Η τρελή piñata | Μάρτιος-Απρίλιος
Παραμύθια για μικρούς και για μεγάλους! [Β'Μέρος]
Φτάσαμε στο δεύτερο μέρος των παραμυθιών για μικρούς και για μεγάλους, με ιστορίες επί το πλείστον πιο πρόσφατες, καθώς ακολουθείται λίγο πολύ μία χρονική διαδοχή. Στο Β’ μέρος θα βρείτε και ηχητικό υλικό, που θα σας υπενθυμίσει προηγούμενες δεκαετίες, επαναφέροντας εικόνες περασμένες αλλά όχι ξεχασμένες. Ελπίζω να το απολαύσετε και να θυμηθείτε ευχάριστες στιγμές με προοπτική όχι μόνο επανάληψης αλλά και ανανέωσης και ανακάλυψης ερεθισμάτων σε σχέση με νέες παραμυθένιες ιστορίες.
Άλλη φορά μένει να βουτήξουμε βαθιά στα νερά της Disney και σε ταινίες της Pixar, που κεντρίζουν τη φαντασία μικρών και μεγάλων, όπως και σε διάφορες τριλογίες ή γενικότερα ιστορίες σε συνέχειες (sequel), που τα τελευταία χρόνια έγιναν πολύ δημοφιλή. Καλά να είμαστε, να κατεβάζουμε ιδέες, να διαβάζουμε, να γράφουμε, να βλέπουμε και να ακούμε! Όλες οι αισθήσεις, άλλωστε, μας συνοδεύουν ενεργητικά στη πορεία μαζί με τη γεύση, την όσφρηση και την αφή, που συμμετέχουν νοητά αλλά συχνά και κυριολεκτικά, καθώς ένα ενδιαφέρον υγιεινό ή μη σνακ είναι ευπρόσδεκτο ως συνοδοιπόρος σε τέτοιες διαδρομές.
Τέλος, θα ήθελα να ευχαριστήσω όλους τους αναγνώστες που αγκάλιασαν την τρελή piñata από την αρχή, τη διαβάζουν και εκφράζουν το ενδιαφέρον τους πολύ αυθόρμητα και πηγαία με προτάσεις για βιβλία που έχουν αγαπήσει οι ίδιοι ή ταινίες που τους έχουν εντυπωθεί. Χαίρομαι πολύ που η τρελή piñata γίνεται το εισιτήριο για ένα ταξίδι εσωτερικής πυροδότησης, καθώς οι σελίδες οι οποίες διαμορφώνουν το κείμενο αποτελούν μόνο την αρχή και το βατήρα για μία συνέχεια σε άλλους πραγματικούς ή επινοημένους προορισμούς. Έτσι, η διαδρομή από φαινομενικά μοναχική εξελίσσεται σε διαδραστική. Επίσης, συγκεντρώνω και εγώ υλικό εμπλουτίζοντας το νοητό εξοπλισμό μου, ενώ μελλοντικά κάποιες από αυτές δεν αποκλείεται να συμπεριληφθούν σε θεματικές, εφόσον γίνει μία όπως πρέπει γνωριμία μαζί τους, εφόσον, δηλαδή, διαβάσω τα βιβλία και δω τις ταινίες.
Ελάτε να σπάσουμε όλοι μαζί την τρελή piñata, λοιπόν, να δούμε τι παραμυθένιες εκπλήξεις κρύβει για το δίμηνο Μαρτίου-Απριλίου!
Άλλη φορά μένει να βουτήξουμε βαθιά στα νερά της Disney και σε ταινίες της Pixar, που κεντρίζουν τη φαντασία μικρών και μεγάλων, όπως και σε διάφορες τριλογίες ή γενικότερα ιστορίες σε συνέχειες (sequel), που τα τελευταία χρόνια έγιναν πολύ δημοφιλή. Καλά να είμαστε, να κατεβάζουμε ιδέες, να διαβάζουμε, να γράφουμε, να βλέπουμε και να ακούμε! Όλες οι αισθήσεις, άλλωστε, μας συνοδεύουν ενεργητικά στη πορεία μαζί με τη γεύση, την όσφρηση και την αφή, που συμμετέχουν νοητά αλλά συχνά και κυριολεκτικά, καθώς ένα ενδιαφέρον υγιεινό ή μη σνακ είναι ευπρόσδεκτο ως συνοδοιπόρος σε τέτοιες διαδρομές.
Τέλος, θα ήθελα να ευχαριστήσω όλους τους αναγνώστες που αγκάλιασαν την τρελή piñata από την αρχή, τη διαβάζουν και εκφράζουν το ενδιαφέρον τους πολύ αυθόρμητα και πηγαία με προτάσεις για βιβλία που έχουν αγαπήσει οι ίδιοι ή ταινίες που τους έχουν εντυπωθεί. Χαίρομαι πολύ που η τρελή piñata γίνεται το εισιτήριο για ένα ταξίδι εσωτερικής πυροδότησης, καθώς οι σελίδες οι οποίες διαμορφώνουν το κείμενο αποτελούν μόνο την αρχή και το βατήρα για μία συνέχεια σε άλλους πραγματικούς ή επινοημένους προορισμούς. Έτσι, η διαδρομή από φαινομενικά μοναχική εξελίσσεται σε διαδραστική. Επίσης, συγκεντρώνω και εγώ υλικό εμπλουτίζοντας το νοητό εξοπλισμό μου, ενώ μελλοντικά κάποιες από αυτές δεν αποκλείεται να συμπεριληφθούν σε θεματικές, εφόσον γίνει μία όπως πρέπει γνωριμία μαζί τους, εφόσον, δηλαδή, διαβάσω τα βιβλία και δω τις ταινίες.
Ελάτε να σπάσουμε όλοι μαζί την τρελή piñata, λοιπόν, να δούμε τι παραμυθένιες εκπλήξεις κρύβει για το δίμηνο Μαρτίου-Απριλίου!
Ταινίες
Lemony Snicket's A Series of Unfortunate Events (2004)
(Λέμονι Σνίκετ, μία σειρά από ατυχή γεγονότα)
Σκηνοθέτης: Μπραντ Σίλμπερλινγκ
Γλώσσα: Αγγλικά
Ηθοποιοί: Τζιμ Κάρεϊ, , Μέριλ Στριπ, Τζουντ Λο (αφηγητής), Έμιλι Μπράουνινγκ, Λίαμ Έικεν, Κάρα και Σέλμπι Χόφμαν κ.ά.
Περιγραφή
Η ταινία είναι βασισμένη στη σειρά βιβλίων του Ντάνιελ Χάντλερ με τίτλο Μια σειρά από ατυχή γεγονότα. Παρακολουθούμε τα τρία αδέλφια Μποντλέρ, Βάιολετ, Κλάους και Σάνι από τη στιγμή που μένουν ορφανά όταν καίγεται το σπίτι τους μαζί με τους γονείς τους. Αφορμή της μεγάλης κληρονομιάς που θα παραλάβουν με την ενηλικίωσή τους, ο κόμης Όλαφ και πρώτος κηδεμόνας τους ‒τον υποδύεται ο Τζιμ Κάρεϊ‒ προσπαθεί να εξουδετερώσει τους επόμενους κηδεμόνες, όταν ο ίδιος κρίνεται ακατάλληλος. Τα αδέλφια, όμως, είναι πολύ επινοητικά και διαθέτουν εξαιρετικές ικανότητες, καταφέρνοντας κάθε φορά να γλιτώσουν από τους κινδύνους και τις παγίδες που τους στήνει μεταμφιεζόμενος σε άλλους χαρακτήρες. Η σκοτεινή και μυστηριώδης ατμόσφαιρα της ταινίας, ο σωστός συγχρονισμός, η αρτιότητα της φωτογραφίας και των σκηνικών, το ρυθμικό ξετύλιγμα της πλοκής και οι ερμηνείες που εξισορροπούν το γκροτέσκ και το σχηματικό με ρεαλιστικά στοιχεία και φυσικό παίξιμο, ιδίως στις συναισθηματικές κορυφώσεις των παιδικών χαρακτήρων, με έκαναν να αγαπήσω αυτή την ταινία και να την παρακολουθώ κάθε φορά, σαν να ήταν η πρώτη. Εκείνο που επίσης ξεχωρίζω σε ταινίες του είδους είναι οι προσεγμένοι τίτλοι αρχής και τέλους με τη σχεδιαστική παρουσίαση μίας ιστορίας μέσα στην ιστορία ή μίας σύντομης αναπαράστασης της αφήγησης. Και εδώ, μέχρι να εξαφανιστεί από την οθόνη ο τελευταίος τίτλος, η προσήλωση παραμένει απόλυτη για όποιον ενδιαφέρεται, βέβαια, για την κινούμενη εικόνα ή γενικότερα για το animation.
Το ρόλο της Σάνι μοιράζονται εναλλακτικά οι δίδυμες Κάρα και Σέλμπι Χόφμαν.
Η ταινία το 2005 κέρδισε Όσκαρ στην κατηγορία του Καλύτερου Μακιγιάζ και ήταν υποψήφια σε άλλες τρεις κατηγορίες για Καλύτερα Κουστούμια, Καλύτερη Καλλιτεχνική Διεύθυνση και Καλύτερη Μουσική Επένδυση.
(Λέμονι Σνίκετ, μία σειρά από ατυχή γεγονότα)
Σκηνοθέτης: Μπραντ Σίλμπερλινγκ
Γλώσσα: Αγγλικά
Ηθοποιοί: Τζιμ Κάρεϊ, , Μέριλ Στριπ, Τζουντ Λο (αφηγητής), Έμιλι Μπράουνινγκ, Λίαμ Έικεν, Κάρα και Σέλμπι Χόφμαν κ.ά.
Περιγραφή
Η ταινία είναι βασισμένη στη σειρά βιβλίων του Ντάνιελ Χάντλερ με τίτλο Μια σειρά από ατυχή γεγονότα. Παρακολουθούμε τα τρία αδέλφια Μποντλέρ, Βάιολετ, Κλάους και Σάνι από τη στιγμή που μένουν ορφανά όταν καίγεται το σπίτι τους μαζί με τους γονείς τους. Αφορμή της μεγάλης κληρονομιάς που θα παραλάβουν με την ενηλικίωσή τους, ο κόμης Όλαφ και πρώτος κηδεμόνας τους ‒τον υποδύεται ο Τζιμ Κάρεϊ‒ προσπαθεί να εξουδετερώσει τους επόμενους κηδεμόνες, όταν ο ίδιος κρίνεται ακατάλληλος. Τα αδέλφια, όμως, είναι πολύ επινοητικά και διαθέτουν εξαιρετικές ικανότητες, καταφέρνοντας κάθε φορά να γλιτώσουν από τους κινδύνους και τις παγίδες που τους στήνει μεταμφιεζόμενος σε άλλους χαρακτήρες. Η σκοτεινή και μυστηριώδης ατμόσφαιρα της ταινίας, ο σωστός συγχρονισμός, η αρτιότητα της φωτογραφίας και των σκηνικών, το ρυθμικό ξετύλιγμα της πλοκής και οι ερμηνείες που εξισορροπούν το γκροτέσκ και το σχηματικό με ρεαλιστικά στοιχεία και φυσικό παίξιμο, ιδίως στις συναισθηματικές κορυφώσεις των παιδικών χαρακτήρων, με έκαναν να αγαπήσω αυτή την ταινία και να την παρακολουθώ κάθε φορά, σαν να ήταν η πρώτη. Εκείνο που επίσης ξεχωρίζω σε ταινίες του είδους είναι οι προσεγμένοι τίτλοι αρχής και τέλους με τη σχεδιαστική παρουσίαση μίας ιστορίας μέσα στην ιστορία ή μίας σύντομης αναπαράστασης της αφήγησης. Και εδώ, μέχρι να εξαφανιστεί από την οθόνη ο τελευταίος τίτλος, η προσήλωση παραμένει απόλυτη για όποιον ενδιαφέρεται, βέβαια, για την κινούμενη εικόνα ή γενικότερα για το animation.
Το ρόλο της Σάνι μοιράζονται εναλλακτικά οι δίδυμες Κάρα και Σέλμπι Χόφμαν.
Η ταινία το 2005 κέρδισε Όσκαρ στην κατηγορία του Καλύτερου Μακιγιάζ και ήταν υποψήφια σε άλλες τρεις κατηγορίες για Καλύτερα Κουστούμια, Καλύτερη Καλλιτεχνική Διεύθυνση και Καλύτερη Μουσική Επένδυση.
Mr. Magorium's Wonder Emporium (2007)
(Το μαγαζί των Θαυμάτων)
Σκηνοθέτης: Ζακ Χελμ
Γλώσσα: Αγγλικά
Ηθοποιοί: Ντάστιν Χόφμαν, Νάταλι Πόρτμαν κ.ά.
Περιγραφή
Ένας μαθουσάλας ιδιοκτήτης καταστήματος παιχνιδιών, που δείχνει πολύ νεότερος από την ηλικία του, έχει καταφέρει από χρόνια να δημιουργήσει μία μαγική όαση για παιδιά και για μεγάλους με φαντασία, που διατηρούν το παιδί μέσα τους και πιστεύουν στο αδύνατο. Η ίδια του η αύρα ανακινεί και πυροδοτεί την ψυχή των παιχνιδιών να ζωντανέψει. Ο δρόμος του διασταυρώνεται με μία νεαρή κοπέλα, που μάλλον έχει χάσει την πίστη της στην ξεγνοιασιά της παιδικής αθωότητας. Η συνάντησή της, όμως, με τον κύριο Μαγκόριουμ ίσως να είναι ο καλύτερος τρόπος για να οδηγηθεί πάλι πίσω στις κοιμισμένες αλλά όχι ξεχασμένες εσωτερικές της φωνές. Πώς θα γίνει αυτό μετά από περιπέτειες και συγκινητική πλοκή θα το δείτε επί της οθόνης. Είναι μία ταινία που ξυπνά τη θετική χριστουγεννιάτικη πλευρά μας σε κάθε εποχή του χρόνου.
(Το μαγαζί των Θαυμάτων)
Σκηνοθέτης: Ζακ Χελμ
Γλώσσα: Αγγλικά
Ηθοποιοί: Ντάστιν Χόφμαν, Νάταλι Πόρτμαν κ.ά.
Περιγραφή
Ένας μαθουσάλας ιδιοκτήτης καταστήματος παιχνιδιών, που δείχνει πολύ νεότερος από την ηλικία του, έχει καταφέρει από χρόνια να δημιουργήσει μία μαγική όαση για παιδιά και για μεγάλους με φαντασία, που διατηρούν το παιδί μέσα τους και πιστεύουν στο αδύνατο. Η ίδια του η αύρα ανακινεί και πυροδοτεί την ψυχή των παιχνιδιών να ζωντανέψει. Ο δρόμος του διασταυρώνεται με μία νεαρή κοπέλα, που μάλλον έχει χάσει την πίστη της στην ξεγνοιασιά της παιδικής αθωότητας. Η συνάντησή της, όμως, με τον κύριο Μαγκόριουμ ίσως να είναι ο καλύτερος τρόπος για να οδηγηθεί πάλι πίσω στις κοιμισμένες αλλά όχι ξεχασμένες εσωτερικές της φωνές. Πώς θα γίνει αυτό μετά από περιπέτειες και συγκινητική πλοκή θα το δείτε επί της οθόνης. Είναι μία ταινία που ξυπνά τη θετική χριστουγεννιάτικη πλευρά μας σε κάθε εποχή του χρόνου.
