Η τρελή piñata | Ιανουάριος-Φεβρουάριος
Παραμύθια για μικρούς και για μεγάλους! [Α'Μέρος]
Όταν ακούμε παραμύθι, στο μυαλό μας έρχονται εικόνες ζεστές με παππούδες και γιαγιάδες δίπλα στο αναμμένο τζάκι να αφηγούνται ιστορίες σε παιδιά που ακούνε απορροφημένα, ενώ τα κάστανα σκάνε στη φωτιά. Μπορεί να ήταν γνωστά κλασικά παραμύθια, τοπικά, αυτοσχέδια της στιγμής ή προσωπικές ιστορίες. Αυτά μπόλιαζαν τη σκέψη των παιδιών και, πέραν του να κάνουν συναρπαστικές τις, σε άλλη περίπτωση, βαρετές χειμωνιάτικες βραδιές, ύφαιναν το αφηγηματικό νήμα της από γενιάς σε γενιά διάδοση ιστοριών. Πώς, όμως, φτιάχτηκαν τα πρώτα παραμύθια και ποιες ανάγκες οδήγησαν σε αυτό;
Ένα από τα αγαπημένα μου μαθήματα στο Πανεπιστήμιο στον τομέα της Λαογραφίας αφορούσε το παραμύθι. Εκεί αναλύσαμε τις λειτουργίες που όρισε και ταξινόμησε ο Ρώσος εθνολόγος Βλαντιμίρ Προπ για το μαγικό παραμύθι και ασχοληθήκαμε με τα λαϊκά παραμύθια και τους μύθους. Οι ρίζες του παραμυθιού προέρχονται από τους μύθους, που έχασαν την προηγούμενή τους σημασία και λειτουργική αξία του περιεχομένου τους. Οι μύθοι έβγαιναν από το λαό ήδη από τις πρωτόγονες κοινωνίες. Ήταν μία πρώιμη απόπειρα ερμηνείας του κόσμου. Μία προσπάθεια εξήγησης των φυσικών φαινομένων και άλλων προβληματισμών. Οι σοφοί των διάφορων φυλών τούς περνούσαν από γενιά σε γενιά σαν πολιτισμική κληρονομιά και γίνονταν κτήμα όλης της φυλής. Αργότερα, επικράτησαν η λογική, η επιστήμη και η λογική στην επιστήμη. Ο άνθρωπος σταμάτησε να πιστεύει στο φανταστικό. Ξέπεσαν οι μύθοι σε παραμύθια, που αμέσως μετά το Μεσαίωνα προορίζονταν για τα παιδιά των ανώτερων κοινωνικών τάξεων και τους ενήλικες των κατώτερων τάξεων. Συχνά αυτές συνδέονταν με σχέσεις παραμάνας, τροφού ‒ παιδιού, μεταδιδόμενα και έτσι. Επίσης η συλλογή και η καταγραφή τους, όπως συνέβη από τους αδελφούς Γκριμ, τα διέδωσαν σε ευρύτερους κύκλους, ενώ η γραφή καινούριων παραμυθιών άνοιξε, πλέον, ένα νέο κεφάλαιο στην ιστορία τους. Συνέχισε, όμως, το παραμύθι να αποτελεί κάτι σαν αίτημα για το λαό. Είναι αφαιρετικό και απουσία λεπτομερών περιγραφών αφήνει όλο το περιθώριο στη φαντασία ενός ανθρώπου, μικρού ή μεγάλου, να αναπτυχθεί. Έγινε κοινωνική πρόταση του λαού μεταφέροντας όλη τη φιλοσοφία, τις αξίες και τις ανάγκες μίας μερίδας πληθυσμού που δεν είχε ακόμα ενεργοποιημένη πολιτική συνείδηση.
Τα παραμύθια γαληνεύουν, προδιαθέτουν θετικά και συνειρμικά φέρνουν στο μυαλό παιδικές μνήμες στους μεγάλους, ενώ δημιουργούν ένα κλίμα προσφερόμενο για αμέτρητες φαντασιακές διαδρομές και συναισθηματικούς συσχετισμούς. Γίνονται τελικά ένας αποτελεσματικός τρόπος για τη μετάδοση μηνυμάτων καλλιεργώντας μία ατμόσφαιρα θετική, ονειρική και σουρεαλιστική μέσα στην οποία ο ακροατής παλιότερα και ο θεατής ή ο αναγνώστης επιπλέον σήμερα γίνονται πιο δεκτικοί. Το μαγικό παραμύθι, όμως, πάνω στο οποίο εφαρμόστηκε η μέθοδος ανάλυσης του Βλαντιμίρ Προπ αφορά παραμύθια με υπερβατικούς ήρωες, οι οποίοι διαθέτουν υπερφυσικές ικανότητες, ενώ οι διαστάσεις χώρος και χρόνος είναι σχετικές. Σε ένα από τα επόμενα ένθετα θα αναφερθούμε σε κλασικά παραμύθια, όπως είναι η «Κοκκινοσκουφίτσα», που κρύβουν μέσα τους το σπόρο εξωραϊσμένων πλέον πρακτικών, και αφορμή αυτών θα αναλύσουμε τις τριανταμία λειτουργίες του Προπ, κάνοντας μία απόπειρα εφαρμογής τους βάσει παραδειγμάτων.
Η μαγεία στα παραμύθια συνεχίζει να υπάρχει, ακόμα κι αν ο συνδυασμός των βασικών λειτουργιών, όπως είναι η έλλειψη/απουσία που ωθεί τον ήρωα στη δράση, η εντολή/απαγόρευση, τις οποίες οφείλει να υπακούσει και παραβαίνει για την εξέλιξη της πλοκής, ο σύμμαχος/βοηθός και ο εφοδιασμός μαγικού αντικειμένου κτλ., σε όλα τα βήματα μέχρι τη λύση του δράματος γίνεται ανορθόδοξα. Αυτό τουλάχιστον ισχύει, λίγο πολύ, για τα παραμύθια με υπερβατικά στοιχεία. Οι συνδυασμοί είναι αναρίθμητοι, καθώς αυτά δρομολογούνται σε όλο και πιο σύνθετες δημιουργίες διαπλέκοντας τον πραγματικό κόσμο με τον φανταστικό, αλλά τα βασικά στοιχεία της δομής είναι πάντα εκεί. Ακόμα και οι προσθήκες, για παράδειγμα, τα κινητά ή οι υπολογιστές, οι ωραιοποιήσεις ή οι αποσιωπήσεις αποτελούν ένα κομμάτι της σύγχρονης ιστορίας τους. Σε αντιστοιχία, επομένως, με τους εξωραϊσμούς παλιότερα του ιστορικού τους πυρήνα, όπως ήταν η εγκατάλειψη των παιδιών στο δάσος για τη μύηση και το πέρασμα στην ενηλικίωση, το σημάδεμα, η αλλαγή ονόματος, η πάλη με άγρια ζώα και η νίκη, που μετουσίωνε τα χαρακτηριστικά και τις ιδιότητες των ζώων στη δύναμη των παιδιών. Αυτά άλλαξαν και απλοποιήθηκαν σε έναν περίπατο στο δάσος με διαφορετικό κίνητρο στην «Κοκκινοσκουφίτσα», το «Χάνσελ και Γκρέτελ» ή τον «Κοντορεβιθούλη». Στην ταινία οι «300» αυτό υπονοείται όταν στην αρχή ο ήρωας, για να αποδείξει ότι έγινε άντρας, έπρεπε να σκοτώσει το λύκο. Ήταν η μύηση και το πέρασμα στην ενηλικίωση.
