Creative Commons UK Legal Project Lead και Ματθαίος Τσιμιτάκης, freelance δημοσιογράφος.

Στο τέλος οι συντονιστές της συζήτησης Ηλίας Μαρμαράς (καλλιτέχνης) και Δάφνη Δραγώνα (ερευνήτρια ‒ επιμελήτρια ψηφιακής τέχνης) είχαν την υπομονή να μας απαντήσουν σε ορισμένες ερωτήσεις συμπυκνώνοντας ο καθένας το νόημα που προέκυψε γενικότερα από τις εισηγήσεις. Έτσι, παραθέτουμε εδώ τις δύο διαδοχικές συνεντεύξεις που αφορούν διαφορετικές οπτικές ενός κοινού πυρήνα, της διευρυμένης αξιοποίησης του διαδικτύου προς όφελος του σύγχρονου ανθρώπου.

Ιουλία Λυμπεροπούλου: «Η συζήτηση είχε πολύ ενδιαφέρον και ο κάθε ομιλητής παρουσίασε μία άλλη πλευρά του θέματος. Εκείνο που μένει ως απόσταγμα είναι ότι η ηλεκτρονική δικτύωση ως μέρος της εκ φύσεως δικτύωσης του ανθρώπου, όπως είπατε και εσείς, παραμένει ακόμα στην περιφέρεια της οικονομίας και των αγορών, τουλάχιστον για την Ελλάδα. Το βλέπετε πιθανό να βρεθούν οι δίαυλοι ουσιαστικής διασύνδεσης ώστε να ξεφύγουμε από αυτή την κρίση;».  

Ηλίας Μαρμαράς: «Η Ελλάδα της μεταπολίτευσης είναι μία Ελλάδα κυρίως της κατανάλωσης και όχι ‒όπως παλιότερα‒ της πρωτογενούς παραγωγής. Είναι μία Ελλάδα που έμαθε με απότομο και συχνά παράξενο τρόπο να καταναλώνει αγαθά που παράγονταν κάπου αλλού, ενώ ταυτόχρονα επικεντρώθηκε στην παραγωγή υπηρεσιών. Άλλωστε και ο τουρισμός, η λεγόμενη “βαριά βιομηχανία” της χώρας, μία μορφή παροχής υπηρεσιών είναι. Η έλευση της ψηφιακής εποχής στη χώρα δε θα μπορούσε να πάρει άλλη μορφή από εκείνη που θα ταίριαζε στο συγκεκριμένο μοντέλο, την παροχή υπηρεσιών. Δεν είναι καθόλου περίεργο, λοιπόν, που γρήγορα οι Έλληνες “δικτυώθηκαν” εντός των υπηρεσιών που  τους προσφέρθηκαν, χωρίς να αναζητήσουν άλλους ευρύτερους τρόπους δικτύωσης που συνέβαιναν ταυτόχρονα, παραμένοντας κυρίως μέσα στo πλαίσιo των εύκολων αλλά ακριβών δικτύων της κινητής τηλεφωνίας, και μάλιστα σε υπερθετικό βαθμό. Ας μη ξεχνάμε πως για κάποια χρόνια η Ελλάδα αποτέλεσε το “θερμοκήπιο” πειραματισμού της Nokia για το κάθε “μοντέλo” νέας γενιάς κινητών και εφαρμογών, που προόριζε για τις αγορές. Και αυτό χωρίς κανένα ουσιαστικό κέρδος για τη χώρα, αντιθέτως αγορασμένο σε τιμές υπηρεσιών πολύ υψηλότερες από τις αντίστοιχες της πλούσιας κεντρικής Ευρώπης. Αυτός ήταν ο τρόπος που έγινε αντιληπτή η ψηφιακή εποχή και η δικτύωση στη χώρα μας. Μέσω μιας αποικιοκρατικής πολιτικής της ίδιας τάξης και σχεδιασμού που αφορούσε κάποτε τη μέθοδο αποίκησης του “Τρίτου κόσμου”, δηλαδή με χάντρες και καθρεφτάκια. Το διαδίκτυο ‒με την τρέχουσα μορφή του‒ μπήκε στη ζωή των περισσότερων Ελλήνων λίγα χρόνια πριν, κυρίως λόγω της εμφάνισης του web 2.0, δηλαδή των μπλογκ, των κοινωνικών δικτύων και της εύκολης παροχής περιεχομένου από όλους προς όλους. Πάλι, δηλαδή, εμφανίζεται προσέλευση χρηστών μέσω μιας παρακίνησης που αποσκοπεί στο να ερεθίσει μία άκρατη καταναλωτική τάση. Σε τελευταία ανάλυση, οι λόγοι για τους οποίους η Ελλάδα παραμένει στην περιφέρεια των αγορών είναι πολυσύνθετοι και δε σχετίζονται μόνο με το διαδίκτυο. Αν με τον όρο “ουσιαστική διασύνδεση” εννοούμε τρόπους παραγωγής αγαθών ‒υλικών ή επικοινωνίας‒ που συνάδουν με τις απαιτήσεις της παγκόσμιας αγοράς σήμερα, τότε και πάλι θα επρόκειτο για αποτέλεσμα πολλών παραμέτρων μέσα στις οποίες, ναι, η κοινωνική δικτύωση θα είχε δυνητικά μεγάλη επίδραση. Όμως δεν είμαι πολύ αισιόδοξος, οι ριζικές αλλαγές θέλουν χρόνο και, παρότι κάποιοι στρέφονται ‒υπό το βάρος της κρίσης κυρίως‒ σε εναλλακτικές μορφές δικτύωσης είτε online είτε offline ή συνήθως συνδυάζοντας τις δύο καταστάσεις, τα αποτελέσματα είναι ακόμα αβέβαια. Οι Έλληνες είναι ένας λαός που όχι μόνο έχασε τους παλιούς τρόπους δημιουργίας δικτύων και συνδέσμων, αλλά ξέχασε και πώς να τους αναπαράγει και συνεπώς να τους μεταφέρει στις  σύγχρονες δομές και πλατφόρμες. Αν κοιτάξουμε γύρω μας, οι ηλεκτρονικές δικτυώσεις που αφορούν την κοινωνική και πολιτική σφαίρα είναι στην πλειοψηφία τους θλιβερά κρατικοδίαιτες είτε εμφανίζονται ως δημόσιος είτε ως ιδιωτικός τομέας. Δες, π.χ., τον Τύπο στην ηλεκτρονική ή στην ‒ανύπαρκτη ουσιαστικά‒ έντυπη μορφή του».

Ι.Λ.: «Ουσιαστικά, με την ηλεκτρονική δικτύωση δημιουργείται μία πρόκληση, γιατί πυροδοτείται η επανεξέταση και ο επαναπροσδιορισμός πολλών πραγμάτων. Ίσως αυτό να χρειαζόταν έτσι κι αλλιώς, και μία κρίση να γίνεται καταλύτης σε αποκαλύψεις και ανακαλύψεις. Τι κυρίως θεωρείτε ότι επαναπροσδιορίζεται σήμερα;».  

Η.Μ.: «Αυτό που προς το παρόν βλέπω να επαναπροσδιορίζεται κυρίως είναι η ίδια η έννοια του “επαναπροσδιορισμού”. Ακριβώς επειδή περνάμε μία από τις χειρότερες κρίσεις της ιστορίας μας, και έχοντας για χρόνια συνηθίσει να “σπρώχνουμε κάτω από το χαλί” ό,τι μας ενοχλεί, τώρα με υστερικό τρόπο προβαίνουμε σε αποκαλύψεις, σε κρίσεις, αλλά κυρίως σε καταγγελίες. Τα εταιρικά κοινωνικά δίκτυα, στα οποία βρίσκεται κατά κύριο λόγο δικτυωμένη η πλειοψηφία, προσφέρονται ως δομές, πολύ περισσότερο απ’ ό,τι τα παραδοσιακά ΜΜΕ, για καταγγελτικό λόγο. Και αυτό δεν είναι ένα αποκλειστικά ελληνικό φαινόμενο.

Όμως, όποιος απλώς καταγγέλλει, στην ουσία, αποζητά να συλλέξει τα όποια οφέλη νομίζει πως προκύπτουν από το γεγονός και μόνο της δήλωσης της θέσης του, γλιτώνοντας έτσι από το κόπο της εργασίας και το βαθμό δυσκολίας που απαιτεί το να αναλύεις τα προβλήματα στη ρίζα τους. Ένα είδος λογικής διαστροφής (η τεχνάσματος;) που συνίσταται στο να αντικαθιστά η δήλωση μιας θέσης το περιεχόμενό της. Πρόκειται για τη συνήθη στάση των ΜΜΕ που έχει διαπεράσει ‒παρά τις προσδοκίες των ρομαντικών για το αντίθετο‒ σχεδόν όλες τις γραμμές των ηλεκτρονικών δικτύων. Το αποτέλεσμα αυτού του χειρισμού είναι καταρχήν δημαγωγικό. Και αυτό γιατί το βάθος της κοινωνικής κριτικής μοιάζει να γίνεται αυτόματα προσιτό με το χωρίς κανόνες τρόπο της αγελαίας κατανάλωσης, που απευθύνεται στον πρώτο τυχόντα αδιακρίτως. Ένα είδος κοινωνικής κριτικής τύπου φαστ φουντ. Η μεθοδολογία της καταγγελίας βασίζεται σε μία “φιλολογία” ηθικής τάξης και, φυσικά, δεν οδηγεί πουθενά. Δε ρισκάρει τίποτα και κατά συνέπεια δεν αλλάζει και δεν πρόκειται ν’ αλλάξει τίποτα. Μοιάζει να κρίνει, τελικά καταγγέλλει, αλλά σίγουρα στο τέλος δεν ερμηνεύει το παραμικρό. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι να καταλάβουμε το τι έχει συμβεί, για να φτάσουμε στο πώς να το αλλάξουμε. Αλλά αυτό απαιτεί ρήξεις. Ό,τι, λοιπόν, χρήζει επαναπροσδιορισμού σήμερα είναι η ίδια η ιδέα και η σημασία της ρήξης».

Ι.Λ.: «Τα δίκτυα, όπως αναφέρθηκε, δεν αποτελούν πλέον μόνο χώρους παρατήρησης ή απλής περιήγησης, αλλά και παρέμβασης, διαμόρφωσης απόψεων, έκφρασης ιδεών και επένδυσης της δημιουργικότητας. Ωστόσο τα ήδη υπάρχοντα δίκτυα δε δημιουργήθηκαν για να λειτουργούν υπέρ της άσκησης κριτικής για την καθεστηκυία. Στους όρους χρήσης του FS, για παράδειγμα, δηλώνεται η εκ μέρους του δυνατότητα άσκησης λογοκρισίας, όπως παραστατικά υπέδειξε ο κύριος Πρόδρομος Τσιαβός. Με αυτούς τους όρους ποια περιθώρια ουσιαστικής αντίστασης και παρέμβασης υπάρχουν εκ μέρους των χρηστών;».   

Η.Μ.: «Οι παρεμβάσεις εντός της αρχιτεκτονικής της συμμετοχής των εταιρικών κοινωνικών δικτύων ή θα έχουν ένα νόημα “ξεκαθαρίσματος” του θορύβου από το σήμα, δηλαδή τη δημιουργία προϋποθέσεων για μία κριτική στάση, ή θα είναι πολιτιστικές μεταφορές. Κάποιες μορφές ακτιβισμού και τέχνης εντός των δικτύων (networking art) υποδεικνύουν ‒έστω και αμυδρά‒ κάποιες κατευθύνσεις, συνήθως συνδυάζοντας τις δύο προηγούμενες περιπτώσεις. Τελευταία, γίνεται λόγος για εναλλακτικά μη εταιρικά, αποκεντρωμένα δίκτυα. Δίκτυα που δε θα έχουν κεντρικό έλεγχο, που δε θα αποθηκεύουν δεδομένα και τελικά δε θα επιβάλουν συμπεριφορές στους χρήστες τους. Όπως και να το δει κανείς, τα κοινωνικά δίκτυα είναι σύγχρονα εργοστάσια και κατά συνέπεια πεδία διαρκών διεκδικήσεων, έστω και αν προσφέρονται από τους ιδιοκτήτες τους στους χρήστες σαν “παιδικές χαρές”. Ακόμα και αν η φούσκα των εταιρικών κοινωνικών δικτύων σκάσει, το πιθανότερο είναι να γίνει μία ακόμα μετάλλαξη της “αγοράς δικτύωσης” των ανθρώπων. Εκεί, στις φάσεις αλλαγής παίζεται το παιχνίδι και ορίζεται η ανθρώπινη κατάσταση της υποκειμενικότητας σήμερα. Πάντως, η γνώμη μου είναι, παίρνοντας ως παράδειγμα το Facebook, πως όσοι δεν εξαρτώνται απ’ αυτό για τον άμεσο βιοπορισμό τους ή όσοι δεν το χρησιμοποιούν συνειδητά για τη δημιουργία κριτικών στάσεων μέσα στον καταιγισμό του θορύβου της πληροφορίας απλώς να το παρατήσουν και να αναζητήσουν νέους, υβριδικούς και αυτόνομους τρόπους δικτύωσης. Ή ακόμα καλύτερα να διαβάσουν κανένα βιβλίο, ηλεκτρονικό ή φυσικό. Αφήστε που μπορούμε να δούμε και να ανακαλύψουμε την οργανική, μοριακή ζωή δίπλα μας…».  

Ι.Λ.: «Ο χρόνος τέθηκε επίσης ως μία διάσταση που δεν αναφέρεται συχνά. Και είναι πολύ σημαντική. Ο χρόνος είναι χρήμα, αλλά, για να έχουμε χρήμα, για λόγους επιβίωσης πλέον, δουλεύουμε τόσο, που στο τέλος δεν έχουμε χρόνο. Από την άλλη τα δίκτυα εκμεταλλεύονται τον “ελεύθερο” χρόνο μας επενδύοντας με στόχο το υψηλό κέρδος χωρίς ανάλογο κόστος. Εμείς αντίστοιχα πώς μπορούμε να εξαργυρώσουμε το χρόνο που επενδύουμε στην ηλεκτρονική δικτύωση, συχνά δουλεύοντας μέσα από αυτή, υλικά και πνευματικά;».

Η.Μ.: «Το να ανήκεις στον κόσμο δε σημαίνει να τον παρατηρείς αδιάφορα. Το ανήκειν σημαίνει να εμπλέκεσαι. Όπως ακριβώς υποτίθεται πως συμβαίνει και στα κοινωνικά δίκτυα. Η εγγραφή σε κάποιο από αυτά σημαίνει ουσιαστικά και την εμπλοκή σου με όλο το μηχανισμό. Και με τον αυτονόητο κοινωνικό μηχανισμό, δηλαδή τους κανόνες και τις πράξεις κοινωνικοποίησης που συνεπάγεται το γεγονός της απόκτησης σχέσεων ετεροκαθορισμού, καθώς και με την αποδοχή του software και της αρχιτεκτονικής του συστήματος που τρέχει κάτω από την φλυαρία της “φιλίας”. Αυτό που τα εταιρικά κοινωνικά δίκτυα εκμεταλλεύονται από μας δεν είναι αφηρημένα την έννοια του “χρόνου”, αλλά την πολύ συγκεκριμένη λειτουργία της προσοχής μας. Αν αφήσουμε στην άκρη ‒μια μειοψηφία‒ που κερδίζει τα προς το ζην μέσα από την ηλεκτρονική δικτύωση, οι υπόλοιποι μπαίνουμε στα κάθε είδους δίκτυα για να ανταλλάξουμε προσοχή. Ο Howard Rheingold στο βιβλίο του Online εικονική κοινότητα τονίζει δύο κανόνες: Ο πρώτος είναι να δίνεις προσοχή, ο δεύτερος η προσοχή να είναι περιορισμένος πόρος, οπότε πρόσεχε πού δίνεις προσοχή! Αυτό που οι τωρινές συσκευές δικτύωσης και τα δίκτυα γενικότερα έχουν επανακαθορίσει στις μέρες μας, αυτό που είναι το αντικείμενο διακύβευσης τελικά, δεν είναι η πληροφορία αλλά ο προσανατολισμός. Ό,τι συνιστά την υπεραξία σήμερα είναι θέμα αφαίρεσης, θέμα λιγότερων πληροφοριών. Η προσοχή, που στην ουσία είναι μία κατάσταση του μυαλού, στις μέρες μας μεταβάλλεται σε παγκόσμιο νόμισμα. Ας μη ξεχνάμε πως όσοι “επιχειρούν” στο δίκτυο θυμίζουν κάτι από τη σκηνή της ταινίας “Scarface”, όπου παραφράζοντας τον Αλ Πατσίνο θα καταλήγαμε σε κάτι σαν “πρώτα κερδίζεις την προσοχή, μόλις κερδίσεις την προσοχή ψάχνεις τρόπους να τη ρευστοποιήσεις, αν τη ρευστοποιήσεις, κέρδισες (την προσοχή των άλλων)”. Συνεπώς, προσέχω, για να είμαι».

Ι.Λ.: «Στην Ελλάδα ό,τι δεν είναι συμβατικό, όπως θέση υπαλλήλου κτλ., σχεδόν δεν αναγνωρίζεται ως δουλειά. Πιστεύετε ότι ανοίγεται ένας νέος κόσμος δυνατοτήτων μέσα από το διαδίκτυο που μπορεί να συμπεριλάβει όσους αντιστέκονταν και αντιστέκονται στο να κάνουν μία “συμβατική” δουλειά, κυνηγώντας ένα όνειρο που ακόμα φαίνεται ίσως δονκιχωτικό;».

Η.Μ.: «Στην Ελλάδα αλλά και γενικά στον κόσμο σήμερα υπάρχουν “εργαζόμενοι” που αμείβονται για να μην εργάζονται και “άνεργοι” που εργάζονται χωρίς να αμείβονται. Στη δεύτερη κατηγορία συμπεριλαμβάνονται και οι εργάτες της λεγόμενης συναισθηματικής εργασίας (affective labour), που συγκεντρώνονται όλο και περισσότερο στα κάθε είδους δίκτυα. Φυσικά, οι περισσότεροι εργάτες της συναισθηματικής εργασίας, όλοι δηλαδή αυτοί που φροντίζουν για την καθημερινή παραγωγή περιεχομένου και την παροχή του στα δίκτυα, δεν αντιλαμβάνονται τη δραστηριότητά τους ως εργασία. Την αντιλαμβάνονται σαν διασκέδαση, σαν ψυχαγωγία. Νομίζω πως είναι εύκολο να καταλάβει κανείς πως, αν οι “συμβατικές” δουλειές στις μέρες μας εκλείπουν ή στην καλύτερη περίπτωση κακοπληρώνονται, τότε αυτό που συνιστά το μέλλον της εργασίας στο διαδίκτυο είναι μάλλον μία τραγωδία. Και πάλι δε μιλώ για τους λίγους εξειδικευμένους εργάτες των πληροφορικών τεχνολογιών (ITS) ούτε για τους επίσης εξειδικευμένους εργάτες της κοινωνικής μηχανικής των δικτύων, που αντιπροσωπεύουν ένα μικρό ποσοστό και πληρώνονται ως επαγγελματίες. Αυτοί που μας ενδιαφέρουν εδώ είναι όσοι αντιλαμβάνονται το διαδίκτυο “δονκιχωτικά” ως χώρο πιθανής εργασίας, όπως λες. Όλους όσους (εμάς), δηλαδή, αναζητούν εργασία σε ένα εργοστάσιο, στο οποίο όμως ο εργοδότης από την αρχή έχει θέσει ως όρο τη μη αμειβόμενη εργασία, για να μη μιλήσουμε για την υποχρέωση των “εργατών” να αγοράζουν οι ίδιοι τα μέσα παραγωγής, όπως τους υπολογιστές και τις κάθε είδους συσκευές πρόσβασης, καθώς και το κόστος πρόσβασης καθαυτό. Πώς θα ανατραπεί αυτή η συνθήκη; Πώς θα μπορούσε να πληρώσει η Google τον κάθε χρήστη που χρησιμοποιεί τη μηχανή αναζήτησής της και τροφοδοτεί με δεδομένα τους servers της; Θα δεχόταν ποτέ το Facebook να πληρώσει τους χρήστες για το περιεχόμενο που ανεβάζουν σε καθημερινή βάση; Ίσως ξανά μία λύση να βρίσκεται στην προοπτική της ανάπτυξης της ομότιμης και ανταλλακτικής παραγωγής P2P».

Ι.Λ.: «Τελικά, πιστεύετε ότι η εικονική πραγματικότητα αντικαθιστά τη ζωή ή ότι είναι λίγο πολύ ένα αναπόφευκτο κακό στο πλαίσιο μίας απτής κατάστασης στην οποία καλούμαστε αναγκαστικά να ανταποκριθούμε; Μπορεί να ακούγεται αντίφαση η χρήση των λέξεων “εικονική” και “απτή” στην ίδια πρόταση, αλλά αυτή η αντίφαση, νομίζω, χαρακτηρίζει έτσι κι αλλιώς την εποχή μας».  

Η.Μ.: «Τη ζωή, απ’ όσο είμαι σε θέση να γνωρίζω, δεν την αντικαθιστά τίποτα ούτε καν ο θάνατος, πόσο μάλλον αυτή “η άλλη εικονική πραγματικότητα”. Ο ψηφιακός κόσμος δεν είναι τίποτε άλλο από μία ακόμα αναγκαιότητα σημειολογικής σύνθεσης, διακυβέρνησης αλλά και διατήρησης μιας ανάγκης από την οποία προκύπτει, ή θα επιθυμούσαμε να προκύψει, μία άλλη κατάσταση πραγμάτων  ‒τάξη για κάποιους, κατάσταση για άλλους‒, που επιζητά να συνθέσει τον εαυτό της μέσα από ‒το μάλλον ατύχημα‒ της υπερ-συσσώρευσης πληροφοριών και δεδομένων. Μία υπερπληθώρα υπολογισμών, αντικειμένων και σχέσεων, το αποτέλεσμα τριών αιώνων βιομηχανικής επανάστασης, δύο θερμών παγκόσμιων πολέμων, ενός ψυχρού και αμέτρητων συρράξεων. Όπως κάποτε επινοήθηκε η γραφή για να καταγράψει το πλεόνασμα των αγροτικών και κτηνοτροφικών αγαθών, αλλά και των πολεμικών επών και του πολιτισμού της αρχαιότητας, όπως η τυπογραφία έδωσε μία άλλη, διαφορετική διάσταση στη γνώση και στην κατανομή της την περίοδο της Αναγγένησης (όταν εξερράγη ο σχολαστικισμός της συσσώρευσης της γνώσης των μεσαιωνικών χρόνων), έτσι και οι υπολογιστές και η ψηφιακή τεχνολογία προσπαθούν να διευρύνουν και να αναδιατάξουν τη συσσώρευση της μνήμης, της γνώσης και της πληροφορίας, εκείνης της μνήμης που συνήθως αποκαλούμε παρελθόν. Ένα λογιστικό σύστημα είναι, προς το παρόν τουλάχιστον, και ως τέτοιο πρέπει να το αντιλαμβανόμαστε και να το θέτουμε, αντικείμενο ανάλυσης. Και βέβαια ‒πριν από οτιδήποτε άλλο‒ ένα πεδίο διεκδικήσεων. Προκειμένου να γίνει κάτι διαφορετικό από απλές, αγοραίες λογιστικές πράξεις».