Bridge to Terabithia (2007)
(Η γέφυρα για την Τεραμπίθια)
Σκηνοθέτης: Γκάμπορ Τσούπο
Γλώσσα: Αγγλικά
Ηθοποιοί: Τζος Χάτσερσον, Άννα-Σοφία Ρομπ, Ζόι Ντεσανέλ κ.ά.
Περιγραφή
Μία από τις πιο ωραίες ταινίες που έχω δει τα τελευταία χρόνια. Είναι μεστή νοημάτων με παιδιά που βιώνουν τον τραμπουκισμό στο σχολείο, το γνωστό μπούλινγκ, και με γονείς που τα στριμώχνουν στην καθημερινότητα, τις προτιμήσεις και τα προβλήματά τους ή τα αποκλείουν από αυτή με συνέπειες τραγικές στο τέλος. Έχει ενδιαφέρον ο τρόπος σκιαγράφησης των συσχετισμών ανάμεσα στα αδέλφια και το πώς, όταν το μεγαλύτερο αναλαμβάνει διαρκώς τις ευθύνες, το μικρότερο μαθαίνει να βολεύεται στην ανευθυνότητά του, κάτι που πολύ έμμεσα θίγεται. Αναδεικνύεται επίσης ο αποκλεισμός ή η διάκριση όποιου διαφέρει, ενώ, στην ουσία, ο καθένας προβάλλει στους άλλους τις μικρές του ατέλειες. Οι χαρακτήρες είναι σύνθετοι και όχι σχηματικοί, οπότε έχουν εξελισσόμενη πορεία και, μεταξύ άλλων στοιχείων, εκεί εντοπίζεται ένα δυνατό σημείο της ταινίας. Στον πυρήνα της, όμως, εκθειάζει τη σημασία της φιλίας. Του πόσο μπορεί κάποιος να αλλάξει μέσα από μία δυνατή φιλία, να φτιάξει φανταστικούς κόσμους και να τους διευρύνει, επενδύοντας στη δημιουργία και όχι στη θλίψη μετά από μία απώλεια. Η φράση «Κλείσε τα μάτια και κράτα το μυαλό σου ανοιχτό!» νομίζω ότι συμπυκνώνει το νόημά της. Ίσως να είναι ο μόνος τρόπος για να γεφυρωθούν οι δύο κόσμοι, ο πραγματικός και ο φανταστικός, της Τεραμπίθια. Θα μπορούσε το όνομα να συντίθεται και από τις λέξεις Terra (= γη) και Bithia, που σημαίνει στα εβραϊκά «κόρη του Θεού», ενώ υπήρξε και ως ιστορικό πρόσωπο[1]. Αυτή η φανταστική γη στην οποία παρασέρνει η ηρωίδα Λέσλι τον Τζες και καλλιεργούν νοητά τη συνέχειά της θα ανοίξει αργότερα έναν καταλυτικό δίαυλο επικοινωνίας του ήρωα με τον περίγυρό του, υποστηρίζοντας γέφυρες νωρίτερα κλονισμένες, καθώς ο αντίκτυπος της παρουσίας της Λέσλι στη ζωή του αποδεικνύεται στο χρόνο.
Η Άννα-Σοφία Ρομπ, η ηρωίδα, έχει υποδυθεί διάφορους ρόλους. Ένας από τους πιο γνωστούς στα πρώτα της βήματα ήταν εκείνος την Βάιολετ, της πρωταθλήτριας στο μάσημα τσίχλας, στην ταινία «Ο Τσάρλι και το εργοστάσιο της σοκολάτας».
_____
[1] http://en.wikipedia.org/wiki/Bithiah
«Keep your mind wide open» σε ερμηνεία της Άννα-Σοφία Ρομπ από το soundtrack της ταινίας.
(Η γέφυρα για την Τεραμπίθια)
Σκηνοθέτης: Γκάμπορ Τσούπο
Γλώσσα: Αγγλικά
Ηθοποιοί: Τζος Χάτσερσον, Άννα-Σοφία Ρομπ, Ζόι Ντεσανέλ κ.ά.
Περιγραφή
Μία από τις πιο ωραίες ταινίες που έχω δει τα τελευταία χρόνια. Είναι μεστή νοημάτων με παιδιά που βιώνουν τον τραμπουκισμό στο σχολείο, το γνωστό μπούλινγκ, και με γονείς που τα στριμώχνουν στην καθημερινότητα, τις προτιμήσεις και τα προβλήματά τους ή τα αποκλείουν από αυτή με συνέπειες τραγικές στο τέλος. Έχει ενδιαφέρον ο τρόπος σκιαγράφησης των συσχετισμών ανάμεσα στα αδέλφια και το πώς, όταν το μεγαλύτερο αναλαμβάνει διαρκώς τις ευθύνες, το μικρότερο μαθαίνει να βολεύεται στην ανευθυνότητά του, κάτι που πολύ έμμεσα θίγεται. Αναδεικνύεται επίσης ο αποκλεισμός ή η διάκριση όποιου διαφέρει, ενώ, στην ουσία, ο καθένας προβάλλει στους άλλους τις μικρές του ατέλειες. Οι χαρακτήρες είναι σύνθετοι και όχι σχηματικοί, οπότε έχουν εξελισσόμενη πορεία και, μεταξύ άλλων στοιχείων, εκεί εντοπίζεται ένα δυνατό σημείο της ταινίας. Στον πυρήνα της, όμως, εκθειάζει τη σημασία της φιλίας. Του πόσο μπορεί κάποιος να αλλάξει μέσα από μία δυνατή φιλία, να φτιάξει φανταστικούς κόσμους και να τους διευρύνει, επενδύοντας στη δημιουργία και όχι στη θλίψη μετά από μία απώλεια. Η φράση «Κλείσε τα μάτια και κράτα το μυαλό σου ανοιχτό!» νομίζω ότι συμπυκνώνει το νόημά της. Ίσως να είναι ο μόνος τρόπος για να γεφυρωθούν οι δύο κόσμοι, ο πραγματικός και ο φανταστικός, της Τεραμπίθια. Θα μπορούσε το όνομα να συντίθεται και από τις λέξεις Terra (= γη) και Bithia, που σημαίνει στα εβραϊκά «κόρη του Θεού», ενώ υπήρξε και ως ιστορικό πρόσωπο[1]. Αυτή η φανταστική γη στην οποία παρασέρνει η ηρωίδα Λέσλι τον Τζες και καλλιεργούν νοητά τη συνέχειά της θα ανοίξει αργότερα έναν καταλυτικό δίαυλο επικοινωνίας του ήρωα με τον περίγυρό του, υποστηρίζοντας γέφυρες νωρίτερα κλονισμένες, καθώς ο αντίκτυπος της παρουσίας της Λέσλι στη ζωή του αποδεικνύεται στο χρόνο.
Η Άννα-Σοφία Ρομπ, η ηρωίδα, έχει υποδυθεί διάφορους ρόλους. Ένας από τους πιο γνωστούς στα πρώτα της βήματα ήταν εκείνος την Βάιολετ, της πρωταθλήτριας στο μάσημα τσίχλας, στην ταινία «Ο Τσάρλι και το εργοστάσιο της σοκολάτας».
_____
[1] http://en.wikipedia.org/wiki/Bithiah
«Keep your mind wide open» σε ερμηνεία της Άννα-Σοφία Ρομπ από το soundtrack της ταινίας.
Tale of Despereaux (2008)
(Η ιστορία του Ντεσπερό)
Σκηνοθέτης: Σαμ Φελ και Ρόμπερτ Στιβενχάγκεν
Γλώσσα: Αγγλικά
Ηθοποιοί: (φωνή) Μάθιου Μπρόντερικ, Ντάστιν Χόφμαν, Έμμα Γουάτσον, Γουίλιαμ Μέισι, (αφηγητής) Σιγκούρνι Γουίβερ κ.ά.
Περιγραφή
Και αυτή η ταινία βασίζεται σε βιβλίο. Ο κεντρικός ήρωας είναι ο Ντεσπερό, ένα μικρό ατρόμητο ποντικάκι με τεράστια αυτιά, που του αρέσει το διάβασμα, αναζητά την περιπέτεια και θέλει να γνωρίσει τον κόσμο. Δεν υπακούει σε κανόνες και είναι εκτός της λογικής του το σχολείο, που τον θέλει ένα «σωστό ποντίκι». Έτσι, εξορίζεται από τον ήσυχο συμβιβασμένο κόσμο των ποντικιών, όπου ο φόβος και η δειλία αποτελούν ιδανικό, γιατί δε χωρά και θεωρείται κίνδυνος μόλις υποπίπτει στο μεγαλύτερο παράπτωμα του να μιλήσει σε άνθρωπο! Ο σύντομος διάλογος με την πριγκίπισσα δείχνει σε 3 γραμμές το πνεύμα της ιστορίας.
Πριγκίπισσα: «Είσαι ποντίκι;».
Ντεσπερό: «Όχι».
Πριγκίπισσα: «Αρουραίος;».
Ντεσπερό: «Όχι. Είμαι ένας τζέντλεμαν».
Πριγκίπισσα: «Είσαι παράξενος».
Ντεσπερό: «Ευχαριστώ!».
Στην ουσία, όμως, υπάρχουν τρεις κόσμοι με διάφορους κεντρικούς ήρωες ο καθένας, των οποίων ο Ντεσπερό γίνεται συνδετικός κρίκος, καθώς προσπαθούν να ξεπεράσουν τα αδιέξοδά τους. Υπάρχει, λοιπόν, ένα βασίλειο, που πενθεί το θάνατο της βασίλισσας και απαγορεύει την ύπαρξη των αρουραίων. Ο ενδιάμεσος κόσμος των νοικοκυραίων ποντικιών, επίσης, που επιβιώνει σε μία αποθήκη και ο υπόγειος σκοτεινός κόσμος των υπονόμων, όπου έχουν περιοριστεί οι αρουραίοι. Όλοι βιώνουν περιορισμούς για τον έναν ή τον άλλο λόγο, τα ποντίκια από το φόβο και τη δειλία τους, οι άνθρωποι από τη θλίψη του βασιλιά και οι αρουραίοι από την απαγόρευση και τον επιρρεπή τους χαρακτήρα. Ο Ντεσπερό (desperado ‒ τολμηρός) ξεχωρίζει από τον κόσμο των ποντικιών, ο Ροσκούρο (scuro ‒ σκοτεινό, chiaroscuro ‒ εναλλαγή σε φως και σκιά. Ο Ροσκούρο είναι ένας χαρακτήρας που ζει στο σκοτάδι, αλλά πάντα αναζητά το φως) από τους αρουραίους, ενώ η πριγκίπισσα και μία ορφανή κοπέλα, που ονειρεύεται να γίνει πριγκίπισσα, από τον κόσμο των ανθρώπων. Στον τελευταίο υπάρχουν τρεις διαφορετικοί χώροι δράσης, το πλοίο που εξαρχής φέρνει το Ροσκούρο στο βασίλειο, το βασίλειο και ο εκτός των τειχών κόσμος των χωρικών. Ο Ροσκούρο αγαπάει το φως, το καλό φαγητό και τον διακρίνουν ευαισθησίες ασυνήθιστες για έναν αρουραίο. Μαζί με την ορφανή κοπέλα πραγματοποιούν μία δύσκολη πορεία, προκειμένου να βρουν τη λύτρωση, καθώς στο τέλος καταφέρνουν να αντιμετωπίσουν τη σκοτεινή πλευρά τους. Έτσι οι χαρακτήρες δημιουργούν με αόρατα νήματα δίπολα, καταλήγοντας σε μία σύνθεση ούτε μονότονη ούτε τελείως σχηματική. Ένα από τα δυνατά σημεία της ταινίας, τέλος, είναι η σχεδιαστική απόδοση των κόσμων. Το κάστρο έχει κομψό γοτθικό στιλ, οι στρουμπουλοί χωρικοί με πρόσωπα κωμικά θυμίζουν το περιπαιχτικό ύφος του Πέτερ Μπρέγκελ, ενώ ο κόσμος των νοικοκυραίων ποντικιών φέρει έναν αέρα ρομανικού ρυθμού, ένα πιο «στρογγυλεμένο» μεσαιωνικό στοιχείο, όχι τόσο αυστηρό και γωνιώδες γεμάτο με οξυκόρυφα τόξα, όπως είναι το κάστρο και η εντός των τειχών πόλη. Τέλος, ο υπόγειος κόσμος των αρουραίων παραπέμπει σε δαντική κόλαση με την επιτηδευμένη ακαταστασία που βρίσκουμε στους πίνακες του Ιερώνυμου Μπος.
Το τρέιλερ της ταινίας.
(Η ιστορία του Ντεσπερό)
Σκηνοθέτης: Σαμ Φελ και Ρόμπερτ Στιβενχάγκεν
Γλώσσα: Αγγλικά
Ηθοποιοί: (φωνή) Μάθιου Μπρόντερικ, Ντάστιν Χόφμαν, Έμμα Γουάτσον, Γουίλιαμ Μέισι, (αφηγητής) Σιγκούρνι Γουίβερ κ.ά.
Περιγραφή
Και αυτή η ταινία βασίζεται σε βιβλίο. Ο κεντρικός ήρωας είναι ο Ντεσπερό, ένα μικρό ατρόμητο ποντικάκι με τεράστια αυτιά, που του αρέσει το διάβασμα, αναζητά την περιπέτεια και θέλει να γνωρίσει τον κόσμο. Δεν υπακούει σε κανόνες και είναι εκτός της λογικής του το σχολείο, που τον θέλει ένα «σωστό ποντίκι». Έτσι, εξορίζεται από τον ήσυχο συμβιβασμένο κόσμο των ποντικιών, όπου ο φόβος και η δειλία αποτελούν ιδανικό, γιατί δε χωρά και θεωρείται κίνδυνος μόλις υποπίπτει στο μεγαλύτερο παράπτωμα του να μιλήσει σε άνθρωπο! Ο σύντομος διάλογος με την πριγκίπισσα δείχνει σε 3 γραμμές το πνεύμα της ιστορίας.
Πριγκίπισσα: «Είσαι ποντίκι;».
Ντεσπερό: «Όχι».
Πριγκίπισσα: «Αρουραίος;».
Ντεσπερό: «Όχι. Είμαι ένας τζέντλεμαν».