Από ένα σημείο και μετά στις νέες εκδοχές παραμυθιών εισχωρούσαν και νεωτερικά στοιχεία, γιατί η κάθε εποχή, περιοχή και γενιά φτιάχνει τα δικά της φέροντας μέσα της την παράδοση των ακουσμάτων της παιδικής ηλικίας. Έτσι ο κόσμος των παραμυθιών εμπλουτίζεται χωρίς να ξεχνά τη ρίζα του, γιατί οι παππούδες και οι γονείς αφηγούνται παραμύθια στα παιδιά. Σήμερα στον Παιδικό και στο σχολείο, επίσης, διδάσκονται ιστορίες ή οι επαγγελματίες παραμυθάδες τις αφηγούνται στο παιδικό θέατρο, μέσω ταινιών, cd, dvd κτλ. Τα παραμύθια, πάντως, φτάνουν στους μικρούς αποδέχτες με όποιο τρόπο, διεγείροντας και γονιμοποιώντας τη φαντασία τους. Κάποιοι θα γίνουν μεγαλώνοντας οι ίδιοι παραμυθάδες, συνεχίζοντας την αλυσίδα. Άλλοι παίζουν ρόλο αφηγητή ‒η αφήγηση εδώ με την ευρύτερη έννοια σε θέατρο, τραγούδι, βιβλίο, εικαστικά κτλ.‒ και άλλοι ακροατή, θεατή, αναγνώστη. Οι ρόλοι ενίοτε αλλάζουν. Τα παραμύθια, πάντως, αποτελούν κομμάτι της ζωής μικρών και μεγάλων και όχι μόνο ως ανάμνηση, αλλά ως ανάγκη. Γιατί, εκτός από το να είναι αφαιρετικά, αφηγούνται ιστορίες αλληγορικά, μεταδίδοντας μηνύματα. Οι ήρωες, εξάλλου, με τους οποίους μικροί και μεγάλοι ταυτίζονται περνούν από δοκιμασίες μέχρι που στο τέλος, αφού έχουν υποστεί απώλειες, έχουν πονέσει, τραυματιστεί ίσως, και εγκαταλειφθεί στη μοναξιά, φτάνουν σε ένα είδος λύτρωσης, κατακτώντας μερικώς τη γνώση και κυρίως την αυτογνωσία. Αυτά τα στοιχεία υπάρχουν λίγο πολύ σε όλες τις παραμυθένιες ιστορίες τις άξιες αναφοράς.
Σε αυτά τα δύο μέρη, λοιπόν, της «τρελής piñata» επέλεξα ταινίες, βιβλία και μουσική, που αφορούν παραμύθια της σύγχρονης εποχής, στα οποία όμως διακρίνονται τα βασικά χαρακτηριστικά των λειτουργιών, ακόμα κι αν δεν είναι οφθαλμοφανή. Τα παραμύθια στις εποχές στερήσεων και δυσκολιών αποκτούν ακόμα πιο μεγάλη σημασία και δημιουργούνται οι προϋποθέσεις πολλαπλασιασμού τους. Παρακολουθείστε, επομένως, θυμηθείτε, απολαύστε, γνωρίστε και πάρτε ιδέες εμπλουτισμού των δικών σας παραμυθιών. Πάνω απ’ όλα έμπνευση και κίνητρο αποφόρτισης, καθώς η ζωή αποτελεί έτσι κι αλλιώς τη μεγαλύτερη περιπέτεια!
Καλή παραμυθένια αρχή, λοιπόν, για όλους, με ωραίες ταινίες, όμορφα αναγνώσματα και ενδιαφέρουσες ακροάσεις για τη γέννηση δημιουργικών ιδεών!
Ένα από τα αγαπημένα μου μαθήματα στο Πανεπιστήμιο στον τομέα της Λαογραφίας αφορούσε το παραμύθι. Εκεί αναλύσαμε τις λειτουργίες που όρισε και ταξινόμησε ο Ρώσος εθνολόγος Βλαντιμίρ Προπ για το μαγικό παραμύθι και ασχοληθήκαμε με τα λαϊκά παραμύθια και τους μύθους. Οι ρίζες του παραμυθιού προέρχονται από τους μύθους, που έχασαν την προηγούμενή τους σημασία και λειτουργική αξία του περιεχομένου τους. Οι μύθοι έβγαιναν από το λαό ήδη από τις πρωτόγονες κοινωνίες. Ήταν μία πρώιμη απόπειρα ερμηνείας του κόσμου. Μία προσπάθεια εξήγησης των φυσικών φαινομένων και άλλων προβληματισμών. Οι σοφοί των διάφορων φυλών τούς περνούσαν από γενιά σε γενιά σαν πολιτισμική κληρονομιά και γίνονταν κτήμα όλης της φυλής. Αργότερα, επικράτησαν η λογική, η επιστήμη και η λογική στην επιστήμη. Ο άνθρωπος σταμάτησε να πιστεύει στο φανταστικό. Ξέπεσαν οι μύθοι σε παραμύθια, που αμέσως μετά το Μεσαίωνα προορίζονταν για τα παιδιά των ανώτερων κοινωνικών τάξεων και τους ενήλικες των κατώτερων τάξεων. Συχνά αυτές συνδέονταν με σχέσεις παραμάνας, τροφού ‒ παιδιού, μεταδιδόμενα και έτσι. Επίσης η συλλογή και η καταγραφή τους, όπως συνέβη από τους αδελφούς Γκριμ, τα διέδωσαν σε ευρύτερους κύκλους, ενώ η γραφή καινούριων παραμυθιών άνοιξε, πλέον, ένα νέο κεφάλαιο στην ιστορία τους. Συνέχισε, όμως, το παραμύθι να αποτελεί κάτι σαν αίτημα για το λαό. Είναι αφαιρετικό και απουσία λεπτομερών περιγραφών αφήνει όλο το περιθώριο στη φαντασία ενός ανθρώπου, μικρού ή μεγάλου, να αναπτυχθεί. Έγινε κοινωνική πρόταση του λαού μεταφέροντας όλη τη φιλοσοφία, τις αξίες και τις ανάγκες μίας μερίδας πληθυσμού που δεν είχε ακόμα ενεργοποιημένη πολιτική συνείδηση.