Picture
    Δύσκολα τα πράγματα. Έτσι κι αλλιώς, αν κανείς θέλει να προχωρήσει στη ζωή του την πραγματική δουλειά δεν μπορεί και δε θα έπρεπε να την αποφύγει. Πώς αλλιώς μαθαίνει και βελτιώνεται κάποιος αν όχι μέσα από την τριβή με το αντικείμενο ενασχόλησής του! Εμείς κρατάμε τις ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις του Ηλία Μαρμαρά για την απότομη αποκοπή από έναν ήδη γνωστό τρόπο διαβίωσης και δικτύωσης, που τελικά μάλλον η μετάβαση στο σύγχρονο τρόπο ζωής δε συνέβη σταδιακά, αλλά απότομα και βίαια, αναλώνοντας αρκετές φράσεις στη μετάφραση και καθιστώντας τη συνολική κατανόηση του κειμένου δύσκολη. Χάθηκαν κάποια αποσπάσματα μνήμης, δηλαδή, που θα συνιστούσαν βασική προϋπόθεση της ομαλής συνέχειας. Έτσι χάθηκε και η συνείδηση ότι είναι απαραίτητο, προκειμένου να φτάσει κανείς στο βήμα τρία, να περάσει από τα δύο προηγούμενα. Κυρίως το να κατανοεί και να αναζητά τα αίτια ύπαρξης και δημιουργίας κάποιων καταστάσεων, χωρίς απλώς να καταγγέλλει ατέρμονα και να φλυαρεί μεταφέροντας το σαλόνι του στο πληκτρολόγιο. Είναι το κλειδί της βελτίωσης η κατανόηση, γιατί έτσι αποφεύγονται οι κακοτοπιές και ανοίγονται νέοι δρόμοι.
          Με την επόμενη συνομιλήτρια Δάφνη Δραγώνα θα εστιάσουμε στο θέμα της εναλλακτικής δημιουργικότητας μέσω του ηλεκτρονικού μέσου και του επαναπροσδιορισμού της βάσει των σύγχρονων δεδομένων.

Ιουλία Λυμπεροπούλου: «Στην ανακοίνωσή σας αναφερθήκατε στις δυνατότητες έκφρασης της δημιουργικότητας μέσω του διαδικτύου. Διευκρινίσατε, μάλιστα, ότι θα προσπαθήσετε να αποφύγετε τη λέξη “τέχνη”. Εξηγήστε μας πώς επαναπροσδιορίζονται οι έννοιες δημιουργικότητα και τέχνη μέσα από την ηλεκτρονική δικτύωση».

Δάφνη Δραγώνα: «Ναι, τελευταία όλο και περισσότερο αποφεύγω να χρησιμοποιώ τη λέξη τέχνη σε ό,τι αφορά τις μορφές έκφρασης που διαμορφώνονται στο διαδίκτυο. Καταρχήν, γιατί η δημιουργικότητα σήμερα είναι διάχυτη, είναι πανταχού παρούσα, θα λέγαμε, όπως και η τεχνολογία. Οι περισσότεροι χρήστες με τα ψηφιακά μέσα και εργαλεία που διαθέτουν είναι δημιουργικοί εκφράζοντας επιθυμίες, απόψεις και αντιστάσεις στην καθημερινότητά τους. Το κοινωνικό διαδίκτυο προσφέρει το έδαφος για τη φιλοξενία της δημιουργικότητας αυτής αλλά και για τη δυνατότητα του “μοιράζεσθαι”. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα το YouTube. Τι θα ήταν χωρίς τη δημιουργικότητα και συμμετοχή των χρηστών; Την παιγνιώδη διάθεσή τους να επεξεργαστούν και να τροποποιήσουν υλικό;

Παράλληλα, η τέχνη στο διαδίκτυο φυσικά και εξακολουθεί να υπάρχει. Η έννοια χρησιμοποιείται για να περιγράψει έργα καλλιτεχνών και να διαφοροποιήσει τη δράση τους από εκείνη των χρηστών. Αναφέρεται σε έργα, δηλαδή, που βασίζονται στο διαδίκτυο, στο web ή στα ψηφιακά κοινωνικά μέσα και τα οποία μπορεί να τα δει κανείς μόνο εντός αυτού του πλαισίου, όντας συνδεδεμένος. Οι όροι που συνήθως χρησιμοποιούνται για τον ορισμό αυτής της μορφής έκφρασης είναι οι net.art και web art, που εμφανίστηκαν τη δεκαετία του ’90, και οι net based art και social media art των τελευταίων ετών. Δεν πρόκειται όμως για όρους “κλειστούς”, που διαμορφώνονται από κάποιο σύστημα της τέχνης. Είναι όροι που επινοούνται, προσαρμόζονται ή και παραμερίζονται από τους ίδιους τους δημιουργούς, οι οποίοι μπορεί να μην είναι “καλλιτέχνες” αλλά προγραμματιστές, θεωρητικοί και web designers. Το έργο τους το διακρίνει η πρόκληση και η κριτική διάθεση, που καταλήγουν στη μεταστροφή των δεδομένων των ψηφιακών δικτύων και την αποκάλυψη των μηχανισμών τους. Προτιμούν να μη χαρακτηρίζονται ως καλλιτέχνες και το έργο τους να μη διαχωρίζεται από τη δράση χρηστών ή ακτιβιστών του διαδικτύου.

Επομένως, για να επανέλθω, μήπως τα όρια που διαχωρίζουν τη δεξιοτεχνία του καλλιτέχνη από εκείνη του χρήστη γίνονται όλο και θολότερα; Μήπως η έννοια της δημιουργικότητας συμπεριλαμβάνει την τέχνη και παραμένει ανοιχτή στα νέα δεδομένα της εποχής;».

Ι.Λ.: «H δημιουργικότητα ξεφεύγει από το άτομο και η ιδέα γίνεται μέρος ενός συνόλου, συχνά και ως δομικό στοιχείο πρακτικά ή μεταφορικά. Πείτε μας λίγα λόγια για την ηλεκτρονική διάχυση και πώς αυτή επηρεάζει τις έννοιες τοπογραφία και δημιουργικότητα».

Δ.Δ.: «Η ανάδυση της δημιουργικότητας για την οποία συζητάμε έχει να κάνει με τις δομές των δικτύων που χαρακτηρίζουν την εποχή μας. Περνώντας από την τοπογραφία, που σχετίζεται με την αποτύπωση των σημείων στο φυσικό χώρο, στην τοπολογία, που αναφέρεται στη φυσική διάταξη των συνδέσεων στο χώρο των ροών, οι δυνατότητες διάχυσης, φυσικά, άλλαξαν. Όλοι όσοι συμμετέχουμε στα σημερινά δίκτυα αποτελούμε κόμβους και οι σχέσεις που αναπτύσσουμε είναι οι σύνδεσμοι των εκάστοτε δικτύων. Η διακίνηση των ιδεών μας και της δημιουργικότητάς μας εξαρτάται από την ισχύ του δικτύου μας. Πόσους φίλους έχουμε; Πόσες διασυνδέσεις; Πόσοι μας ακολουθούν; Στο Facebook, στο Twitter ή στο  YouTube οι ιδέες, όπως και τα νέα, διαχέονται κάπως σαν τους ιούς. Ελεύθερα και ταχύτατα. Το ερώτημα όμως είναι ποιος επωφελείται από την ελεύθερη αυτή διακίνηση! Οι χρήστες ή μήπως τα ίδια τα δίκτυα; Οι τοπολογίες των δικτύων που χρησιμοποιούμε είναι συγκεντρωτικές, καθώς τα δεδομένα που διακινούμε καταλήγουν στους serverς (διαχειριστές) τους και άρα μπορούν να αξιοποιηθούν από τρίτους. Πώς μπορεί να αποφευχθεί αυτό; Η απάντηση ενδεχομένως να βρίσκεται στην τοπολογία των κατανεμημένων δικτύων τύπου Diaspora. Εκεί ο κάθε χρήστης ως κόμβος μπορεί και διατηρεί τα δεδομένα του τοπικά, η εκμετάλλευση των δεδομένων να μην είναι εφικτή. Τι μας εμποδίζει; Η ίδια η διάχυση, η οποία είναι πολύ μικρότερη στα δίκτυα αυτά, γιατί έχουμε πολύ λιγότερες διασυνδέσεις, καθώς πολύ λιγότεροι φίλοι μας μετέχουν σε αυτά. Θα μπορούσε αυτό να αλλάξει; Λογικά, ναι. Αλλά έγκειται στην αλλαγή του τρόπου σκέψης και στη συνειδητοποίησή μας. Οι ιδέες που διακινούνται και ο πλούτος που διαμορφώνεται εξαρτώνται από εμάς. Αυτά ισχυροποιούν και τα δίκτυα».

Ι.Λ.: «Μας δείξατε και εσείς και ο κύριος Νίκος Αναστασόπουλος πολύ ωραίες προσπάθειες δημιουργικού πειραματισμού. Στο πλαίσιο της οικονομικής κρίσης με παρέπεμψαν τα παραδείγματα στο μεσοπόλεμο, πριν και μετά το κραχ του ’29, στον πειραματισμό του Bauhaus και σε όλη την αβάν γκαρντ της εποχής. Πιστεύετε ότι διαδικτυακά και με σύγχρονους όρους θα μπορούσε να ισχύει κάτι ανάλογο;».

Δ.Δ.: «Δεν ξέρω αν μπορούμε να τα συγκρίνουμε. Σίγουρα όμως μπορούμε να πούμε ότι τα εκάστοτε δεδομένα της εποχής διαμορφώνουν και αντίστοιχες ανάγκες πειραματισμού, έκφρασης και αντίστασης. Σήμερα βρισκόμαστε αντιμέτωποι με διαφορετικές μορφές εγκλεισμού του λεγόμενου κοινού πλούτου, των κοινών αγαθών. Τα αγαθά αυτά μπορεί να είναι δημόσια, πολιτισμικά, φυσικά ή και ψηφιακά. Ο Νίκος Αναστασόπουλος μίλησε για αυτά αναφερόμενος στη δράση του και στη δράση πολλών συλλογικοτήτων της Αθήνας. Σε εποχές κρίσης, όπως αυτή που διανύουμε, η στροφή προς τα κοινά αγαθά, η στροφή δηλαδή σε αυτά που μαζί παράγουμε και μοιραζόμαστε, έχει ιδιαίτερη σημασία. Το διαδίκτυο παίζει σημαντικό ρόλο, όχι μόνο για τον ψηφιακό κοινό πλούτο, που γίνεται αντικείμενο διακύβευσης, αλλά και γιατί αποτελεί το ισχυρότερο μέσο ενημέρωσης και κινητοποίησης για την καθημερινότητα. Εδώ βλέπω εγώ προσωπικά κάποια νέα στοιχεία να αναδύονται στο χώρο της δημιουργίας. Μπορούν οι νέοι αυτοί δημιουργοί ή χρήστες να προσφέρουν νέα εργαλεία προς κοινή χρήση; Εργαλεία κατανόησης, συνειδητοποίησης, επανα-οικειοποίησης του κοινού πλούτου; Εργαλεία, γνώσεις και τρόπους οργάνωσης που θα αναπτυχθούν περαιτέρω και θα προσφέρουν λύσεις στα προβλήματα του σύγχρονου πλήθους; Τα εναλλακτικά ψηφιακά δίκτυα, οι ανταλλακτικές αγορές, τα αυτο-οργανωμένα πάρκα και η ομότιμη παραγωγή είναι σύγχρονα παραδείγματα που προκύπτουν από την επινοητικότητα, τη δημιουργικότητα και τη διάθεση για συνεργασία».

Ι.Λ.: «Αναφέρθηκε ότι η ηλεκτρονική δικτύωση υποστηρίζει την έκφραση ιδεών και τοποθετήσεων, την ανάγκη επικοινωνίας και τη δημιουργικότητα. Μπορεί να αποτελέσει εναλλακτική λύση στον περιορισμό που επιβάλλουν οι πιο παραδοσιακές φόρμες διαφήμισης του έργου κάποιου, κοινωνικοποίησης και προβολής του; Ίσως αυτό ως ένα βαθμό να συνιστά μόνο του ένα μέσο αντίστασης, εφόσον καταργούνται οι ενδιάμεσοι. Έτσι και οι δημιουργοί ως άτομα ή ομάδες να μπορούν να διαχειρίζονται μόνοι τα έργα τους».

Δ.Δ.: «Εναλλακτική λύση μπορεί να αποτελέσει. Κάποιες φορές, όμως, μπορεί η ηλεκτρονική δικτύωση να προκαλέσει και σύγχυση. Ο εκδημοκρατισμός του μέσου φέρνει διαφορετικά ζητήματα στην επιφάνεια. Πώς κρίνεται μία ιδέα ή και ένα έργο που διακινείται στο διαδίκτυο σήμερα; Κυρίως από τον αριθμό των shares, των likes και των comments που θα συγκεντρώσει. Σίγουρα σε σχέση με τους περιορισμούς του παρελθόντος του εκάστοτε συστήματος προώθησης ή αγοράς οι δημιουργοί νιώθουν αρκετά πιο αυτόνομοι και ελεύθεροι να διαχειριστούν τα έργα τους. Ταυτόχρονα, όμως, πρέπει να αναλογιστούμε την ταχύτητα με την οποία διαβάζουμε  κείμενα ή βλέπουμε βίντεο και φωτογραφίες στο web. Κρίνουμε με μία ματιά και στρεφόμαστε προς ό,τι ήδη φαίνεται να είναι αρεστό στους φίλους μας. Και ταυτόχρονα, όταν βρισκόμαστε στην άλλη μεριά, γνωρίζουμε καλά πώς να τραβήξουμε το ενδιαφέρον. Η οικονομία “της προσοχής”, που βρήκε το πιο πρόσφορο έδαφος στο κοινωνικό διαδίκτυο, παράγει αξία και η αξία που παράγεται για μας μπορεί να ’ναι σχετική –το έργο μας γίνεται γνωστό και δημοφιλές, έστω και προσωρινά–, για τα ίδια τα δίκτυα όμως μεταφράζεται σε κεφαλαιακή αξία. Τα likes μας κάνουν το Facebook πλουσιότερο. Άρα από την αγορά δε φαίνεται να ξεφεύγουμε τόσο εύκολα. Τα ψηφιακά κοινωνικά δίκτυα είναι οι νέοι ενδιάμεσοι. Δε γλιτώσαμε από αυτούς».

Ι.Λ.: «Το πνεύμα, η δημιουργικότητα και η προσέγγιση της πρωτοτυπίας στην Ελλάδα κυνηγήθηκαν και ίσως να εκτιμήθηκαν υπό προϋποθέσεις αρκεί να μην τάραζαν τα νερά ή ήταν αποδεκτά από συγκεκριμένες προσωπικότητες που εξυπηρετούσαν ή όχι συγκεκριμένα συμφέροντα. Τα εργαλεία της νέας τεχνολογίας και της ηλεκτρονικής δικτύωσης ανοίγουν νέους ορίζοντες σε αυτούς τους περιορισμούς;».

Δ.Δ.: «Νομίζω ότι, αν υπάρχει ένα σοβαρό ζήτημα στην ελληνική νοοτροπία, αυτό είναι η δυσκολία μας να συνεργαστούμε, να διαμορφώσουμε δίκτυα, να μοιραστούμε τις απόψεις μας, κάνοντας, όταν χρειάζεται, παραχωρήσεις. Είμαστε αρκετά εγωκεντρικοί, δεν αφήνουμε πολύ χώρο. Για το λόγο αυτό, κυρίως, και όχι γιατί, π.χ., είμαστε συντηρητικοί ή τεχνοφοβικοί, μορφές δημιουργίας που βασίζονται στην τεχνολογία άργησαν να αναπτυχθούν, καθώς χρειάζονται ένα δίκτυο ατόμων για τη διαμόρφωση αλλά και υποστήριξή τους. Δεν είναι τυχαίο ότι υπήρξαν πρωτοποριακές πρωτοβουλίες και καινοτόμες προσπάθειες στο παρελθόν που όμως πνίγηκαν στην πορεία. Να θυμηθούμε εδώ τα φεστιβάλ τέχνης και τεχνολογίας των αρχών της προηγούμενης δεκαετίας, όταν τα πράγματα στο χώρο ήταν πολύ πιο φρέσκα. Δεν επιβίωσαν. Δε βρήκαν την οικονομική υποστήριξη που απαιτούνταν για αυτά. Αλλά δε βρήκαν όμως και υποστήριξη από τον κόσμο του πολιτισμού. Δε γεννήθηκαν νέες συνεργασίες μέσα από αυτά, νέα δίκτυα. Αν αυτό είχε γίνει, ίσως και να είχαν διασωθεί. Ίσως να ’χαν βρεθεί εναλλακτικές. Οπότε στο ερώτημά σου είμαι επιφυλακτική. Δε νομίζω τα εργαλεία της νέας τεχνολογίας ότι μπορούν να αλλάξουν αποφασιστικά την ίδια τη νοοτροπία μας. Μήπως απλώς αναπαραγάγουμε τον προϋπάρχοντα τρόπο σκέψης μας, την ανταγωνιστικότητα, την επιφυλακτικότητα και τα στερεότυπά μας στον ψηφιακό κόσμο;».

Ι.Λ.: «Κατά πόσο όμως μπορεί να υπάρξει εγγύηση της ποιότητας και ότι τελικά η δημιουργικότητα όχι μόνο θα είναι χρήσιμη για το σύνολο, αλλά και για τους δημιουργούς; Πώς δηλαδή μπορεί να εξασφαλίσει η δημιουργικότητα σε διάφορες μορφές, και όχι μόνο ως ηλεκτρονικός σχεδιασμός, πραγματικούς όρους διαβίωσης, χωρίς να αποτελεί αποκλειστικά ένα άυλο πνευματικό αγαθό;».

Δ.Δ.: «Εννοείς πώς οι δημιουργοί θα μπορούσαν να έχουν και κάποιο κέρδος από το έργο τους; Η απάντηση δεν είναι εύκολη. Η διαδικτυακή τέχνη εξαρχής είχε ένα χαρακτήρα ενάντιο στην αγορά και τους θεσμούς. Οι περισσότεροι δημιουργοί δε διαμόρφωναν έργα για να πωληθούν. Εξάλλου τα ερωτήματα ήταν αναπόφευκτα. Τι να αγοράσουν ο θεσμός ή ο συλλέκτης; Αφού το έργο είναι από τη φύση του κοινό, διαθέσιμο σε οποιονδήποτε. Αυτή είναι και η ισχύς του. Τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότεροι δημιουργοί στρέφονται στη λύση του crowdfunding (χορηγία κοινού) για τα έργα τους, χωρίς όμως να μπορεί εύκολα να μιλήσει κανείς περί διαβίωσης. Μάλλον πρόκειται απλώς για κάλυψη κάποιων εξόδων παραγωγής. Αν θέλεις να μιλήσουμε πρακτικά, τότε πρέπει να πούμε ότι οι περισσότεροι δημιουργοί μέσω εργαστηρίων, μαθημάτων και διαλέξεων σχετικών με το έργο τους μπορούν και έχουν κάποια έσοδα. Και αυτή η πλευρά είναι σημαντική, καθώς η φύσει συγκινησιακή εργασία των δημιουργών μπορεί να βοηθήσει την κοινωνικοποίηση της γνώσης και να ενθαρρύνει αλλαγές είτε στον ψηφιακό είτε στον πραγματικό χώρο».

Ι.Λ.: «Η έκφραση, η επικοινωνία, το μήνυμα και η αισθητική, στοιχεία αναγνωρίσιμα στο διαδίκτυο, αποτελούν ζητούμενα σε όλα τα είδη τέχνης. Στο μέλλον η έννοια της τέχνης μπορεί να επαναπροσδιοριστεί μέσα από το διαδίκτυο σε νέες βάσεις; Θα μπορούσαν, δηλαδή, κάποια ηλεκτρονικά προϊόντα να θεωρηθούν τέχνη; Με την έννοια ότι και ο κινηματογράφος, για π.χ., πριν αναγνωριστεί ως 7η τέχνη μπορεί να θεωρούνταν ένας τεχνικού ή τεχνολογικού τύπου πειραματισμός».

Δ.Δ.: «Τι ωραία που θα ’ναι αν σταματήσουμε να αναζητούμε την “τέχνη” και να δούμε πέρα από αυτή. Να πάψουμε να ρωτάμε τι ορίζεται ως τέχνη, να αναζητάμε την αισθητική αξία και να φοβόμαστε μήπως περιλάβαμε κάτι που δεν έπρεπε. Στον ψηφιακό χώρο τα πράγματα είναι ήδη συγκεχυμένα. Ο κώδικας είναι τέχνη; Το λογισμικό είναι τέχνη; Οι εφαρμογές στους browsers; Τα Apps στα κινητά; Πότε είναι και πότε δεν είναι; Το πεδίο μοιάζει αχανές. Μήπως, αντί να αναζητήσουμε νέες κατηγορίες, να αναρωτηθούμε απλώς πότε κάτι εγείρει ερωτήματα; Πότε μας κάνει να σκεφτούμε διαφορετικά; Και αν δεν είναι και τέχνη, ε, δεν πειράζει...».

    Ο ορίζοντας παραμένει ανοιχτός, εφόσον πολλά δεδομένα μένουν να εξεταστούν, να επανεξεταστούν και να ανακαλυφθούν ή να επινοηθούν ακόμα. Η δημιουργικότητα, που μπορεί σε κάποιες μορφές να γίνεται και τέχνη, με συμβατική ή πιο ελεύθερη έννοια, είναι συνυφασμένη με την ανθρώπινη δραστηριότητα από τη γένεσή της. Κάποτε, δηλαδή, το τομάρι του ζώου κάλυπτε τη γύμνια και προστάτευε από το κρύο, σήμερα η υψηλή ραπτική δε στοχεύει αποκλειστικά στις ανάγκες του καθημερινού ντυσίματος. Αν υποθέσουμε ότι στην κλίμακα του 10 το 10 αποτελεί ένα πολύ προχωρημένο στάδιο εξέλιξης του ηλεκτρονικού μέσου, ποιος μπορεί με βεβαιότητα να προσδιορίσει το πού βρισκόμαστε τώρα! Έτσι κι αλλιώς οι ρυθμοί εξέλιξης της τεχνολογίας και οι ρυθμοί εισβολής της στη ζωή του σύγχρονου ανθρώπου ξεπερνούν το φυσικό ρυθμό αφομοίωσης των ερεθισμάτων. Ο άνθρωπος, βέβαια, διαθέτει τη δεξιότητα της προσαρμογής για λόγους επιβίωσης. Η διευκρίνιση σε σχέση με την αλλαγή νοοτροπίας, προκειμένου να λειτουργήσει πιο αποτελεσματικά η συνύπαρξή μας με το ηλεκτρονικό μέσο. Γιατί, όσο κι αν προσφέρει το τελευταίο δυνατότητες, η διαφορά ταχυτήτων αυξάνει τις αποστάσεις και μπορεί να καταλήξει σκόπελος στο συντονισμό μας μαζί του. Το σε ποια ταχύτατα, με ποια αποτελέσματα, ίσως και συνέπειες, θα πραγματοποιηθούν όλα αυτά μένει να διαπιστωθεί…

Ιουλία Λυμπεροπούλου για CityMag.