Πριγκίπισσα: «Είσαι παράξενος».
Ντεσπερό: «Ευχαριστώ!».
Στην ουσία, όμως, υπάρχουν τρεις κόσμοι με διάφορους κεντρικούς ήρωες ο καθένας, των οποίων ο Ντεσπερό γίνεται συνδετικός κρίκος, καθώς προσπαθούν να ξεπεράσουν τα αδιέξοδά τους. Υπάρχει, λοιπόν, ένα βασίλειο, που πενθεί το θάνατο της βασίλισσας και απαγορεύει την ύπαρξη των αρουραίων. Ο ενδιάμεσος κόσμος των νοικοκυραίων ποντικιών, επίσης, που επιβιώνει σε μία αποθήκη και ο υπόγειος σκοτεινός κόσμος των υπονόμων, όπου έχουν περιοριστεί οι αρουραίοι. Όλοι βιώνουν περιορισμούς για τον έναν ή τον άλλο λόγο, τα ποντίκια από το φόβο και τη δειλία τους, οι άνθρωποι από τη θλίψη του βασιλιά και οι αρουραίοι από την απαγόρευση και τον επιρρεπή τους χαρακτήρα. Ο Ντεσπερό (desperado ‒ τολμηρός) ξεχωρίζει από τον κόσμο των ποντικιών, ο Ροσκούρο (scuro ‒ σκοτεινό, chiaroscuro ‒ εναλλαγή σε φως και σκιά. Ο Ροσκούρο είναι ένας χαρακτήρας που ζει στο σκοτάδι, αλλά πάντα αναζητά το φως) από τους αρουραίους, ενώ η πριγκίπισσα και μία ορφανή κοπέλα, που ονειρεύεται να γίνει πριγκίπισσα, από τον κόσμο των ανθρώπων. Στον τελευταίο υπάρχουν τρεις διαφορετικοί χώροι δράσης, το πλοίο που εξαρχής φέρνει το Ροσκούρο στο βασίλειο, το βασίλειο και ο εκτός των τειχών κόσμος των χωρικών. Ο Ροσκούρο αγαπάει το φως, το καλό φαγητό και τον διακρίνουν ευαισθησίες ασυνήθιστες για έναν αρουραίο. Μαζί με την ορφανή κοπέλα πραγματοποιούν μία δύσκολη πορεία, προκειμένου να βρουν τη λύτρωση, καθώς στο τέλος καταφέρνουν να αντιμετωπίσουν τη σκοτεινή πλευρά τους. Έτσι οι χαρακτήρες δημιουργούν με αόρατα νήματα δίπολα, καταλήγοντας σε μία σύνθεση ούτε μονότονη ούτε τελείως σχηματική. Ένα από τα δυνατά σημεία της ταινίας, τέλος, είναι η σχεδιαστική απόδοση των κόσμων. Το κάστρο έχει κομψό γοτθικό στιλ, οι στρουμπουλοί χωρικοί με πρόσωπα κωμικά θυμίζουν το περιπαιχτικό ύφος του Πέτερ Μπρέγκελ, ενώ ο κόσμος των νοικοκυραίων ποντικιών φέρει έναν αέρα ρομανικού ρυθμού, ένα πιο «στρογγυλεμένο» μεσαιωνικό στοιχείο, όχι τόσο αυστηρό και γωνιώδες γεμάτο με οξυκόρυφα τόξα, όπως είναι το κάστρο και η εντός των τειχών πόλη. Τέλος, ο υπόγειος κόσμος των αρουραίων παραπέμπει σε δαντική κόλαση με την επιτηδευμένη ακαταστασία που βρίσκουμε στους πίνακες του Ιερώνυμου Μπος.
Το τρέιλερ της ταινίας.
Coraline (2009)
(Coraline, Το σπίτι στην ομίχλη)
Σκηνοθέτης: Χένρι Σέλικ
Γλώσσα: Αγγλικά, Ρώσικα
Ηθοποιοί: (φωνή) Ντακότα Φάνινγκ, Τέρι Χάτσερ, Τζένιφερ Σόντερς, κ.ά.
Περιγραφή
Είναι μία ταινία μυστηρίου για όλες τις ηλικίες. Συνδυάζει σκοτεινά στοιχεία σε ένα ενδιαφέρον στόρι με ασυνήθιστο σκηνικό αλλά οικεία γνωρίσματα, καθώς δε λείπουν οι σύγχρονες αναφορές. Η Κοραλάιν μετακομίζει με τους γονείς της σε ένα περίεργο σπίτι, αλλάζοντας περιοχή και σχολείο και χάνοντας αναπόφευκτα τους φίλους της. Καθώς, λοιπόν, οι γονείς της είναι πολύ απασχολημένοι γράφοντας στους υπολογιστές τους, εκείνη θέλοντας ή μη ανακαλύπτει τους γείτονες, τον περίγυρο και μέσα σε όλα μία κρυμμένη πόρτα στο σπίτι. Αυτή τα βράδια οδηγεί σε ένα παράλληλο σύμπαν με καλύτερους προς στιγμήν γονείς, οι οποίοι της παρέχουν ό,τι επιθυμεί. Υπάρχει, όμως, κάτι περίεργο που τους διαφοροποιεί, πέραν του ότι φαίνονται πιο ωραίοι, νέοι και χαρούμενοι, το γεγονός ότι στα μάτια τους έχουν ραμμένα κουμπιά. Όσο εξελίσσεται η ιστορία, η πόρτα ανοίγει σε οποιαδήποτε στιγμή της ημέρας, έτοιμη να την καταπιεί στο μαγικό της τούνελ. Αρχίζουν οι προειδοποιήσεις, οι συμβουλές και η παροχή «μαγικών αντικειμένων» από «βοηθούς», τους οποίους δε θεωρεί εξαρχής φίλους η ηρωίδα και γι’ αυτό η Κοραλάιν δε δίνει την κατάλληλη βαρύτητα εξαρχής, αλλά εκείνοι της παραστέκονται σωτήρια την κατάλληλη στιγμή. Ο παράλληλος κόσμος, τελικά, δεν είναι ό,τι δείχνει, καθώς μια μέρα ξυπνάει και έχει χάσει τους πραγματικούς της γονείς.
Το ενδιαφέρον της ταινίας εκτός από το στόρι και τους συμβολισμούς του εντοπίζεται στην τεχνική δημιουργίας της. Είναι όλη γυρισμένη με χειροποίητες κούκλες φτιαγμένες από εύπλαστο υλικό. Αμέτρητα σκηνικά, ρούχα και χειροποίητες κούκλες δημιουργήθηκαν, ώστε οι ήρωες να διαθέτουν ευελιξία στην τεράστια γκάμα των εκφράσεων και κινήσεών τους. Για κάθε καρέ στηνόταν όλο το σκηνικό έτσι που να αλλάζει η κίνηση 24 φορές το λεπτό σε κάθε λεπτομέρειά του, προκειμένου να αποδοθεί η ψευδαίσθηση της πραγματικής κίνησης. Ό,τι συμβαίνει σχεδιαστικά στα κινούμενα σχέδια, εδώ γίνεται με κούκλες και με ψιλοδουλειά σε όλα τα επίπεδα. Η ολοκλήρωση μίας σύντομης σκηνής, επομένως, χρειαζόταν από ημέρες έως και εβδομάδες. Πριν την «Coraline» υπήρξαν πολλές ανάλογες ταινίες. Η τεχνική του stop-motion δεν είναι καινούρια, αλλά αυτή είναι η πρώτη τέτοιου τύπου ταινία, γυρισμένη εξ ολοκλήρου με την τεχνική του 3D.
Η ταινία κέρδισε το 2010 υποψηφιότητα για Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας Κινουμένων Σχεδίων.
Το τρέιλερ της ταινίας.
(Coraline, Το σπίτι στην ομίχλη)
Σκηνοθέτης: Χένρι Σέλικ
Γλώσσα: Αγγλικά, Ρώσικα
Ηθοποιοί: (φωνή) Ντακότα Φάνινγκ, Τέρι Χάτσερ, Τζένιφερ Σόντερς, κ.ά.
Περιγραφή
Είναι μία ταινία μυστηρίου για όλες τις ηλικίες. Συνδυάζει σκοτεινά στοιχεία σε ένα ενδιαφέρον στόρι με ασυνήθιστο σκηνικό αλλά οικεία γνωρίσματα, καθώς δε λείπουν οι σύγχρονες αναφορές. Η Κοραλάιν μετακομίζει με τους γονείς της σε ένα περίεργο σπίτι, αλλάζοντας περιοχή και σχολείο και χάνοντας αναπόφευκτα τους φίλους της. Καθώς, λοιπόν, οι γονείς της είναι πολύ απασχολημένοι γράφοντας στους υπολογιστές τους, εκείνη θέλοντας ή μη ανακαλύπτει τους γείτονες, τον περίγυρο και μέσα σε όλα μία κρυμμένη πόρτα στο σπίτι. Αυτή τα βράδια οδηγεί σε ένα παράλληλο σύμπαν με καλύτερους προς στιγμήν γονείς, οι οποίοι της παρέχουν ό,τι επιθυμεί. Υπάρχει, όμως, κάτι περίεργο που τους διαφοροποιεί, πέραν του ότι φαίνονται πιο ωραίοι, νέοι και χαρούμενοι, το γεγονός ότι στα μάτια τους έχουν ραμμένα κουμπιά. Όσο εξελίσσεται η ιστορία, η πόρτα ανοίγει σε οποιαδήποτε στιγμή της ημέρας, έτοιμη να την καταπιεί στο μαγικό της τούνελ. Αρχίζουν οι προειδοποιήσεις, οι συμβουλές και η παροχή «μαγικών αντικειμένων» από «βοηθούς», τους οποίους δε θεωρεί εξαρχής φίλους η ηρωίδα και γι’ αυτό η Κοραλάιν δε δίνει την κατάλληλη βαρύτητα εξαρχής, αλλά εκείνοι της παραστέκονται σωτήρια την κατάλληλη στιγμή. Ο παράλληλος κόσμος, τελικά, δεν είναι ό,τι δείχνει, καθώς μια μέρα ξυπνάει και έχει χάσει τους πραγματικούς της γονείς.
Το ενδιαφέρον της ταινίας εκτός από το στόρι και τους συμβολισμούς του εντοπίζεται στην τεχνική δημιουργίας της. Είναι όλη γυρισμένη με χειροποίητες κούκλες φτιαγμένες από εύπλαστο υλικό. Αμέτρητα σκηνικά, ρούχα και χειροποίητες κούκλες δημιουργήθηκαν, ώστε οι ήρωες να διαθέτουν ευελιξία στην τεράστια γκάμα των εκφράσεων και κινήσεών τους. Για κάθε καρέ στηνόταν όλο το σκηνικό έτσι που να αλλάζει η κίνηση 24 φορές το λεπτό σε κάθε λεπτομέρειά του, προκειμένου να αποδοθεί η ψευδαίσθηση της πραγματικής κίνησης. Ό,τι συμβαίνει σχεδιαστικά στα κινούμενα σχέδια, εδώ γίνεται με κούκλες και με ψιλοδουλειά σε όλα τα επίπεδα. Η ολοκλήρωση μίας σύντομης σκηνής, επομένως, χρειαζόταν από ημέρες έως και εβδομάδες. Πριν την «Coraline» υπήρξαν πολλές ανάλογες ταινίες. Η τεχνική του stop-motion δεν είναι καινούρια, αλλά αυτή είναι η πρώτη τέτοιου τύπου ταινία, γυρισμένη εξ ολοκλήρου με την τεχνική του 3D.
Η ταινία κέρδισε το 2010 υποψηφιότητα για Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας Κινουμένων Σχεδίων.
Το τρέιλερ της ταινίας.
L’Illusioniste (2010)
(Ο θαυματοποιός)
Σκηνοθέτης: Σιλβάν Σομέ
Σενάριο: Ζακ Τατί
Γλώσσα: Αγγλικά, γαλλικά, gaelic
Ηθοποιοί: (φωνή) Ζαν Κλόντ Ντόντα, Ντάνκαν Μακνίλ κ.ά.
Περιγραφή
Η αρχή της ταινία στήνεται στο Παρίσι του 1959. Ο εκσυγχρονισμός ολοένα καταλαμβάνει χώρο στις ζωές των ανθρώπων, ενώ οι πιο παραδοσιακές μέθοδοι «αφήγησης» μίας ιστορίας αρχίζουν να μοιάζουν παρωχημένοι και με εμφανή τα σημάδια του χρόνου πάνω τους. Έτσι, μπροστά στο σινεμά, τη ροκ μουσική και την τηλεόραση, ένας ταχυδακτυλουργός, ένας κλόουν και διάφοροι θαυματοποιοί του είδους παύουν να προκαλούν το ενδιαφέρον και παλεύουν για την επιβίωση. Κάποιοι τα καταφέρουν καλύτερα, δοκιμάζοντας τις δυνάμεις τους σε διαφορετικές δουλειές, ενώ άλλοι αντιμετωπίζουν το αδιέξοδο. Ο κεντρικός ήρωας της ταινίας θλιμμένος αλλά επίμονος μύστης προσπαθεί να κάνει τη μαγεία να διαρκέσει όσο το δυνατόν περισσότερο. Στην πορεία γνωρίζει ένα κορίτσι σε ένα χωριό της Σκοτίας, που πιστεύει στη μαγεία του σαν να ήταν αλήθεια. Τον ακολουθεί, λοιπόν, αφενός προσφέροντάς του δύναμη με την πίστη της σε ό,τι από πολλούς θεωρείται πια χαμένη υπόθεση και αφετέρου αναστατώνοντας τη ζωή του. Εκείνη μαγεύεται από την πόλη και από ό,τι πριν φαινόταν άπιαστο και μακρινό όνειρο, οδηγώντας τον σε αφύσικους ρυθμούς εξόδων, για να καλύψει τις επιθυμίες της, εφόσον εκείνη νομίζει πως όλα γίνονται απλά και μαγικά. Το κίνητρο της έμπνευσής του στρέφεται εναντίον του.
Η αφήγηση δε βασίζεται στο διάλογο, όπως γινόταν και στο «Τρίο της Μπελβίλ» του ίδιου δημιουργού, αλλά στην εικόνα, σε ήχους και στο ξετύλιγμα της πλοκής. Σχεδιαστικά, παρότι υπάρχουν ομοιότητες με το «Τρίο της Μπελβίλ», διακρίνεται μία ατμόσφαιρα λιγότερο προσδιορισμένη, με γραμμές όχι τόσο αυστηρά καθορισμένες, σαν κάτι να χάνεται ή να διαφεύγει.
Η ταινία κέρδισε το 2011 υποψηφιότητα για Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας Κινουμένων Σχεδίων.
Το τρέιλερ της ταινίας.