Τα παραμύθια γαληνεύουν, προδιαθέτουν θετικά και συνειρμικά φέρνουν στο μυαλό παιδικές μνήμες στους μεγάλους, ενώ δημιουργούν ένα κλίμα προσφερόμενο για αμέτρητες φαντασιακές διαδρομές και συναισθηματικούς συσχετισμούς. Γίνονται τελικά ένας αποτελεσματικός τρόπος για τη μετάδοση μηνυμάτων καλλιεργώντας μία ατμόσφαιρα θετική, ονειρική και σουρεαλιστική μέσα στην οποία ο ακροατής παλιότερα και ο θεατής ή ο αναγνώστης επιπλέον σήμερα γίνονται πιο δεκτικοί. Το μαγικό παραμύθι, όμως, πάνω στο οποίο εφαρμόστηκε η μέθοδος ανάλυσης του Βλαντιμίρ Προπ αφορά παραμύθια με υπερβατικούς ήρωες, οι οποίοι διαθέτουν υπερφυσικές ικανότητες, ενώ οι διαστάσεις χώρος και χρόνος είναι σχετικές. Σε ένα από τα επόμενα ένθετα θα αναφερθούμε σε κλασικά παραμύθια, όπως είναι η «Κοκκινοσκουφίτσα», που κρύβουν μέσα τους το σπόρο εξωραϊσμένων πλέον πρακτικών, και αφορμή αυτών θα αναλύσουμε τις τριανταμία λειτουργίες του Προπ, κάνοντας μία απόπειρα εφαρμογής τους βάσει παραδειγμάτων.
Η μαγεία στα παραμύθια συνεχίζει να υπάρχει, ακόμα κι αν ο συνδυασμός των βασικών λειτουργιών, όπως είναι η έλλειψη/απουσία που ωθεί τον ήρωα στη δράση, η εντολή/απαγόρευση, τις οποίες οφείλει να υπακούσει και παραβαίνει για την εξέλιξη της πλοκής, ο σύμμαχος/βοηθός και ο εφοδιασμός μαγικού αντικειμένου κτλ., σε όλα τα βήματα μέχρι τη λύση του δράματος γίνεται ανορθόδοξα. Αυτό τουλάχιστον ισχύει, λίγο πολύ, για τα παραμύθια με υπερβατικά στοιχεία. Οι συνδυασμοί είναι αναρίθμητοι, καθώς αυτά δρομολογούνται σε όλο και πιο σύνθετες δημιουργίες διαπλέκοντας τον πραγματικό κόσμο με τον φανταστικό, αλλά τα βασικά στοιχεία της δομής είναι πάντα εκεί. Ακόμα και οι προσθήκες, για παράδειγμα, τα κινητά ή οι υπολογιστές, οι ωραιοποιήσεις ή οι αποσιωπήσεις αποτελούν ένα κομμάτι της σύγχρονης ιστορίας τους. Σε αντιστοιχία, επομένως, με τους εξωραϊσμούς παλιότερα του ιστορικού τους πυρήνα, όπως ήταν η εγκατάλειψη των παιδιών στο δάσος για τη μύηση και το πέρασμα στην ενηλικίωση, το σημάδεμα, η αλλαγή ονόματος, η πάλη με άγρια ζώα και η νίκη, που μετουσίωνε τα χαρακτηριστικά και τις ιδιότητες των ζώων στη δύναμη των παιδιών. Αυτά άλλαξαν και απλοποιήθηκαν σε έναν περίπατο στο δάσος με διαφορετικό κίνητρο στην «Κοκκινοσκουφίτσα», το «Χάνσελ και Γκρέτελ» ή τον «Κοντορεβιθούλη». Στην ταινία οι «300» αυτό υπονοείται όταν στην αρχή ο ήρωας, για να αποδείξει ότι έγινε άντρας, έπρεπε να σκοτώσει το λύκο. Ήταν η μύηση και το πέρασμα στην ενηλικίωση.
Από ένα σημείο και μετά στις νέες εκδοχές παραμυθιών εισχωρούσαν και νεωτερικά στοιχεία, γιατί η κάθε εποχή, περιοχή και γενιά φτιάχνει τα δικά της φέροντας μέσα της την παράδοση των ακουσμάτων της παιδικής ηλικίας. Έτσι ο κόσμος των παραμυθιών εμπλουτίζεται χωρίς να ξεχνά τη ρίζα του, γιατί οι παππούδες και οι γονείς αφηγούνται παραμύθια στα παιδιά. Σήμερα στον Παιδικό και στο σχολείο, επίσης, διδάσκονται ιστορίες ή οι επαγγελματίες παραμυθάδες τις αφηγούνται στο παιδικό θέατρο, μέσω ταινιών, cd, dvd κτλ. Τα παραμύθια, πάντως, φτάνουν στους μικρούς αποδέχτες με όποιο τρόπο, διεγείροντας και γονιμοποιώντας τη φαντασία τους. Κάποιοι θα γίνουν μεγαλώνοντας οι ίδιοι παραμυθάδες, συνεχίζοντας την αλυσίδα. Άλλοι παίζουν ρόλο αφηγητή ‒η αφήγηση εδώ με την ευρύτερη έννοια σε θέατρο, τραγούδι, βιβλίο, εικαστικά κτλ.‒ και άλλοι ακροατή, θεατή, αναγνώστη. Οι ρόλοι ενίοτε αλλάζουν. Τα παραμύθια, πάντως, αποτελούν κομμάτι της ζωής μικρών και μεγάλων και όχι μόνο ως ανάμνηση, αλλά ως ανάγκη. Γιατί, εκτός από το να είναι αφαιρετικά, αφηγούνται ιστορίες αλληγορικά, μεταδίδοντας μηνύματα. Οι ήρωες, εξάλλου, με τους οποίους μικροί και μεγάλοι ταυτίζονται περνούν από δοκιμασίες μέχρι που στο τέλος, αφού έχουν υποστεί απώλειες, έχουν πονέσει, τραυματιστεί ίσως, και εγκαταλειφθεί στη μοναξιά, φτάνουν σε ένα είδος λύτρωσης, κατακτώντας μερικώς τη γνώση και κυρίως την αυτογνωσία. Αυτά τα στοιχεία υπάρχουν λίγο πολύ σε όλες τις παραμυθένιες ιστορίες τις άξιες αναφοράς.
Σε αυτά τα δύο μέρη, λοιπόν, της «τρελής piñata» επέλεξα ταινίες, βιβλία και μουσική, που αφορούν παραμύθια της σύγχρονης εποχής, στα οποία όμως διακρίνονται τα βασικά χαρακτηριστικά των λειτουργιών, ακόμα κι αν δεν είναι οφθαλμοφανή. Τα παραμύθια στις εποχές στερήσεων και δυσκολιών αποκτούν ακόμα πιο μεγάλη σημασία και δημιουργούνται οι προϋποθέσεις πολλαπλασιασμού τους. Παρακολουθείστε, επομένως, θυμηθείτε, απολαύστε, γνωρίστε και πάρτε ιδέες εμπλουτισμού των δικών σας παραμυθιών. Πάνω απ’ όλα έμπνευση και κίνητρο αποφόρτισης, καθώς η ζωή αποτελεί έτσι κι αλλιώς τη μεγαλύτερη περιπέτεια!
Καλή παραμυθένια αρχή, λοιπόν, για όλους, με ωραίες ταινίες, όμορφα αναγνώσματα και ενδιαφέρουσες ακροάσεις για τη γέννηση δημιουργικών ιδεών!
Ταινίες
The Wizard of Oz (1939)
(Ο Μάγος του Οζ)
(Ο Μάγος του Οζ)
Σκηνοθέτης: Βίκτορ Φλέμινγκ
Γλώσσα: Αγγλικά
Ηθοποιοί: Τζούντι Γκάρλαντ, Φρανκ Μόργκαν, Ρέι Μπόλγκερ, Μπερτ Λαρ, Τζακ Χέιλι κ.ά.