0 Comments

CityMag Interview | Φρικαντέλα

9/5/2012

0 Comments

 


Φρικαντέλα

«Όλα χωρούν, αλλά πρέπει και να δημιουργήσουμε αυτόν το χώρο για τον άνθρωπο δίπλα μας ώστε να μεγαλώσει, να ωριμάσει, για τον ξένο που έρχεται να βρει καλύτερη τύχη, για εμάς τους ίδιους».
Picture















        Όλα ξεκίνησαν την ημέρα που με πήρε ένας καλός φίλος και μου πρότεινε να πάμε να ακούσουμε τους Φρικαντέλα (Freekandela). Συνέβαινε να γνωρίζω ένα από τα παιδιά του γκρουπ ήδη από τα Γιάννενα, το Γιάννη Μπουντέκα, και θυμόμουν ότι έπαιζε κιθάρα, αλλά δεν είχε τύχει ποτέ να τον ακούσω. Η πρώτη πληροφορία, λοιπόν, ήταν ότι θα πηγαίναμε σε μία ταβέρνα όπου θα συνδυαζόταν η ακρόαση με φαγητό. Α, ωραία, είπα στο φίλο μου, να προλάβουμε να τα πούμε κιόλας! Τι να φανταστεί κανείς όταν του μιλούν για μουσική που παίζεται σε ταβέρνα; Χιλιοπαιγμένα κομμάτια με συγκεκριμένο τρόπο και, πολύ συχνά, με κακό ήχο. Θα σου αρέσουν, επέμεινε ο φίλος μου. Μου έλεγε ήδη από καιρό να γνωρίσω τα παιδιά, γιατί ήταν σίγουρος ότι θα καταλάβαινα προς τι τόση επιμονή. Δεν έφερα αντίρρηση, είμαι ούτως ή άλλως ανοιχτή σε ό,τι περιλαμβάνει η λέξη ‒ «έννοια» εμπειρία ή πρόκληση με στόχο την εσωτερική εξέλιξη και την ανακάλυψη μονοπατιών, που υποδεικνύουν νέους ορίζοντες.
          Τελικά, από εκεί που είχα συμβιβαστεί με τη σκέψη της ταβέρνας βρεθήκαμε σε έναν πολύ μικρό εναλλακτικό χώρο ελεύθερης έκφρασης και πειραματισμού, όχι σε μαγαζί, όπου οργανώνονται διάφορα ωραία πράγματα, όπως θεατρικά, yoga, μικρές συναυλίες. Λιτός, απέριττος ο χώρος, με σχεδόν αυτοσχέδια καθίσματα φτιαγμένα από λευκό αφρολέξ σε σχήμα πάγκου. Το ενδιαφέρον είναι ότι εν καιρώ κρίσης το εισιτήριο περιορίζεται σε ένα συμβολικό ποσό για το κρασί και σε ό,τι ο καθένας αποχωρώντας προαιρείται να δώσει για τη συντήρηση του χώρου. Που σημαίνει ότι, αν κανείς βρεθεί εκεί, αξίζει τον κόπο να αφήσει ένα δύο ευρώ, ώστε να μπορούν άνθρωποι σαν τους Φρικαντέλα να παρουσιάζουν τη δουλειά τους!
          Στο Zp87 στα Εξάρχεια , λοιπόν, πήγαμε νωρίς και πιάσαμε πρώτο πάγκο σκηνή. Στην αρχή, έλεγες, δε θα μαζευτεί κόσμος, θα είμαστε άνετα. Σιγά σιγά, όμως, ο κόσμος σε δυάδες και παρέες ολοένα συνωστιζόταν, μέχρι που οι πιο πολλοί ήταν πλέον όρθιοι. Άρχισα να σκέφτομαι ότι τα παιδιά πρέπει να είχαν φίλους και κοινό που τους ακολουθούσαν πιστά ακόμα και υπό συνθήκες όχι ιδιαίτερα «ευχάριστες» για ένα μέσο Έλληνα ακροατή. Ο τελευταίος επιθυμεί συνήθως την άνεσή του, το τσιγάρο του και έχει συνδυάσει την ησυχία με σχολείο, εκκλησία ή θέατρο και τη μουσική με ταβέρνα ή θορυβώδη συναυλία σε μαγαζί ή ανοιχτό χώρο. Αυτό αποτέλεσε ένα πρώτο στοιχείο που ενέτεινε ακόμα πιο πολύ την περιέργειά μου για το τι οσονούπω θα άκουγα. Η στιγμή της αποκάλυψης δεν άργησε…
          Τα παιδιά πήραν θέσεις, τα όργανα κουρδίστηκαν, τα φώτα χαμήλωσαν, η πρώτη στιχομυθία για το καλωσόρισμα του κοινού με παιχνιδιάρικο ύφος ως μέρος του σόου και της επικοινωνιακής διάθεσης, που θα έπρεπε να έχει ο επί σκηνής καλλιτέχνης, συντελέστηκε και… οι πρώτες νότες διαχύθηκαν δονώντας το μικρό χώρο, που απέκτησε μεμιάς έναν αέρα μυσταγωγικό. Οι υπόλοιποι γνώριζαν, εγώ μούδιασα ολόκληρη. Καθηλώθηκα ν’ ακούω μαγεμένη τις μελωδίες και το ένα τραγούδι μετά το άλλο κατέκτησαν μία θέση στο σεντούκι των πολύτιμων εμπειριών μου. Κάποια από τα τραγούδια ήταν γνωστά, αλλά πολύ δημιουργικά «πειραγμένα» γίνονταν καινούρια τραγούδια ιδωμένα από νέα οπτική. Ελληνικά παραδοσιακά, μία μελωδική ταραντέλα, Γιάννης Αγγελάκας, Νίκος Κυπουργός, αισθαντικά τραγούδια που είχε γράψει ο Γιάννης Μπουντέκας εφάμιλλα των άλλων καλλιτεχνικά στο είδος που υπηρετούν ενθουσίαζαν το κοινό, που εξίσου συνεπαρμένο παρακολουθούσε.
        Αυτό ήταν, ερωτεύτηκα! Από εδώ και πέρα θα σκέφτομαι Φρικαντέλα και θα ανατριχιάζω, από ευχαρίστηση και με προσμονή για την επόμενη συνάντηση. Ευτυχώς έγινε σύντομα, εφόσον βρεθήκαμε ξανά όλοι μαζί στο σπίτι της Χρυσούλας για τη συνέντευξη. Δεν έχασα ευκαιρία, εννοείται! Εκεί γνωριστήκαμε καλύτερα με τα παιδιά μέσα από μία χορταστική συζήτηση.

Picture
Ιουλία Λυμπεροπούλου: «Πώς προέκυψε ένα τόσο ιδιαίτερο όνομα; Τι σημαίνει Φρικαντέλα;».

Χρυσούλα Κεχαγιόγλου: «Το όνομα ήταν εύρημα του Γιάννη Μπουντέκα και προέρχεται από ένα ελληνικό παραμύθι του Ευγένιου Τριβιζά με ηρωίδα τη μάγισσα Φρικαντέλα. Αυτή, λοιπόν, μισεί οτιδήποτε καλό, και κυρίως τα Χριστούγεννα. Το αστείο είναι ότι όποια λέξη έχει ως πρώτο συνθετικό το επίθετο καλός, και ως λογοπαίγνιο, βέβαια, το αλλάζει. Έτσι προκύπτουν, για παράδειγμα, τα κακώδια, η Κακαμπάκα, τα Κακάβρυτα κτλ.».

Ι.Λ.: «Το όνομα πώς εκφράζει εσάς; Η ενέργεια που βγάζετε είναι θετική!».

Γιάννης Δεσποτάκης: «Συνδυάζοντας ηχητικά τα αγγλικά με τα ισπανικά, το όνομα μπορεί να σημαίνει διάφορα πράγματα. Free (=ελεύθερος) και candela (=κερί)».

Ι.Λ.: «Κερί που λαμπαδιάζει και άλλοτε σιγοκαίει και άλλοτε πυρακτώνεται».

Γιάννης Μπουντέκας: «Από την πρώτη στιγμή που είδα το όνομα μου έμεινε κατευθείαν στο μυαλό. Γιατί ο τρόπος που παίζουμε εμείς έχει και μία δόση φρίκης».

Ι.Λ.: «Εκεί συνδυάζεται το freak (=φρικάρω, φρικιό) και candela».

Γ.Μ.: «Ναι, επειδή κάνουμε, κυρίως, όχι μόνο, διασκευές ελληνικών κομματιών. Είμαστε καταστροφείς κομματιών, όχι διασκευαστές (γέλια). Ήθελα, επίσης, να έχει ελληνικό στοιχείο το όνομα του γκρουπ. Δεν ήθελα να είναι ξένο».

Ι.Λ.: «Πείτε μου λίγα λόγια για την ιστορία δημιουργίας του γκρουπ».

Χ.Κ.: «Γνωριστήκαμε στα Γιάννενα με το Γιάννη Μπουντέκα ως φοιτητές αλλά και μουσικά. Κάνω την πτυχιακή μου τώρα στο τμήμα λογοθεραπείας! Όταν βρεθήκαμε ξανά στην Αθήνα, θέλαμε πάλι να παίξουμε μαζί. Στην αρχή σκεφτήκαμε να κάνουμε ένα ντουέτο με φωνή και κιθάρα. Τότε γνώρισα το Μιχάλη Καταχανά εκεί που έπαιζα και του είπα επίσης να έρθει».

Γ.Μ.: «Εκείνη την εποχή παίζαμε ευκαιριακά με μαγαζιά, σε ταβέρνες. Κάπως έτσι αρχίσαμε να δένουμε σιγά σιγά».

Χ.Κ.: «Αυτό όμως δεν μπορούσε να συνεχιστεί, γιατί κανείς μας δεν είχε και δεν έχει την τάση να εκτελεί τα κομμάτια έτσι όπως ακριβώς είναι. Ξεκινήσαμε να παίζουμε ως τρίο και μετά ο Μιχάλης συνεργάστηκε κάπου με το Γιάννη Δεσποτάκη, για καλή μας τύχη, και τον έφερε στο συγκρότημα».

Ι.Λ.: «Ως κουαρτέτο ταιριάζετε πάρα πολύ. Ο καθένας βάζει την πινελιά του. Τα διαφορετικά χαρακτηριστικά σας δένουν αρμονικά μεταξύ τους. Συναδελφικά, επίσης, σέβεστε ο ένας τον άλλον και αυτό βγαίνει στη σκηνή. Πείτε μου δύο λόγια ο καθένας για την προσωπική του πορεία. Ας ξεκινήσουμε από το Γιάννη Μπουντέκα».

Γ.Μ.: «Έχω σπουδάσει φυσική στα Γιάννενα. Στη μουσική ήμουν και παραμένω ερασιτέχνης. Είμαι αυτοδίδαχτος κιθαρίστας. Κάποια στιγμή άρχισε να με ενδιαφέρει το να βγάλω δικά μου πράγματα. Αντίθετα, το να αναπαράγω διαρκώς και με τον ίδιο τρόπο κομμάτια άλλων δε με αφορούσε καλλιτεχνικά. Τώρα το κάνουμε με μία προσωπική ματιά. Έπαιζα, λοιπόν, σε μαγαζιά στα Γιάννενα. Μετά γνώρισα τη Χρυσούλα και είπαμε να συνεργαστούμε. Κάναμε διασκευές ξένων κομματιών, που τους δίναμε ακουστικό χαρακτήρα. Παράλληλα, άρχισα να γράφω και δικά μου κομμάτια… Ώσπου καταλήξαμε εδώ. Τώρα υπάρχουν οι Φρικαντέλα. Με τη Χρυσούλα και άλλους τρεις μουσικούς είμαστε σε μία άλλη μπάντα τους blindtrip, όπου γράφουμε εμείς τα κομμάτια σε ξένο στίχο. Ο στόχος μου για τους Φρικαντέλα είναι να μη μείνουμε στη διασκευή, να κάνουμε δικά μας πράγματα. Γι’ αυτό είμαι ανοιχτός στη δημιουργία και απέναντι σε όποιον θέλει να δημιουργήσει».

Χ.Κ.: «Είμαι από τη Σύρο. Η μαμά και η γιαγιά μου επίσης τραγουδούν πολύ ωραία. Δεν είχαμε όμως επαγγελματία στην οικογένεια μέχρι που εμφανίστηκα εγώ. Κάναμε πολύ συχνά και ακόμα κάνουμε γλέντια. Γι’ αυτό έχω μία αίσθηση για τη μουσική, η οποία δεν είναι ακριβώς επαγγελματική, όπως είπε πριν και ο Γιάννης, ενώ είμαι επαγγελματίας πολλά χρόνια. Βασικά, μόνο αυτή τη δουλειά έχω κάνει. Δεν έχω κάνει κάτι άλλο. Τη μουσική, όμως, δεν έχει νόημα να τη δεις ως επάγγελμα. Πρώτον, γιατί δεν αποφέρει κέρδος πλέον ως επάγγελμα, αλλά κυρίως γιατί την περιορίζεις πάρα πολύ. Δηλαδή η φράση “παίζω μουσική”, όπως λέει ένας φίλος στη Σύρο, δεν είναι καθόλου τυχαία. Η μουσική είναι ένα παιχνίδι. Το νόημα κρύβεται στο να ανακαλύψεις τον εαυτό σου και να τον βγάλεις προς τα έξω με κάποιον τρόπο. Η επιτυχία των Φρικαντέλα νομίζω ότι οφείλεται σε αυτό, ότι, ενώ ο καθένας μας μουσικά προέρχεται από άλλο πλανήτη, υπάρχει μία κοινή αισθητική. Μας βοηθούν οι πολλές πρόβες και η κοινή συνισταμένη στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τα κομμάτια. Δισκογραφικά επιπλέον έχω συμμετάσχει σε διάφορες δουλειές. Εκτός από τους blindtrip, που ανέφερε ο Γιάννης, είμαι και στους Ιέρνις. Εκεί παίζουμε κέλτικα, σκοτσέζικα, φλαμανδικά, ιρλανδικά, διάφορα. Μου αρέσουν πολύ τα παραδοσιακά τραγούδια των χωρών. Στα Γιάννενα το ανακάλυψα αυτό, γιατί γράφτηκα σε ένα χορευτικό. Και, ενώ πριν δεν τραγουδούσα παραδοσιακά, τα θεωρούσα δύσκολα, τώρα μου αρέσει πολύ. Βάζουμε στοιχεία και στο γκρουπ από παραδοσιακές αρμονίες. Οι Φρικαντέλα είναι το πάθος μου. Αυτή τη στιγμή είναι η κυρίαρχη και πιο δημιουργική ασχολία μου στη μουσική».

Γ.Δ.: «Θα αρχίσω από την αρχή, από κτίσεως κόσμου, που λένε (γέλια). Όταν ήμουν πέντε χρονών, βρήκα στην κουζίνα chop sticks για κινέζικο και χρησιμοποιώντας κάτι βολικές καρέκλες με ξύλινα στοιχεία και πετσί ανακάλυψα αυτόματα τις μπαγκέτες και το ρυθμικό χτύπημα. Στα οχτώ μου χρόνια ξεκίνησα να παίζω πιάνο. Στα δέκα μου είχα μία καθηγήτρια που φιλοδοξούσε να με εξοικειώσει με το πολύ αυστηρό, κλασικό ρεπερτόριο. Ήταν και η ίδια πολύ αυστηρή. Χειροδικούσε σε κάθε λάθος. Ένα μάθημα κάναμε, κλείστηκα στο μπάνιο και δεν έβγαινα, αν δεν έφευγε πρώτα εκείνη από το σπίτι. Ευτυχώς, δεν ξανάρθε. Μετά έκανα τέσσερα χρόνια κιθάρα με ένα δάσκαλο-μαλλιά, που τον βρήκα σε μία βιτρίνα να παίζει και με εντυπωσίασε.  Ήταν ο πρώτος μου δάσκαλος, με έβαλε στο κλίμα. Μου έμαθε τα πάντα. Ήταν ένας από τους δασκάλους με τον οποίο δεθήκαμε πολύ. Και, παρότι δε γέμιζε σε πολλούς το μάτι ως αυτοδίδακτος ‒γιατί επικρατεί ένα κλίμα ακαδημαϊσμού‒, υπήρξε πολύ γενναιόδωρος μαζί μου. Τα τελευταία δώδεκα χρόνια γνώρισα την ινδική μουσική. Είχα την τύχη να δεχτώ μαθήματα από έναν Ινδό δάσκαλο σε παραδοσιακά κρουστά ινδικά τάβλας, στο Πακιστάν επίσης και στο Βερολίνο, όταν έζησα εκεί. Για να γυρίσω πίσω, καθώς, λοιπόν, έπαιζα στους καναπέδες όταν οι υπόλοιποι έπαιζαν play station, συνέβη να γνωρίσω έναν ντράμερ. Ενδέχεται να είναι από τους κορυφαίους ντράμερ πανελλαδικά, ίσως και παγκοσμίως, ο Κώστας Αναστασιάδης. Γνωριζόμαστε γύρω στα δέκα χρόνια. Τυπικά δεν έχουμε κάνει μάθημα, αλλά μόνη της η γνωριμία και η συναναστροφή μαζί του είναι ένα μάθημα. Έχει αναλύσει τη ρυθμολογία σε βαθμό “κακουργήματος”. Στη συνέχεια σπούδασα δύο χρόνια ηχοληψία. Μετά πήγα στην Ολλανδία το διάστημα 2003-2005. Στο Άμστερνταμ αποφάσισα να αφήσω το bachelor, που είχα ξεκινήσει στην ηχοληψία, συνειδητοποιώντας ότι είχα πάει εκεί για να παίξω μουσική. Έπαιζα στο δρόμο, γνώρισα πάρα πολλούς μουσικούς. Επέστρεψα, έκανα τρία χρόνια εντατικά μαθήματα με το Νίκο Καπιλίδη και μετά μετακόμισα στο Βερολίνο. Συνέχισα να παίζω στο δρόμο. Γνώρισα κι άλλους μουσικούς, ανθρώπους ανοιχτούς απέναντι σε οτιδήποτε, στη ζωή, στη σκηνή, στο μυαλό και στο παίξιμο. Με βάλανε σε άλλον κόσμο, τελείως διαφορετικό. Έγινε αυτό το παιχνίδι, που έλεγε και η Χρυσούλα πριν, το οποίο, παρ’ όλους τους κινδύνους, είναι καταπληκτικό. Είναι μία παιδική χαρά γενναιότητας. Συνεργάστηκα με διάφορους μουσικούς. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια με τον Παναγιώτη Αθανασόπουλο. Φτιάξαμε στο Βερολίνο ένα σχήμα τους Masterz Of The Stringz με παραλλαγές στο χρόνο. Είμαστε πλέον δώδεκα μουσικοί. Τα τελευταία τρία χρόνια προέκυψε επίσης μία συνεργασία με τη Σαβίνα Γιαννάτου, με την οποία γνωριστήκαμε στο μουσικό χωριό. Το 2010 συνάντησα το Μιχάλη Καταχανά, κάναμε μαζί το πρώτο live, γνώρισα τη Χρυσούλα και τώρα είμαστε στους νυν Φρικαντέλα».

Picture
Μιχάλης Καταχανάς: «Τέλειωσα πρώτα το μουσικό Γυμνάσιο, μετά το Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Ιουνίου Πανεπιστημίου στην Κέρκυρα. Παίζω βιολί και βιόλα. Πήγα Αμερική, έκανα μάστερ στη Βοστόνη δύο χρόνια στο τμήμα σύγχρονου αυτοσχεδιασμού. Και εδώ και δύο χρόνια επέστρεψα στην Ελλάδα».

Ι.Λ.: «Όντας ο πιο σπουδασμένος μουσικά, ποια είναι η προσδοκία σου μετά την επιστροφή σου;».

Μ.Κ.: «Τώρα με ενδιαφέρει να μπορώ να δουλεύω με αξιοπρέπεια, να μπορώ να παράγω. Θα ήθελα να μη χρειάζεται να ασχολούμαι με το μάνατζμεντ του σχήματος. Να πρέπει, δηλαδή, να στέλνω e-mail στους φίλους μου, για να έρθουν να με δουν. Θα ήθελα, επίσης, να υπήρχε ένας οργανισμός που να μπορεί να προωθήσει το προϊόν που εμείς παράγουμε και στο εξωτερικό. Η μουσική ανήκει παντού. Δεν έχει τοπικιστικά ή τοπικά σύνορα. Θα ήθελα να γίνονται πιο σωστά κάποια πράγματα, η δουλειά. Ο καθένας να βρίσκεται στο πόστο του, για να γλιτώναμε την ταλαιπωρία».

Ι.Λ.: «Μίλησέ μας για τον αυτοσχεδιασμό, στον οποίο έχεις εκπαιδευτεί, και για το ρόλο του στους Φρικαντέλα».

Μ.Κ.: «Όταν παίζαμε σε ταβέρνες, βαριόμουν να κάνω συνέχεια το ίδιο πράγμα και άρχισα να αλλάζω λίγο τα κομμάτια. Στη συνέχεια με το Γιάννη Δεσποτάκη, τη βοήθεια των παιδιών και εφόσον μας ενδιαφέρει ο αυτοσχεδιασμός, το να διευρύνουμε, δηλαδή, τα όρια των τραγουδιών, πήρε προσωπικό χαρακτήρα και απέκτησε το γκρουπ δικό του ήχο. Βλέπουμε το υλικό από νέα σκοπιά. Υπάρχει ελλιπής μουσική παιδεία στην Ελλάδα, ξεκινώντας από το σχολείο ακόμα. Το είδα και ως ευκαιρία να διαπαιδαγωγηθεί το κοινό που δεν έχει σχέση με τον αυτοσχεδιασμό μέσα από γνωστά κομμάτια. Να μπει στη φιλοσοφία, επομένως, της παραλλαγής των μουσικών δεδομένων».

Ι.Λ.: «Ότι ένα κομμάτι δεν είναι ένα φασόν που πρέπει πάντα να παίζεται με τον ίδιο τρόπο».

Μ.Κ.: «Ακριβώς. Δυστυχώς, στην Ελλάδα τα τελευταία 40-50 χρόνια στο κυρίως ρεύμα της μουσικής βιομηχανίας τα τραγούδια γράφονται σχεδόν αποκλειστικά με κουπλέ ρεφρέν, και μάλιστα υπάρχει η εμμονή αναπαραγωγής τους με τον ίδιο πανομοιότυπο τρόπο. Ακριβείς επανεκτελέσεις όπως γίνονται στην ηχογράφηση. Έτσι δεν εξελίσσεται μουσικά το αυτί των ακροατών».

Ι.Λ.: «Είναι αυτό που έλεγες για την εκπαίδευση με την ευρύτερη έννοια εδώ».

Μ.Κ.: «Ναι. Δεν εκπαιδεύεται το αυτί στο να ακούσει κάτι διαφορετικό. Αυτό μας το επεσήμανε ο κόσμος. Έρχονταν μόνοι τους και παρατηρούσαν με ευχαρίστηση ότι δεν είχαν ακούσει την ίδια εισαγωγή, για παράδειγμα, σε ένα κομμάτι. Εκεί κατάλαβα ότι είναι δεκτικοί στη νέα φιλοσοφία αντιμετώπισης της μουσικής. Έχει νόημα για το κοινό, εξάλλου, να γνωρίζει το κομμάτι, γιατί έτσι μπορεί να καταλάβει και να εκτιμήσει τις παραλλαγές».

Χ.Κ.: «Είναι εντυπωσιακό το πόσο δεκτικός είναι ο κόσμος. Γιατί υπάρχει μία φιλολογία μεταξύ κάποιων μουσικών και των επιχειρηματιών των μουσικών σκηνών, κυρίως των τελευταίων, ότι ο κόσμος θέλει να ακούσει αυτά που ξέρει, όπως τα ξέρει, γιατί αλλιώς δυσφορεί και δε διασκεδάζει. Δεν πιστεύω ότι ισχύει. Όποιοι ήδη μας ξέρουν, αλλά και νέος κόσμος, εκδηλώνουν πολύ ανοιχτά την ευχαρίστησή τους, ακούγοντας κάτι ήδη γνωστό σαν να είναι καινούριο. Είναι τεράστια η συζήτηση για το τι ζητάει το κοινό και σε καμία περίπτωση δεν το ξέρουν οι εταιρείες. Δεν μπορεί να παίζεις μία ζωή και ως μουσικός τα ίδια τραγούδια με τον ίδιο τρόπο, θεωρώντας μάλιστα ότι ο ακροατής δε θα βαρεθεί. Ο κόσμος, βέβαια, έχει ήδη βαρεθεί πάρα πολύ να ακούει τα ίδια. Επικρατεί μία “φτήνια” στη μουσική. Είχε πει ο Νίκος Κυπουργός ότι είναι αδιανόητο να ακούς μουσική όπου και να πας σαν χαλί. Χρειάζονται κάποιες συνθήκες για να κάνεις ακρόαση, να παρακολουθήσεις κάτι».