(Ο θαυματοποιός)
Σκηνοθέτης: Σιλβάν Σομέ
Σενάριο: Ζακ Τατί
Γλώσσα: Αγγλικά, γαλλικά, gaelic
Ηθοποιοί: (φωνή) Ζαν Κλόντ Ντόντα, Ντάνκαν Μακνίλ κ.ά.
Περιγραφή
Η αρχή της ταινία στήνεται στο Παρίσι του 1959. Ο εκσυγχρονισμός ολοένα καταλαμβάνει χώρο στις ζωές των ανθρώπων, ενώ οι πιο παραδοσιακές μέθοδοι «αφήγησης» μίας ιστορίας αρχίζουν να μοιάζουν παρωχημένοι και με εμφανή τα σημάδια του χρόνου πάνω τους. Έτσι, μπροστά στο σινεμά, τη ροκ μουσική και την τηλεόραση, ένας ταχυδακτυλουργός, ένας κλόουν και διάφοροι θαυματοποιοί του είδους παύουν να προκαλούν το ενδιαφέρον και παλεύουν για την επιβίωση. Κάποιοι τα καταφέρουν καλύτερα, δοκιμάζοντας τις δυνάμεις τους σε διαφορετικές δουλειές, ενώ άλλοι αντιμετωπίζουν το αδιέξοδο. Ο κεντρικός ήρωας της ταινίας θλιμμένος αλλά επίμονος μύστης προσπαθεί να κάνει τη μαγεία να διαρκέσει όσο το δυνατόν περισσότερο. Στην πορεία γνωρίζει ένα κορίτσι σε ένα χωριό της Σκοτίας, που πιστεύει στη μαγεία του σαν να ήταν αλήθεια. Τον ακολουθεί, λοιπόν, αφενός προσφέροντάς του δύναμη με την πίστη της σε ό,τι από πολλούς θεωρείται πια χαμένη υπόθεση και αφετέρου αναστατώνοντας τη ζωή του. Εκείνη μαγεύεται από την πόλη και από ό,τι πριν φαινόταν άπιαστο και μακρινό όνειρο, οδηγώντας τον σε αφύσικους ρυθμούς εξόδων, για να καλύψει τις επιθυμίες της, εφόσον εκείνη νομίζει πως όλα γίνονται απλά και μαγικά. Το κίνητρο της έμπνευσής του στρέφεται εναντίον του.
Η αφήγηση δε βασίζεται στο διάλογο, όπως γινόταν και στο «Τρίο της Μπελβίλ» του ίδιου δημιουργού, αλλά στην εικόνα, σε ήχους και στο ξετύλιγμα της πλοκής. Σχεδιαστικά, παρότι υπάρχουν ομοιότητες με το «Τρίο της Μπελβίλ», διακρίνεται μία ατμόσφαιρα λιγότερο προσδιορισμένη, με γραμμές όχι τόσο αυστηρά καθορισμένες, σαν κάτι να χάνεται ή να διαφεύγει.
Η ταινία κέρδισε το 2011 υποψηφιότητα για Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας Κινουμένων Σχεδίων.
Το τρέιλερ της ταινίας.
Hugo (2011)
Σκηνοθέτης: Μάρτιν Σκορσέζε
Γλώσσα: Αγγλικά
Ηθοποιοί: Άσα Μπάτερφιλντ, Κλόε Μόρετζ, Τζουντ Λο, Κρίστοφερ Λι, Μπεν Κινγκσλεϊ κ.ά.
Περιγραφή
Η ιστορία διαδραματίζεται στο μεσοπόλεμο και η ταινία είναι βασισμένη σε βιβλίο του Μπράιαν Σέλζνικ. Ο Hugo είναι ένα παιδί που ζει στους τοίχους του σιδηροδρομικού σταθμού από τη στιγμή που πέθανε και ο πατέρας του, ενώ έχει αναλάβει τη φροντίδα του ο μέθυσος θείος του. Μέχρι που ο τελευταίος εξαφανίζεται και, για να περάσει απαρατήρητη η απουσία του θείου, ώστε να μην καταλήξει ο ήρωας σε κάποιο ίδρυμα ανήλικων ορφανών, συνεχίζει να κουρδίζει όλα τα ρολόγια κανονικά. Στην ιστορία έχουν ρόλο, επίσης, μία κοπέλα που διαβάζει βιβλία, ένας διορθωτής παλιών και σπασμένων παιχνιδιών, ένας ανάπηρος πολέμου επιθεωρητής του σταθμού με το σκυλί του, που κυνηγάει με μανία τα ορφανά παιδιά και άλλοι. Τα ρολόγια που κουρδίζει ο Hugo διατηρούν σταθερή τη ρυθμική ισορροπία στο σταθμό, καθώς ο κόσμος και τα τρένα πάνε και έρχονται, ενώ η ροή της ζωής προχωράει. Στο ρυθμό αυτό, όμως, λείπει η καρδιά, που εντοπίζεται σε ένα μικρό κλειδάκι, το οποίο θα θέσει σε λειτουργία ένα μηχανικό άνθρωπο. Εκείνος θα του μεταδώσει γραπτώς ένα μήνυμα από τον πατέρα του ‒ έτσι πιστεύει ο Hugo τουλάχιστον. Ψάχνοντας αυτό το κλειδάκι ο ήρωας κορυφώνει και ξεδιπλώνει σταδιακά την πλοκή έως τη λύση της.
Ο Α’ Πόλεμος σκόρπισε όλων τις ζωές με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, διέκοψε τη συνέχειά τους και τώρα όλοι ανασυντάσσονται μες στα χρόνια. Ίσως να μην είναι τυχαίο το γεγονός ότι στο επίκεντρο υπάρχουν τα ρολόγια, τα γρανάζια, οι μηχανές των τρένων και οι μηχανές γενικά, καθώς στον Α’ Πόλεμο η μηχανή έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο. Εκεί, βέβαια, οι μηχανές σκότωναν, ενώ τώρα, σε μια εποχή πειραματισμών, τα σκορπισμένα γρανάζια συμβολικά βρίσκουν το καθένα πάλι τη θέση του, για να αποκατασταθεί ο κανονικός ρυθμός, ανασυρόμενα από τα συντρίμμια που άφησε η εμπειρία των χαρακωμάτων στο σύνολό της. Οι δύο χαρακτήρες στο επίκεντρο, ο Hugo και η Ιζαμπέλ, βοηθούν τους ενήλικες να ανοιχτούν και να συμφιλιωθούν με το παρελθόν τους. Έχουν κοινά χαρακτηριστικά, καθώς και η Ιζαμπέλ είναι ορφανή με θετούς, όμως, γονείς. Αλληλοσυμπληρώνονται, επίσης, μέσα από αντιθέσεις τους που συγκλίνουν, εφόσον εκείνη ζει διαβάζοντας βιβλία και θέλει να γνωρίσει μία αληθινή περιπέτεια, όταν του ήρωα η ζωή αποτελεί βιωματικά μία καθημερινή περιπέτεια.
Από την αρχή φαίνεται η πινελιά του Σκορσέζε σκηνοθετικά στη ροή, τις καθαρές εικόνες, τους σπονδύλους που διαπλέκονται, την εναλλαγή μακρινών και κοντινών πλάνων που υπογραμμίζει ο πειραματισμός με την τρισδιάστατη τεχνική, εξυπηρετώντας τις διαφορετικές πτυχές της ιστορίας και το ξετύλιγμα των χαρακτήρων. Η αφήγησή του είναι σύνθετη και σφιχτή χωρίς να φλυαρεί. Από τα πρώτα καρέ της ταινίας με μεγάλη οικονομία χρόνου γίνεται η εισαγωγή πολλών ηρώων και των ιδιορρυθμιών τους. Στήνει, στην ουσία, έναν παραμυθένιο κόσμο στο μεσοπολεμικό Παρίσι. Παρότι πρόκειται για την πρώτη του ταινία με τρισδιάστατη τεχνική, κατάφερε να διακριθεί στα Όσκαρ με πέντε νίκες και άλλες έξι υποψηφιότητες.
Τέλος, είναι ωραία η αναφορά στις πρώτες ταινίες του βωβού κινηματογράφου και στο Γάλλο κινηματογραφιστή Ζορζ Μελιέ. Αφορμή αυτής προβάλλεται η καταστροφική δύναμη του πολέμου σε κάθε είδος αθωότητας, αισθητικής και δημιουργίας.
Η ταινία κέρδισε το 2012 Όσκαρ για Καλύτερη Καλλιτεχνική Διεύθυνση, Καλύτερη Φωτογραφία, Καλύτερο Ηχητικό Μοντάζ, Καλύτερη Ηχητική Μίξη, Καλύτερα Οπτικά Εφέ. Ήταν ακόμα υποψήφια για Καλύτερα Κοστούμια, Καλύτερη Σκηνοθεσία, Καλύτερη Μουσική Επένδυση, Καλύτερο Μοντάζ, Καλύτερη Ταινία, Καλύτερο Διασκευασμένο Σενάριο.
Το τρέιλερ της ταινίας.
Σκηνοθέτης: Μάρτιν Σκορσέζε
Γλώσσα: Αγγλικά
Ηθοποιοί: Άσα Μπάτερφιλντ, Κλόε Μόρετζ, Τζουντ Λο, Κρίστοφερ Λι, Μπεν Κινγκσλεϊ κ.ά.
Περιγραφή
Η ιστορία διαδραματίζεται στο μεσοπόλεμο και η ταινία είναι βασισμένη σε βιβλίο του Μπράιαν Σέλζνικ. Ο Hugo είναι ένα παιδί που ζει στους τοίχους του σιδηροδρομικού σταθμού από τη στιγμή που πέθανε και ο πατέρας του, ενώ έχει αναλάβει τη φροντίδα του ο μέθυσος θείος του. Μέχρι που ο τελευταίος εξαφανίζεται και, για να περάσει απαρατήρητη η απουσία του θείου, ώστε να μην καταλήξει ο ήρωας σε κάποιο ίδρυμα ανήλικων ορφανών, συνεχίζει να κουρδίζει όλα τα ρολόγια κανονικά. Στην ιστορία έχουν ρόλο, επίσης, μία κοπέλα που διαβάζει βιβλία, ένας διορθωτής παλιών και σπασμένων παιχνιδιών, ένας ανάπηρος πολέμου επιθεωρητής του σταθμού με το σκυλί του, που κυνηγάει με μανία τα ορφανά παιδιά και άλλοι. Τα ρολόγια που κουρδίζει ο Hugo διατηρούν σταθερή τη ρυθμική ισορροπία στο σταθμό, καθώς ο κόσμος και τα τρένα πάνε και έρχονται, ενώ η ροή της ζωής προχωράει. Στο ρυθμό αυτό, όμως, λείπει η καρδιά, που εντοπίζεται σε ένα μικρό κλειδάκι, το οποίο θα θέσει σε λειτουργία ένα μηχανικό άνθρωπο. Εκείνος θα του μεταδώσει γραπτώς ένα μήνυμα από τον πατέρα του ‒ έτσι πιστεύει ο Hugo τουλάχιστον. Ψάχνοντας αυτό το κλειδάκι ο ήρωας κορυφώνει και ξεδιπλώνει σταδιακά την πλοκή έως τη λύση της.
Ο Α’ Πόλεμος σκόρπισε όλων τις ζωές με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, διέκοψε τη συνέχειά τους και τώρα όλοι ανασυντάσσονται μες στα χρόνια. Ίσως να μην είναι τυχαίο το γεγονός ότι στο επίκεντρο υπάρχουν τα ρολόγια, τα γρανάζια, οι μηχανές των τρένων και οι μηχανές γενικά, καθώς στον Α’ Πόλεμο η μηχανή έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο. Εκεί, βέβαια, οι μηχανές σκότωναν, ενώ τώρα, σε μια εποχή πειραματισμών, τα σκορπισμένα γρανάζια συμβολικά βρίσκουν το καθένα πάλι τη θέση του, για να αποκατασταθεί ο κανονικός ρυθμός, ανασυρόμενα από τα συντρίμμια που άφησε η εμπειρία των χαρακωμάτων στο σύνολό της. Οι δύο χαρακτήρες στο επίκεντρο, ο Hugo και η Ιζαμπέλ, βοηθούν τους ενήλικες να ανοιχτούν και να συμφιλιωθούν με το παρελθόν τους. Έχουν κοινά χαρακτηριστικά, καθώς και η Ιζαμπέλ είναι ορφανή με θετούς, όμως, γονείς. Αλληλοσυμπληρώνονται, επίσης, μέσα από αντιθέσεις τους που συγκλίνουν, εφόσον εκείνη ζει διαβάζοντας βιβλία και θέλει να γνωρίσει μία αληθινή περιπέτεια, όταν του ήρωα η ζωή αποτελεί βιωματικά μία καθημερινή περιπέτεια.
Από την αρχή φαίνεται η πινελιά του Σκορσέζε σκηνοθετικά στη ροή, τις καθαρές εικόνες, τους σπονδύλους που διαπλέκονται, την εναλλαγή μακρινών και κοντινών πλάνων που υπογραμμίζει ο πειραματισμός με την τρισδιάστατη τεχνική, εξυπηρετώντας τις διαφορετικές πτυχές της ιστορίας και το ξετύλιγμα των χαρακτήρων. Η αφήγησή του είναι σύνθετη και σφιχτή χωρίς να φλυαρεί. Από τα πρώτα καρέ της ταινίας με μεγάλη οικονομία χρόνου γίνεται η εισαγωγή πολλών ηρώων και των ιδιορρυθμιών τους. Στήνει, στην ουσία, έναν παραμυθένιο κόσμο στο μεσοπολεμικό Παρίσι. Παρότι πρόκειται για την πρώτη του ταινία με τρισδιάστατη τεχνική, κατάφερε να διακριθεί στα Όσκαρ με πέντε νίκες και άλλες έξι υποψηφιότητες.
Τέλος, είναι ωραία η αναφορά στις πρώτες ταινίες του βωβού κινηματογράφου και στο Γάλλο κινηματογραφιστή Ζορζ Μελιέ. Αφορμή αυτής προβάλλεται η καταστροφική δύναμη του πολέμου σε κάθε είδος αθωότητας, αισθητικής και δημιουργίας.
Η ταινία κέρδισε το 2012 Όσκαρ για Καλύτερη Καλλιτεχνική Διεύθυνση, Καλύτερη Φωτογραφία, Καλύτερο Ηχητικό Μοντάζ, Καλύτερη Ηχητική Μίξη, Καλύτερα Οπτικά Εφέ. Ήταν ακόμα υποψήφια για Καλύτερα Κοστούμια, Καλύτερη Σκηνοθεσία, Καλύτερη Μουσική Επένδυση, Καλύτερο Μοντάζ, Καλύτερη Ταινία, Καλύτερο Διασκευασμένο Σενάριο.
Το τρέιλερ της ταινίας.