Περιγραφή
Η κλασική αυτή ταινία βασισμένη στο βιβλίο του Φρανκ Μπάουμ με την έφηβη Τζούντι Γκάρλαντ στο ρόλο της Ντόροθι από το Κάνσας έχει αφήσει εποχή σε γενιές ολόκληρες σινεφίλ και μη. Κυρίως γιατί εξιτάρει τη φαντασία μικρών και μεγάλων συμπυκνώνοντας πολλά στοιχεία παραμυθιού. Το σπίτι της Ντόροθι παρασύρεται ένα βράδυ από έναν ανεμοστρόβιλο και έτσι βρίσκεται με το σκυλάκι της στη χώρα του Οζ. Εκεί συναντά τους «βοηθούς» της, το σκιάχτρο, τον τενεκεδάνθρωπο και το δειλό λιοντάρι, και όλοι μαζί προσπαθούν να εντοπίσουν το Μάγο του Οζ, για να τη βοηθήσει να επιστρέψει σπίτι, ενώ οι ίδιοι θα αποκτήσουν τα πολυπόθητα για εκείνους μυαλό, καρδιά και θάρρος αντίστοιχα. Τα ίδια στοιχεία θίγουν στην αρχή οι τρεις άνθρωποι (μαγικός αριθμός) στη φάρμα όπου μένει η ηρωίδα, οι οποίοι μετά αποκτούν τους ρόλους με τα ίδια χαρακτηριστικά. Πρόκειται για την εν σπέρματι «υπόσχεση» που επιβεβαιώνεται στους σπονδύλους της πλοκής. Στην περιπέτειά της, όμως, εκτός από συμμάχους θα συναντήσει και εμπόδια έως τη λύση της αφήγησης. Η ιστορία αφορά ένα ταξίδι, μία αναζήτηση, μία πορεία προς την ωρίμανση, που μάλλον είναι εσωτερική. Αυτό σημαίνει ότι, όσο μακριά κι αν πηγαίνει κανείς για να βρει την απάντηση σε ερωτήματα, ίσως το σοφό θα ήταν να κοιτάξει πρώτα μέσα του. Αν, βέβαια, δεν κάνει εξαρχής τη διαδρομή, αυτό μάλλον δε θα το ανακαλύψει ποτέ εκ των προτέρων. Κατ’ αποτέλεσμα το ταξίδι μετρά, γιατί μέσα από αυτό οδηγούνται και οι ήρωες στην ωριμότητα. Αυτό ενδεχομένως να συμβολίζουν τα κόκκινα «ρουμπινένια» γοβάκια, που, αν τα χτυπούσε, θα επέστρεφε σπίτι της, αλλά το κατάλαβε μόλις στο τέλος του ταξιδιού.
Η χώρα του Οζ είναι χρωματιστή γεμάτη φαντασία και εικόνες, ενώ το Κάνσας σε αρχή και τέλος ασπρόμαυρο. Οι πρώτες έγχρωμες ταινίες εμφανίστηκαν περίπου ταυτόχρονα με τις πρώτες ομιλούσες. Όπως, όμως, έχει μείνει η οσκαρική ταινία «Τραγουδιστής της Τζαζ» (1927) γνωστή ως η πρώτη ομιλούσα, έτσι και ο «Μάγος του Οζ» με το «Όσα παίρνει ο άνεμος» έμειναν στην ιστορία του κινηματογράφου ως οι πρώτες πιο γνωστές έγχρωμες ταινίες, συμπίπτοντας το 1939. Στο «Μάγο του Οζ» η νέα πειραματική ακόμα μέθοδος του Technicolor συνδυάζει το χρώμα με το φανταστικό κόσμο του Οζ και τα ασπρόμαυρα καρέ με την πραγματικότητα, υποδηλώνοντας και αυτή την τεχνική μετάβαση προς τη νέα εποχή.
Αξέχαστες στιγμές ο κίτρινος δρόμος που οδηγεί στο Μάγο, το τραγούδι «Somewhere Over The Rainbow» κ.ά.
Στην απονομή βραβείων του 1940 κέρδισε τα Όσκαρ Καλύτερης Μουσικής Επένδυσης και Καλύτερου τραγουδιού για το τραγούδι «Somewhere Over The Rainbow».
Η Τζούντι Γκάρλαντ απέσπασε ειδικό βραβείο Όσκαρ για την καλύτερη παιδική ερμηνεία της χρονιάς.
Είχε επίσης και άλλες τέσσερις υποψηφιότητες: Καλύτερης Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης, Καλύτερης Φωτογραφίας, Καλύτερων Ειδικών Εφέ (Οπτικών και Ηχητικών ‒ αυτή η κατηγορία έχει υποστεί αλλαγές στο χρόνιο) και Καλύτερης Ταινίας.
Το 1985 γυρίστηκε η ταινία της Disney «Return to Oz». Κατά τη γνώμη μου, πολύ κατώτερη της πρώτης. Το ενδιαφέρον σε σχέση με αυτό, όμως, είναι ότι χάρις σε αυτή την ταινία έγινε αναφορά του «Μάγου του Οζ» στο Βιβλίο Γκίνες για την ταινία με sequel με τη μεγαλύτερη χρονική απόσταση μεταξύ των δύο ‒ 46 χρόνια.
Το 2013 θα προβληθεί η ταινία κινουμένων σχεδίων, και πάλι της Disney, «Oz the Great and Powerful». Στην Ελλάδα θα τη δούμε το Μάρτιο του 2013. Υπάρχουν στοιχεία της κλασικής ιστορίας, αλλά η πλοκή διαφοροποιείται. Με τη φωνή τους ζωντανεύουν τους χαρακτήρες γνωστοί ηθοποιοί, όπως ο Τζέιμς Φράνκο, η Μισέλ Γουίλιαμς, η Ρέιτσελ Βάις κ.ά.
Κατά καιρούς γυρίστηκαν διάφορες ταινίες βασισμένες στην ιστορία του Φρανκ Μπάουμ και πριν το 1939. Αυτή με την Τζούντι Γκάρλαντ, όμως, αναγνωρίστηκε διεθνώς ως κλασική μες στο χρόνο.
Labyrinth (1986)
(Λαβύρινθος)
Γλώσσα: Αγγλικά
Ηθοποιοί: Τζούντι Γκάρλαντ, Φρανκ Μόργκαν, Ρέι Μπόλγκερ, Μπερτ Λαρ, Τζακ Χέιλι κ.ά.