Ι.Λ.: «Αυτό αφορά την εκπαίδευση του αυτιού ώστε να εκτιμήσει κάποιος τι ακούει, αλλά και μία ολόκληρη διαμορφωμένη κατάσταση εμπορικού τύπου. Σε ένα Mall, για παράδειγμα, η μουσική συνοδεύει τα ψώνια. Όταν ήρθα να σας παρακολουθήσω στο Zp87, δεν ήξερα τι να περιμένω. Μου είχαν πει για ταβέρνα στην αρχή. Μου άρεσε που τελικά δεν ήταν ταβέρνα, γιατί με το φαγητό και το κρασί δημιουργείται μία άλλου είδους μυσταγωγία στην παρέα και χάνεις το δρώμενο επί σκηνής. Η δουλειά σας χρήζει αμείωτης προσοχής, ακριβώς γιατί δεν πρόκειται για στεγνή αναπαραγωγή, αλλά για ευφάνταστη αναδημιουργία. Παρακολουθήσαμε με αμείωτο ενδιαφέρον, όπως στο θέατρο, στη λυρική, στην όπερα. Διαφορετικά, όταν τρως και πίνεις, ο μουσικός πάλι χαλί γίνεται».

Γ.Δ.: «Γι’ αυτό το λόγο ο Μάνος Χατζιδάκις είχε βάλει στην Ορχήστρα των Χρωμάτων ένα τόσο ακριβό εισιτήριο, ώστε να παρακολουθήσει το κοινό που ήξερε τι πληρώνει να δει. Έλεγε, αν θέλετε να χορέψετε, πηγαίνετε στα μπουζούκια. Ο ίδιος πήγαινε στα μπουζούκια, αλλά εκεί έκαναν κάτι διαφορετικό, ήταν άλλη η λειτουργία που επιτελούσε η μουσική εκεί. Επίσης, μη χειροκροτάτε στο ενδιάμεσο των μερών, αλλά στο τέλος. Εδώ ακούμε. Μετά βέβαια αυτό έγινε πάμε να μας δουν ότι πήγαμε».

Γ.Μ.: «Προσωπικά, δεν περίμενα για το είδος της μουσικής που παίζουμε να μας ακούσουν με τέτοια προσήλωση. Είμαστε τυχεροί που υπάρχει τέτοιο κοινό. Όπου κι αν έχουμε παίξει, έκαναν ακρόαση».

Χ.Κ.: «Αν στον κόσμο παρέχεις τις σωστές συνθήκες, μπορεί να το δεχτεί, ακόμα κι αν η μουσική συνοδεύεται με φαγητό. Στην Ελλάδα είναι πολύ συνυφασμένη η μουσική με το φαγητό γιατί έχει τα πανηγύρια, τα γλέντια. Στα παραδοσιακά πανηγύρια με τη μουσική και τα σουβλάκια είναι μυσταγωγία. Όλοι παρακολουθούν, χορεύουν. Η μουσική δεν είναι ένα ελιτίστικο πράγμα που στέκεται αυτόνομα στο σύμπαν, απλώς είναι καλό να σέβεσαι τις συνθήκες».

        Οι Φρικαντέλα είναι μία ευχάριστη έκπληξη στο χάος της ποικιλίας και της μονοτονίας ίσως που έχουμε συνηθίσει να μας προβάλλουν. Ήταν ανανεωτικό από μόνο του το γεγονός ότι νέοι άνθρωπο δίνουν άλλη διάσταση στα πράγματα αρνούμενοι να παραδοθούν στο όνομα της απογοήτευσης για την επικρατούσα κατάσταση και χαράζουν το δικό τους δρόμο δημιουργικά και καλλιτεχνικά. Οι διαφορετικές ιδιοσυγκρασίες δένουν αρμονικά και το αποτέλεσμα επί σκηνής είναι σαν να παρακολουθεί κανείς ένα ολοκληρωμένο έργο χωρισμένο σε πράξεις και σκηνές. Έτσι προκύπτει μία θεατρικά «μεταφρασμένη», αν θα μπορούσε κανείς να το πει έτσι, μουσική. Αυτό αναπαρίσταται από το διάλογο μεταξύ των οργάνων και των φωνών, που αφηγούνται ιστορίες άλλοτε συμπνέοντας και άλλοτε νοητά και αέρινα διαξιφιζόμενα. Η μουσική τους είναι μόνη της μία αφήγηση που δημιουργεί εικόνες αντιστοιχώντας σε λέξεις, φράσεις, στο δράμα και στο σκώμμα των στίχων.
        Η Χρυσούλα με την υγρή και αισθησιακή φωνή της με δεξιοτεχνική στραυροβελονιά ταξιδεύει τον ακροατή φτιάχνοντας εικόνες στο κέντημα της μελωδίας. Φέρει στη φωνή της όλη την παράδοση της Σύρου και πιο πίσω του μικρασιάτικου «lamento», διακτινίζοντας τον ακροατή σε άλλες εποχές, σε μία θάλασσα στείρα, που καθηλώνει στην αναμονή, ή πλούσια, η οποία προσμένεις να σου αποκαλύψει τον πλούτο της· σε αστικά περιβάλλοντα αναδημιουργημένα από την αρχή με δυσκολία, κόπο και πόνο, αλλά με την προσδοκία μίας καλύτερης ζωής· στη φύση με χρώματα μπλε, πράσινο, χρυσοκίτρινο, με γνώριμες μυρωδιές  πεύκου, θυμαριού, νυχτολούλουδου, γιασεμιού και αύρας θαλασσινής.
        Ο Μιχάλης Καταχανάς είναι ο βιρτουόζος της παρέας. Τραγουδάει και παίζει βιολί. Ο πιο μουσικά εκπαιδευμένος και ειδικευμένος στον αυτοσχεδιασμό αφήνει την εντύπωση ότι ξεχνιέται σε άλλους κόσμος ερωτευμένος με το βιολί του. Μου θύμισε το παραμύθι «Η Μαγική Φλογέρα». Εκεί το ξωτικό υποσχέθηκε να απαλλάξει μία πλούσια πόλη από τα ποντίκια παρασέρνοντάς τα με τη φλογέρα του υπό την προϋπόθεση να μοιράσουν οι κάτοικοι αγαθά στους φτωχούς χωρικούς. Το ξωτικό, λοιπόν, κράτησε την υπόσχεσή του, εκείνοι όμως όχι. Έτσι, την επόμενη φορά που επέστρεψε τους τιμώρησε μαγεύοντας και παίρνοντας μαζί του τα παιδιά τους! Αν πιστέψουμε στα λεγόμενα του Γιάννη Μπουντέκα για τη «φρίκη» των Φρικαντέλα, θα μπορούσε αντίθετα το βιολί του Μιχάλη Καταχανά να ξορκίσει τις αρνητικές σκέψεις και τα συναισθήματα ή να τα μεταμορφώσει σε θετικά. Γιατί, καθώς οι νότες ξεπετάγονται όσο το δοξάρι γλιστράει στις χορδές, πιάνουν το χορό λικνιζόμενες μεθυστικά και ανακινούν στον ακροατή ένα σύνολο μουδιασμένων συναισθημάτων. Ποιος θα μπορούσε τις συνέπειες να γνωρίζει; Ίσως μόνο το μαγικό άγγιγμα του δοξαριού να πύρωνε ή να κατασίγαζε αναλόγως τα μύχια κάθε φορά…
    Ο Γιάννης Δεσποτάκης είναι γεμάτος ιστορίες. Δεν αφηγείται τίποτα στεγνά και διεκπεραιωτικά. Σε μεταφέρει με εικόνες και ζουμερές περιγραφές στις σκηνές του παρελθόντος του. Όπως ισχυρίζεται, πρέπει κανείς να είναι το ίδιο ειλικρινής πάνω και εκτός σκηνής, γιατί το κοινό καταλαβαίνει. Εκείνος, λοιπόν, όσο παιχνιδιάρης είναι όταν αφηγείται ιστορίες, ανάλογα γλαφυρός είναι και επί σκηνής. Ο πολύπλευρος Γιάννης Δεσποτάκης παίζει τύμπανα, κιθάρα, διάφορα κρουστά όργανα, έχει μία βαθιά, ζεστή, ευέλικτη φωνή και είναι πολύ θεατρικός. Αποπνέει κάτι αρχέγονο, σε μία όμως ανάλαφρη χρωματιστή του εκδοχή. Λίγο με τα μακριά μαλλιά του πλεγμένα σε κοτσίδες, λίγο με τη μυστηριακή ατμόσφαιρα που δημιουργείται πάνω από τα τύμπανα, τα οποία χτυπο-χαϊδεύει και κανακεύει σχεδόν σαν να τους μιλά, συνθέτει ένα suigeneris Βίκινγκ, που ταξίδεψε σε εμάς από έναν κοσμικό χρονοδίαυλο. Ευτυχώς βρέθηκε στη δική μας διάσταση και έτσι είχαμε την ευκαιρία να τον γνωρίσουμε!
    Ο Γιάννης Μπουντέκας, τέλος, ο νονός του συγκροτήματος, είναι ο πιο λιγομίλητος και διστακτικός στο να εκδηλωθεί. Συμβαίνει, όμως, οι άνθρωποι που είναι λίγο αμήχανοι στα λόγια να κάνουν πολύ πιο αποτελεσματικά πράξη τα όσα σκέφτονται και αισθάνονται. Ο Γιάννης είναι ο πιο πρακτικά δημιουργικός της παρέας, να το θέσουμε έτσι, καθώς γράφει στίχους και μουσική, παίζει επίσης κιθάρα και τραγουδά. Είναι, θα έλεγα, εκείνος που προσεγγίζει πολύ τρυφερά και απαλά τα αντικείμενα του πόθου του, την κιθάρα και τις λέξεις. Ίσως από εκεί να προκύπτει και η διστακτικότητα. Χρειάζεται το χρόνο του, παρατηρεί, αισθάνεται, δοκιμάζει και μετά αποκαλύπτει σιγά σιγά, σαν λουλούδι που ανοίγει τα πέταλα κάθε πρωί στον ήλιο, τον καμβά των δεξιοτήτων του.

Χ.Κ.: «Ισχύει αυτό που έλεγες. Ο Γιάννης Δεσποτάκης είναι πολύ θεατρικός. Ο Μιχάλης Καταχανάς είναι επίσης εκφραστικός όταν παίζει, κινείται πολύ. Υπάρχει το στοιχείο της έκπληξης, γιατί λειτουργεί σε μεγάλο βαθμό αυτοσχεδιαστικά. Δένουμε. Εγώ, ας πούμε, έχω κάνει μαθήματα φωνητικής, αλλά δεν ξέρω μουσική. Ξεκίνησα σε ένα ωδείο στη Σύρο και ακόμα μαθαίνω νότες. Ο Δεσποτάκης, από την άλλη, έχει όλη αυτή την ποικιλία. Ο Μπουντέκας επίσης ξεκίνησε τώρα μαθήματα κιθάρας, αλλά έχει εκπληκτική αίσθηση ως μουσικός. Ο Μιχάλης είναι μουσικά ο πιο μορφωμένος. Αυτό όλο αποτελεί απάντηση σε όσους λειτουργούν με ένα σνομπισμό, γιατί θεωρούν ότι ξέρουν πάρα πολλά και δεν μπορούν να παίζουν με τον απλό κόσμο. Επίσης σε όσους θεωρούν ότι δε θέλουν να “μολύνουν” το πάθος τους με γνώση. Υπάρχουν αυτά τα δύο στρατόπεδα. Σημασία έχει να βρεις ανθρώπους που επικοινωνείς, ταιριάζεις μουσικά και κινείστε στα ίδια μήκη κύματος».

Picture
Γιάννης Δεσποτάκης: «Ένα βιογραφικό που απαριθμεί μόνο τις σπουδές σου δε λέει κάτι».

Χ.Κ.: «Σημασία έχει να δεις κάποιον τι κάνει τώρα. Να τον δεις να παίζει!».

Γ.Δ.: «Η μουσική στο δρόμο, για παράδειγμα, είναι ένα άλλο σχολείο που σου διδάσκει πολλά. Ο ακαδημαϊσμός συχνά αποδεικνύεται αρκετά στείρος. Τον βλέπεις πολυεπίπεδα αυτό τον περιορισμό. Σαν να στριμώχνεται όλη η μουσική σε 220 χρόνια. Ο Μπαχ από ποιους εμπνεόταν; Από τους παλιότερους».

Ι.Λ.: «Κι αν πιάσεις το νήμα από την αρχή, ξεκινάς με τους ήχους της φύσης».

Γ.Δ.: «Ναι, στον ακαδημαϊσμό ό,τι θεωρείται λίγο βάρβαρο σνομπάρεται. Αλλά αυτοί οι βάρβαροι βρίσκονται σε μία κατάσταση συνειδητότητας σε σχέση με τη φύση και το όργανο που παίζουν και τη σύνδεση μεταξύ των δύο και όλου του περίγυρου».

Ι.Λ.: «Αρμονία είναι σημαντικό να υπάρχει και μεταξύ των μελών του γκρουπ».

Γ.Μ.: «Προσωπικά, θεωρώ τον εαυτό μου πολύ τυχερό, γιατί παίζω με μουσικούς οι οποίοι με αφήνουν να εκφραστώ ελεύθερα. Σε άλλη περίπτωση δε θα είχα μουσικά αυτή την εξέλιξη όπως τη διαπιστώνω στον εαυτό μου».

Χ.Κ.: «Είναι σημαντικό για όλους αυτό, το να βρεθούν σε ένα περιβάλλον μουσικό που να τους δοθεί ο απαιτούμενος χρόνος για να εξελιχθούν. Ο κόσμος δεν περιμένει. Το ζητούμενό τους είναι, όταν σε βλέπουν, να παίζεις καλά. Το καλά είναι σχετικό, βέβαια. Για να γίνει, όμως, κάποιος συγκινητικός μουσικός, ηθοποιός, τραγουδιστής, οτιδήποτε, κρύβεται μία πορεία από πίσω. Υπάρχει μία τάση τώρα να κρίνεται ένας καλλιτέχνης σε μία στιγμή. Αυτό είναι ανεπίτρεπτο. Οφείλεις και ως μουσικός ‒ συνάδελφος να περιμένεις τον άλλο να μεγαλώσει μέσα σε ένα σχήμα. Το πιο ωραίο σε εμάς είναι ότι ο καθένας δύναται να πάρει το χώρο και το χρόνο του και, φυσικά, να τα παραχωρεί και στους άλλους όταν χρειάζεται. Οι ισορροπίες αλλάζουν συνεχώς».

Ι.Λ.: «Αυτή η έλλειψη υπομονής, που καταλήγει στην ισοπέδωση, δε χαρακτηρίζει την εποχή μας; Ζούμε σε μία εποχή όπου η ταχύτητα παίζει πρωτεύοντα ρόλο».

Χ.Κ.: «Βέβαια».

Γ.Δ.: «Η ισοπέδωση δεν είναι κάτι παράλογο, με την έννοια ότι ζούμε σε ένα καπιταλιστικό μοντέλο. Ο καπιταλισμός ενδιαφέρεται για την ανάπτυξη σε συνάρτηση με τον ιδιωτικό τομέα. Το ιδιωτικό αφορά το άτομο, τη μονάδα. Δηλαδή, εκεί που όλοι κάνουν πράγματα μαζί, αποφασίζει κάποιος κάποια στιγμή να μαρκάρει την περιοχή ως δική του και, αν παραβιαστεί το όριο που ο ίδιος θέτει, επέρχεται σύγκρουση».

Χ.Κ.: «Δεν το είχα σκεφτεί έτσι. Στην ουσία, δε γίνεται να σου ανήκει κάτι, γιατί τα πράγματα είναι εδώ για όλους. Το ίδιο ισχύει και στη μουσική. Δεν μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι του ανήκει το 30% της προσπάθειας και στον άλλον το 20% ή το 50%. Πρόκειται για μία συλλογική προσπάθεια και είναι καλό αυτό να το αναδεικνύουμε και σε άλλες πτυχές της ζωής μας».

Ι.Λ.: «Κρατάω αυτό που λέει ο Γιάννης Δ. για το territorium (=επικράτεια). Σε μικρογραφία οι άνθρωποι διατηρούν συνήθως μικρά σχηματικά κουτάκια συνείδησης στο μυαλό, στα οποία τοποθετούν τους άλλους ανάλογα με το ποιοι νομίζουν ότι είναι στις κοινότυπες ανακριτικές ερωτήσεις της πρώτης συνάντησης. Έτσι περιορίζονται όλοι, και ο πομπός και ο δέκτης, σε ένα πλαίσιο, που μπορεί να μην έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα. Από αυτή την άποψη η μουσική και η τέχνη γενικά και ουσιαστικά δεν έχουν σύνορα. Αλλά, αν οι άνθρωποι σκέφτονται με σύνορα, πώς να αντιληφθούν τη νοητική έλλειψη συνόρων στη δημιουργία ή οπουδήποτε αλλού;».

Γ.Δ.: «Εφόσον μιλάμε για αυτοσχεδιασμό, δηλαδή σχεδιάζω στη στιγμή, στο τώρα, γεννιέται και πεθαίνει η δημιουργία συνέχεια. Την επόμενη φορά θα γεννηθεί κάτι καινούριο. Οπότε πώς να είναι δικό σου; Και ένα κομμάτι να γράψεις και να το βγάλεις σε δίσκο, από τη στιγμή που το αφήνεις στην τύχη του ανήκει στον κόσμο».

Ι.Λ.: «Ξεκινάει καινούρια ταξίδια».

Γ.Δ.: «Είναι σαν να θεωρεί ο γονιός ότι μόνο τα δικά του παιδιά είναι δικά του και τα υπόλοιπα ας πάθουν ό,τι να ’ναι».

Ι.Λ.: «Συνήθως έτσι γίνεται. Ας μιλήσουμε λίγο για τις επικρατούσες αντιλήψεις. Έχοντας βρεθεί σε πολλά παραδοσιακά πανηγύρια, και μικρά και μεγάλα, παρατηρώ ότι όσοι δε χορεύουν, παρακολουθούν τι γίνεται με προσοχή. Ενώ σε αστικά περιβάλλοντα και σε μαγαζιά μπορεί να γίνεται χαμός και να μην παρακολουθεί ο κόσμος τα πρώτα μικρά ονόματα που κάνουν support. Είναι και προσβλητικό για όποιον βρίσκεται επί σκηνής. Από την άλλη, αναγκάζεται ο καλλιτέχνης υπό συνθήκες φασαρίας και καπνίλας να παράγει ήχο και να δημιουργήσει».

Χ.Κ.: «Αυτό σε διαλύει και ψυχολογικά και μουσικά. Αν δεν μπορείς να ακούσεις καν τι κάνεις, τι να παράγεις;».

Ι.Λ.: «Ανέφερα το παράδειγμα για να επισημανθεί η υποκρισία που υπάρχει ορισμένες φορές στα αστικά περιβάλλοντα, όπου περιμένεις έναν πιο εκπαιδευμένο ακροατή και τον βρίσκεις τελικά συλλογικά στο πανηγύρι».

Γ.Δ.: «Α, πολύ ωραία. Ήθελα να πω κάτι πάνω σε αυτό. Έχει σημασία να βγαίνεις με ειλικρίνεια πάνω στη σκηνή. Όποιος είσαι εκτός να είσαι και πάνω στη σκηνή και αυτό ο κόσμος το αντιλαμβάνεται. Πολλοί από τους μουσικούς στα πανηγύρια έχουν γεννηθεί και μεγαλώσει σε εκείνο το περιβάλλον. Η μουσική τους δένει αρμονικά με το χώρο στον οποίο ζουν και παίζουν. Η φρασεολογία των κρουστών είναι παρμένη από το χορευτή. Ο performer αυτού του είδους είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με τη μουσική. Παλιά ο ήχος που παρήγε το κρουστό ήταν τρόπος επικοινωνίας των χωριών μεταξύ τους. Έφτανε ο ήχος παραλλαγμένος σε κύματα στο άλλο χωριό και αναπαρήγαν τον ήχο όπως τον άκουγαν, διαφοροποιημένο επομένως από τον πρωτογενή. Και πάει λέγοντας. Αυτά δένονται μεταξύ τους και έτσι τα κατανοεί και ο ακροατής που προέρχεται από εκεί. Είναι κώδικες».

Ι.Λ.: «Άρα ο μουσικός εκεί δεν έχει αποκοπεί από τις ρίζες του. Και τα παιδιά που ζουν ή κατάγονται από χωριά θα πάνε το καλοκαίρι στο πανηγύρι. Ενώ εδώ μαθαίνουν τραγούδια στο σχολείο για την παρέλαση, μετά έρχεται το χάος του ραδιοφώνου ή ακόμα πιο πολύ του διαδικτύου, όπου δεν μπορείς να προσδιορίσεις αυτό που θα ονομάζαμε παράδοση».

Picture
Γιάννης Μπουντέκας: «Βέβαια, δεν είναι όλα τα πανηγύρια το ίδιο ποιοτικά από μουσική άποψη. Η μουσική είναι εμποτισμένη και από ξένα στοιχεία πλέον».

Γ.Δ.: «Έχει σημασία να μπορείς να συνδέσεις το τι κάνεις με το πού το κάνεις. Πού βρίσκεται η παράδοση αν δεν το λάβεις αυτό υπόψιν;».

Ι.Λ.: «Η παράδοση έχει σχήματα, αλλά όχι στεγανά. Και το δημοτικό τραγούδι μέχρι την καταγραφή του, που το αποκρυστάλλωσε ανακόπτοντας την εξέλιξή του, βήμα βήμα ανανεωνόταν και εξελισσόταν προφορικά. Τότε, όμως, δεν είχαν βιαστεί οι ρυθμοί. Σήμερα, λίγο η ταχύτητα λίγο η τεχνολογία βιάζουν το φυσικό ρυθμό, που είναι πολύ πιο αργός. Αυτό που έλεγε η Χρυσούλα πριν για την υπομονή, την αναμονή και την ανάπτυξη. Το να δίνεις χώρο και χρόνο. Αυτό σήμερα δεν υπάρχει πουθενά. Άρα βιάζεται και η όποια εξέλιξη θα μπορούσε να συντελεστεί, αντικατοπτρίζοντας τελικά την εποχή».

Χ.Κ.: «Εκείνο που τουλάχιστον μετράει είναι το να μην είσαι σοβαροφανής. Αν ένας αστός θεωρεί ότι μόνο εκείνος ξέρει και ότι οι άλλοι είναι χωριάτες, είναι σοβαροφανής και χάνει έναν ολόκληρο κόσμο. Αντίστοιχα, αν μένεις στα Ζαγόρια και θεωρείς ότι μόνο το κλαρίνο υπάρχει, πάλι το ίδιο ισχύει. Σέβεσαι, πειραματίζεσαι και δεν ξέρεις πού θα σε πάει. Η πραγματική εξέλιξη βρίσκεται στο ρίσκο. Ακόμα και στον αυτοσχεδιασμό κάποιοι αυτοσχεδιάζουν στείρα. Έχουν μάθει πέντε πράγματα και ξέρεις τι να περιμένεις. Δε σε απελευθερώνουν οι κανόνες, αλλά η βουτιά σε ό,τι δε γνωρίζεις. Το θέμα δεν είναι η επιτυχία ή να είναι ωραίο το άκουσμα, αλλά να πραγματοποιήσεις ένα βήμα παραπέρα».

Γ.Δ.: «Η όλη διεργασία είναι εκείνη που θα σε βγάλει κάπου. Το 50% είναι η δημιουργία και το άλλο 50% η σχέση με το κοινό. Η διεργασία του ψαξίματος μετράει, εκεί δεν υπάρχει η έννοια σωστού και λάθους».

Μ.Κ.: «Για να μεταδώσεις τη μαγεία του αυτοσχεδιασμού χρειάζεται πειθαρχία. Γνωρίζουμε με ακρίβεια το τι κάνομε και μέσα από αυτήν τη γνώση κερδίζεται, κατά τη δική μου άποψη, και η ελευθερία. Τα τελευταία χρόνια και στην Ελλάδα και γενικότερα υπάρχουν νέοι άνθρωποι που κάνουν πολλή δουλειά και επιδιώκουν να δημιουργήσουν κάτι δικό τους, κάτι πρωτότυπο. Πολλά γκρουπ δουλεύουν προς αυτή την κατεύθυνση. Ταλέντο, έμπνευση και ιδέες διαθέτουμε άφθονα. Εκείνο στο οποίο υστερούμε είναι η τεχνική. Η τεχνική ικανότητα του να βάζεις τα πράγματα στη σειρά. Γιατί, για να γίνει η ιδέα πράξη, χρειάζεται τεχνική».