Βιβλία
Αστραδενή (1982)
Συγγραφέας: Ευγενία Φακίνου
Εκδόσεις: Κέδρος
Έτος: 1982
Περιγραφή
Ίσως το πρώτο μυθιστόρημα της Ευγενίας Φακίνου, η Αστραδενή, να είναι και το πιο γνωστό βιβλίο της συγγραφέως μετά ή μαζί με το κουκλοθέατρο «Ντενεκεδούπολη». Πρόκειται για την ιστορία ενός 11χρονου κοριτσιού που στα τέλη της δεκαετίας του ’70 μεταναστεύει με τους γονείς της από το νησί της τη Σύμη στην Αθήνα με την ελπίδα εύρεσης μίας καλύτερης τύχης. Παρ’ όλες τις δυσκολίες και τη νοσταλγία για τον τόπο που αφήνει πίσω, αντιμετωπίζει νέες προκλήσεις, οι οποίες εξιτάρουν τη φαντασία της. Ανοίγεται ένας κόσμος κοινωνικού ρατσισμού, μεταξύ άλλων, που ακόμα τότε περιοριζόταν εν πολλοίς στη διαφορετική ντοπιολαλιά και καταγωγή. Μαζί με τις ευκολίες και τους περιορισμούς όμως της πόλης αναρριχάται η αφήγηση σταδιακά στο δραματικό τέλος. Έχοντας διαβάσει και άλλα βιβλία της συγγραφέως, θα έλεγα ότι το συγκεκριμένο αποτελεί ένα σημείο αναφοράς, σαν να τη «στοιχειώνει» ο κεντρικός χαρακτήρας και οι εικόνες, καθώς σε κάποια από τα επόμενα επανέρχεται ξανά και ξανά με διακειμενικές αναφορές. Κατά τη γνώμη μου, το βιβλίο αποτελεί εξύμνηση της αθωότητας και ταυτόχρονα ένα θρήνο για την απώλειά της, με την ξαφνική αποκοπή από τις ρίζες συμβολικά και κυριολεκτικά, όπως αναδεικνύει το δραματικό και αιφνιδιαστικό τέλος.
Συγγραφέας: Ευγενία Φακίνου
Εκδόσεις: Κέδρος
Έτος: 1982
Περιγραφή
Ίσως το πρώτο μυθιστόρημα της Ευγενίας Φακίνου, η Αστραδενή, να είναι και το πιο γνωστό βιβλίο της συγγραφέως μετά ή μαζί με το κουκλοθέατρο «Ντενεκεδούπολη». Πρόκειται για την ιστορία ενός 11χρονου κοριτσιού που στα τέλη της δεκαετίας του ’70 μεταναστεύει με τους γονείς της από το νησί της τη Σύμη στην Αθήνα με την ελπίδα εύρεσης μίας καλύτερης τύχης. Παρ’ όλες τις δυσκολίες και τη νοσταλγία για τον τόπο που αφήνει πίσω, αντιμετωπίζει νέες προκλήσεις, οι οποίες εξιτάρουν τη φαντασία της. Ανοίγεται ένας κόσμος κοινωνικού ρατσισμού, μεταξύ άλλων, που ακόμα τότε περιοριζόταν εν πολλοίς στη διαφορετική ντοπιολαλιά και καταγωγή. Μαζί με τις ευκολίες και τους περιορισμούς όμως της πόλης αναρριχάται η αφήγηση σταδιακά στο δραματικό τέλος. Έχοντας διαβάσει και άλλα βιβλία της συγγραφέως, θα έλεγα ότι το συγκεκριμένο αποτελεί ένα σημείο αναφοράς, σαν να τη «στοιχειώνει» ο κεντρικός χαρακτήρας και οι εικόνες, καθώς σε κάποια από τα επόμενα επανέρχεται ξανά και ξανά με διακειμενικές αναφορές. Κατά τη γνώμη μου, το βιβλίο αποτελεί εξύμνηση της αθωότητας και ταυτόχρονα ένα θρήνο για την απώλειά της, με την ξαφνική αποκοπή από τις ρίζες συμβολικά και κυριολεκτικά, όπως αναδεικνύει το δραματικό και αιφνιδιαστικό τέλος.
Ένα παραμυθάκι για χειμώνα και καλοκαίρι (1982)
Συγγραφέας: Αλέξης Κυριτσόπουλος
Εκδόσεις: Κέδρος
Έτος: 1982
Περιγραφή
Ένα παραμυθάκι σε αφήγηση και εικονογράφηση του Αλέξη Κυριτσόπουλου για το πουλί και το ψάρι που ερωτεύονται. Μία ιστορία για τους αδύνατους έρωτες ή για όσους ψάχνουν τρόπους να είναι μαζί ακόμα και σε δύσκολες συνθήκες; Η απόφαση δική σας.
Η ιστορία σε βίντεο με μουσική υπόκρουση.
Συγγραφέας: Αλέξης Κυριτσόπουλος
Εκδόσεις: Κέδρος
Έτος: 1982
Περιγραφή
Ένα παραμυθάκι σε αφήγηση και εικονογράφηση του Αλέξη Κυριτσόπουλου για το πουλί και το ψάρι που ερωτεύονται. Μία ιστορία για τους αδύνατους έρωτες ή για όσους ψάχνουν τρόπους να είναι μαζί ακόμα και σε δύσκολες συνθήκες; Η απόφαση δική σας.
Η ιστορία σε βίντεο με μουσική υπόκρουση.
Η τελευταία μαύρη γάτα (2001)
Συγγραφέας: Ευγένιος Τριβιζάς
Εκδόσεις: Μεταίχμιο
Έτος: 2012
Περιγραφή
Η επανέκδοση του βιβλίου Η τελευταία μαύρη γάτα του Ευγένιου Τριβιζά είναι εμπλουτισμένη με αναλύσεις και μελέτες πάνω στο κείμενό του. Πρόκειται για μία επίκαιρη αλληγορική ιστορία για μικρούς και για μεγάλους που αφορά το ρατσισμό, την προκατάληψη, τους αποκλεισμούς και τις διακρίσεις. Οι μαύρες γάτες σε ένα νησί γίνονται ο αποδιοπομπαίος τράγος, για να εξηγηθούν όλων των ειδών τα προβλήματα από την τιμή της λακέρδες, τους λεκέδες και τα μπιμπίκια έως τις φυσικές καταστροφές. Τα μέλη της αδελφότητας των προληπτικών στήνουν μία μηχανή, όπου ο αδύναμος καταδιώκεται, γιατί βαπτίζεται αυθαίρετα εχθρός. Αναδεικνύεται χαρακτηριστικά όταν φωνάζουν εν χορώ όσα μέλη της κάνουν μπούγιο σε μία ομιλία, για να παρασύρουν τους παριστάμενους, ένα πλήθος διατεθειμένο να στηριχτεί σε οποιονδήποτε φερόμενο ως «σωτήρα»! Όλοι σταδιακά θορυβούνται και κυνηγούν τις γάτες ‒ την προβολή της συμφοράς τους. Στην κακοδαιμονία διοχετεύουν την οργή τους για τα δεινά και επιδίδονται σε καταστροφές, ψάχνοντας για γάτες. Η εξόντωση των γατιών ανάγεται σε πατριωτικό καθήκον.
Οι αναφορές, όπου η φρίκη αληθινών καταστάσεων μεταμφιέζεται με αλληγορίες, θυμίζουν εικόνες από το Μεσαίωνα έως και σύγχρονες πρακτικές ολοκληρωτικών καθεστώτων. Μια ολόκληρη μικροκοινωνία επιδιώκει να επωφεληθεί με τον έναν ή τον άλλον τρόπο από όσους καταδιώκονται, κάτι που ισχύει τουλάχιστον για όσους δεν έχει πείσει η εξήγηση της γρουσουζιάς. Όσοι θα μπορούσαν να βοηθήσουν επίσης θεωρούν πως δεν τους αφορά, μέχρι που αποτελούν τα αμέσως επόμενα θύματα. Τα ζωώδη ένστικτα αναδεικνύονται γλαφυρά στην ηδονή των βασανιστών, καθώς το νησί μεταμορφώνεται σε έναν κόσμο όπου η ανάγκη για χάδια επιφέρει το μαστίγωμα μέχρι θανάτου. Το κεφάλαιο «Οι γιαγιάδες της παιδικής χαράς», στην καρδιά του βιβλίου, περνά πολύ εύστοχα τον αρρωστημένο κυνισμό που διαστρέφει την αθωότητα, τραυματίζοντας τις παιδικές ψυχές και αποτελώντας ένα από τα σημεία συγκινησιακής κορύφωσης της ιστορίας.
Τα τεχνάσματα, βέβαια, της προπαγάνδας κατευθύνονται από σαφείς προθέσεις, γνωστές μόνο στους επικεφαλής συντονιστές του παραλογισμού. Έτσι η προσοχή του λαού αποπροσανατολίζεται από την ουσία και τα πραγματικά προβλήματα. Όταν όμως κρύβονται επιπλέον συμφέροντα πίσω από τις νοσηρές πρακτικές, ενώ το πλήθος χειραγωγείται για την εξυπηρέτησή τους χωρίς ίδιο όφελος, τις συνέπειες τις υπόκεινται όλοι. Στο τέλος, βρίσκονται οι βοηθοί ‒ σύμμαχοι προς στήριξη του αδύναμου κρίκου και επέρχεται η λύση. Το ύφος του συγγραφέα είναι συνεπές με το θέμα, οι λεκτικές επινοήσεις ευφυείς, η αφήγηση ρέει και η γλαφυρότητα των εικόνων διατηρεί αμείωτο το ενδιαφέρον. Η εικονογράφηση, τέλος, του Στίβεν Γουέστ δίνει στο βιβλίο έναν αέρα από παλιότερα κλασικά παραμύθια με φλεγματικό χιούμορ που σφάζει με το μπαμπάκι.
Συγγραφέας: Ευγένιος Τριβιζάς
Εκδόσεις: Μεταίχμιο
Έτος: 2012
Περιγραφή
Η επανέκδοση του βιβλίου Η τελευταία μαύρη γάτα του Ευγένιου Τριβιζά είναι εμπλουτισμένη με αναλύσεις και μελέτες πάνω στο κείμενό του. Πρόκειται για μία επίκαιρη αλληγορική ιστορία για μικρούς και για μεγάλους που αφορά το ρατσισμό, την προκατάληψη, τους αποκλεισμούς και τις διακρίσεις. Οι μαύρες γάτες σε ένα νησί γίνονται ο αποδιοπομπαίος τράγος, για να εξηγηθούν όλων των ειδών τα προβλήματα από την τιμή της λακέρδες, τους λεκέδες και τα μπιμπίκια έως τις φυσικές καταστροφές. Τα μέλη της αδελφότητας των προληπτικών στήνουν μία μηχανή, όπου ο αδύναμος καταδιώκεται, γιατί βαπτίζεται αυθαίρετα εχθρός. Αναδεικνύεται χαρακτηριστικά όταν φωνάζουν εν χορώ όσα μέλη της κάνουν μπούγιο σε μία ομιλία, για να παρασύρουν τους παριστάμενους, ένα πλήθος διατεθειμένο να στηριχτεί σε οποιονδήποτε φερόμενο ως «σωτήρα»! Όλοι σταδιακά θορυβούνται και κυνηγούν τις γάτες ‒ την προβολή της συμφοράς τους. Στην κακοδαιμονία διοχετεύουν την οργή τους για τα δεινά και επιδίδονται σε καταστροφές, ψάχνοντας για γάτες. Η εξόντωση των γατιών ανάγεται σε πατριωτικό καθήκον.
Οι αναφορές, όπου η φρίκη αληθινών καταστάσεων μεταμφιέζεται με αλληγορίες, θυμίζουν εικόνες από το Μεσαίωνα έως και σύγχρονες πρακτικές ολοκληρωτικών καθεστώτων. Μια ολόκληρη μικροκοινωνία επιδιώκει να επωφεληθεί με τον έναν ή τον άλλον τρόπο από όσους καταδιώκονται, κάτι που ισχύει τουλάχιστον για όσους δεν έχει πείσει η εξήγηση της γρουσουζιάς. Όσοι θα μπορούσαν να βοηθήσουν επίσης θεωρούν πως δεν τους αφορά, μέχρι που αποτελούν τα αμέσως επόμενα θύματα. Τα ζωώδη ένστικτα αναδεικνύονται γλαφυρά στην ηδονή των βασανιστών, καθώς το νησί μεταμορφώνεται σε έναν κόσμο όπου η ανάγκη για χάδια επιφέρει το μαστίγωμα μέχρι θανάτου. Το κεφάλαιο «Οι γιαγιάδες της παιδικής χαράς», στην καρδιά του βιβλίου, περνά πολύ εύστοχα τον αρρωστημένο κυνισμό που διαστρέφει την αθωότητα, τραυματίζοντας τις παιδικές ψυχές και αποτελώντας ένα από τα σημεία συγκινησιακής κορύφωσης της ιστορίας.
Τα τεχνάσματα, βέβαια, της προπαγάνδας κατευθύνονται από σαφείς προθέσεις, γνωστές μόνο στους επικεφαλής συντονιστές του παραλογισμού. Έτσι η προσοχή του λαού αποπροσανατολίζεται από την ουσία και τα πραγματικά προβλήματα. Όταν όμως κρύβονται επιπλέον συμφέροντα πίσω από τις νοσηρές πρακτικές, ενώ το πλήθος χειραγωγείται για την εξυπηρέτησή τους χωρίς ίδιο όφελος, τις συνέπειες τις υπόκεινται όλοι. Στο τέλος, βρίσκονται οι βοηθοί ‒ σύμμαχοι προς στήριξη του αδύναμου κρίκου και επέρχεται η λύση. Το ύφος του συγγραφέα είναι συνεπές με το θέμα, οι λεκτικές επινοήσεις ευφυείς, η αφήγηση ρέει και η γλαφυρότητα των εικόνων διατηρεί αμείωτο το ενδιαφέρον. Η εικονογράφηση, τέλος, του Στίβεν Γουέστ δίνει στο βιβλίο έναν αέρα από παλιότερα κλασικά παραμύθια με φλεγματικό χιούμορ που σφάζει με το μπαμπάκι.