Περιγραφή
Η κλασική αυτή ταινία βασισμένη στο βιβλίο του Φρανκ Μπάουμ με την έφηβη Τζούντι Γκάρλαντ στο ρόλο της Ντόροθι από το Κάνσας έχει αφήσει εποχή σε γενιές ολόκληρες σινεφίλ και μη. Κυρίως γιατί εξιτάρει τη φαντασία μικρών και μεγάλων συμπυκνώνοντας πολλά στοιχεία παραμυθιού. Το σπίτι της Ντόροθι παρασύρεται ένα βράδυ από έναν ανεμοστρόβιλο και έτσι βρίσκεται με το σκυλάκι της στη χώρα του Οζ. Εκεί συναντά τους «βοηθούς» της, το σκιάχτρο, τον τενεκεδάνθρωπο και το δειλό λιοντάρι, και όλοι μαζί προσπαθούν να εντοπίσουν το Μάγο του Οζ, για να τη βοηθήσει να επιστρέψει σπίτι, ενώ οι ίδιοι θα αποκτήσουν τα πολυπόθητα για εκείνους μυαλό, καρδιά και θάρρος αντίστοιχα. Τα ίδια στοιχεία θίγουν στην αρχή οι τρεις άνθρωποι (μαγικός αριθμός) στη φάρμα όπου μένει η ηρωίδα, οι οποίοι μετά αποκτούν τους ρόλους με τα ίδια χαρακτηριστικά. Πρόκειται για την εν σπέρματι «υπόσχεση» που επιβεβαιώνεται στους σπονδύλους της πλοκής. Στην περιπέτειά της, όμως, εκτός από συμμάχους θα συναντήσει και εμπόδια έως τη λύση της αφήγησης. Η ιστορία αφορά ένα ταξίδι, μία αναζήτηση, μία πορεία προς την ωρίμανση, που μάλλον είναι εσωτερική. Αυτό σημαίνει ότι, όσο μακριά κι αν πηγαίνει κανείς για να βρει την απάντηση σε ερωτήματα, ίσως το σοφό θα ήταν να κοιτάξει πρώτα μέσα του. Αν, βέβαια, δεν κάνει εξαρχής τη διαδρομή, αυτό μάλλον δε θα το ανακαλύψει ποτέ εκ των προτέρων. Κατ’ αποτέλεσμα το ταξίδι μετρά, γιατί μέσα από αυτό οδηγούνται και οι ήρωες στην ωριμότητα. Αυτό ενδεχομένως να συμβολίζουν τα κόκκινα «ρουμπινένια» γοβάκια, που, αν τα χτυπούσε, θα επέστρεφε σπίτι της, αλλά το κατάλαβε μόλις στο τέλος του ταξιδιού.
Η χώρα του Οζ είναι χρωματιστή γεμάτη φαντασία και εικόνες, ενώ το Κάνσας σε αρχή και τέλος ασπρόμαυρο. Οι πρώτες έγχρωμες ταινίες εμφανίστηκαν περίπου ταυτόχρονα με τις πρώτες ομιλούσες. Όπως, όμως, έχει μείνει η οσκαρική ταινία «Τραγουδιστής της Τζαζ» (1927) γνωστή ως η πρώτη ομιλούσα, έτσι και ο «Μάγος του Οζ» με το «Όσα παίρνει ο άνεμος» έμειναν στην ιστορία του κινηματογράφου ως οι πρώτες πιο γνωστές έγχρωμες ταινίες, συμπίπτοντας το 1939. Στο «Μάγο του Οζ» η νέα πειραματική ακόμα μέθοδος του Technicolor συνδυάζει το χρώμα με το φανταστικό κόσμο του Οζ και τα ασπρόμαυρα καρέ με την πραγματικότητα, υποδηλώνοντας και αυτή την τεχνική μετάβαση προς τη νέα εποχή.
Αξέχαστες στιγμές ο κίτρινος δρόμος που οδηγεί στο Μάγο, το τραγούδι «Somewhere Over The Rainbow» κ.ά.
Στην απονομή βραβείων του 1940 κέρδισε τα Όσκαρ Καλύτερης Μουσικής Επένδυσης και Καλύτερου τραγουδιού για το τραγούδι «Somewhere Over The Rainbow».
Η Τζούντι Γκάρλαντ απέσπασε ειδικό βραβείο Όσκαρ για την καλύτερη παιδική ερμηνεία της χρονιάς.
Είχε επίσης και άλλες τέσσερις υποψηφιότητες: Καλύτερης Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης, Καλύτερης Φωτογραφίας, Καλύτερων Ειδικών Εφέ (Οπτικών και Ηχητικών ‒ αυτή η κατηγορία έχει υποστεί αλλαγές στο χρόνιο) και Καλύτερης Ταινίας.
Το 1985 γυρίστηκε η ταινία της Disney «Return to Oz». Κατά τη γνώμη μου, πολύ κατώτερη της πρώτης. Το ενδιαφέρον σε σχέση με αυτό, όμως, είναι ότι χάρις σε αυτή την ταινία έγινε αναφορά του «Μάγου του Οζ» στο Βιβλίο Γκίνες για την ταινία με sequel με τη μεγαλύτερη χρονική απόσταση μεταξύ των δύο ‒ 46 χρόνια.
Το 2013 θα προβληθεί η ταινία κινουμένων σχεδίων, και πάλι της Disney, «Oz the Great and Powerful». Στην Ελλάδα θα τη δούμε το Μάρτιο του 2013. Υπάρχουν στοιχεία της κλασικής ιστορίας, αλλά η πλοκή διαφοροποιείται. Με τη φωνή τους ζωντανεύουν τους χαρακτήρες γνωστοί ηθοποιοί, όπως ο Τζέιμς Φράνκο, η Μισέλ Γουίλιαμς, η Ρέιτσελ Βάις κ.ά.
Κατά καιρούς γυρίστηκαν διάφορες ταινίες βασισμένες στην ιστορία του Φρανκ Μπάουμ και πριν το 1939. Αυτή με την Τζούντι Γκάρλαντ, όμως, αναγνωρίστηκε διεθνώς ως κλασική μες στο χρόνο.
Labyrinth (1986)
(Λαβύρινθος)
Σκηνοθέτης: Τζιμ Χένσον
Γλώσσα: Αγγλικά
Ηθοποιοί: Ντέιβιντ Μπάουι, Τζένιφερ Κόνελι κ.ά.
Περιγραφή
Η έφηβη Σάρα μένει μόνη στο σπίτι παίρνοντας την «εντολή» από τους γονείς της να προσέχει το μωρό αδελφό της. Εκείνη, όμως, την «παραβιάζει», γιατί νευριάζει που κλαίει διαρκώς και εύχεται να τον πάρει ο βασιλιάς των ξωτικών. Νωρίτερα βλέπουμε στο παράθυρό της μία κουκουβάγια, ένα πουλί οιωνός και προάγγελος έλευσης, καθώς ο βασιλιάς των ξωτικών πράγματι εμφανίζεται και αποχωρεί με το μικρό αδελφό της. Εδώ έχουμε αντιστροφή της κλασικής σειράς των λειτουργιών, που θα ήταν 1) έλλειψη/απουσία, 2) εντολή/απαγόρευση, 3) παραβίαση. Εκτός αν θεωρήσουμε ως έλλειψη την ελευθερία διαχείρισης του χρόνου της και όχι την απαγωγή του αδελφού της. Το ένα, όμως, μοιάζει με προοιμιακή αφορμή, ενώ το πραγματικό κίνητρο για να τεθεί σε λειτουργία ο μηχανισμός της δράσης είναι η απαγωγή. Στη συνέχεια, αν τον θέλει πίσω ‒της θέτει ως δοκιμασία-προϋπόθεση‒, πρέπει να μπει στο λαβύρινθο και να τον βρει έως τα μεσάνυχτα, διαφορετικά θα ανήκει σε εκείνον για πάντα. Έτσι αρχίζει η περιπέτεια της Σάρα, που ψάχνει ρωτώντας όσα περίεργα πλάσματα συναντά στο μεταξύ. Άλλοτε την αποπροσανατολίζουν και άλλοτε βρίσκει πιστούς βοηθούς/συμμάχους, που τη συνοδεύουν έως το τέλος του ταξιδιού της.