Γ.Δ.: «Αυτή είναι η μαγεία του δικού μας γκρουπ. Βρισκόμαστε διαρκώς σε μία διαδικασία αυτοαναίρεσης και αμφισβήτησης. Συμφωνούμε στο ότι διαφωνούμε».

Ι.Λ.: «Νομίζω ότι επί της ουσίας δε διαφωνείτε! Καταλήγετε από άλλο δρόμο στην ίδια πλατεία. Και οι δύο ‒Μιχάλης Καταχανάς και Γιάννης Δεσποτάκης‒ ξέρετε καλά τι κάνετε, αλλά το αντιμετωπίζετε με άλλο τρόπο. Ο Γιάννης πιο παρορμητικά ίσως, ο Μιχάλης πιο ακαδημαϊκά, αλλά και στους δύο εκείνο που προσφέρει ή με το οποίο έχετε κατακτήσει την ελευθερία του αυτοσχεδιασμού επί σκηνής και το ταξίδι της δημιουργίας είναι οι πολλές πρόβες, η προσπάθεια, η μελέτη. Έπειτα η μελέτη είναι κάτι ευρύτερο: παρατήρηση, αφομοίωση, βίωμα. Το γκρουπ έχει περάσει από διαδικασία ζύμωσης με όλα αυτά και εκ των πραγμάτων με μία καλή χημεία τα χέρια λύνονται. Η τεχνική είναι κάτι κεκτημένο. Δε χειρουργείς εκείνη τη στιγμή τα κομμάτια».

Γ.Δ.: «Με το Μιχάλη ακολουθούμε δύο διαφορετικούς δρόμους. Όταν παίξουμε μαζί, όμως, εννοείται πως θα βρεθούμε μουσικά. Βρισκόμαστε και στην πραγματικότητα άλλωστε. Για να δημιουργήσεις όντας ειλικρινής, για να μη γίνεσαι κάποιος άλλος, σημαίνει ότι και στα δύο είσαι το ίδιο αληθινός, στη ζωή και στην τέχνη. Διαφορετικά, θα ήταν ένα τίποτα».

Χ.Κ.: «Παρουσιάζεις ό,τι μπορείς να κάνεις και πρόκειται για μία μοναδική στιγμή. Γιατί ούτε τον ίδιο κόσμο θα έχεις από κάτω ούτε το ίδιο αποτέλεσμα κάθε φορά. Σε εμάς τουλάχιστον έτσι λειτουργεί».

Γ.Δ.: «Δεν τα αναλώνουμε όλα στην πρόβα. Δουλεύουμε σε ένα 30%-40%, ώστε να υπάρχει περιθώριο εξέλιξής επί σκηνής».

Μ.Κ.: «Να συμπληρώσω κάτι πάνω σε ό,τι έλεγε η Χρυσούλα πριν για το σεβασμό. Κάνουμε ό,τι κάνουμε σεβόμενοι πρώτα τον εαυτό μας και τη δουλειά μας. Τότε σεβόμαστε και το κοινό. Σεβασμός και ειλικρίνεια είναι οι λέξεις-κλειδιά».

Ι.Λ.: «Όλα αυτά βρίσκονται στον αντίποδα της υποκρισίας για την οποία μιλούσαμε νωρίτερα. Ποιες είναι οι συνθήκες εργασίας στους χώρος διασκέδασης και ψυχαγωγίας; Η ερώτηση εμμέσως συνδέεται με την υποκρισία και τις λανθασμένες εντυπώσεις».

Χ.Κ.: «Θα ήταν ωραία να ήταν λίγο πιο εύκολα τα πράγματα. Η δυσκολία είναι ότι, ενώ έχεις κάθε καλή διάθεση να βγάλεις όλη αυτή την ειλικρίνεια και το σεβασμό, αναγκάζεσαι να κάνεις ένα σωρό πράγματα άσχετα με το αντικείμενό σου, προκειμένου να προβληθεί η δουλειά σου τελικά. Το πώς, για παράδειγμα, θα φέρεις τον κόσμο να σε δει. Ή το πώς θα είναι η αφίσα ή το να μιλήσεις με τον υπεύθυνο του χώρου και ο οποίος συχνά σε αντιμετωπίζει περίεργα, γιατί δε σε ξέρει. Όλα γίνονται εύκολα αν είσαι γνωστός και φέρνεις πολύ κόσμο. Αλλά αυτά είναι εξω-μουσικά ζητούμενα. Είναι θλιβερό το να πρέπει να εξηγούμε ότι δική μας δουλειά δεν είναι το να φέρουμε κόσμο στο μαγαζί. Δεν είναι συνυφασμένη αυτή η ιδιότητα με την ιδιότητα του οποιουδήποτε καλλιτέχνη. Και οφείλεται στην λανθασμένη αντίληψη που επικρατεί στην Ελλάδα ότι όσοι θα έπρεπε να φέρνουν τον κόσμο, δηλαδή οι εταιρείες παραγωγής, οι μάνατζερ, οι μαγαζάτορες, δεν κάνουν τη δουλειά τους συνήθως. Όχι απαραίτητα γιατί δε θέλουν, αλλά δεν έχει αποσαφηνιστεί ότι είναι δική τους δουλειά».

Ι.Λ.: «Εδώ μέχρι πρότινος τα μαγαζιά λειτουργούσαν εν πολλοίς και ως αρπαχτές. Τους ενδιέφερε να τα αρπάξουν, όχι να δουλέψουν σωστά».

Γ.Δ.: «Θέλουν να βάζουν πολύ ακριβό εισιτήριο για να πάρουν άμεσα τα λεφτά. Ενώ με μικρότερο εισιτήριο το κέρδος θα είναι πιο μακροπρόθεσμο, αλλά μπορεί να έρθει περισσότερος κόσμος και βοηθάς και το μουσικό με το να παίζει».

Χ.Κ.: «Δεν είναι μόνο χρηματικό το θέμα. Υπάρχει κόσμος που διαθέτει την οπτική του Χατζιδάκι, η οποία παλιότερα υπήρχε και στις μπουάτ, ότι πρέπει να δώσεις ένα αντίτιμο που να σε τσούξει, ώστε να καταλάβεις γιατί πας. Θα ήταν πολύ ωραίο, όμως, να μη χρειάζεται να μας τσούξει τίποτα. Να ξέρω εγώ πηγαίνοντας σε ένα χώρο με ελεύθερη είσοδο τι θα αντιμετωπίσω. Όπως έγινε στο Zp87. Πλήρωναν ένα ευρώ ελάχιστη κατανάλωση για ένα ποτήρι κρασί και ήταν μέσα εκκλησία. Ο κόσμος είχε έρθει σαφώς για να ακούσει. Είναι ανακούφιση ότι υπάρχει τέτοια μερίδα κοινού. Πολλοί έμειναν και όρθιοι».

Ι.Λ.: «Αυτό που λες για την άνεση. Στην ανάλαφρη εκδοχή των μπουζουκιών, όπου πας για να ακούσεις κάποια ονόματα πληρώνοντας αδρά, περιορίζεσαι σε ένα πολύ μικρό χώρο σαρδελοποιημένος σαν μοσχάρι, λειτουργικά οξύμωρη εδώ η παρομοίωση, σε πιέζει ο αγκώνας του διπλανού και δεν μπορείς ούτε για τουαλέτα να σηκωθείς».

Χ.Κ.: «Ναι, πολλά μαγαζιά που είναι μουσικές σκηνές έχουν νοοτροπία “σκυλάδικου” με τη χειρότερη έννοια του όρου. Κάποιος πληρώνει 100 ευρώ, π.χ.,  το μπουκάλι για να δει τρία γνωστά ονόματα. Εκεί, όμως, θα υπάρχουν ορχήστρα, χορευτικά, καλή εξυπηρέτηση. Μακάρι στις μουσικές σκηνές να εξυπηρετούσαν τον κόσμο όπως στα παραδοσιακά μπουζούκια. Από την άλλη, μακάρι στα μπουζούκια να υπήρχε μουσική άποψη, να μην παίζονταν όλα τόσο δυνατά και να μη δινόταν τέτοια προτεραιότητα στην εμφάνιση. Απλώς στα μπουζούκια ξέρεις πού πας και τι κάνεις. Δεν πας να ακούσεις τέχνη ακριβώς. Και ό,τι πληρώνεις, το έχεις, είσαι κάποιος. Πολλές φορές στις μουσικές σκηνές μπαίνεις και σε αντιμετωπίζουν σαν να είσαι ο κανένας. Κάποια γκρουπ είναι στον κόσμο τους, αντιμετωπίζουν τον κόσμο με ύφος ποιοι είναι αυτοί που μας ακούνε και τι ξέρουν! Υπάρχει αυτό στους μουσικούς. Και η παροχή υπηρεσιών δεν ανταποκρίνεται σε ό,τι πληρώνεις. Στη δουλειά μας μετράει η επικοινωνία με το κοινό. Ο μουσικός κάνει μία πρόταση με ό,τι προσφέρει. Δεν είναι να τραγουδήσω Βαμβακάρη όπως ο Βαμβακάρης».

Μ.Κ.: «Ακόμα όμως κι αν είναι αυτό στο πρόγραμμα, πρέπει να υπάρχουν όλα, να υπάρχει το περιθώριο για να φανεί η ποικιλία των χρωμάτων που υφίστανται ούτω ή άλλως στην Ελλάδα».

Ι.Λ.: «Η λαϊκή κουλτούρα αντιπροσωπεύεται δεόντως».

Χ.Κ.: «Και σε ό,τι ονομάζεται, όμως, “ποιοτικό” τραγούδι, με πολλά εισαγωγικά στη λέξη, πάλι είναι πολύ συγκεκριμένοι οι άνθρωποι που προβάλλονται μέσα από συγκεκριμένα κανάλια και όλοι οι άλλοι παλεύουν. Θα ήταν ωραίο να υπάρχουν χώροι και κανάλια όπου να μπορείς να δεις κάτι πιο εναλλακτικό. Υπάρχει κόσμος που θα ήθελε να ακούσει κάτι διαφορετικό, έστω και για να αποφασίσει ότι δεν του αρέσει τελικά. Δεν έχει, όμως, πρόσβαση ή δεν το μαθαίνει ποτέ. Η τηλεόραση έχει 2-3 μουσικές εκπομπές, όπου βλέπεις λίγο πολύ τους ίδιους, με το ίδιο ρεπερτόριο και την ίδια αισθητική».

Γ.Μ.: «Πάνω σε αυτό να πω κάτι. Κάνω μαθήματα φυσικής σε παιδιά Α’ και Β’ Λυκείου. Τους μιλάω για μουσική, βέβαια, εφόσον έχω την τρέλα. Όταν τα ρωτάω, λοιπόν, τι μουσική ακούνε, περιμένω να μου πουν τους πιο γνωστούς, αλλά περιμένω να μου αναφέρουν, π.χ., και το Γιάννη Αγγελάκα. Ε, αυτό δεν υπάρχει. Το πιο μεγάλο ποσοστό δεν ξέρει βασικά πράγματα. Για την ελληνική μουσική κιόλας. Υπάρχουν άνθρωποι που άφησαν ή συνεχίζουν να παράγουν αξιόλογο έργο και δεν τους γνωρίζουν».

Χ.Κ.: «Δημιουργείται και μία λανθασμένη εντύπωση στον κόσμο ότι δε γίνεται τίποτα. Πολλοί, δηλαδή, νομίζουν ή λένε ότι η μουσική τελείωσε το ’70, δε γράφονται τέτοια τραγούδια πια κτλ.».

Ι.Λ.: «Αυτό ισχύει».

Χ.Κ.: «Θέλω να πω ότι, αν δεν είσαι μουσικός, δεν είναι δική σου δουλειά να ανακαλύψεις τι έχει γίνει μετά το ’70. Πρέπει κάποιος που είναι η δουλειά του αυτή να σ’ το δείξει. Και, αν εγώ θέλω να προβάλω τη δουλειά μου, πρέπει να έχω ένα κανάλι, για να φτάσω στον κόσμο».

Μ.Κ.: «Από την άλλη, επιμένω στο θέμα της εκπαίδευσης, θα έπρεπε να εκπαιδεύονται οι άνθρωποι στο να ψάχνονται και όχι να αρκούνται μόνο σε όσα τους δίνονται έτοιμα. Κανείς δε σε μαθαίνει τελικά κάτι μέσω της επίσημης οδού και με μαζικό τρόπο».

Ι.Λ.: «Το να υπάρχει κάποιος που σου υποδεικνύει διαρκώς το μονοπάτι δείχνει ότι έχουμε μάθει στην κηδεμονία. Γιατί να μην ψάχνεις μόνος σου; Ένα σπρώξιμο στην αρχή χρειάζεται».

Μ.Κ.: «Δε σε εκπαιδεύουν να το κάνεις».

Γ.Μ.: «Για πολλούς μουσικούς ισχύει αυτό, το να κάνουν όλη τη δουλειά, όπως κι εμείς. Είμαστε, δηλαδή, μουσικοί, μάνατζερ, ηχολήπτες, ψάχνουμε τον εξοπλισμό, τα κάνουμε όλα. Ό,τι κι αν είναι αυτό που κάνεις, θέατρο, ζωγραφική, επιστήμη, αν το αγαπάς και ασχολείσαι, τρέχεις για τα πάντα. Θα έπρεπε να υπάρχει κάποιος επιμερισμός, να διαχωρίζονται οι ρόλοι. Μεράκι, υλικό και ταλέντο υπάρχουν. Στην Ελλάδα βρίσκεις πολύ καλές μπάντες. Δεν έχουν να ζηλέψουν κάτι από εκείνες του εξωτερικού. Έχουμε απαξιώσει πολύ τους Έλληνες καλλιτέχνες, οι οποίοι μπορούν να βγουν έξω από άποψη ικανοτήτων και μουσικού αποτελέσματος. Α, είναι ελληνική μπάντα, μωρέ! Υπάρχει αυτή η νοοτροπία».

Χ.Κ.: «Για να ξεπεραστεί αυτή η κρίση αξιών, έχει σημασία να αναγνωρίσουμε ότι έχουμε πολύ ισχυρή ταυτότητα. Γιατί, αν ξέρεις ότι έχεις μεγάλη παράδοση και τη γνωρίζεις, μετά δε φοβάσαι τον ξένο».

Ι.Λ.: «Ούτε τον υπερεκτιμάς, όπως σε αυτή την περίπτωση. Δεν κομπλεξάρεσαι δηλαδή».

Χ.Κ.: «Ναι. Και από μία άποψη καλώς ήρθε η κρίση, γιατί κάποια στιγμή έπρεπε όλη αυτή η ανοησία να αποκαλυφθεί. Εμείς ξεκολλήσαμε βίαια από τις ρίζες μας, δεν έγινε σταδιακά και ήπια η μετάβαση στο καταναλωτικό μοντέλο, περάσαμε κατευθείαν από το γάιδαρο στη μερσεντές. Πολλοί λένε διάφορα για την Ελλάδα, ότι είναι το ένα το άλλο, και, στην ουσία, δεν ξέρουν τίποτα για τη χώρα τους. Ντύνονται ξενικά, ακούνε μουσική ούτε καν ξένη, αλλά ελληνική που μοιάζει με ξένη, το φαγητό έχει επίσης επηρεαστεί. Αυτά δε θα πείραζαν αν γνώριζες τη δική σου παράδοση, για να μη φοβάσαι. Γιατί δεν έχεις κάτι να υπερασπιστείς. Η ελληνική κουλτούρα δε χρειάζεται θεωρητική υπεράσπιση, χρειάζεται να τη ζεις, να τη βιώνεις για να συνεχιστεί. Δηλαδή, το να τη βάλεις σε ένα μουσείο για να διατηρηθεί μία παρελθοντική στιγμή είναι σαν να τη σκοτώνεις. Ο πολιτισμός της χώρας δεν είναι μόνο ό,τι φαίνεται. Είναι η ευγένεια, η καθημερινότητα, η καθαριότητα. Όλα αυτά παλιά υπήρχαν. Η ανακύκλωση, ας πούμε, είναι μία έννοια που εξαφανίστηκε το ’80 από την Ελλάδα και επανεμφανίστηκε στα τέλη του ’90. Δεν είναι μακριά αυτά από εμάς. Μένει ο καθένας να ανακαλύψει τις ρίζες του και να πάψει να ασχολείται με τους ξένους, όποιοι κι αν είναι: Γερμανοί, Αμερικάνοι ή οικονομικοί μετανάστες. Αν θες να βρεις εχθρούς, βρίσκεις. Το θέμα είναι, και αυτό σχετίζεται άμεσα με τη μουσική, ότι μπορείς να τα παντρέψεις όλα. Και όλα χωρούν, αλλά πρέπει και να δημιουργήσουμε αυτόν το χώρο για τον άνθρωπο δίπλα μας ώστε να μεγαλώσει, να ωριμάσει, για τον ξένο που έρχεται να βρει καλύτερη τύχη, για εμάς τους ίδιους. Δε γίνεται να ζούμε μέσα σε κουτιά. Τότε και οι ιδέες μας θα είναι περιορισμένες. Αφού έχουμε έναν πολιτισμό 3.500 ετών. Καλούμαι να ζήσω και αντάξια του πολιτισμού μου! Όχι με το να κάνω τη σημαία τατουάζ και να βγω να δείρω όλο τον κόσμο. Αυτό καταρχήν δεν είναι ελληνικό».

Ι.Λ.: «Για να πούμε και κάτι πιο πρακτικό, πότε θα βγάλετε δίσκο;».

Χ.Κ.: «Καλή ερώτηση! Κάναμε μία μεγάλη συναυλία στη Σύρο, όπου παίξαμε μαζί με το ιρλανδικό συγκρότημα Ιέρνις. Αυτή ηχογραφήθηκε έτσι που να είναι δυνατή η επεξεργασία της ηχητικά για να γίνει δίσκος. Αυτή είναι η πιο πιθανή εκδοχή τώρα ως πιο πραγματοποιήσιμη. Έχουμε μπει στη διαδικασία να γράψουμε και εμείς νέα κομμάτια, αλλά θα χρειαστεί πολύς χρόνος. Όλα αυτά είναι χρονοβόρα, το δημιουργικό μέρος, οι ηχογραφήσεις, χρειάζονται και χρήματα για το στούντιο. Γι’ αυτό κάνουμε live, για να παρακολουθεί ο κόσμος την εξέλιξη».

Ι.Λ.: «Έτσι γίνεστε και πιο προσιτοί. Με το δίσκο ακούς τη μουσική όποτε θες, αλλά είναι διαφορετική η επαφή με τον καλλιτέχνη στο live. Είναι ψυχρό πράγμα το cd, αποστασιοποιημένο. Ανυπομονώ να δω ένα δίσκο δικό σας με διασκευές και δικά σας κομμάτια. Ας ολοκληρώσουμε ευοίωνα με μία ευχή από τον καθένα σας».

Γ.Μ.: «Να είμαστε καλοτάξιδοι!».

Χ.Κ.: «Εύχομαι να υπάρχει χώρος για όλους».

Γ.Δ.: «Δημιουργία και αναγέννηση».

Μ.Κ.: «Περισσότερη δραστηριότητα».

Picture
         Φεύγοντας από τη συνέντευξη μείναμε για λίγο μόνοι με το Γιάννη Μπουντέκα αναμοχλεύοντας όσα προηγήθηκαν. Ήταν εκείνος που μίλησε λιγότερο από όλους. Δεν ανοίγομαι εύκολα, μου αποκάλυψε. Θα κρατήσω ωστόσο μία τρυφερή εξομολόγηση σε σχέση με το γκρουπ, που κατάφερα να ξεκλέψω λίγο πριν κατέβω από το αυτοκίνητο για να πάω στο μετρό. Είμαστε οικογένεια, μου είπε. Και αυτό είναι βασική προϋπόθεση και για μένα και γενικά, ώστε κάποιος να ξετυλιχτεί και να δημιουργήσει. Δηλαδή, δεν υπάρχει θέμα παρεξήγησης όταν πούμε μία κουβέντα παραπάνω, καμιά φορά τσακωνόμαστε θυμίζοντας αδέλφια και την άλλη στιγμή είμαστε σαν να μη συνέβη τίποτα. Ο καθένας, έπειτα, έχει το ρόλο του, όπως συμβαίνει σε μία κανονική οικογένεια. Η Χρυσούλα, ας πούμε, παίζει ενίοτε ένα μητρικό ρόλο αποφορτίζοντας τις εντάσεις. Ενώ μεταξύ των αντρών μπορεί η φρασεολογία ή οι κλιμακώσεις των εντάσεων να κυμαίνονται και να διαφέρουν.

Εμείς, αφορμή δημιουργικών αναταραχών και χαλαρωτικών νηνεμιών, ευχόμαστε καλή επιτυχία στους Φρικαντέλα, να ανοίξει ο δρόμος και με τη σειρά τους τα φτερά, για να πετάξουν άφοβα ψηλά. Θα ήθελα να κλείσω με στροφές από το τραγούδι με το οποίο έκλεισαν τη συναυλία στο Zp87. Εκεί το αηδόνι του γκρουπ γλυκολάλησε το υπέροχο παραδοσιακό με τίτλο «Τι καλά το λέει τ’ αηδόνι», ένα παραδοσιακό τραγούδι με βαθιά ριζωμένη τη λαϊκή σοφία ως μέτρο προφύλαξης από τα στραβοπατήματα για τον άνθρωπο, πόσο μάλλον το σύγχρονο άνθρωπο, και ελπίδας. Εμείς ελπίζουμε να ανοίξει ο καιρός νωρίτερα!

«[…] Και την κυρά την Παναγιά
την επαρακαλούσα
τι καλά το λέει τ’ αηδόνι.

Για να μου δώσει τα κλειδιά
κλειδιά του Παραδείσου
τι καλά το λέει τ’ αηδόνι.

Ν’ ανοίξω τον Παράδεισο
να μπω να σεργιανίσω
τι καλά το λέει τ’ αηδόνι.

Να δω που κάθουνται οι φτωχοί
που κάθουνται οι αρχοντάδες
τι καλά το λέει τ’ αηδόνι.

Στον ίσκιο κάθουνται οι φτωχοί
στον ήλιο οι αρχοντάδες
τι καλά το λέει τ’ αηδόνι.

Και τους φτωχούς παρακαλούν
και τους παρακαλούνε
τι καλά το λέει τ’ αηδόνι.

Δώστε φτωχοί τον ίσκιο σας
και πάρτε τα φλουριά μας
τι καλά το λέει τ’ αηδόνι.

Ας έχουμε ’μείς οι φτωχοί
ας έχουμε τον ίσκιο μας
κι ας έχετε τα φλουριά σας
τι καλά το λέει τ’ αηδόνι».

Για όποιον ενδιαφέρεται να ανακαλύψει τους Φρικαντέλα ιδίοις όμμασι μπορεί να τους ψάξει στην ηλεκτρονική διεύθυνση: www.freekandela.blogspot.com.

Αν, πάλι, θέλει να τους ακούσει, το οποίο συνιστώ ανεπιφύλακτα, τα τρία επόμενα live τους θα πραγματοποιηθούν:

20 Μαΐου στο θέατρο Eliart, Κωνσταντινουπόλεως 127.
25 Μαΐου στο χώρο «Διέλευσις» στην Κυψέλη.
26 Μαΐου στις «Χίλιες και Δύο Νύχτες» στου Ψυρρή.

Ο Γιάννης Μπουντέκας επίσης μαζί με άλλα παιδιά έχουν δημιουργήσει ένα μπλογκ όπου αναπτύσσουν διάφορα θέματα συζήτησης. Μπορείτε να το εντοπίσετε στην ηλεκτρονική διεύθυνση: www.agiotsipouraki.blogspot.com.

Θα βρείτε ακόμα τραγούδια του συγκροτήματος blindtrip, όπου παίζουν ο Γιάννης Μπουντέκας και η Χρυσούλα Κεχαγιόγλου, στο Μyspace στη διεύθυνση:
http://www.myspace.com/blindtripband.