Ο μηχανισμός της καρδιάς (2007)
Συγγραφέας: Mathias Malzieu
Εκδόσεις: Ηλίβατον
Έτος: 2009
Περιγραφή
Την ίδια χρονιά που κυκλοφόρησε το βιβλίο του Μπράιαν Σέλζνικ The Invention of Hugo Cabret (2007) εκδόθηκε στη Γαλλία από τον Mathias Malzieu Ο Μηχανισμός της καρδιάς. Αφορά πάλι μηχανισμούς ρολογιών και αναφέρεται επίσης ο Ζορζ Μελιέ, που παίζει ρόλο στην αφήγηση. Πρόκειται για την πολύ ιδιαίτερη ιστορία ενός αγοριού, το οποίο γεννιέται το 1874, την πιο κρύα μέρα του κόσμου. Γι’ αυτό η καρδιά του παγώνει. Η δόκτωρ Μάντλεν τότε, η μαία, μία γυναίκα πολύ όμορφη για γριά, που όλοι θεωρούν τρελή, σώζει τη ζωή του τοποθετώντας δίπλα στην καρδιά ένα ρολόι-κούκο, για να υποστηρίξει τη λειτουργία της και να τη ζωντανέψει. Η καρδιά πλέον αντιδρά. Είναι, όμως, μία καρδιά πολύ ιδιαίτερη αυτή, δεν αντέχει έντονες συγκινήσεις, δεν της επιτρέπεται να ερωτευτεί, γιατί το ρολόι θα τρελαθεί τρυπώντας το κορμί του. Αλλά η ζωή μπορεί να γίνει πολύ βαρετή αν διαρκώς προσέχεις μη σπάσεις κάτι, του λέει ο Μελιέ αργότερα[1]. Και ο ήρωας ακολουθώντας το ένστικτό του και τον έρωτα που αισθάνεται, αλλά δεν ξέρει τι είναι, βουτάει στην περιπέτεια της ζωής.
Είναι μία φανταστική ατμοσφαιρική ιστορία, που διαδραματίζεται μεταξύ Εδιμβούργου και Ανδαλουσίας, με γκόθικ στοιχεία, πολλή φαντασία και με τις κατάλληλες δόσεις αθωότητας και ονείρου, κάνοντάς το να μοιάζει με παραμύθι.
Αναμένεται να μεταφερθεί σε ταινία στον κινηματογράφο. Υπάρχει ήδη σε τραγούδι, καθώς ο συγγραφέας είναι και μουσικός. Με το συγκρότημα Dionysos κυκλοφόρησαν ένα ομώνυμο άλμπουμ.
_____
[1] Mathias Malzieu, Ο Μηχανισμός της καρδιάς, εκδόσεις Ηλίβατον, Αθήνα, 2009, σελ. 62.
«Tais toi mon cœur»
Συγγραφέας: Mathias Malzieu
Εκδόσεις: Ηλίβατον
Έτος: 2009
Περιγραφή
Την ίδια χρονιά που κυκλοφόρησε το βιβλίο του Μπράιαν Σέλζνικ The Invention of Hugo Cabret (2007) εκδόθηκε στη Γαλλία από τον Mathias Malzieu Ο Μηχανισμός της καρδιάς. Αφορά πάλι μηχανισμούς ρολογιών και αναφέρεται επίσης ο Ζορζ Μελιέ, που παίζει ρόλο στην αφήγηση. Πρόκειται για την πολύ ιδιαίτερη ιστορία ενός αγοριού, το οποίο γεννιέται το 1874, την πιο κρύα μέρα του κόσμου. Γι’ αυτό η καρδιά του παγώνει. Η δόκτωρ Μάντλεν τότε, η μαία, μία γυναίκα πολύ όμορφη για γριά, που όλοι θεωρούν τρελή, σώζει τη ζωή του τοποθετώντας δίπλα στην καρδιά ένα ρολόι-κούκο, για να υποστηρίξει τη λειτουργία της και να τη ζωντανέψει. Η καρδιά πλέον αντιδρά. Είναι, όμως, μία καρδιά πολύ ιδιαίτερη αυτή, δεν αντέχει έντονες συγκινήσεις, δεν της επιτρέπεται να ερωτευτεί, γιατί το ρολόι θα τρελαθεί τρυπώντας το κορμί του. Αλλά η ζωή μπορεί να γίνει πολύ βαρετή αν διαρκώς προσέχεις μη σπάσεις κάτι, του λέει ο Μελιέ αργότερα[1]. Και ο ήρωας ακολουθώντας το ένστικτό του και τον έρωτα που αισθάνεται, αλλά δεν ξέρει τι είναι, βουτάει στην περιπέτεια της ζωής.
Είναι μία φανταστική ατμοσφαιρική ιστορία, που διαδραματίζεται μεταξύ Εδιμβούργου και Ανδαλουσίας, με γκόθικ στοιχεία, πολλή φαντασία και με τις κατάλληλες δόσεις αθωότητας και ονείρου, κάνοντάς το να μοιάζει με παραμύθι.
Αναμένεται να μεταφερθεί σε ταινία στον κινηματογράφο. Υπάρχει ήδη σε τραγούδι, καθώς ο συγγραφέας είναι και μουσικός. Με το συγκρότημα Dionysos κυκλοφόρησαν ένα ομώνυμο άλμπουμ.
_____
[1] Mathias Malzieu, Ο Μηχανισμός της καρδιάς, εκδόσεις Ηλίβατον, Αθήνα, 2009, σελ. 62.
«Tais toi mon cœur»
Ο Σίσυφος στο μπαλκόνι (2009)
Συγγραφέας: Πέτρος Τατσόπουλος
Εκδόσεις: Μεταίχμιο
Έτος: 2009
Περιγραφή
Η Κυβέλη είναι ένα μικρό κορίτσι που βρίσκει παρηγοριά στο Σίσυφο, ένα γάτο αλανιάρη, όταν φεύγει ο πατέρας της από το σπίτι. Για να διαπιστώσετε ακριβώς το πώς καταλήγει εκείνος στο μπαλκόνι, πρέπει να διαβάσετε το βιβλίο. Στο μεταξύ, όμως, παρακολουθούμε τη γατοφιλοσοφία του Σίσυφου άλλοτε μέσα από ρήσεις και σκέψεις της Κυβέλης και άλλοτε δικής του έμπνευσης για τις σχέσεις, τη ζωή κτλ. Με φαντασία και συμβολισμούς ο συγγραφέας καθρεφτίζει καταστάσεις και τύπους ανθρώπων, όσο ο γάτος καταπιάνεται με θέματα αυτοσυνειδητοποίησης και οικογενειακών δραμάτων με ευαισθησία και χιούμορ. Για τους λάτρεις των τριχωτών μας φίλων είναι ένα βιβλίο που κάνει σοβαρές απόπειρες σκιαγράφησης της γατίσιας ιδιοσυγκρασίας μεταξύ σοβαρού και αστείου, ενώ για όσους θα ήθελαν να δώσουν μία ευκαιρία στις γάτες να μπουν στην καρδιά τους υπάρχουν όμορφες αντιπροσωπευτικές στιγμές στο βιβλίο, που βοηθούν αποτελεσματικά. Σε αρκετά σημεία, μάλιστα, γέλασα δυνατά διαβάζοντάς το. Η εικονογράφηση, επίσης, της Ναταλίας Καπατσούλια είναι εύστοχη και ακολουθεί το πνεύμα της ιστορίας. Τέλος, υπάρχει και έκδοση με cd για όποιον θέλει να ακούσει την αφήγηση από τον ίδιο το συγγραφέα.
Ένα δείγμα γατοφιλοσοφίας: «Επειδή ο πλανήτης μας ‒σκέφτηκα με το φτωχό μου μυαλουδάκι‒ στρέφεται γύρω από τον άξονά του, ξέφρενος σαν σβούρα, οι καινούριοι αιώνες, οι πολιτισμένοι και σενιαρισμένοι, δεν προλαβαίνουν να κρατηθούν από πάνω του και γκρεμοτσακίζονται στο διάστημα. Να πώς βρίσκει χώρο ο Μεσαίωνας και απλώνει τα μπογαλάκια του»[1].
_____
[1] Πέτρος Τατσόπουλος, Ο Σίσυφος στο μπαλκόνι, Εκδόσεις Μεταίχμιο, Αθήνα, 2009, σελ. 31-32.
Συγγραφέας: Πέτρος Τατσόπουλος
Εκδόσεις: Μεταίχμιο
Έτος: 2009
Περιγραφή
Η Κυβέλη είναι ένα μικρό κορίτσι που βρίσκει παρηγοριά στο Σίσυφο, ένα γάτο αλανιάρη, όταν φεύγει ο πατέρας της από το σπίτι. Για να διαπιστώσετε ακριβώς το πώς καταλήγει εκείνος στο μπαλκόνι, πρέπει να διαβάσετε το βιβλίο. Στο μεταξύ, όμως, παρακολουθούμε τη γατοφιλοσοφία του Σίσυφου άλλοτε μέσα από ρήσεις και σκέψεις της Κυβέλης και άλλοτε δικής του έμπνευσης για τις σχέσεις, τη ζωή κτλ. Με φαντασία και συμβολισμούς ο συγγραφέας καθρεφτίζει καταστάσεις και τύπους ανθρώπων, όσο ο γάτος καταπιάνεται με θέματα αυτοσυνειδητοποίησης και οικογενειακών δραμάτων με ευαισθησία και χιούμορ. Για τους λάτρεις των τριχωτών μας φίλων είναι ένα βιβλίο που κάνει σοβαρές απόπειρες σκιαγράφησης της γατίσιας ιδιοσυγκρασίας μεταξύ σοβαρού και αστείου, ενώ για όσους θα ήθελαν να δώσουν μία ευκαιρία στις γάτες να μπουν στην καρδιά τους υπάρχουν όμορφες αντιπροσωπευτικές στιγμές στο βιβλίο, που βοηθούν αποτελεσματικά. Σε αρκετά σημεία, μάλιστα, γέλασα δυνατά διαβάζοντάς το. Η εικονογράφηση, επίσης, της Ναταλίας Καπατσούλια είναι εύστοχη και ακολουθεί το πνεύμα της ιστορίας. Τέλος, υπάρχει και έκδοση με cd για όποιον θέλει να ακούσει την αφήγηση από τον ίδιο το συγγραφέα.
Ένα δείγμα γατοφιλοσοφίας: «Επειδή ο πλανήτης μας ‒σκέφτηκα με το φτωχό μου μυαλουδάκι‒ στρέφεται γύρω από τον άξονά του, ξέφρενος σαν σβούρα, οι καινούριοι αιώνες, οι πολιτισμένοι και σενιαρισμένοι, δεν προλαβαίνουν να κρατηθούν από πάνω του και γκρεμοτσακίζονται στο διάστημα. Να πώς βρίσκει χώρο ο Μεσαίωνας και απλώνει τα μπογαλάκια του»[1].
_____
[1] Πέτρος Τατσόπουλος, Ο Σίσυφος στο μπαλκόνι, Εκδόσεις Μεταίχμιο, Αθήνα, 2009, σελ. 31-32.
Γκντουπ! (2012)
Συγγραφέας: Λύο Καλοβυρνάς
Εκδόσεις: Κέδρος
Έτος: 2012
Περιγραφή
Η Λίνα, η κεντρική ηρωίδα του βιβλίου, κρατά ημερολόγιο, και έτσι τρυπώνουμε για λίγο στη σκέψη της ρίχνοντας κλεφτές ματιές στα γεγονότα που την προβληματίζουν και στους συλλογισμούς της. Εκεί ξετυλίγεται το κουβάρι του σύμπαντος των ενηλίκων μέσα από την παιδική αφέλεια που μοιάζει με παραμορφωτικό καθρέφτη, αλλά τελικά φαίνεται πολύ λογική, εμπλουτισμένη με ισχυρές δόσεις πιπεράτης φαντασίας και χιούμορ. Διαβάζοντας κανείς, αναρωτιέται αν βρίσκεται στο μυαλό ενός παιδιού ή ενός ενήλικα που θυμάμαι ακόμα τον εαυτό του ως παιδί ή που δεν ξέχασε ποτέ πώς να ξαναγίνεται παιδί. Η διελκυστίνδα των καταιγιστικών ιδεών υποβάλλει την παρακολούθηση της διαδοχής των καταστάσεων, καθώς σε κάθε γονεϊκή απάντηση στις ερωτήσεις της Λίνας ξεπηδούν άλλες τόσες και το γαϊτανάκι συνεχίζει το τύλιγμά του, για να το ξετυλίξει μετά εκείνη στο ημερολόγιό της. Και εδώ δεν «περιμένεις μέχρι να γυρίσεις σελίδα», αλλά βιάζεσαι να τη γυρίσεις, για να δεις τη συνέχεια και να πάρεις μία γεύση της ερμηνείας των μυστηρίων του κόσμου μέσα από την ξεχωριστή ματιά του συγγραφέα. Γκντουπ, λοιπόν, σαν δυνατό κλείσιμο πόρτας, σαν απότομη προσγείωση ή και σαν σκουντούφλα που σου δίνει η ζωή και αποφασίζεις να την πάρεις αλλιώς.
Το Γκντουπ! είναι το πρώτο βιβλίο του συγγραφέα για παιδιά.
Ακούστε το Λύο Καλοβυρνά να αφηγείται το παραμύθι για μεγάλους «Η ξανθιά και το βασιλόπουλου» από το βιβλίο του Ανάμεσα στο Τικ και στο Τακ.
https://soundcloud.com/search?q=%CE%B7%20%CE%BE%CE%B1%CE%BD%CE%B8%CE%B9%CE%AC%20%CE%BA%CE%B1%CE%B9%20%CF%84%CE%BF%20%CE%B2%CE%B1%CF%83%CE%B9%CE%BB%CF%8C%CF%80%CE%BF%CF%85%CE%BB%CE%BF
Συγγραφέας: Λύο Καλοβυρνάς
Εκδόσεις: Κέδρος
Έτος: 2012
Περιγραφή
Η Λίνα, η κεντρική ηρωίδα του βιβλίου, κρατά ημερολόγιο, και έτσι τρυπώνουμε για λίγο στη σκέψη της ρίχνοντας κλεφτές ματιές στα γεγονότα που την προβληματίζουν και στους συλλογισμούς της. Εκεί ξετυλίγεται το κουβάρι του σύμπαντος των ενηλίκων μέσα από την παιδική αφέλεια που μοιάζει με παραμορφωτικό καθρέφτη, αλλά τελικά φαίνεται πολύ λογική, εμπλουτισμένη με ισχυρές δόσεις πιπεράτης φαντασίας και χιούμορ. Διαβάζοντας κανείς, αναρωτιέται αν βρίσκεται στο μυαλό ενός παιδιού ή ενός ενήλικα που θυμάμαι ακόμα τον εαυτό του ως παιδί ή που δεν ξέχασε ποτέ πώς να ξαναγίνεται παιδί. Η διελκυστίνδα των καταιγιστικών ιδεών υποβάλλει την παρακολούθηση της διαδοχής των καταστάσεων, καθώς σε κάθε γονεϊκή απάντηση στις ερωτήσεις της Λίνας ξεπηδούν άλλες τόσες και το γαϊτανάκι συνεχίζει το τύλιγμά του, για να το ξετυλίξει μετά εκείνη στο ημερολόγιό της. Και εδώ δεν «περιμένεις μέχρι να γυρίσεις σελίδα», αλλά βιάζεσαι να τη γυρίσεις, για να δεις τη συνέχεια και να πάρεις μία γεύση της ερμηνείας των μυστηρίων του κόσμου μέσα από την ξεχωριστή ματιά του συγγραφέα. Γκντουπ, λοιπόν, σαν δυνατό κλείσιμο πόρτας, σαν απότομη προσγείωση ή και σαν σκουντούφλα που σου δίνει η ζωή και αποφασίζεις να την πάρεις αλλιώς.