Η ταινία φέρει στο στήσιμό της ένα είδος αφέλειας αλλά και τεχνικής επινοητικότητας ως χαρακτηριστικά της εποχής. Ίσως όσοι τη γνωρίζουν να την αγαπούν ακριβώς γιατί συνδυάζει αυτά τα στοιχεία, πέραν των ηθοποιών και της μουσικής. Στην ουσία, πρόκειται για ένα σκοτεινό παραμυθένιο μιούζικαλ με ευφάνταστη σύνθεση και προσεγμένη φροντίδα των λεπτομερειών που εξυπηρετούν την πλοκή και την περιπέτεια της αφήγησης. Χαρακτηριστικές στιγμές είναι το πηγάδι των χεριών όπου πέφτει η Σάρα, τα οποία, καθώς ενώνονται μεταξύ τους, σχηματίζουν ομιλούντα πρόσωπα, το σκουλήκι στην αρχή που της υποδεικνύει την είσοδο στο λαβύρινθο, προσανατολίζοντάς τη στη δυσκολότερη διαδρομή, οι διάσπαρτες και ακαθόριστες κλίμακες λίγο πριν τη λύση του δράματος και άλλα. Οι προσεγμένες λεπτομέρειες, εξαιρώντας τα λάθη του ρακόρ, είναι, κατά τη γνώμη μου, οι πιο συναρπαστικές.
Who Framed Roger Rabbit (1988)
(Ποιος παγίδεψε τον Ρότζερ Ράμπιτ)
Γλώσσα: Αγγλικά
Ηθοποιοί: Ντέιβιντ Μπάουι, Τζένιφερ Κόνελι κ.ά.
Περιγραφή
Η έφηβη Σάρα μένει μόνη στο σπίτι παίρνοντας την «εντολή» από τους γονείς της να προσέχει το μωρό αδελφό της. Εκείνη, όμως, την «παραβιάζει», γιατί νευριάζει που κλαίει διαρκώς και εύχεται να τον πάρει ο βασιλιάς των ξωτικών. Νωρίτερα βλέπουμε στο παράθυρό της μία κουκουβάγια, ένα πουλί οιωνός και προάγγελος έλευσης, καθώς ο βασιλιάς των ξωτικών πράγματι εμφανίζεται και αποχωρεί με το μικρό αδελφό της. Εδώ έχουμε αντιστροφή της κλασικής σειράς των λειτουργιών, που θα ήταν 1) έλλειψη/απουσία, 2) εντολή/απαγόρευση, 3) παραβίαση. Εκτός αν θεωρήσουμε ως έλλειψη την ελευθερία διαχείρισης του χρόνου της και όχι την απαγωγή του αδελφού της. Το ένα, όμως, μοιάζει με προοιμιακή αφορμή, ενώ το πραγματικό κίνητρο για να τεθεί σε λειτουργία ο μηχανισμός της δράσης είναι η απαγωγή. Στη συνέχεια, αν τον θέλει πίσω ‒της θέτει ως δοκιμασία-προϋπόθεση‒, πρέπει να μπει στο λαβύρινθο και να τον βρει έως τα μεσάνυχτα, διαφορετικά θα ανήκει σε εκείνον για πάντα. Έτσι αρχίζει η περιπέτεια της Σάρα, που ψάχνει ρωτώντας όσα περίεργα πλάσματα συναντά στο μεταξύ. Άλλοτε την αποπροσανατολίζουν και άλλοτε βρίσκει πιστούς βοηθούς/συμμάχους, που τη συνοδεύουν έως το τέλος του ταξιδιού της.
Η ταινία φέρει στο στήσιμό της ένα είδος αφέλειας αλλά και τεχνικής επινοητικότητας ως χαρακτηριστικά της εποχής. Ίσως όσοι τη γνωρίζουν να την αγαπούν ακριβώς γιατί συνδυάζει αυτά τα στοιχεία, πέραν των ηθοποιών και της μουσικής. Στην ουσία, πρόκειται για ένα σκοτεινό παραμυθένιο μιούζικαλ με ευφάνταστη σύνθεση και προσεγμένη φροντίδα των λεπτομερειών που εξυπηρετούν την πλοκή και την περιπέτεια της αφήγησης. Χαρακτηριστικές στιγμές είναι το πηγάδι των χεριών όπου πέφτει η Σάρα, τα οποία, καθώς ενώνονται μεταξύ τους, σχηματίζουν ομιλούντα πρόσωπα, το σκουλήκι στην αρχή που της υποδεικνύει την είσοδο στο λαβύρινθο, προσανατολίζοντάς τη στη δυσκολότερη διαδρομή, οι διάσπαρτες και ακαθόριστες κλίμακες λίγο πριν τη λύση του δράματος και άλλα. Οι προσεγμένες λεπτομέρειες, εξαιρώντας τα λάθη του ρακόρ, είναι, κατά τη γνώμη μου, οι πιο συναρπαστικές.
Who Framed Roger Rabbit (1988)
(Ποιος παγίδεψε τον Ρότζερ Ράμπιτ)
Σκηνοθέτης: Ρόμπερτ Ζεμέκις
Γλώσσα: Αγγλικά
Ηθοποιοί: Μπομπ Χόσκινς, Κρίστοφερ Λόιντ, Τζοάνα Κάσιντι κ.ά.
Περιγραφή
Η ταινία διαδραματίζεται στο τέλος τη δεκαετίας του ’40 (1947). Υπήρξαν και στο παρελθόν ταινίες ηθοποιών με καρτούν, η συγκεκριμένη, όμως, είναι από τις πιο ενδιαφέρουσες από άποψη τεχνική, σχεδιαστική και στόρι, καθώς η ανάμειξή τους δε γίνεται σε μία σκηνή, αλλά καθόλη τη διάρκειά της, εμπλέκοντας τους δύο κόσμους διαρκώς σαν μία πραγματικότητα δεδομένη. Γεγονός, επίσης, αποτελεί η συνάντηση στη μεγάλη οθόνη των χαρακτήρων δύο διαφορετικών στούντιο, της Γουόρνερ Μπρος και της Ντίσνεϊ. Σε ένα φανταστικό κόσμο, λοιπόν, όπου τα καρτούν συνυπάρχουν με τους ανθρώπους, όχι αρμονικά πάντα, γιατί θεωρούνται κατώτερα ως διασκεδαστές, εξελίσσεται μία αστυνομική ιστορία. Ο Ρότζερ Ράμπιτ σύζυγος της Τζέσικα Ράμπιτ κατηγορείται για φόνο και ο ιδιωτικός ντετέκτιβ Βάλιαντ, που έως τότε είχε προσληφθεί για να κατασκοπεύσει τη Τζέσικα, αναλαμβάνει να ψάξει τον πραγματικό δολοφόνο. Στην πορεία ανακαλύπτει μυστήριες διαπλοκές που απειλούν την ύπαρξη της πόλης των καρτούν και τον οδηγούν στη λύση του μυστήριου θανάτου του αδελφού του. Η ταινία εμμέσως θίγει και ζητήματα διαφορετικότητας, διακρίσεων και ομάδων που λειτουργούν ως βαλβίδα κοινωνικής αποσυμπίεσης. Τα καρτούν διαθέτουν ειδικές ικανότητες και ιδιορρυθμίες, γι’ αυτό δέχονται όλη τη βία για να γελούν οι άλλοι, καθώς δεν παθαίνουν τίποτα. Με αυτή την ιδιότητα ως «πλαστικοί» διασκεδαστές ελαφρώς σνομπάρονται, παρότι έχουν συναισθήματα που όμως εκφράζουν υπερβολικά, καθρεφτίζοντας ανθρώπινους τύπους. Βέβαια, υπάρχει ένας τρόπος για να εξοντωθούν με ειδικό οξύ, τιμωρώντας την αθωότητά τους. Επίσης θίγει τον καταναλωτισμό των στούντιο και το εφήμερο του κόσμου του θεάματος. Στο τέλος πολλά ανατρέπονται όταν οι δύο κόσμοι, που έως τότε κινούνται παράλληλα, διασταυρώνονται και χτίζουν γέφυρες επικοινωνίας.