Δείτε βίντεο από τα live του γκρουπ εδώ:
tarantella del Gargano:
http://www.youtube.com/watch?v=2huxpIFQgD8&feature=player_embedded
Πέτρινο Δέντρο:
http://www.youtube.com/watch?v=-mnKmcZeQk4&feature=player_embedded#!
Επισκέπτες:
http://www.youtube.com/watch?v=jnE2ad2iW4U&feature=relmfu

Οι φωτογραφίες με τους Φρικαντέλα live στο Eliart είναι του Θανάση Ίσαρη.


Ιουλία Λυμπεροπούλου για το CityMag.


0 Comments

CityMag Interview | Το Θύμα και ο Θύτης

8/4/2012

0 Comments

 


Το Θύμα και ο Θύτης

    Στο διάστημα από τις 20 Ιανουαρίου έως και τις 3 Φεβρουαρίου του 2012 πραγματοποιήθηκε στην Αίθουσα 7 στα (σήμερα πρώην) Δημοτικά Σφαγεία του Δήμου Μοσχάτου – Ταύρου μία ομαδική έκθεση με θέμα: Το Θύμα και ο Θύτης. Στην έκθεση συμμετείχαν 23 φοιτητές από το μάθημα Σχεδίου και πέντε φοιτήτριες του Θεωρητικού Τμήματος σπουδών της ΑΣΚΤ (Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών) στο πλαίσιο του κατ’ επιλογήν Μαθήματος Σχεδίου της ΑΣΚΤ. Την επιμέλεια και το συντονισμό της έκθεσης ανέλαβε ο Επίκουρος Καθηγητής Γιώργος Καζάζης. Το CityMag βρέθηκε εκεί και μίλησε με τους φοιτητές. Μέσα σε μία εποχή οικονομικής κρίσης και κρίσης αξιών το θέμα της έκθεσης είναι επίκαιρο και ίσως η τέχνη να αποτελεί ένα φάρο υπεράσπισης των αξιών αυτών ή του επαναπροσδιορισμού τους. Ιδίως σε ένα χώρο που μπορεί να λειτουργήσει και ο ίδιος συμβολικά, γιατί, ενώ αποτέλεσε σφαγείο, δίνει πλέον ένα βήμα σε νέους δημιουργούς να εκθέσουν τα έργα τους, υποδεικνύοντας ένα νέο ορίζοντα. Με θέμα το Θύμα και το Θύτη, λοιπόν, σε εναλλασσόμενους ρόλους όπου χάνεται το σημείο προσδιορισμού αρχής και τέλους ενός κύκλου βίας, μένει τελικά στο θεατή να ερμηνεύσει τα έργα και να συγκινηθεί από αυτά. Σας παραθέτουμε εδώ το δημιουργικό διάλογο μαζί με κάποια από τα έργα (ζωγραφικά έργα, γλυπτά, κατασκευές και βίντεο).

Ιουλία Λυμπεροπούλου: «Πείτε μας πώς αποδόθηκε το θέμα της έκθεσης στο έργο σας». (η πρώτη ερώτηση είναι κοινή)

Σοφία Παπαδοπούλου: «Εγώ καταπιάστηκα με το θέμα της ψυχολογίας του όχλου, που, όταν αναλαμβάνει δράση, γίνεται θύτης και που, όταν χειραγωγείται, γίνεται θύμα. Μετά με ενδιέφερε να δω εικαστικά πώς τα υλικά και τα χρώματα θα ταίριαζαν το ένα δίπλα στο άλλο και τι θα προέκυπτε από το κολάζ».

Ι.Λ.: «Είναι δύσκολο να διαχωρίσει κανείς το θύμα από το θύτη. Είναι μία αμφίδρομη σχέση πιστεύετε;».

Σ.Π.: «Πάντα. Νομίζω όλη η έκθεση είναι έτσι».
Picture




Σοφία Παπαδοπούλου, 95Χ175εκ., μεικτή τεχνική σε μουσαμά.

Αντώνης Αντζουλίδης: «Ήθελα να θίξω το θέμα του τράφικινγκ, που αφορά περίπου 27 εκατομ. κοπέλες σε όλο τον κόσμο, οι οποίες πέφτουν θύματα εκμετάλλευσης και στις οποίες ασκείται σεξουαλική βία. Εικαστικά το απέδωσα με μία εγκατάσταση εξίσου μεταβλητή».

Ι.Λ.: «Έχετε χρησιμοποιήσει και κάποια μεταλλικά στοιχεία, που μοιάζουν με κλουβιά ή φυλακές».

Α.Α.: «Ναι. Αυτά παραπέμπουν και σε καρότσες φορτηγών. Έτσι το είχα σκεφτεί στην αρχή».

Ι.Λ.: «Εκεί όπου θα μπορούσαν να μεταφέρονται οι γυναίκες;».

Α.Α.: «Ναι. Και αφορά τις μετακινήσεις. Ενώ, δηλαδή, έχει πολύ κόπο για να φτιαχτεί σαν έργο, στήνεται και ξεστήνεται πολύ εύκολα. Και συμβολίζει ακριβώς αυτό, τις διαρκείς μετακινήσεις και μεταφορές του τράφικινγκ».

Ι.Λ.: «To τράφικινγκ στο έργο σας αφορά αποκλειστικά τη διεθνή σωματεμπορία ή έχει και μία μεταφορική έννοια γενικότερου ξεπουλήματος;».

Α.Α.: «Βασικά πιστεύω ότι είναι ένα πολιτικό έργο, γιατί το τράφικινγκ συμβαίνει και σε εμάς, αλλά δεν το καταλαβαίνουμε».

Ι.Λ.: «Όλοι λίγο πολύ βιώνουμε με κάποιον τρόπο την εμπειρία του εγκλεισμού σε μία νοητή φυλακή».

Α.Α.: «Και ενός νοητού πεζοδρομίου. Όντας απλωμένο στο πάτωμα είναι και σαν κομμάτι πεζοδρομίου το έργο».
Picture






Αντώνης Αντζουλίδης, διαστάσεις μεταβλητές, κάρβουνο σε μουσαμά, μεταλλικό κλουβί.

Ιωάννα Μαθοπούλου: «Το έργο είναι ένα stop motion βίντεο διάρκειας δύο λεπτών και απεικονίζει εμένα στη διάρκεια μίας κίνησης, η οποία αναπτύσσεται καθ’ ύψος και κατά πλάτος πολύ κοντά στα όρια του σώματός μου. Έτσι έχω τονίσει τα όρια του σώματός μου με το χώρο που τελικά δημιουργείται. Με αυτό θέλω να δείξω ότι, ενώ ο καθένας από εμάς μπορεί να αισθάνεται πιεσμένος, εγκλωβισμένος στην καθημερινότητά του και στη ζωή του, στην πραγματικότητα δεν ξέρουμε αν τον περιορίζει μόνο μία εξωτερική πίεση ή αν ταυτόχρονα είναι και η δική του προσαρμογή σε κάποια όρια που βρίσκει έτοιμα ή που συναντά στη ζωή του. Από τη μία, δηλαδή, είναι όντως τα στερεότυπα, οι περιορισμοί που υπάρχουν, αλλά από την άλλη είναι και η στάση που κρατάμε εμείς απέναντι σε αυτά. Όσο προσαρμόζεσαι μέσα σε αυτά τα όρια, πάντα θα βρίσκεσαι μέσα σε αυτά τα όρια».

Ι.Λ.: «Είναι μία σχέση διαλεκτικής τροφοδότησης μεταξύ του εαυτού μας και των ορίων που μας θέτουν ή που θέτουμε εμείς».

Ι.Μ.: «Ναι, ακριβώς. Οπότε σε σχέση με το θέμα της έκθεσης προτείνω ότι μπορεί, με ερωτηματικό βέβαια πάντα, το θύμα και ο θύτης να εντοπίζονται στο ίδιο πρόσωπο».

Ι.Λ.: «Εκείνο που μου κάνει εντύπωση στην κίνησή σου στο βίντεο είναι ότι γυρνάς προς τα τέσσερα σημεία του ορίζονται και είναι σαν να λες ότι υπάρχει η δυνατότητα να πας παντού, αλλά στην ουσία γυρνάς γύρω από τον άξονά σου και παραμένεις περιορισμένη στο πλάτος και στο ύψος της κολώνας όπου εκτίθεται το έργο. Αυτό τι ακριβώς σημαίνει σε συνάρτηση με τα όσα προανέφερες;».

Ι.Μ.: «Το έργο αποφάσισα να το εκθέσω πάνω σε μία κολώνα, γιατί, όταν είδα ότι υπήρχε η κολώνα στο χώρο, ήταν σαν να μου μίλησε και θεώρησα πως αυτό ήταν το καλύτερο σημείο για την έκθεσή του. Και στον τοίχο να το δείξεις, αυτό που είπες δείχνει, ότι παραμένω στον άξονά μου και δεν κινούμαι πέραν αυτών των ορίων. Απλώς στην κολώνα δημιουργείται η αίσθηση της τρίτης διάστασης, του βάθους. Η κολώνα είναι ο φέρων οργανισμός του κτιρίου, που σημαίνει ότι είναι ο πιο γερός, ένα από τα πιο συμπαγή μέρη του κτιρίου. Παρόλα αυτά δείχνοντας το βίντεο στην κολώνα είναι σαν να την αναιρώ. Σαν να λέω ότι αναιρώ όλη αυτήν τη μάζα του μπετόν, από την άλλη όμως παραμένω και εγκλωβισμένη».

Ι.Λ.: «Η δυνατότητα απελευθέρωσης από αυτά τα όρια είναι μόνο μία ψευδαίσθηση δηλαδή;».

Ι.Μ.: «Είναι μία ψευδαίσθηση το ότι μπορείς να φύγεις και άλλο τόσο ψευδαίσθηση είναι το ότι μπορείς να παραμείνεις εγκλωβισμένος. Προτείνω μάλλον ότι είναι θέμα απόφασης το μέχρι πού θα διευρυνθούν τα όριά σου και το αν θα παραμείνουν απλώς σε συνάρτηση με το ύψος και το πλάτος σου. Αναρωτιέμαι με αυτό το έργο. Αν το όριο υπάρχει εκεί και δεν μπορείς ποτέ να το ξεπεράσεις ή αν το δημιουργείς από μόνος σου μερικές φορές».
Picture








Ιωάννα Μαθοπούλου, videostill, video, διάρκεια 2’.00’’.

Μυρτώ Χρήστου: «Έχω κάνει μία βιντεοεγκατάσταση. Πρόκειται για ένα λευκό μακρόστενο κουτί στις άκρες του οποίου υπάρχουν δύο οθόνες. Εκεί προβάλλεται μία γυναικεία μορφή που πηγαινοέρχεται. Και κοιτώντας την κανείς είτε από τη μία είτε από την άλλη οθόνη είναι σαν να τη βλέπει να κινείται μέσα στο κουτί. Μοιάζει να είναι εγκλωβισμένη».

Ι.Λ.: «Αυτό το έργο δείχνει τον εγκλωβισμό του ατόμου σε σχέση με την πραγματικότητά του ή σε σχέση με τον εαυτό του;».

Μ.Χ.: «Οι σκέψεις που είχα για αυτό ήταν ότι οι δύο ρόλοι του θύματος και του θύτη εναλλάσσονται μεταξύ τους και ενίοτε συνυπάρχουν. Με απασχόλησε, επίσης, το πώς ο ίδιος άνθρωπος, εφόσον μάλιστα βλέπουμε την ίδια κοπέλα, είναι εγκλωβισμένος μέσα σε αυτά. Πρόκειται για φαύλο κύκλο».
Picture
_









Μυρτώ Χρήστου, 116Χ39Χ39 εκ., video εγκατάσταση, video, διάρκεια 1’.30’’.

Άντα Πετρανάκη: «Κατευθείαν μου ήρθε η ιδέα να κάνω κάτι που να αφορά τις ανθρώπινες σχέσεις και δη τις ερωτικές. Πιστεύω ότι πολύ εύκολα παραπέμπουν σε μία λεπτή ισορροπία μεταξύ θύτη και θύματος με διαρκώς εναλλασσόμενους ρόλους των δύο πόλων της σχέσης. Στη δική μου περίπτωση υπήρξε μία εμμονή που κατέκλυσε το μυαλό μου για χρόνια μέσα από ένα ερωτικό πάθος. Εδώ, λοιπόν, κατάφερα με την εικαστική μου ιδιότητα, με τις χαρακιές που έγιναν με αυτά τα μεταλλικά καρφιά που έφτιαξα, να γίνω μία φορά και εγώ ο θύτης. Γιατί έως τότε ήμουν το θύμα».

Ι.Λ.: «Τα καρφιά αυτά θυμίζουν τη Σταύρωση».

Α.Π.: «Ακριβώς. Είναι μία σταύρωση αυτής της σχέσης».

Ι.Λ.: «Και με κάποιο τρόπο λυτρώθηκες».

Α.Π.: «Πραγματικά ήταν μία λύτρωση όταν καρφώνονταν τα καρφιά αλλά και όταν χαραζόταν το έργο. Οι χαρακιές πυκνώνουν σε σημεία που έχω επιλέξει και κυρίως στο σημείο της καρδιάς».

Ι.Λ.: «Αυτό τι σημαίνει;».

Α.Π.: «Το ότι σε ένα συγκεκριμένο σημείο πυκνώνουν σημαίνει ότι, όσο κι αν θέλω να αντιστρέψω τους ρόλους, έχω πληγωθεί ανεπανόρθωτα».

Ι.Λ.: «Άρα σε αυτά τα σημεία το καρφί έχοντας επιμείνει έκανε τη μεγαλύτερη ζημιά».

Α.Π.: «Ακριβώς. Και εννοιολογικά και εικαστικά, γιατί εκεί δοκίμασα και την αντοχή του υλικού».

Ι.Λ.: «Δηλαδή η τεχνική και τα υλικά δένονται άρρηκτα με το θέμα».

Α.Π.: «Αυτό ήθελα να κάνω. Το χρώμα που έχω επιλέξει να έχει ο θύτης ενδεχομένως να του δίνει μία διάσταση πιο άγρια ίσως και λίγο χυδαία. Είναι ένα επιλεγμένο κόκκινο προς το ροζ και συμβολίζει μία προσωπική μου εμπειρία. Αυτό θα ήθελα να μείνει ένα αίνιγμα, που ο καθένας θα προσαρμόσει στην περίπτωσή του».

Ι.Λ.: «Οι χαρακιές των καρφιών μοιάζουν και με ιστό αράχνης».

Α.Π.: «Είναι και αυτό. Διότι δεν μπορώ να πω ότι παρόλα αυτά έχω απεμπλακεί από αυτήν τη σκέψη. Έστω κι αν εικαστικά κατάφερα για λίγο να ξεφύγω, είναι μία σκέψη που με κρατά δεμένη».

Ι.Λ.: «Άρα υπάρχει ένας σπόρος του ρόλου του θύματος ακόμα».

Α.Π.: «Ακριβώς και εγκλωβίζει αυτός ο ιστός αράχνης και τους δυο μας».

Ι.Λ.: «Και τελικά λειτουργεί σαν κουκούλι».

Α.Π.: «Ακριβώς. Υπάρχει μία γοτθική ατμόσφαιρα, την οποία ήθελα να αναδείξω μέσα από τα έντονα κοντράστ του κόκκινου και του μαύρου και μέσα από τις χαρακιές αλλά και μέσα από τα καρφιά».

Ι.Λ.: «Πολύ πάθος υποκρύπτουν αυτά τα στοιχεία».

Α.Π.: «Ναι. Και δίνουν επιπλέον μία λίγο πιο βαριά ατμόσφαιρα στο έργο. Τεχνικά δε χρησιμοποίησα photo shop. Φωτογραφήθηκα εγώ μπροστά σε μία ήδη υπάρχουσα φωτογραφία. Η πίσω μορφή είναι μεταφορική, ενώ η δική μου μορφή είναι πραγματική».

Ι.Λ.: «Η οποία όμως συμβολίζει αυτό το πρόσωπο».

Α.Π.: «Το συμβολίζει. Και θα ήθελα να ταυτιστούν ίσως οι θεατές με αυτή την “έννοια”, που είναι εμμονή για μένα, αντιπαραβάλλοντας κάποιο δικό τους βίωμα».

Ι.Λ.: «Πιστεύεις ότι η τέχνη δύναται να λυτρώσει; Το έργο σου προβληματίζει πολύ σε σχέση με τις ψυχώσεις, τις νευρώσεις, τις φοβίες. Είναι σαν να κρατάμε ένα μπαλάκι, να το πετάμε σε έναν τοίχο και να μας έρχεται πίσω, και πάλι από την αρχή».

Α.Π.: «Πιστεύω ότι η τέχνη λυτρώνει. Και μέσα από αυτό το έργο θα ήθελα να συμπαρασύρω κι άλλους μαζί μου, να συγκινηθούν και ίσως να βγει και ένα δικό τους φορτίο. Θέλω το θέμα μου γενικά να συγκινεί και άλλους. Να βρίσκει ανταπόκριση και να τους κινεί συναισθηματικά».
Picture
















Άντα Πετρανάκη, 160Χ90 εκ., ψηφιακή εκτύπωση σε μουσαμά, χαράξεις, μεταλλικά καρφιά.

Ι.Λ.: «Μίλησέ μας για τα δύο έργα με τα οποία συμμετέχεις στην έκθεση».

Γεωργία Ιερομονάχου: «Στο έργο μου αποτυπώνεται η μορφή μίας νεαρής γυναίκας στη διάρκεια μίας ανατρεπτικής εμπειρίας, όπως είναι μία εγκυμοσύνη, αλλά που στην περίπτωσή της γίνεται επιπλέον ένα επώδυνο βίωμα, γιατί η εγκυμοσύνη είναι ανεπιθύμητη. Προσπάθησα να αποδώσω την ψυχολογική καταπίεση που νιώθει, την αναποφασιστικότητα, τη σκέψη της για μία απόφαση που πρέπει να πάρει».

Ι.Λ.: «Στο επίκεντρο του έργου με τον έναν ή τον άλλον τρόπο βρίσκεται ο θάνατος».

Γ.Ι.: «Αυτό υπήρχε στο μυαλό μου. Υπάρχει η κοπέλα που κάθεται σε εφηβική στάση, η οποία χάνεται μέσα στο σχέδιο. Προσπάθησα να υπερισχύσει το σχέδιο και οι γραφές, οι οποίες ακούσια λειτουργούν ενδοσκοπικά. Υπάρχει ένα χέρι που σπρώχνει, που απωθεί τις δυσάρεστες σκέψεις ή το δυσάρεστο που ίσως γίνει, και από πάνω…».

Ι.Λ.: «… τα σημεία που φαίνονται σαν πέπλα».

Γ.Ι.: «Εκεί αποδίδονται οι σκέψεις που την ταλανίζουν».

Ι.Λ.: «Μίλησέ μας και για το δεύτερο έργο».

Γ.Ι.: «Το δεύτερο ήταν στην ουσία ένα προσχέδιο, το οποίο πραγματεύεται το ίδιο θέμα. Απλώς λίγο διαφορετικά. Είναι δύο έργα από μία σειρά 15-20 σχεδίων».

Ι.Λ.: «Η κοπέλα δηλαδή υπάρχει και εδώ;».

Γ.Ι.: «Ναι, υπάρχει. Το χέρι της, η κοιλιά, το στήθος, οι πληγές και το τοπίο που προέκυψε γύρω της. Ήθελα να είναι πολύ σκληρό χωρίς να γίνεται περιγραφικό».

Ι.Λ.: «Πες μας δυο λόγια για την τεχνική σου».

Γ.Ι.: «Ο τρόπος που το δούλεψα είναι εξολοκλήρου με πενάκι και μελάνια. Αυτό με βοήθησε στο ότι την ώρα που το έφτιαχνα μπόρεσα ακούσια να κάνω κάποια σχέδια και κινήσεις χωρίς να το επιδιώκω εξαρχής συνειδητά. Δηλαδή αυτή η γραφή με βοήθησε να εκφραστώ».
Picture


Γεωργία Ιερομονάχου, 70Χ100 εκ.
μελάνι και ακρυλικά σε χαρτί. 


Γεωργία Ιερομονάχου, 70Χ100 εκ.
μελάνι και ακρυλικά σε χαρτί. (προσχέδιο)

Μάνος Πανέρας: «Η ιδέα για το τι θα φτιάξω μου ήρθε κάποια στιγμή όταν έσκιζα έναν ασκό κρασιού και τυχαία είδα ότι σχηματιζόταν αυτή η φόρμα. Οπότε ταξινόμησα τα αποκόμματα βάσει αυτής της μονοκόμματης και μονοδιάστατης κίνησης. Αλλά αυτή η κίνηση, παρότι μονοδιάστατη, έδινε κάθε φορά διαφορετικά στοιχεία. Το κάθε ένα δηλαδή είναι διαφορετικά φθαρμένο. Αποτελούν όλα μέρος της ίδιας ενότητας, σχεδόν μοιάζουν, υπάρχει μία ιδέα βιομηχανοποίησης, αλλά την ίδια στιγμή διαφέρουν κιόλας».

Ι.Λ.: «Όλα αυτά τα σκισμένα κομμάτια χαρτιού προέρχονται από συσκευασία Tetra Pak κρασιού;».

Μ.Π.: «Ναι».

Ι.Λ.: «Γιατί επέλεξες το κρασί;».

Μ.Π.: «Δε θα ήθελα κάποιος να αναγνωρίζει οπωσδήποτε ότι προέρχονται από κρασί. Με ενδιέφερε η φθορά που δημιουργούσε στο χαρτί η ίδια κίνηση. Είναι κομμένα προς τα αριστερά, αλλά έχουν φορά προς τα δεξιά».

Ι.Λ.: «Πώς εκφράζονται το θύμα και ο θύτης σε αυτό;».

Μ.Π.: «Ο τρόπος της φθοράς υποδηλώνει το θύμα που θα μπορούσε να είναι και ο θύτης».

Ι.Λ.: «Το κατά πόσο φθείρει επομένως ο ρόλος του θύτη ή του θύματος κάποιον τελικά».

Μ.Π.: «Ακριβώς».

Ι.Λ.: «Οι φθορές είναι πολλές διαφορετικές πληγές;».

Μ.Π.: «Ναι, και η καθεμία θα μπορούσε να προκύπτει και από κάτι όμορφο, που το ίδιο το άτομο βλέπει άσχημο. Ή μπορεί να το βλέπουν οι άλλοι ως κάτι άσχημο και να έχουν δημιουργήσει αυτή την εντύπωση στο άτομο που το αφορά άμεσα. Ποιος μπορεί στις μέρες μας να εντοπίσει την ομορφιά; Αν την εντόπιζε, ίσως να μην προκαλούσε την πληγή».

Ι.Λ.: «Τι εκφράζει η εμμονική κίνηση αριστερά δεξιά;».

Μ.Π.: «Ήθελα να θίξω ότι αυτοί που κρατούν την εξουσία, εξουσία με τη γενικότερη έννοια και όχι με την αυστηρά πολιτική, το κάνουν με συγκεκριμένο τρόπο, είναι μονότονοι».

Ι.Λ.: «Γιατί από δεξιά προς αριστερά και όχι αντίθετα; Αδιάφορο;».

Μ.Π.: «Τυχαίο».

Ι.Λ.: «Η φορά προς τα αριστερά είναι σαν να στοχεύει στην καρδιά. Αυτή πληγώνεται. Γι’ αυτό σε ρωτάω. Μπορεί να έγινε ασυνείδητα αυτό».

Μ.Π.: «Ναι, μα αυτή είναι η μαγεία ενός έργου, ότι μπορεί ο καθένας να το ερμηνεύσει διαφορετικά. Και αυτό γενικά θέλω να πετυχαίνω. Δεν είμαι εγώ εκείνος που το ερμηνεύει, αλλά ο θεατής. Πάντα ένα έργο εξελίσσεται. Ξεκινάς με μία ιδέα και μπορεί να βγει κάτι άλλο».

Ι.Λ.: «Ο καθρέφτης τι ρόλο παίζει;».