Το Γκντουπ! είναι το πρώτο βιβλίο του συγγραφέα για παιδιά.
Ακούστε το Λύο Καλοβυρνά να αφηγείται το παραμύθι για μεγάλους «Η ξανθιά και το βασιλόπουλου» από το βιβλίο του Ανάμεσα στο Τικ και στο Τακ.
https://soundcloud.com/search?q=%CE%B7%20%CE%BE%CE%B1%CE%BD%CE%B8%CE%B9%CE%AC%20%CE%BA%CE%B1%CE%B9%20%CF%84%CE%BF%20%CE%B2%CE%B1%CF%83%CE%B9%CE%BB%CF%8C%CF%80%CE%BF%CF%85%CE%BB%CE%BF
Μουσική
Ο Πέτρος και ο Λύκος (1936)
Περιγραφή
Ένα μουσικό παραμύθι του Ρώσου συνθέτη Σεργκέϊ Σεργκέγεβιτς Προκόφιεφ. Ο ίδιος δημιούργησε και τη μουσική και την πλοκή. Η ιστορία στοχεύει στο να γίνει κατανοητή η χρήση και η συμμετοχή των μουσικών ορχηστρικών οργάνων στην αφήγηση, αλλά αποτελεί και μία απόπειρα εξοικείωσης με αυτά. Μεταφέρει όμως και γενικότερα μηνύματα σε παιδιά και σε μεγάλους. Η αφήγηση με τον Δημήτρη Χορν ζωντανεύει την ιστορία.
«Ο Πέτρος και ο λύκος» διαβάζει ο Δημήτρης ο Χορν.
Περιγραφή
Ένα μουσικό παραμύθι του Ρώσου συνθέτη Σεργκέϊ Σεργκέγεβιτς Προκόφιεφ. Ο ίδιος δημιούργησε και τη μουσική και την πλοκή. Η ιστορία στοχεύει στο να γίνει κατανοητή η χρήση και η συμμετοχή των μουσικών ορχηστρικών οργάνων στην αφήγηση, αλλά αποτελεί και μία απόπειρα εξοικείωσης με αυτά. Μεταφέρει όμως και γενικότερα μηνύματα σε παιδιά και σε μεγάλους. Η αφήγηση με τον Δημήτρη Χορν ζωντανεύει την ιστορία.
«Ο Πέτρος και ο λύκος» διαβάζει ο Δημήτρης ο Χορν.
Λιλιπούπολη (1980)
Περιγραφή
Η Λιλιπούπολη συγκεντρώνει τραγούδια από την καθημερινή ραδιοφωνική εκπομπή του Τρίτου Προγράμματος, η οποία διήρκεσε από το 1976 έως το 1980, όταν ήταν υπό τη διεύθυνση του Μ. Χατζιδάκι. Επρόκειτο για πρωτοποριακή σειρά εκπομπών για τα δεδομένα της εποχής, που ξεκίνησε με στόχο να μάθει βασικά πράγματα σε μικρά παιδιά και κατέληξε να περνάει πολιτικά μηνύματα με αλληγορίες και συμβολισμούς. Κάτι όχι ευχαρίστως αποδεκτό από όλους. Οι ηθοποιοί που συμμετείχαν ήταν πολλοί, ορισμένοι από την τότε νέα γενιά ηθοποιών, στην οποία ανήκαν η Άννα Παναγιωτοπούλου, η Μίνα Αδαμάκη, η Μίρκα Παπακωνσταντίνου, ο Μίμης Χρυσομάλλης κ.ά., έως και βετεράνοι, όπως η Σαπφώ Νοταρά. Το 1980 έγινε η πρώτη έκδοση του δίσκου όταν σταμάτησε και το πρόγραμμα. Το όνομα προκύπτει από τους Λιλιπούτειους των ταξιδιών του Γκιούλιβερ, παραπέμποντας στο μικρό μέγεθος και σε μικρά παιδιά. Η Λιλιπούπολη όμως είναι μάλλον ένα ταξίδι για μικρά και μεγάλα παιδιά, ακόμα ικανό να ψυχαγωγήσει τους δέκτες του. Πρόσφατα, τέλη του 2012, πραγματοποιήθηκε μία έκδοση με 6 CDs με τα τραγούδια και με διασωσμένες εκπομπές. Τη μουσική του δίσκου υπογράφουν οι Νίκος Κυπουργός, Λένα Πλάτωνος και Δημήτρης Μαραγκόπουλος, οι στίχοι είναι της Μαριανίνας Κριεζή, τραγουδούν οι Σπύρος Σακκάς, Σαβίνα Γιαννάτου, Μαριέλλη Σφακιανάκη, Αντώνης Κοντογεωργίου, Λένα Πλάτωνος κ.ά., ενώ, τέλος, διευθύνει ο Μ. Χατζιδάκις. Τα τραγούδια είναι απολαυστικά, και μουσικά και λεκτικά. Μουσικά είναι διαφορετικά μεταξύ τους, το καθένα διαμορφώνει άλλο χαρακτήρα και ύφος, εναρμονισμένα στο περιεχόμενο της αφήγησης, συνθέτοντας τελικά μία ενδιαφέρουσα και αρμονική ποικιλία στο σύνολό τους. Τα λεκτικά παιχνιδίσματα και οι επινοήσεις φτιάχνουν ολοκληρωμένες ιστορίες, που φτάνουν στο στόχο τους. Έχει ενδιαφέρον ένα απόσπασμα από το Σημείωμα του Μάνου Χατζηδάκι στο εσώφυλλο της πρώτης ηχογράφησης του 1980, καθώς αναφέρεται στη λειτουργία και στο ρόλο που έπαιξε η Λιλιπούλη:
«Η Λιλιπούπολη υπήρξε γέννημα μιας φιλελεύθερης και πειραματικής ραδιοφωνίας από τη μια, του Τρίτου Προγράμματος, και από την άλλη μιας ομάδας νέων ανθρώπων με πολύ ταλέντο που συγκεντρώθηκαν στο Τρίτο και δούλεψαν ελεύθερα με κέφι, με αξιοπρέπεια και αυτοσεβασμό.
»Αυτό, βέβαια, δε στάθηκε εμπόδιο στο να εξοργιστεί η αντιδραστική παραδημοσιογραφία του ελληνικού Τύπου που χαρακτήρισε τη ΛΙΛΙΠΟΥΠΟΛΗ σαν… κομουνιστική. Ίσως γιατί πρώτη φορά κάποιοι μιλούσαν στα παιδιά υ π ε ύ θ υ ν α με καθαρή ποιητική γλώσσα θίγοντας θέματα που βασανίζουν και πονάν τον τόπο, κι όχι σαν εκπαιδευτικοί ή γονείς ανόητοι που συμπεριφέρονται στα παιδιά, λες κι αποτείνονται σε υποανάπτυκτους και ατελείς οργανισμούς με θέματα ανώδυνα και γλώσσα απονεκρωμένη και συμβατική»[1].
Ας μην ξεχνάμε ότι αυτό ήταν ένα τόλμημα των πρώτων ετών της Μεταπολίτευσης, όπου ακόμα οι μνήμες ήταν νωπές, ενώ οι ζυμώσεις και οι εντάσεις ήταν πολύ έντονες αφορμή των όσων είχαν προηγηθεί. Το γεγονός αυτό καθιστούσε τη Λιλιπούπολη μία πνοή ανανέωσης, για όσους όμως ήταν σε θέση να τη δουν και να την αγκαλιάσουν ως τέτοια. Νομίζω ότι και σήμερα έχει πολλά ακόμα να δώσει χωρίς να χάνει τη φρεσκάδα, την ομορφιά, το ενδιαφέρον, τη διαφορετικότητα και το συναίσθημα της έκπληξης που προκαλεί η επινοητικότητα των στίχων και των κειμένων της.
_____
[1] Οι πληροφορίες από το βιβλιαράκι της ολοκληρωμένης έκδοσης «Εδώ Λιλιπούπολη», που κυκλοφόρησε το 2012 από τη MINOS-EMI A.E.
video1: «Το Χρυσαλιφούρφουρο» σε μουσική Νίκου Κυπουργού, στίχους Μαριανίνας Κριεζή και ερμηνεία Σαβίνας Γιαννάτου.
video2: «Ρόζα Ροζαλία ή το Ροζ Χρώμα» σε μουσική και ερμηνεία Λένας Πλάτωνος και στίχους Μαριανίνας Κριεζή.
video3: «Ο Χορός των μπιζελιών ή το Πράσινο Χρώμα» σε μουσική Λένας Πλάτωνος, στίχους Μαριανίνας Κριεζή και ερμηνεία Λένας Πλάτωνος, Αντώνη Κοντογεωργίου και Σαβίνας Γιαννάτου.
video4: «Η Μαγιονέζα ή το Κίτρινο Χρώμα» σε μουσική Λένας Πλάτωνος, στίχους Μαριανίνας Κριεζή και ερμηνεία Λένας Πλάτωνος και Αντώνη Κοντογεωργίου.
Περιγραφή
Η Λιλιπούπολη συγκεντρώνει τραγούδια από την καθημερινή ραδιοφωνική εκπομπή του Τρίτου Προγράμματος, η οποία διήρκεσε από το 1976 έως το 1980, όταν ήταν υπό τη διεύθυνση του Μ. Χατζιδάκι. Επρόκειτο για πρωτοποριακή σειρά εκπομπών για τα δεδομένα της εποχής, που ξεκίνησε με στόχο να μάθει βασικά πράγματα σε μικρά παιδιά και κατέληξε να περνάει πολιτικά μηνύματα με αλληγορίες και συμβολισμούς. Κάτι όχι ευχαρίστως αποδεκτό από όλους. Οι ηθοποιοί που συμμετείχαν ήταν πολλοί, ορισμένοι από την τότε νέα γενιά ηθοποιών, στην οποία ανήκαν η Άννα Παναγιωτοπούλου, η Μίνα Αδαμάκη, η Μίρκα Παπακωνσταντίνου, ο Μίμης Χρυσομάλλης κ.ά., έως και βετεράνοι, όπως η Σαπφώ Νοταρά. Το 1980 έγινε η πρώτη έκδοση του δίσκου όταν σταμάτησε και το πρόγραμμα. Το όνομα προκύπτει από τους Λιλιπούτειους των ταξιδιών του Γκιούλιβερ, παραπέμποντας στο μικρό μέγεθος και σε μικρά παιδιά. Η Λιλιπούπολη όμως είναι μάλλον ένα ταξίδι για μικρά και μεγάλα παιδιά, ακόμα ικανό να ψυχαγωγήσει τους δέκτες του. Πρόσφατα, τέλη του 2012, πραγματοποιήθηκε μία έκδοση με 6 CDs με τα τραγούδια και με διασωσμένες εκπομπές. Τη μουσική του δίσκου υπογράφουν οι Νίκος Κυπουργός, Λένα Πλάτωνος και Δημήτρης Μαραγκόπουλος, οι στίχοι είναι της Μαριανίνας Κριεζή, τραγουδούν οι Σπύρος Σακκάς, Σαβίνα Γιαννάτου, Μαριέλλη Σφακιανάκη, Αντώνης Κοντογεωργίου, Λένα Πλάτωνος κ.ά., ενώ, τέλος, διευθύνει ο Μ. Χατζιδάκις. Τα τραγούδια είναι απολαυστικά, και μουσικά και λεκτικά. Μουσικά είναι διαφορετικά μεταξύ τους, το καθένα διαμορφώνει άλλο χαρακτήρα και ύφος, εναρμονισμένα στο περιεχόμενο της αφήγησης, συνθέτοντας τελικά μία ενδιαφέρουσα και αρμονική ποικιλία στο σύνολό τους. Τα λεκτικά παιχνιδίσματα και οι επινοήσεις φτιάχνουν ολοκληρωμένες ιστορίες, που φτάνουν στο στόχο τους. Έχει ενδιαφέρον ένα απόσπασμα από το Σημείωμα του Μάνου Χατζηδάκι στο εσώφυλλο της πρώτης ηχογράφησης του 1980, καθώς αναφέρεται στη λειτουργία και στο ρόλο που έπαιξε η Λιλιπούλη:
«Η Λιλιπούπολη υπήρξε γέννημα μιας φιλελεύθερης και πειραματικής ραδιοφωνίας από τη μια, του Τρίτου Προγράμματος, και από την άλλη μιας ομάδας νέων ανθρώπων με πολύ ταλέντο που συγκεντρώθηκαν στο Τρίτο και δούλεψαν ελεύθερα με κέφι, με αξιοπρέπεια και αυτοσεβασμό.
»Αυτό, βέβαια, δε στάθηκε εμπόδιο στο να εξοργιστεί η αντιδραστική παραδημοσιογραφία του ελληνικού Τύπου που χαρακτήρισε τη ΛΙΛΙΠΟΥΠΟΛΗ σαν… κομουνιστική. Ίσως γιατί πρώτη φορά κάποιοι μιλούσαν στα παιδιά υ π ε ύ θ υ ν α με καθαρή ποιητική γλώσσα θίγοντας θέματα που βασανίζουν και πονάν τον τόπο, κι όχι σαν εκπαιδευτικοί ή γονείς ανόητοι που συμπεριφέρονται στα παιδιά, λες κι αποτείνονται σε υποανάπτυκτους και ατελείς οργανισμούς με θέματα ανώδυνα και γλώσσα απονεκρωμένη και συμβατική»[1].
Ας μην ξεχνάμε ότι αυτό ήταν ένα τόλμημα των πρώτων ετών της Μεταπολίτευσης, όπου ακόμα οι μνήμες ήταν νωπές, ενώ οι ζυμώσεις και οι εντάσεις ήταν πολύ έντονες αφορμή των όσων είχαν προηγηθεί. Το γεγονός αυτό καθιστούσε τη Λιλιπούπολη μία πνοή ανανέωσης, για όσους όμως ήταν σε θέση να τη δουν και να την αγκαλιάσουν ως τέτοια. Νομίζω ότι και σήμερα έχει πολλά ακόμα να δώσει χωρίς να χάνει τη φρεσκάδα, την ομορφιά, το ενδιαφέρον, τη διαφορετικότητα και το συναίσθημα της έκπληξης που προκαλεί η επινοητικότητα των στίχων και των κειμένων της.