Η ταινία κέρδισε τρία βραβεία Όσκαρ και ένα ειδικό βραβείο, ενώ ήταν υποψήφια για άλλα τρία. Κέρδισε Όσκαρ Καλύτερου Μοντάζ, Καλύτερου Ηχητικού Μοντάζ και Καλύτερων Οπτικών Εφέ. Και ήταν υποψήφια για Καλύτερη Ηχητική Μίξη, Καλύτερη Καλλιτεχνική Διεύθυνση και Καλύτερη Φωτογραφία. Ειδικό Βραβείο απονεμήθηκε στο Ρίτσαρντ Γουίλιαμς για τη σκηνοθεσία και τη δημιουργία των κινουμένων σχεδίων.
O Μπομπ Χόσκινς πρόσφατα δήλωσε ότι αποσύρεται από την υποκριτική, καθώς πάσχει από τη Νόσο του Πάρκινσον.
Ο Τζιν Κέλι χορεύει με τον Τομ, το ποντικάκι από τους Τομ και Τζέρι, στο «Βίρα τις άγκυρες» (1945), όπου συμπρωταγωνίστησε με το Φρανκ Σινάτρα.
Γλώσσα: Αγγλικά
Ηθοποιοί: Μπομπ Χόσκινς, Κρίστοφερ Λόιντ, Τζοάνα Κάσιντι κ.ά.
Περιγραφή
Η ταινία διαδραματίζεται στο τέλος τη δεκαετίας του ’40 (1947). Υπήρξαν και στο παρελθόν ταινίες ηθοποιών με καρτούν, η συγκεκριμένη, όμως, είναι από τις πιο ενδιαφέρουσες από άποψη τεχνική, σχεδιαστική και στόρι, καθώς η ανάμειξή τους δε γίνεται σε μία σκηνή, αλλά καθόλη τη διάρκειά της, εμπλέκοντας τους δύο κόσμους διαρκώς σαν μία πραγματικότητα δεδομένη. Γεγονός, επίσης, αποτελεί η συνάντηση στη μεγάλη οθόνη των χαρακτήρων δύο διαφορετικών στούντιο, της Γουόρνερ Μπρος και της Ντίσνεϊ. Σε ένα φανταστικό κόσμο, λοιπόν, όπου τα καρτούν συνυπάρχουν με τους ανθρώπους, όχι αρμονικά πάντα, γιατί θεωρούνται κατώτερα ως διασκεδαστές, εξελίσσεται μία αστυνομική ιστορία. Ο Ρότζερ Ράμπιτ σύζυγος της Τζέσικα Ράμπιτ κατηγορείται για φόνο και ο ιδιωτικός ντετέκτιβ Βάλιαντ, που έως τότε είχε προσληφθεί για να κατασκοπεύσει τη Τζέσικα, αναλαμβάνει να ψάξει τον πραγματικό δολοφόνο. Στην πορεία ανακαλύπτει μυστήριες διαπλοκές που απειλούν την ύπαρξη της πόλης των καρτούν και τον οδηγούν στη λύση του μυστήριου θανάτου του αδελφού του. Η ταινία εμμέσως θίγει και ζητήματα διαφορετικότητας, διακρίσεων και ομάδων που λειτουργούν ως βαλβίδα κοινωνικής αποσυμπίεσης. Τα καρτούν διαθέτουν ειδικές ικανότητες και ιδιορρυθμίες, γι’ αυτό δέχονται όλη τη βία για να γελούν οι άλλοι, καθώς δεν παθαίνουν τίποτα. Με αυτή την ιδιότητα ως «πλαστικοί» διασκεδαστές ελαφρώς σνομπάρονται, παρότι έχουν συναισθήματα που όμως εκφράζουν υπερβολικά, καθρεφτίζοντας ανθρώπινους τύπους. Βέβαια, υπάρχει ένας τρόπος για να εξοντωθούν με ειδικό οξύ, τιμωρώντας την αθωότητά τους. Επίσης θίγει τον καταναλωτισμό των στούντιο και το εφήμερο του κόσμου του θεάματος. Στο τέλος πολλά ανατρέπονται όταν οι δύο κόσμοι, που έως τότε κινούνται παράλληλα, διασταυρώνονται και χτίζουν γέφυρες επικοινωνίας.
Η ταινία κέρδισε τρία βραβεία Όσκαρ και ένα ειδικό βραβείο, ενώ ήταν υποψήφια για άλλα τρία. Κέρδισε Όσκαρ Καλύτερου Μοντάζ, Καλύτερου Ηχητικού Μοντάζ και Καλύτερων Οπτικών Εφέ. Και ήταν υποψήφια για Καλύτερη Ηχητική Μίξη, Καλύτερη Καλλιτεχνική Διεύθυνση και Καλύτερη Φωτογραφία. Ειδικό Βραβείο απονεμήθηκε στο Ρίτσαρντ Γουίλιαμς για τη σκηνοθεσία και τη δημιουργία των κινουμένων σχεδίων.
O Μπομπ Χόσκινς πρόσφατα δήλωσε ότι αποσύρεται από την υποκριτική, καθώς πάσχει από τη Νόσο του Πάρκινσον.
Ο Τζιν Κέλι χορεύει με τον Τομ, το ποντικάκι από τους Τομ και Τζέρι, στο «Βίρα τις άγκυρες» (1945), όπου συμπρωταγωνίστησε με το Φρανκ Σινάτρα.
Στην ταινία «Song of the South» (1946) της Ντίσνεϊ είχε συμβεί κάτι ανάλογο με το τραγούδι «Zip-a-Dee-Doo-Dah».
Και στη «Mary Poppins» (1964) της Ντίσνεϊ υπάρχουν τραγούδια σε ένα μέρος της ταινίας με ανάλογες σκηνές. Εδώ το «Supercalifragilisticexpialidocious».
«Penguin Dance» πολύ πριν το «Happy Feet».