Μ.Π.: «Πήρα έναν καθρέφτη, τον τύλιξα με ζελατίνα και έτσι ακύρωσα τη λειτουργία του. Αλλά άφησα κάποια ακάλυπτα σημεία όπου μπορεί κανείς να δει τον εαυτό του. Στην ουσία ποιος μπορεί να προσδιορίσει το ποιος είναι το θύμα και ποιος ο θύτης;».

Ι.Λ.: «Τα κομμάτια που δε λειτουργούν ως καθρέφτης αφορούν τη δυσκολία, το αδιέξοδο ίσως του να συνειδητοποιήσει κανείς το αν είναι ο θύτης, το θύμα ή και τα δύο;».

Μ.Π.: «Θα μπορούσε να είναι και αυτό. Μία άλλη οπτική είναι ότι το τύλιγμα τον προστατεύει. Όταν προστατεύουμε κάτι μπορεί να το καταδυναστεύουμε, στην ουσία».

Ι.Λ.: «Μπορεί κάποιος να έχει και τους δύο ρόλους και να του αρέσει; Η προστασία να αφορά μία σαδομαζοχιστική τάση;».

Μ.Π.: «Εννοείται. Μπορεί να είναι το ίδιο άτομο και να υποβάλλει τον εαυτό του σε αυτή την κατάσταση. Θα μπορούσε να μην το καταλαβαίνει καν ότι του αρέσει ή να νομίζει ότι αυτή είναι η μοίρα του».

Ι.Λ.: «Αφορμή της προστασίας μού ήρθε αυτή η σκέψη. Προστατεύω κάτι που ξέρω ότι μπορεί να με βλάπτει, δεν κάνω κάτι για να το ξεπεράσω όσο αυτό είναι δυνατό και έτσι συντηρώ προστατευτικά τη νεύρωσή μου».

Μ.Π.: «Ακριβώς».
Picture

Μάνος Πανέρας, 140Χ100 εκ.
μεικτή τεχνική.


Μάνος Πανέρας, 140Χ100 εκ.
μεικτή τεχνική. (λεπτομέρεια)

Χριστίνα Λουκίδη: «Το ένα μου έργο έχει τίτλο “Bασανίζω Bασανίζομαι” και η κεντρική του ιδέα αφορά τη διάδραση αυτών των δύο καταστάσεων. Έχω επηρεαστεί και από τους τοίχους σε διάφορους δρόμους, όπου βλέπω γραμμένη τη λέξη Βασανίζομαι. Έκανα λογοπαίγνιο με τις λέξεις βασανίζω και βασανίζομαι, που συνοψίζουν και το θύτη και το θύμα. Μπορεί να είναι δύο διαφορετικά πρόσωπα ή και ο ίδιος άνθρωπος σε δύο ρόλους. Πιστεύω πως όλοι μας έχουμε βρεθεί και στις δύο θέσεις κατά καιρούς. Ήθελα να θίξω και τη διάσταση του χρόνου με την έννοια ότι πρόκειται για μία επαναλαμβανόμενη ιστορία, που ξεκινάει πίσω στο χρόνο και συνεχίζεται στο παρόν».

Ι.Λ.: «Βλέπω, σε σχέση με το λογοπαίγνιο που λες, ότι από το ίδιο κεφαλαίο Β ξεκινούν και η λέξη βασανίζω και η λέξη βασανίζομαι».

Χ.Λ.: «Ναι. Και ο τρόπος που έχω φτιάξει τα γράμματα, άλλωστε, δεν είναι τυχαίος. Το Β έτσι όπως είναι βγάζει κάτι βίαιο. Και τα τρίγωνα αποπνέουν μία επιθετικότητα, που αφορά και τους δύο. Γιατί και το θύμα στην αντεπίθεση ή στην άμυνα επιτίθεται».

Ι.Λ.: «Τα δύο κλειστά τρίγωνα του Β βγάζουν και την αίσθηση του εγκλεισμού. Σαν να αλληλοεγκλωβίζονται ή να αυτοεγκλωβίζονται, ή και τα δύο, τα άτομα σε μία κατάσταση. Ενώνονται και στη βάση τους. Οπότε τελικά είναι σαν να θέλουν να ξεφύγουν ο ένας από τον άλλο, αλλά να μην μπορούν. Είναι καταδικασμένοι να παραμένουν μαζί και να βασανίζονται».

Χ.Λ.: «Έτσι, ναι, γιατί στο μυαλό μου έχω κυρίως μία ερωτική σχέση. Αλλά μπορεί να αφορά μία οποιαδήποτε σχέση, όπως μία φιλική σχέση. Κάποιοι άνθρωποι, πάλι, βασανίζονται από τους συγγενείς τους. Άλλοι από το αφεντικό τους. Μπορεί, επίσης, να αφορά μία ολόκληρη κοινωνία. Αυτό που ζούμε σήμερα, για παράδειγμα, όπου βασανιζόμαστε ή μας βασανίζουν και δεν μπορούμε να απεγκλωβιστούμε από αυτή την κατάσταση. Όλα αυτά περνούσαν από το μυαλό μου. Δεν ξέρω βέβαια τι πέτυχα και τι μπορεί να δει ο θεατής μέσα από το έργο».

Ι.Λ.: «Φαίνεται πάντως αυτό. Και το ότι το Β επισημαίνει την κοινή πηγή των δύο λέξεων και καταστάσεων».

Χ.Λ.: «Έπαιξα με τις λέξεις. Προσπάθησα αυτό να το βγάλω και ως συναίσθημα. Τα γράμματα μπορεί να θυμίζουν επίσης βραχογραφία, κάτι παλιό».

Ι.Λ.: «Σαν να βγαίνουν αταβιστικά κατάλοιπα μίας κατάστασης που τελικά υπάρχει από πάντα».

Χ.Λ.: «Ναι, αυτό προσπάθησα να δείξω».

Ι.Λ.: «Είναι ενδιαφέρον ότι χρησιμοποιείς τις λέξεις και άρα το λόγο για να το εκφράσεις όλο αυτό, γιατί, όταν μπαίνει η βία σε μία σχέση, έχει τελειώσει η επικοινωνία, αν ποτέ υπήρξε. Που σημαίνει ότι ο λόγος είναι το πρώτο υλικό για να αποφευχθεί αυτή η βία. Και εκεί παραπέμπεις. Στο βασικό εργαλείο του έλλογου ανθρώπινου όντος, στη λογική και στην ικανότητα επικοινωνίας του μέσω του λόγου. Είναι σαν να φωνάζει το έργο “Μιλήστε”, χωρίς να το λέει. Και επικοινωνήστε, βέβαια, πρώτα με τον εαυτό σας και μετά με τον άλλον, ώστε να τελειώσει και, αν είναι δυνατόν, να μην ανοίξει ποτέ ο κύκλος της βίας. Αυτό καταλαβαίνω».

Χ.Λ.: «Πολύ ωραία το καταλαβαίνεις και σ’ ευχαριστώ πολύ. Υπάρχουν, επίσης, και άλλες λέξεις που αφορούν τη βία, όπως καταπίεση, θυμός, επιβολή, αγώνας, οργή, αλλά είναι πιο μικρές. Κάποιες είναι λίγο σβησμένες. Αυτό δείχνει μία παλαιότητα. Υπάρχει και κάποια άλλη διάσταση. Η λέξη βία, για παράδειγμα, είναι γραμμένη με μικρά γράμματα, ενώ θα μπορούσε να είναι τεράστια. Εγώ ήθελα να την κρύψω μέσα στο συνονθύλευμα, για να δείξω ότι μπορεί να λειτουργεί και υπόγεια χωρίς να γίνεται πάντα αντιληπτή. Επίσης οι λέξεις αυτές μπορεί να οδηγούν στο βασανίζω βασανίζομαι ή να ξεκινάς ψιθυρίζοντάς τες και να καταλήξεις φωνάζοντάς τες δυνατά!».
Picture




Χριστίνα Λουκίδη, Βασανίζω Βασανίζομαι, 57Χ100 εκ., μεικτή τεχνική σε ύφασμα.


Ι.Λ.: «Μίλησέ μας και για το δεύτερο έργο σου, που έχει μία παρεμφερή κεντρική ιδέα με τίτλο “Θυμός Πόνος”».

Χ.Λ.: «Ανήκουν στην ίδια θεματική και με τον ίδιο τρόπο το έφτιαξα, γράφοντας λέξεις. Εδώ σκέφτηκα πιο πολύ πάνω στη φόρμα και τη σύνθεση και τα υλικά, όπως το κάρβουνο, που με την ανάλογη πίεση δημιουργεί σκιές και επίπεδα. Είναι σαν μία έκρηξη πάλι. Αν παρατήρησες, ο τρόπος που έβαλα τις λέξεις και τα γράμματα στο έργο δεν έχει καλλιγραφία ούτε τάξη. Υπάρχει μία γενικότερη αταξία».

Ι.Λ.: «Ίσως αυτή αντιπροσωπεύει και την αταξία των σκέψεων, τις οποίες όταν δεν ξέρουμε πώς να τις εκφράσουμε, τότε να προκύπτει το ξέσπασμα».

Χ.Λ.: «Γίνεται ένα ξέσπασμα και συνήθως αυτά τα πράγματα δεν τα έχεις σε τάξη, βγαίνουν αυθόρμητα και σαν κραυγή και σαν μια έκρηξη συναισθημάτων».

Ι.Λ.: «Όλο το έργο μοιάζει με κραυγή. Μοιάζει να βγαίνουν με ορμή νερού οι λέξεις από ένα νοητό στόμα που δε φαίνεται».

Χ.Λ.: «Και αυτό θα μπορούσε, ναι. Μπορεί να είναι φωτιά και να καίγονται κάποια σημεία».

Ι.Λ.: «Σαν ένα αρνητικό φωτογραφίας που “καίγεται” στο φως και όσα σημεία επιβιώνουν και φαίνονται να είναι τα σημεία του πόνου, οι πληγές».

Χ.Λ.: «Βγαίνει και μία τραγικότητα. Ίσως να οφείλεται στην ένταση του ασπρόμαυρου. Μπορεί εδώ να προβάλλεται πιο πολύ το θύμα από ό,τι ο θύτης. Δεν είμαι σίγουρη».
Picture









Χριστίνα Λουκίδη, Θυμός Πόνος, κάρβουνο και κιμωλία σε ύφασμα.

    Στην έκθεση συνολικά συμμετείχαν οι φοιτητές:Αντώνης Αντζουλίδης, Μαίρη Αντωνοπούλου, Δικαία Δεσποτάκη, Γεωργία Ιερομονάχου, Ραφαέλα Κωνσταντίνου, Κώστας Λαλές, Πέτρος Λαλές, Χριστίνα Λουκίδη, Ιωάννα Μαθοπούλου, Φωτεινή Ματζόγλου, Φάτμα Μεμέτογλου, Νίκος Μπονάτσος, Μάνος Πανέρας, Σοφία Παπαδοπούλου, Βάγια Παπαζήκου, Πηνελόπη Παπαϊωάννου, Άντα Πετρανάκη, Αναστασία Ρήγα, Δήμητρα Σιλιαλή, Όλγα Σουλαχάκη, Μάγια Ταπεινού, Θεόδωρος Τράμπας και Μυρτώ Χρήστου.

Φωτογραφίες: Ιουλία Λυμπεροπούλου.

Οι λεζάντες των έργων και τα στοιχεία για την έκθεση είναι παρμένα από το πρόγραμμα της έκθεσης που επιμελήθηκαν οι: Βίκυ Βλάμη, Αγγελική Κερπιτσοπούλου, Βάσια Παπαδοπούλου, Μαριάννα Τρίτου και Ειρήνη Ψυχάρη (σε συνεργασία με το Θεωρητικό Τμήμα σπουδών της ΑΣΚΤ).

Θα βρείτε τα έργα όλης της έκθεσης στο Photo Album [εδώ]
0 Comments

CityMag Interview | Κοιτάζοντας τον κόσμο με τ'αυτιά

4/3/2012

0 Comments

 


Το ραδιόφωνο στην εποχή της εικόνας

Picture
    Στις 17 Ιανουαρίου του 2012 οργανώθηκε στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση μία ημερίδα για το ραδιόφωνο με στόχο μία σύντομη αναδρομή στην έως ώρας πορεία του και κυρίως με στόχο να γίνει μία συζήτηση για το ραδιόφωνο του μέλλοντος και για τις δυνατότητες προσαρμογής και συνύπαρξής του με τα νέα δεδομένα στην εποχή της ταχύτητας και της τεχνολογίας. Το CityMag βρέθηκε εκεί και πήρε συνέντευξη από το συντονιστή της συζήτησης Εμμανουήλ Κουτσουρέλη, ο οποίος είναι σκηνοθέτης στο θέατρο και μουσικός παραγωγός στο ραδιόφωνο του Τρίτου Προγράμματος. Με την εκπομπή του «Η Αληθινή Πραγματικότητα» έχει εκπροσωπήσει την Ελλάδα στo Μετακινούμενο Διεθνές Ραδιοφωνικό Φεστιβάλ URTI και στο Prix Europa Radio στο Βερολίνο.

    Λίγα λόγια για την ιστορία του ραδιοφώνου. Ο πρώτος ραδιοφωνικός σταθμός ιδρύθηκε στη Θεσσαλονίκη από έναν ιδιώτη το Χρήστο Τσιγγιρίδη το 1928[1]. Ενώ ο πρώτος κρατικός σταθμός ξεκίνησε τη λειτουργία του 10 χρόνια αργότερα το 1938 επί δικτατορίας Μεταξά[2]. Το ραδιόφωνο πέρασε από πολλές φάσεις κινούμενο παράλληλα με την ταραγμένη ιστορία της Ελλάδας. Από τη λογοκρισία και το στενό περιορισμό αυτού του μέσου πέρασε στη φάση πειραματισμού από τη δεκαετία του ’80. Φτάνοντας στο σήμερα ήδη από την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα αρχίζουν, αφορμή του διαδικτύου, η εισροή κόσμου, η επιτάχυνση στο ρυθμό εξέλιξης και εισαγωγής νέων στοιχείων και οι πρώτοι προβληματισμοί για την πτώση της ποιότητας ίσως και την απουσία προσανατολισμού. Για αυτά και άλλα μάς μίλησε ο Εμμανουήλ Κουτσουρέλης.

Ιουλία Λυμπεροπούλου: «Από όσα ακούστηκαν σήμερα ο πρώτος στόχος του ραδιοφώνου είναι η επικοινωνία του με τον ακροατή και γι’ αυτό χρησιμοποιεί τα βασικά υλικά της ανθρώπινης επικοινωνίας γενικότερα: τη φωνή και το λόγο, μία ανθρώπινη φωνή και ένα καλό κείμενο. Κοιτάζοντας τον  κόσμο με τα αυτιά, λοιπόν!».

Εμμανουήλ Κουτσουρέλης: «Είναι δανεισμένος ο μισός τίτλος από μία φράση του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ από το Βασιλιά Ληρ: “Μπορεί να δει κανείς τον κόσμο χωρίς μάτια, κοιτάζοντας μόνο με τ’ αυτιά του”.».

Ι.Λ.: «Κατά πόσο συμβαίνει αυτό σήμερα; Σε μία εποχή ταχύτητας που έχουμε ξεχάσει να ακούμε τον άλλον;».

Ε.Κ.: «Δεν μπορώ να απαντήσω στο ποιος θα διαθέσει το χρόνο του να ακούσει μία αφήγηση, αυτό θα το απαντήσουν οι ακροατές. Αυτό που δημιουργώ εγώ τελικά απευθύνεται σε σένα, γιατί, ενώ απευθύνεται σε πολλούς, τελικά ένας ακούει την εκπομπή. Προσωπικά σαν παραγωγός ορίζω τον ένα μου ακροατή. Αυτός υπάρχει πάντα. Πάντα θα έχει αυτόν το χρόνο. Πάντα θα έχει μία γνώμη και θα θέλει να αφήσει ένα σχόλιο. Η σχέση μεταξύ πομπού και δέκτη δε θα πάψει να υφίσταται».

Ι.Λ.: «Οι ομιλητές ανέπτυξαν ο καθένας την άποψή του βάσει της σχέσης που έχει ο καθένας τους με το ράδιο. Από το σύνολο των ομιλιών τι απόσταγμα προκύπτει;».

Ε.Κ.: «Καταρχήν υπήρξε ένας διαρκής αφορισμός για το ραδιόφωνο και από τους ομιλητές και, κατά κάποιον τρόπο, από τους ακροατές. Πέραν των εγκωμίων διέκρινα και έναν μικρό αφορισμό. Εκείνο, όμως, που τελικά μένει είναι ότι το ραδιόφωνο έχει μέλλον. Είναι αισιόδοξο το μέλλον του. Τέθηκε το ζήτημα της παραγωγής, του ποιος μπορεί τελικά να κάνει ραδιόφωνο. Η δυνατότητα τελικά του να γίνεται ένας οποιοσδήποτε ακροατής παραγωγός στη θέση του παραγωγού προβληματίζει για το αν αυτό θα εξασφαλίσει και την ποιότητα στο ραδιόφωνο. Αυτό που εξασφαλίζει, κατά τη γνώμη μου, είναι μία ποικιλία, μία πολυπλοκότητα, πολλές διαφορετικές φωνές. Αυτό εκλαμβάνω εγώ ως αισιόδοξο μήνυμα. Όταν έχουμε πολλές φωνές θα ξεχωρίσουν αυτές που έχουν αξία και ποιότητα στην εποχή της μετριότητας».

Ι.Λ.: «Δίνεται μια ευκαιρία σε περισσότερους ανθρώπους δηλαδή».

Ε.Κ.: «Ορθώς».

Ι.Λ.: «Παλιότερα δεν υπήρχε η ευκαιρία. Ήταν λίγο πιο περιορισμένα τα πράγματα».

Ε.Κ.: «Ναι. Εκεί μας παρέπεμψαν οι ανακοινώσεις των πρώτων ομιλητών που  μίλησαν για κάποιους που διατηρούν “ιδιαίτερες” σχέσεις και γι’ αυτό τους δίνεται η δυνατότητα να δουλέψουν στο ραδιόφωνο κτλ. Τώρα πια δε χρειάζεται όλο αυτό».

Ι.Λ.: «Τώρα μπορεί κάποιος από το σπίτι του να οργανώσει μία home made ραδιοφωνική εκπομπή ή και σταθμό».

Ε.Κ.: «Ακριβώς».

Ι.Λ.: «Η αφήγηση, η καλή ιστορία, που ίσως να αποτελεί και ζητούμενο σε όλες τις τέχνες, συνιστά ζητούμενο και του ραδιοφώνου. Και αυτό κάνει τη διαφορά ενός καλού ραδιοφωνικού παραγωγού που θα προσφέρει μία καλή και προσεγμένη παρουσίαση του υλικού του από κάποιον που απλώς φλυαρεί ή και σιωπά. Στη σημερινή εποχή της ταχύτητας, λοιπόν, τι είναι εκείνο που θα ωθήσει κάποιον να ακούσει μία αφήγηση;».

Ε.Κ.: «Ποικίλουν οι απαντήσεις αφού η ραδιοφωνική ακρόαση είναι προσωπική υπόθεση. Όπως, για παράδειγμα, κάποιος ακούει δυνατά δυνατή μουσική σε αντίθεση με κάποιον που ήσυχα ακούει ήσυχη μουσική, αντίστοιχα διαφοροποιούνται και οι λόγοι ακρόασης. Στο ραδιόφωνο ακούς την αφήγηση, ακούς τον αφηγητή, ακούς τους ήχους και τη σιωπή μιας αφήγησης. Έπειτα, η ταχύτητα κάποτε κοπάζει για να δώσει χώρο στην εστίαση μικρών και μεγάλων απολαύσεων. Τότε η μουσική, ο λόγος και η σύνθεση μιας ποιοτικής ραδιοφωνικής εκπομπής μπορούν να αποτελέσουν μοναδικές στιγμές ευχαρίστησης και ικανοποίησης».

Ι.Λ.: «Σήμερα το παραδοσιακό ραδιόφωνο αλλάζει μορφή με τη συμμετοχή του ηλεκτρονικού μέσου. Το ράδιο μπορεί να συνδυάζεται με την εικόνα ή το Τwitter. Ενώ η αφήγηση είναι μία μοναχική διαδικασία. Διασπάται η προσοχή, συμπληρώνεται η αφήγηση ή είναι μία δοκιμασία από την οποία ακόμα διέρχεται το ράδιο και τελικά μένει να διαπιστωθεί η ισορροπία χρήσης των υλικών στη σωστή τους αναλογία;».

Ε.Κ.: «Καταρχήν θα συμφωνήσω με την ισορροπία της χρήσης των υλικών. Απαραίτητη προϋπόθεση στη παντοδυναμία των νέων ηλεκτρονικών μέσων.  Ύστερα όμως ας μη ξεχνάμε πως το αυτί, επιστημονικά αποδεδειγμένο ως το λιγότερο “έξυπνο” αισθητήριο όργανο, αρέσκεται στην εικονοποίηση των μηνυμάτων και ειδικότερα στους οριοθέτες της φαντασίας».

Ι.Λ.: «Το ράδιο σήμερα έχει ακροατές;».

Ε.Κ.: «Βεβαίως υπάρχουν πολλοί ακροατές που απολαμβάνουν το ραδιόφωνο. Πολλοί μάλιστα ανταποκρίνονται τηλεφωνικά ή με μηνύματα, παρατηρήσεις και προτιμήσεις. Προσωπικά, απολαμβάνω την επικοινωνία με τους ακροατές μου, η οποία συχνά συμβάλλει στη δημιουργία μιας νέας εκπομπής».

Ι.Λ.: «Ανησυχείτε εσείς για το μέλλον του ραδιοφώνου, γιατί πολλές ανησυχίες εκφράστηκαν σήμερα».

Ε.Κ.: «Καθόλου δεν ανησυχώ. Συμφωνώ με μία ακροάτρια που είπε προς τι τόση βιασύνη και ανησυχία να δημιουργηθεί αυτή η νέα γλώσσα;».

Ι.Λ.: «Τι έχετε να πείτε στο νέο κόσμο που θέλει να δραστηριοποιηθεί στο ραδιόφωνο;».

Ε.Κ.: «Ακούτε ραδιόφωνο, δημιουργήστε ραδιοφωνικές παραγωγές, εκπλήξτε τους εαυτούς σας και τους εν δυνάμει ακροατές σας!».

Ιουλία Λυμπεροπούλου για το CityMag.


Στην ημερίδα συμμετείχαν οι:
Τάκης Καμπύλης, που είναι δημοσιογράφος και Διευθυντής στον Αθήνα 9.84.
Γιάννης Ευσταθιάδης, που είναι συγγραφέας και ραδιοφωνικός  παραγωγός.
Μιχάλης Κυριακίδης, που είναι δημοσιογράφος και συνεργάτης του Παντείου Πανεπιστημίου στο τμήμα των ΜΜΕ.
Αποστόλης Καπαρουδάκης,  που εργάζεται στο Radio Bubble.
Χρήστος Ξανθάκης, που είναι δημοσιογράφος και εργάζεται στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία.
Ελένη Ορνεράκη, που είναι καλλιτεχνική διευθύντρια της Σχολής Ορνεράκη και μουσικός παραγωγός.
Σταύρος Διοσκουρίδης και Παναγιώτης Μένεγος, που είναι δημοσιογράφοι και ραδιοφωνικοί παραγωγοί στη ραδιοφωνική εκπομπή  Laternative του Σκάι.

Οι εκπομπές του Εμμανουήλ Κουτσουρέλη στο Τρίτο Πρόγραμμα 90,9 και 95,6 είναι:
Τετάρτη 22:00-23:00 «Διπλή Φαντασία».
Σάββατο 00:00-01:00 «Μίνιμαλ».
Κυριακή 00:00-00:30 «Η Αληθινή Πραγματικότητα».

Θα βρείτε το σχετικό ιστότοπο του Τρίτου Προγράμματος εδώ: http://tvradio.ert.gr/radio/frequencies.asp

__________________________
[1] βλ. «Ιστορική Αναδρομή Ραδιοφώνου (τέλη 19ου αιώνα-1987)», συντάκτρια Βασιλάκη Ζαχαρούλα, σελ. 31. http://www.iom.gr/inst/iom/gallery/ekdoseis/Istoriki%20anadromi.pdf, σελ. 23.
[2] «Ιστορική Αναδρομή Ραδιοφώνου (τέλη 19ου αιώνα –1987)» ό.π., σελ. 26.