_____
[1] Οι πληροφορίες από το βιβλιαράκι της ολοκληρωμένης έκδοσης «Εδώ Λιλιπούπολη», που κυκλοφόρησε το 2012 από τη MINOS-EMI A.E.
video1: «Το Χρυσαλιφούρφουρο» σε μουσική Νίκου Κυπουργού, στίχους Μαριανίνας Κριεζή και ερμηνεία Σαβίνας Γιαννάτου.
video2: «Ρόζα Ροζαλία ή το Ροζ Χρώμα» σε μουσική και ερμηνεία Λένας Πλάτωνος και στίχους Μαριανίνας Κριεζή.
video3: «Ο Χορός των μπιζελιών ή το Πράσινο Χρώμα» σε μουσική Λένας Πλάτωνος, στίχους Μαριανίνας Κριεζή και ερμηνεία Λένας Πλάτωνος, Αντώνη Κοντογεωργίου και Σαβίνας Γιαννάτου.
video4: «Η Μαγιονέζα ή το Κίτρινο Χρώμα» σε μουσική Λένας Πλάτωνος, στίχους Μαριανίνας Κριεζή και ερμηνεία Λένας Πλάτωνος και Αντώνη Κοντογεωργίου.
| |
Ντενεκεδούπολη (1980)
Περιγραφή
Η Ευγενία Φακίνου δημιούργησε το 1976 το Αντικειμενικοθέατρο, στο πλαίσιο του οποίου παρουσιάστηκαν τα πέντε έργα κουκλοθεάτρου της «Ντενεκεδούπολης»: «Η Ντενεκεδούπολη», «Ξύπνα, Ντενεκεδούπολη», «Το μεγάλο ταξίδι του Μελένιου», «Στο Κουρδιστάν», «Ο κύριος Ουλτραμέρ». Το 1980 ηχογραφείται ο δίσκος σε μουσική Γιάννη Μαρκόπουλου, ο οποίος συνέθεσε τη μουσική τεσσάρων εξ αυτών[1]. Η τελευταία επανέκδοση του cd πλέον έγινε το 2011. Η «Ντενεκεδούπολη» στο σύνολό της μεταδίδει μηνύματα εμπνευσμένα από το σύγχρονο κόσμο. Υπάρχει ένας απόηχος μεταπολεμικού κλίματος ιδωμένου υπό το πρίσμα της Μεταπολίτευσης, όταν επικρατούσαν η αισιοδοξία της αθωότητας μαζί με τη θέρμη της επιθυμίας για δράση με στόχο την αλλαγή και την υλοποίηση των ονείρων. Μέσα από τους ήρωες, δηλαδή, θίγονται θέματα, όπως η αστικοποίηση, η πρόκληση στις μεγάλες πόλεις, αλλά και η διεκδίκηση της χειραφέτησης μέσω της πρωτοβουλίας, οι κοινωνικές και οικονομικές διαφορές, η αυτονομία, η ελευθερία, η αξιοπρέπεια, η ισότητα και η δικαιοσύνη. Έχω την εντύπωση ότι σήμερα αυτό το συναίσθημα αισιοδοξίας επισκιάζεται και ίσως γι’ αυτό να είναι περισσότερο από ποτέ αναγκαίο το πνεύμα της «Ντενεκεδούπολης», γιατί δυσκολίες πάντα υπήρχαν, αλλά η ελπίδα καλό είναι να μην πεθαίνει ούτε τελευταία. Αυτό προϋποθέτει δράση και θετικότητα, όμως, και όχι μονότονη ανακύκλωση των προβληματικών.
_____
[1] Οι πληροφορίες από το βιβλιαράκι του cd «Ντενεκεδούπολη», που επανακυκλοφόρησε το 2011 από την «Καθημερινή».
«Η Ντενεκεδούπολη»
Περιγραφή
Η Ευγενία Φακίνου δημιούργησε το 1976 το Αντικειμενικοθέατρο, στο πλαίσιο του οποίου παρουσιάστηκαν τα πέντε έργα κουκλοθεάτρου της «Ντενεκεδούπολης»: «Η Ντενεκεδούπολη», «Ξύπνα, Ντενεκεδούπολη», «Το μεγάλο ταξίδι του Μελένιου», «Στο Κουρδιστάν», «Ο κύριος Ουλτραμέρ». Το 1980 ηχογραφείται ο δίσκος σε μουσική Γιάννη Μαρκόπουλου, ο οποίος συνέθεσε τη μουσική τεσσάρων εξ αυτών[1]. Η τελευταία επανέκδοση του cd πλέον έγινε το 2011. Η «Ντενεκεδούπολη» στο σύνολό της μεταδίδει μηνύματα εμπνευσμένα από το σύγχρονο κόσμο. Υπάρχει ένας απόηχος μεταπολεμικού κλίματος ιδωμένου υπό το πρίσμα της Μεταπολίτευσης, όταν επικρατούσαν η αισιοδοξία της αθωότητας μαζί με τη θέρμη της επιθυμίας για δράση με στόχο την αλλαγή και την υλοποίηση των ονείρων. Μέσα από τους ήρωες, δηλαδή, θίγονται θέματα, όπως η αστικοποίηση, η πρόκληση στις μεγάλες πόλεις, αλλά και η διεκδίκηση της χειραφέτησης μέσω της πρωτοβουλίας, οι κοινωνικές και οικονομικές διαφορές, η αυτονομία, η ελευθερία, η αξιοπρέπεια, η ισότητα και η δικαιοσύνη. Έχω την εντύπωση ότι σήμερα αυτό το συναίσθημα αισιοδοξίας επισκιάζεται και ίσως γι’ αυτό να είναι περισσότερο από ποτέ αναγκαίο το πνεύμα της «Ντενεκεδούπολης», γιατί δυσκολίες πάντα υπήρχαν, αλλά η ελπίδα καλό είναι να μην πεθαίνει ούτε τελευταία. Αυτό προϋποθέτει δράση και θετικότητα, όμως, και όχι μονότονη ανακύκλωση των προβληματικών.
_____
[1] Οι πληροφορίες από το βιβλιαράκι του cd «Ντενεκεδούπολη», που επανακυκλοφόρησε το 2011 από την «Καθημερινή».
«Η Ντενεκεδούπολη»
Άμπρα Κατάμπρα (’80s)
Περιγραφή
Πολλοί μεγαλώσαμε με αυτή την εικονογραφημένη σειρά παραμυθιών. Κάθε δεύτερη Τρίτη έβγαινε, αν θυμάμαι καλά, ένα υπέροχα εικονογραφημένο τεύχος με την κασέτα και με παραμύθια όλων των ειδών: μύθοι του Αισώπου, ποιήματα, κλασικά, σύγχρονα παραμύθια κ.ά. Η αφήγηση ήταν γνωστών ηθοποιών, όπως της Αλίκης Βουγιουκλάκη, του Στέφανου Ληναίου, της Έλλης Φωτίου, της Ξένιας Καλογεροπούλου, του Γιάννη Φέρτη, του Κώστα Ρηγόπουλου, της Κάκιας Αναλυτή, του Αλέκου Αλεξανδράκη, του Κώστα Καρρά κ.ά, ενώ υπήρχε και μουσική επένδυση. Πολλά χρόνια αργότερα έγινε επανέκδοση της σειράς σε cd από τις εκδόσεις Ορφανίδη. Το πρώτο παραμύθι που άκουσα ήταν «Ο Γκομπολίνο» με την πολύ οικεία φωνή της Αλίκης Βουγιουκλάκη. Ήταν, θυμάμαι, ένα κρύο πρωινό του χειμώνα, λίγο πριν το σχολείο, αξημέρωτα. Με μυρωδιά σπιτικού κέικ, γεμιστού με κομμάτια λιωμένης κουβερτούρας, διάχυτη στην ατμόσφαιρα και με ένα γενναίο κομμάτι στο πιάτο μπροστά μου έτοιμο να γίνει οσονούπω παρελθόν συνοδευόμενο από ένα ποτήρι γάλα, άκουγα απορροφημένη το παραμύθι σε ένα μισοχαλασμένο μαγνητοφωνάκι της κακιάς ώρας, που παρήγαγε επιπλέον ηχητικές παρεμβολές, και φοβόμουν σε κάθε πάτημα του play μη μου μασήσει την κασέτα. Είναι αμέτρητες οι συνδυασμένες αναμνήσεις με το άκουσμα των συγκεκριμένων παραμυθιών, ενώ τα ίδια και ο τρόπος παρουσίασής τους ήταν και παραμένουν εξαιρετικά.
video1: «Ο Γκομπολίνο», το πρώτο επεισόδιο, σε αφήγηση Αλίκης Βουγιουκλάκη.
video2: «Ο εγωιστής γίγαντας» του Όσκαρ Γουάιλντ σε αφήγηση Βάσου Ανδρονίδη.
Περιγραφή
Πολλοί μεγαλώσαμε με αυτή την εικονογραφημένη σειρά παραμυθιών. Κάθε δεύτερη Τρίτη έβγαινε, αν θυμάμαι καλά, ένα υπέροχα εικονογραφημένο τεύχος με την κασέτα και με παραμύθια όλων των ειδών: μύθοι του Αισώπου, ποιήματα, κλασικά, σύγχρονα παραμύθια κ.ά. Η αφήγηση ήταν γνωστών ηθοποιών, όπως της Αλίκης Βουγιουκλάκη, του Στέφανου Ληναίου, της Έλλης Φωτίου, της Ξένιας Καλογεροπούλου, του Γιάννη Φέρτη, του Κώστα Ρηγόπουλου, της Κάκιας Αναλυτή, του Αλέκου Αλεξανδράκη, του Κώστα Καρρά κ.ά, ενώ υπήρχε και μουσική επένδυση. Πολλά χρόνια αργότερα έγινε επανέκδοση της σειράς σε cd από τις εκδόσεις Ορφανίδη. Το πρώτο παραμύθι που άκουσα ήταν «Ο Γκομπολίνο» με την πολύ οικεία φωνή της Αλίκης Βουγιουκλάκη. Ήταν, θυμάμαι, ένα κρύο πρωινό του χειμώνα, λίγο πριν το σχολείο, αξημέρωτα. Με μυρωδιά σπιτικού κέικ, γεμιστού με κομμάτια λιωμένης κουβερτούρας, διάχυτη στην ατμόσφαιρα και με ένα γενναίο κομμάτι στο πιάτο μπροστά μου έτοιμο να γίνει οσονούπω παρελθόν συνοδευόμενο από ένα ποτήρι γάλα, άκουγα απορροφημένη το παραμύθι σε ένα μισοχαλασμένο μαγνητοφωνάκι της κακιάς ώρας, που παρήγαγε επιπλέον ηχητικές παρεμβολές, και φοβόμουν σε κάθε πάτημα του play μη μου μασήσει την κασέτα. Είναι αμέτρητες οι συνδυασμένες αναμνήσεις με το άκουσμα των συγκεκριμένων παραμυθιών, ενώ τα ίδια και ο τρόπος παρουσίασής τους ήταν και παραμένουν εξαιρετικά.
video1: «Ο Γκομπολίνο», το πρώτο επεισόδιο, σε αφήγηση Αλίκης Βουγιουκλάκη.
video2: «Ο εγωιστής γίγαντας» του Όσκαρ Γουάιλντ σε αφήγηση Βάσου Ανδρονίδη.
| |
Lemony Snicket's A Series of Unfortunate Events (2004)
soundtrack
Περιγραφή
Η μουσική είναι του Τόμας Νιούμαν. Ο συνθέτης έχει δημιουργήσει το score πολλών ταινιών, όπως «Αmerican Βeauty», «Erin Brockovich», «Meet Joe Black», «Finding Nemo» κ.ά. Η ορχηστρική μουσική εξυπηρετεί την αφήγηση της ταινίας ενισχύοντας το σκοτεινό κλίμα και τις συγκινησιακές κλιμακώσεις με κρουστά, έγχορδα όργανα, αλλά και με την απαραίτητη παιχνιδιάρικη σύνθεση όταν οι περιστάσεις το απαιτούν, κυρίως με τη συμμετοχή των πνευστών. Τα θέματά του παρουσιάζουν κοινά στοιχεία, κάτι συχνό ίσως στους συνθέτες που γράφουν μουσική για κινηματογράφο. Ένα κεντρικό θέμα, δηλαδή, το αναπτύσσουν με παραπλήσιους τρόπους στην πορεία των ετών. Η ερμηνεία δική σας.
Το 2005 η μουσική της ταινίας ήταν υποψήφια για βραβείο Όσκαρ.
video1: Αυτό είναι ένα θέμα του δίσκου που ξεχωρίζω ως χαρακτηριστικό δείγμα, προερχόμενο από τη σχεδιαστική αφήγηση των τίτλων, χωρίς ροή, αλλά με μονταρισμένα καρέ.
video2: Έχει κοινά στοιχεία με το βασικό θέμα της ταινίας «Erin Brockovich».
video3: Και με τη μουσική του «Αmerican Βeauty».
soundtrack
Περιγραφή
Η μουσική είναι του Τόμας Νιούμαν. Ο συνθέτης έχει δημιουργήσει το score πολλών ταινιών, όπως «Αmerican Βeauty», «Erin Brockovich», «Meet Joe Black», «Finding Nemo» κ.ά. Η ορχηστρική μουσική εξυπηρετεί την αφήγηση της ταινίας ενισχύοντας το σκοτεινό κλίμα και τις συγκινησιακές κλιμακώσεις με κρουστά, έγχορδα όργανα, αλλά και με την απαραίτητη παιχνιδιάρικη σύνθεση όταν οι περιστάσεις το απαιτούν, κυρίως με τη συμμετοχή των πνευστών. Τα θέματά του παρουσιάζουν κοινά στοιχεία, κάτι συχνό ίσως στους συνθέτες που γράφουν μουσική για κινηματογράφο. Ένα κεντρικό θέμα, δηλαδή, το αναπτύσσουν με παραπλήσιους τρόπους στην πορεία των ετών. Η ερμηνεία δική σας.
Το 2005 η μουσική της ταινίας ήταν υποψήφια για βραβείο Όσκαρ.
video1: Αυτό είναι ένα θέμα του δίσκου που ξεχωρίζω ως χαρακτηριστικό δείγμα, προερχόμενο από τη σχεδιαστική αφήγηση των τίτλων, χωρίς ροή, αλλά με μονταρισμένα καρέ.
video2: Έχει κοινά στοιχεία με το βασικό θέμα της ταινίας «Erin Brockovich».
video3: Και με τη μουσική του «Αmerican Βeauty».
| |
* Οι πληροφορίες για τα βραβεία Όσκαρ και τους συντελεστές των ταινιών επί το πλείστον προέρχονται από το IMDb site: http://www.imdb.com/
* Το εξώφυλλο είναι του συγγραφέα και εικονογράφου Michael Garland.
Στο επόμενο ένθετο Μαΐου-Ιουνίου: Προτάσεις, σαν μπουκιές γαστριμαργικής εμπειρίας!
Γράφει η Ιουλία Λυμπεροπούλου
* Το εξώφυλλο είναι του συγγραφέα και εικονογράφου Michael Garland.
Στο επόμενο ένθετο Μαΐου-Ιουνίου: Προτάσεις, σαν μπουκιές γαστριμαργικής εμπειρίας!
Γράφει η Ιουλία Λυμπεροπούλου