0 Comments

CityMag Interview | Δρόμοι Ζωής

3/2/2012

0 Comments

 


Συνέντευξη στο Γκάζι στο χριστουγεννιάτικο bazaar της εθελοντικής οργάνωσης «Δρόμοι ζωής»

Picture
   To CityMag βρέθηκε στο ετήσιο διήμερο χριστουγεννιάτικο bazaar της εθελοντικής οργάνωσης «Δρόμοι Ζωής» και μίλησε στη θεατρολόγο Χριστίνα Λιάτα, που επιπλέον είναι ενεργό μέλος της οργάνωσης εδώ και τέσσερα χρόνια.

Ιουλία Λυμπεροπούλου: «Πόσα χρόνια οργανώνεται το συγκεκριμένο bazaar;».

Χριστίνα Λιάτα: «Αυτός είναι ο ένατος χρόνος. Η οργάνωση υπάρχει από το 2000».

Ι.Λ.: «Τι ακριβώς είναι οι "Δρόμοι Ζωής";».

Χ.Λ.: «Είναι μία καθαρά εθελοντική οργάνωση. Από άποψη δε χρηματοδοτούμαστε από πουθενά, παρά μόνο από το bazaar και τις διάφορες εισφορές των μελών σε πολύ έκτακτες περιπτώσεις όταν προκύπτουν ανάγκες. Έχουμε ένα χώρο στο Γκάζι και προσφέρουμε ενισχυτική διδασκαλία σε όσα παιδιά έχουν ανάγκη από ενισχυτική διδασκαλία. Δηλαδή, σε όσα παιδιά προέρχονται από οικογένειες που είτε δε μιλάνε καλά τη γλώσσα και δεν τα πηγαίνουν καλά στο σχολείο γι’ αυτό το λόγο είτε προέρχονται από πολύ φτωχές οικογένειες, άρα δεν μπορούν να πάνε φροντιστήριο, είτε προέρχονται από τη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης. Μιλάνε μία διάλεκτο της τουρκικής και κατέβηκαν μαζικά από τη Θράκη από αμιγώς τουρκόφωνα χωριά».

Ι.Λ.: «Μιλάμε, δηλαδή, για μουσουλμάνους που δε συμπεριλήφθηκαν στην ανταλλαγή των πληθυσμών».

Χ.Λ.: «Ακριβώς. Κατέβηκαν στην Αθήνα για να βρούνε μία καλύτερη ζωή και δουλειά τη δεκαετία του ’80 και ήρθαν στην περιοχή του Γκαζιού, που ήταν βιομηχανική περιοχή. Υπήρχαν το εργοστάσιο, διάφορες βιοτεχνίες, γκαράζ, και έβρισκαν δουλειές. Τα παιδιά αυτών των οικογενειών, λοιπόν, δεν πάνε καθόλου καλά στο σχολείο και εμείς είμαστε εδώ για να τα βοηθάμε αφιλοκερδώς σε όλα τα μαθήματα. Εκτός από τα μαθήματα του σχολείου τούς κάνουμε και καλλιτεχνικές δραστηριότητες, δηλαδή σύγχρονο χορό, κιθάρα, αρμόνιο, υπολογιστές, ζωγραφική, γλυπτική, κουκλοθέατρο. Ανεβάζουμε παραστάσεις κάθε χρόνο. Και γενικά, επειδή αυτά τα παιδιά μπορεί να μην περνάνε τις τάξεις στο σχολείο, είναι σημαντικό για αυτά να συναναστρέφονται με Έλληνες, θα έλεγα. Και να ακούν τη γλώσσα σε ένα άλλο επίπεδο από αυτό που την ακούν στο σπίτι τους».

Ι.Λ.: «Τώρα μιλάμε για ανθρώπους που είναι εδώ από τότε, από τη δεκαετία του ’80. Και παρ’ όλα αυτά δεν είναι καθόλου ενταγμένοι;».

Χ.Λ.: «Όχι, καθόλου. Είναι μεγάλο πρόβλημα αυτό. Αυτά τα παιδιά προορίζονται να γίνουνε ρακοσυλλέκτες. Και εμείς προσπαθούμε να τα βγάλουμε από αυτήν τη μοίρα, να γίνουν κάτι άλλο, να πάνε σε μία τεχνική σχολή, να γίνουν υδραυλικοί, ηλεκτρολόγοι, κομμωτές, μοδίστρες».

Ι.Λ.: «Η ανεργία πρέπει να θερίζει».

Χ.Λ.: «Η ανεργία είναι τεράστια. Τα τελευταία χρόνια που ούτως ή άλλως όλος ο πληθυσμός πλήττεται από την ανεργία αυτός ο κόσμος υποφέρει περισσότερο. Οπότε εκτός από τα μαθήματα προσφέρουμε και οικονομική βοήθεια, πλέον. Παίρνουμε ένα μέρος από τα χρήματα, για παράδειγμα, του bazaar και αγοράζουμε είδη πρώτης ανάγκης και τα μοιράζουμε στις πιο στερημένες οικογένειες».

Ι.Λ.: «Έχει υπάρξει κόσμος τώρα ή παλιότερα που αντέδρασε αρνητικά εξαιτίας ίσως κάποιας προκατάληψης απέναντι στις οικογένειες των οικονομικών μεταναστών και μουσουλμάνων, τις οποίες η οργάνωση βοηθάει; Με ενδιαφέρει η προσωπική σου εκτίμηση γιατί το βιώνεις μέσα από τη συμμετοχή σου στην οργάνωση».

Χ.Λ.: «Από τους εθελοντές των "Δρόμων Ζωής" ποτέ δεν υπήρξαν τέτοιου είδους αντιδράσεις, γιατί όλοι λίγο πολύ έχουν τη σχετική παιδεία και δείχνουν ευαισθησία στη διαφορετικότητα. Από τον κοινωνικό περίγυρο των οικογενειών ή από τα σχολεία των παιδιών τους, όμως, υπήρξαν και υπάρχουν κρούσματα προκατάληψης τόσο από άτομα όσο και από ομάδες: Έλληνες, μετανάστες, γείτονες, κρατικοί υπάλληλοι, διάφορες κοινωνικές ή θρησκευτικές οργανώσεις. Ζουν σε συγκρουσιακό και ανταγωνιστικό περιβάλλον, όπως όλοι μας, άλλωστε, αλλά τα δικά τους προβλήματα είναι κατά πολύ μεγεθυμένα. Δεν έχουν καταγραφεί, πάντως, συγκεκριμένα περιστατικά, ώστε να μπορώ να αναφερθώ. Από τη δική τους πλευρά η αρκετά κλειστή μικροκοινωνία τους συχνά τους προστατεύει, ενισχύοντας κιόλας τους αποκλεισμούς που βιώνουν».

Ι.Λ.: «Όλη αυτή η προβληματική, λοιπόν, υπήρξε και η αφορμή για τη δημιουργία της οργάνωσης, έστω και σε πρώιμο στάδιο αρχικά. Πώς ακριβώς ξεκίνησε;».

Χ.Λ.: «Η οργάνωση ξεκίνησε από έναν πολύ μικρό πυρήνα το ’96, από ένα ζευγάρι μάλιστα, τους Κώστα Βαρλά και τη Μάτα (Σταματίνα) Αγγελοπούλου-Βαρλά. Άρχισαν να ασχολούνται με τα παιδιά εδώ. Εντελώς άτυπα στην αρχή τα βοηθούσαν στα μαθήματά τους. Σιγά σιγά οι οικογένειες τους εμπιστεύτηκαν, στέλναν τα παιδιά τους. Από φίλο σε φίλο, από στόμα σε στόμα μαθεύτηκε και τώρα είμαστε περίπου 170 εθελοντές, ύστερα από παραπάνω από δέκα χρόνια, και φροντίζουμε περίπου 50 οικογένειες».

Ι.Λ.: «Από όλη την Αθήνα;».

Χ.Λ.: «Όλη την Αθήνα. Στο bazaar, βέβαια, μας στέλνουν και από άλλες πόλεις προϊόντα, από Θεσσαλονίκη, από Κρήτη, από Πάτρα. Οι εθελοντές, όμως, που κάνουν μάθημα στα παιδιά…».

Ι.Λ.: «Αναγκαστικά χρειάζεται η φυσική τους παρουσία εδώ».

Χ.Λ.: «Ναι, είναι από εδώ».

Ι.Λ.: «Σε όλη την Ελλάδα γίνατε γνωστή ως οργάνωση μέσω του διαδικτύου ή και αυτό διαδόθηκε από στόμα σε στόμα μέσω γνωστών και ανθρώπων που ταξίδευαν σε άλλες πόλεις;».

Χ.Λ.: «Στους πρώτους φίλους υπήρχαν κάποιοι που ασχολούνταν με το blogging και κυρίως με συνταγές, με καλλιτεχνικά. Έτσι, από την κοινότητα των bloggers έγινε πιο γνωστό τα προηγούμενα χρόνια. Κάποιοι δημοσιογράφοι ήρθαν και μας γνώρισαν από την “Ελευθεροτυπία”, το “Βήμα” το  “Έθνος”. Έγραψαν καλά λόγια για εμάς, και έτσι σιγά σιγά οι εθελοντές έγιναν 170 και ανανεώνονται συνέχεια».

Ι.Λ.: «Πώς προέκυψε ο συγκεκριμένος χώρος για την οργάνωση του bazaar;».

Χ.Λ.: «Συνεργαζόμασταν με το Δήμο Αθηναίων. Μας παραχωρούσε το Κέντρο Τεχνών ο Δήμος δίπλα στο Μέγαρο Μουσικής. Πλέον η πολιτική του Δήμου Αθηναίων έχει αλλάξει και αρχίσαμε να ψάχνουμε χώρο. Δε βρίσκαμε χώρο σε πολύ καλή τιμή για εθελοντική οργάνωση και έτσι προέκυψε αυτό το σχολείο, που είναι το σχολείο των παιδιών. Το 70% των παιδιών εδώ ξεκινάει το δημοτικό. Είπαμε, γιατί όχι, κι ας είναι μία αίθουσα άγνωστη, θα τη διαφημίσουμε και θα τη μάθει ο κόσμος».

Ι.Λ.: «Το κράτος έχει υποστηρίξει με κάποιον άλλον τρόπο την οργάνωση, εκτός του να προσφέρει ένα κτίριο για το bazaar;».

Χ.Λ.: «Για την επιτυχία τους στον τομέα του γνήσιου εθελοντισμού οι "Δρόμοι Ζωής" βραβεύτηκαν από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας με τον έπαινο "Νησίδες Ποιότητας Συλλογικής Δράσης" σε ένα διαγωνισμό που διοργάνωσαν από κοινού η "Κίνηση Πολιτών για την Ανοικτή Κοινωνία" και το "Σώμα Ελληνίδων Οδηγών" το Νοέμβριο του 2001. Δεν έχουν, όμως, λάβει ποτέ καμία επιχορήγηση ή χρηματοδότηση από κανένα φορέα του ελληνικού κράτους ή ευρωπαϊκό πρόγραμμα».

Ι.Λ.: «Τι προσφέρει το bazaar και ποιοι τα παρέχουν όλα αυτά;».

Χ.Λ.: «Υπάρχουν ομάδες εθελοντών που δουλεύουν όλο το χρόνο για το bazaar. Ομάδα μαγειρικής που φτιάχνει χειροποίητες μαρμελάδες, γλυκά, λικέρ, διάφορα σκευάσματα γλυκά και αλμυρά συνοδευτικά του γεύματος, μπισκότα. Μετά υπάρχει ομάδα χειροτεχνίας, που επίσης όλο το χρόνο φτιάχνει διάφορα, ράβει υφάσματα για διάφορα αξεσουάρ, πλέκει, φτιάχνει κοσμήματα. Μετά υπάρχουν διάφοροι εθελοντές που δωρίζουν πράγματα από το σπίτι τους και φτιάχνουμε το χώρο, τη διακόσμηση. Διάφορα βιβλιοπωλεία μάς δίνουν βιβλία».

Ι.Λ.: «Ναι, είδα πολλά βιβλία εδώ. Είναι και ανθρώπων που θέλουν να ελαφρύνουν λίγο τη βιβλιοθήκη τους;».

Χ.Λ.: «Ναι, και από βιβλιοπωλεία που για χι ψι λόγο κλείνουνε ή έχουνε στοκ».

Ι.Λ.: «Γιατί να έρθει κάποιος στο bazaar;».

Χ.Λ.: «Γιατί το παραμικρό που θα αγοράσει, ακόμα και 5 ευρώ να μπούνε στο ταμείο αυτού του κέντρου, θα πάνε στον κόσμο που πραγματικά έχει ανάγκη. Δεν πηγαίνουν τα χρήματα ούτε για διαφημιστικά ούτε για περιττά έξοδα, αλλά σε ανθρώπους που είτε τα παιδιά τους έχουν ανάγκη να σπουδάσουνε, οπότε αγοράζουμε βιβλία, γραφική ύλη, ρουχαλάκια…».

Ι.Λ.: «Τα απαραίτητα, δηλαδή».

Χ.Λ.: «Φαγητό! Τώρα τελευταία με την κρίση τη μεγάλη. Να πληρωθεί το ενοίκιο του χώρου όπου εμείς κάνουμε τα μαθήματα, που είναι εδώ στο Γκάζι, αλλά έχει τα έξοδά του: ενοίκιο, ΔΕΗ, καθαριότητα κτλ.».

Ι.Λ.: «Τώρα με την κρίση η συμμετοχή του κόσμου έχει μειωθεί ή έχει αυξηθεί από αίσθημα αλληλεγγύης;».

Χ.Λ.: «Βλέπουμε περισσότερους νέους ανθρώπους. Βλέπουμε, δηλαδή, παιδιά που μόλις έχουν τελειώσει το λύκειο ή κάποια σχολή και στον ελεύθερο χρόνο τους έρχονται και κάνουν δυο ώρες μάθημα στα παιδιά. Νομίζω ότι έχει αυξηθεί, λοιπόν, η συμμετοχή. Ενδεχομένως ο κόσμος να μη δίνει τόσα πολλά χρήματα, αλλά υπάρχει περισσότερος κόσμος που δίνει από λίγα».

Ι.Λ.: «Άρα, λίγο πολύ, είμαστε στα ίδια πάλι. Είναι καλύτερο το ότι συμμετέχουν περισσότεροι άνθρωποι ίσως!».

Χ.Λ.: «Εμείς παραμένουμε αισιόδοξοι ότι θα μπορούσαμε να είμαστε εθελοντική οργάνωση για, ξέρω ’γώ, άλλα δέκα χρόνια».

Ι.Λ.: «Μακάρι να υπάρχουν πολλές οργανώσεις σαν τη δική σας. Σας εύχομαι να έρχεται όλο και περισσότερος κόσμος και να αποκτήσει η οργάνωση μεγαλύτερη απήχηση. Και εφόσον μπαίνει η νέα χρονιά, ας ολοκληρώσουμε με μία ευχή!».

Χ.Λ.: «Εύχομαι να σκεφτόμαστε το διπλανό μας, να έχουμε τα μάτια ανοιχτά. Αν είμαστε καλά στη ζωή μας, να δίνουμε και το κάτι λίγο που μας περισσεύει, να είμαστε αισιόδοξοι και κυρίως να βοηθάμε, γιατί μας δίνει και χαρά!».

Ι.Λ.: «Ευχαριστούμε πολύ! Καλή χρονιά στα παιδιά, σε εσάς και σε όσους συμμετέχουν σε αυτή την προσπάθεια».

Ιουλία Λυμπεροπούλου για το CityMag.


Περισσότερα για την εθελοντική οργάνωση «Δρόμοι Ζωής» θα βρείτε στο www.dromoi-zois.gr.

Για όσους θέλουν να συμμετέχουν πιο ειδικά από όλη την Ελλάδα:
Οδός: Γαργητίων 12, Γκάζι.
Τηλ.: 2103474218, Κιν.: 6977093072.
Αρ. Λογαριασμού Εurobank: 0026 0076 5002 000 41684.
IBAN: GR95 0260 0760 0005 0020 0041 684.

0 Comments

CityMag Interview | To BookCrossing στο 1ο Φεστιβάλ Νέων Λογοτεχνών

4/1/2012

0 Comments

 


To BookCrossing στο 1ο Φεστιβάλ Νέων Λογοτεχνών

Picture
    Στα μέσα Δεκεμβρίου (9-10/ 12) πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα το 1ο Φεστιβάλ Νέων Λογοτεχνών στο ίδρυμα Μιχάλη Κακογιάννη με τη συμβολή του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού και του ΕΚΕΒΙ (Εθνικού Κέντρου Βιβλίου). Στο διήμερο φεστιβάλ έλαβαν χώρα: προβολές ταινιών μικρού μήκους από το Φεστιβάλ Δράμας, μαραθώνιος ανάγνωσης, μαραθώνιος γραφής, εργαστήρια θεατρικής γραφής και σεναρίου, χορευτικά και θεατρικά δρώμενα, εκθέσεις εικαστικών, παρουσίαση ψηφιακών κόμικς κ.ά. Έκτος από την ποικιλία των παρουσιάσεων και δραστηριοτήτων το φεστιβάλ διακρίθηκε και για την ανάδειξη της διάδρασης μεταξύ των διαφόρων ειδών τέχνης. Για παράδειγμα, οι ταινίες μικρού μήκους που προβλήθηκαν ήταν βασισμένες σε λογοτεχνικά έργα. Το CityMag βρέθηκε εκεί και πήρε συνέντευξη από ενεργά μέλη του BookCrossing στην Ελλάδα, τη νέα τάση ανταλλαγής βιβλίων μεταξύ των βιβλιόφιλων. Παραθέτουμε τη συνέντευξη:

Ιουλία Λυμπεροπούλου: «Τι είναι το BookCrossing;». 

Κατερίνα (karry): «Είναι μία διαδικτυακή κοινότητα βιβλιόφιλων, που όμως έχει κάποιες ιδιαιτερότητες. Δηλαδή, όσα βιβλία μας απλώς σκονίζονται στη βιβλιοθήκη μας αποκτούν έναν κωδικό μέσω ενός site και αφήνονται “ελεύθερα” να βρουν τον επόμενο αναγνώστη. Ουσιαστικά, οι BookCrossers μοιράζονται τα βιβλία τους με άγνωστο και με γνωστό τους κόσμο».

Ι.Λ.: «Αυτό έχει αρχίσει από το εξωτερικό;».

Κ.: «Έχει ξεκινήσει από την Αμερική και ήρθε στην Ελλάδα το 2004».

Ι.Λ.: «Πώς ήρθε στην Ελλάδα;».

Κ.: «Γράφτηκαν δύο άρθρα. Το ένα στην “Ελευθεροτυπία” και το άλλο στo “Βήμα” το 2004 και το 2005 αντίστοιχα, και έτσι άρχισαν τα εγγράφονται μέλη σε αυτό το σύστημα».

Ι.Λ.: «Πώς πιστεύετε ότι θα βοηθήσει το BookCrossing το βιβλίο στην Ελλάδα σήμερα;».

Κ.: «Εγώ γενικά πιστεύω ότι οτιδήποτε γίνεται για το βιβλίο με το βιβλίο βοηθάει το ίδιο το βιβλίο, στη διάδοσή του, στην αύξηση του αναγνωστικού κοινού, στο να έρθει σε επαφή ο αναγνώστης με βιβλία που σε άλλη περίπτωση δε θα γνώριζε».

Ι.Λ.: «Το BookCrossing προωθεί όλων των ειδών τα βιβλία ή μόνο τα λογοτεχνικά;».

Κ.: «Βιβλία κάθε είδους προωθούνται στο BookCrossing, γιατί πιστεύουμε ότι κάθε βιβλίο έχει τον αναγνώστη του. Κάποιο βιβλίο που μπορεί εμένα να μη μου αρέσει…».

Ι.Λ.: «Κάποιος άλλος μπορεί να τρελαθεί!».

Κ.: «Ακριβώς. Σε άλλον μπορεί να αρέσουν τα αστυνομικά, σε άλλον τα βίπερ. Δεν είμαι εγώ αυτός που θα κρίνει ποιο είδος βιβλίου θα συμμετέχει. Συμμετέχουν όλα!».

Ι.Λ.: «Πιστεύετε ότι ο κόσμος διαβάζει στην Ελλάδα σήμερα;».

Κ.: «Όχι πάρα πολύ!».

Ι.Λ.: «Γιατί;».

Κ.: «Τι να πω! Ίσως να φταίει και το ότι τα βιβλία είναι αρκετά ακριβά. Ίσως γιατί έχουμε συνδυάσει το βιβλίο με μία εκπαίδευση πολύ στενή και κατευθυνόμενη, οπότε έχουμε συνδέσει το βιβλίο με αυτή την κατευθυνόμενη και πιεσμένη μάθηση. Ίσως αυτό!».

Ι.Λ.: «Ελπίζετε ότι το BookCrossing θα βοηθήσει το βιβλίο;».

Κ.: «Νομίζω, ναι!».

Ι.Λ.: «Έχει διάδοση στην Ελλάδα;».

Κ.: «Υπάρχει σε πολλές πόλεις. Στη Θεσσαλονίκη είναι μία πολύ μεγάλη κοινότητα, στη Λάρισα, στο Βόλο, στα Χανιά. Στην Πάτρα, όχι τόσο πολύ, αλλά, εντάξει, κάτι ξεκινάει πάλι. Στην Αθήνα, εννοείται».

Ι.Λ.: «Οι φοιτητές ασχολούνται, που συνήθως διαβάζουν πιο πολύ, γιατί έχουν περισσότερο ελεύθερο χρόνο;».

Κ.: «Πολύς κόσμος ασχολείται και όλων των ηλικιών οι άνθρωποι».

Ι.Λ.: «Διάβασα στο προσπέκτους ότι συμμετέχουν άνθρωποι από κάθε επαγγελματικό χώρο. Είναι πολύ σημαντικό αυτό!».

Κ.: «Πολύ! Ιδιαίτερα εκπαιδευτικοί και όσοι ασχολούνται λίγο με το γράψιμο ή έχουν ως χόμπι το γράψιμο και το διάβασμα είναι υποψήφιοι BookCrossers, γιατί έχουν πιο μεγάλη αγάπη προς το αντικείμενο».

Ι.Λ.: «Εν όψει των Χριστουγέννων, λοιπόν, ας καταλήξουμε με μία ευχή για το βιβλίο και για τον κόσμο γενικότερα».

Κ.: «Έχουμε ένα μότο: Τα βιβλία μπορούν να αλλάξουν τους ανθρώπους και οι άνθρωποι να αλλάξουν τον κόσμο!».

Ι.Λ.: «Και με αυτό το σχόλιο ολοκληρώνουμε τη συνέντευξη. Ευχαριστούμε πολύ!».

Ιουλία Λυμπεροπούλου για το CityMag.


* Περισσότερα για το BookCrossing θα βρείτε στο www.bookcrossing.com

Picture








Φωτογραφίες: Ιουλία Λυμπεροπούλου

0 Comments

    CityMag
    Interview

     




    Categories

    All
    004 | To BookCrossing στο 1ο Φεστιβάλ Νέων Λογοτεχνών
    005 | Δρόμοι Ζωής
    006 | Κοιτάζοντας τον κόσμο με τ'αυτιά
    007 | Το Θύμα και ο Θύτης
    008 | Φρικαντέλα (Freekandela)
    009 | Ο ψηφιακός πολιτισμός στην εποχή της κρίσης
    010 | Athens Pride 2012
    011 | Οι νεόπτωχοι κάνουν διακοπές
    013 | H ομάδα του CityMag
    015 |

    RSS Feed

    Archives

    December 2012
    October 2012
    August 2012
    July 2012
    June 2012
    May 2012
    April 2012
    March 2012
    February 2012
    January 2012

Powered by Create your own unique website with customizable templates.