Το συγκεκριμένο χορευτικό από την ταινία «Βίρα τις άγκυρες» συνδύαζα πάντα με το επόμενο βίντεο κλιπ σε ήχους R&B και pop dance του τραγουδιού «Opposites Attract» της Πόλα Αμπντούλ (Paula Abdul). Τότε ήταν πολύ προσεγμένα τα βίντεο κλιπ, πολλά αποτελούσαν μικρές ιστορίες, ακόμα κι αν επρόκειτο για mainstream pop. Όπως εξελίσσεται η ιστορία προκύπτουν διαρκώς νέα στοιχεία, χωρίς να ανακυκλώνονται τα ίδια με τη μονότονη προβολή του σεξαπίλ της τραγουδίστριας. Διαπίστωσα ψάχνοντας ότι όντως η χορεύτρια και χορογράφος Πόλα Αμπντούλ είχε εμπνευστεί ακριβώς από αυτήν τη χορογραφία.
Πόλα Αμπντούλ «Opposites Attract» (1989). Το τραγούδι κέρδισε βραβείο Γκράμι το 1991.
Πόλα Αμπντούλ «Opposites Attract» (1989). Το τραγούδι κέρδισε βραβείο Γκράμι το 1991.
Edward Scissorhands (1990)
(Ο Ψαλιδοχέρης)
Σκηνοθέτης: Τιμ Μπάρτον
Γλώσσα: Αγγλικά
Ηθοποιοί: Τζόνι Ντεπ, Γουαϊνόνα Ράιντερ, Νταϊάν Γουίστ κ.ά.
Περιγραφή
Η ιστορία βασίστηκε σε μία ιδέα του ίδιου του Τιμ Μπάρτον από τη μοναχικότητα που βίωνε ως παιδί. Ο κεντρικός ήρωας αποτελεί το δημιούργημα ενός εφευρέτη, που πέθανε πριν προλάβει να του προσθέσει χέρια. Έτσι, στη θέση των χεριών έχει ψαλίδια, εξαιτίας των οποίων δημιουργήθηκαν οι ουλές στο χαρακτηριστικό πρόσωπο του Έντουαρντ. Κάποια μέρα τον ανακαλύπτει μία καλόκαρδη πωλήτρια καλλυντικών στη σοφίτα του πύργου όπου παραμένει κλεισμένος και αποφασίζει να τον πάρει σπίτι της. Ακολουθεί η περίοδος προσαρμογής με τον περίγυρο σε μία μάλλον ιδιόρρυθμα άχρωμη προαστιακή γειτονιά, αντιδιαστελλόμενη με τη γραφική ιδιαιτερότητα του Ψαλιδοχέρη. Εκείνος φέρνει χρώμα, νέες ιδέες, ερωτεύεται την κόρη της αισθητικού μέχρι που αρχίζουν τα εμπόδια και οι ανατροπές, κορυφώνοντας το δράμα και τη δράση. Πρόκειται για ένα παραμύθι όχι τόσο σκοτεινό όσο τα μετέπειτα του Μπάρτον. Οπωσδήποτε, όμως, διαθέτει τα αγαπημένα του γκόθικ στοιχεία και τη γκροτέσκ θεατρικότητα, που εδώ κατά το ήμισυ στριμώχνεται σε μία κανονικότητα η οποία αναστατώνεται. Ο ρομαντισμός, η παραμυθένια ατμόσφαιρα και η συγκινησιακή φόρτιση με τα έντονα πάθη και τη χαριτωμένα πολύπλοκη ιδιοσυγκρασία ιδίως του κεντρικού ήρωα συνθέτουν μία ιστορία για όλες τις εποχές. Υπάρχουν σχηματικά στοιχεία, όπως το καλό, το κακό και οι ενδιάμεσοι χαρακτήρες. Από αυτούς άλλοι είναι επιρρεπείς στις εκάστοτε συνθήκες και άλλοι, πιο ευαίσθητοι, βοηθούν τη σύνδεση μεταξύ του κόσμου του Έντουαρντ και των υπολοίπων. Ο θεατής τάσσεται με το μέρος του ήρωα στις όμορφες και τις δύσκολες στιγμές, συμπονώντας μία διαφορετικότητα που εφευρίσκει τρόπους επικοινωνίας με τον περίγυρο, ενίοτε εύθραυστους στην αντίληψη όσων ηθελημένα ή αθέλητα η αθωότητα επισκιάστηκε.
Η ταινία ήταν υποψήφια για Όσκαρ Καλύτερου Μακιγιάζ το 1991.
Hook (1991)
(Κάπταιν Χουκ)
Γλώσσα: Αγγλικά
Ηθοποιοί: Τζόνι Ντεπ, Γουαϊνόνα Ράιντερ, Νταϊάν Γουίστ κ.ά.
Περιγραφή
Η ιστορία βασίστηκε σε μία ιδέα του ίδιου του Τιμ Μπάρτον από τη μοναχικότητα που βίωνε ως παιδί. Ο κεντρικός ήρωας αποτελεί το δημιούργημα ενός εφευρέτη, που πέθανε πριν προλάβει να του προσθέσει χέρια. Έτσι, στη θέση των χεριών έχει ψαλίδια, εξαιτίας των οποίων δημιουργήθηκαν οι ουλές στο χαρακτηριστικό πρόσωπο του Έντουαρντ. Κάποια μέρα τον ανακαλύπτει μία καλόκαρδη πωλήτρια καλλυντικών στη σοφίτα του πύργου όπου παραμένει κλεισμένος και αποφασίζει να τον πάρει σπίτι της. Ακολουθεί η περίοδος προσαρμογής με τον περίγυρο σε μία μάλλον ιδιόρρυθμα άχρωμη προαστιακή γειτονιά, αντιδιαστελλόμενη με τη γραφική ιδιαιτερότητα του Ψαλιδοχέρη. Εκείνος φέρνει χρώμα, νέες ιδέες, ερωτεύεται την κόρη της αισθητικού μέχρι που αρχίζουν τα εμπόδια και οι ανατροπές, κορυφώνοντας το δράμα και τη δράση. Πρόκειται για ένα παραμύθι όχι τόσο σκοτεινό όσο τα μετέπειτα του Μπάρτον. Οπωσδήποτε, όμως, διαθέτει τα αγαπημένα του γκόθικ στοιχεία και τη γκροτέσκ θεατρικότητα, που εδώ κατά το ήμισυ στριμώχνεται σε μία κανονικότητα η οποία αναστατώνεται. Ο ρομαντισμός, η παραμυθένια ατμόσφαιρα και η συγκινησιακή φόρτιση με τα έντονα πάθη και τη χαριτωμένα πολύπλοκη ιδιοσυγκρασία ιδίως του κεντρικού ήρωα συνθέτουν μία ιστορία για όλες τις εποχές. Υπάρχουν σχηματικά στοιχεία, όπως το καλό, το κακό και οι ενδιάμεσοι χαρακτήρες. Από αυτούς άλλοι είναι επιρρεπείς στις εκάστοτε συνθήκες και άλλοι, πιο ευαίσθητοι, βοηθούν τη σύνδεση μεταξύ του κόσμου του Έντουαρντ και των υπολοίπων. Ο θεατής τάσσεται με το μέρος του ήρωα στις όμορφες και τις δύσκολες στιγμές, συμπονώντας μία διαφορετικότητα που εφευρίσκει τρόπους επικοινωνίας με τον περίγυρο, ενίοτε εύθραυστους στην αντίληψη όσων ηθελημένα ή αθέλητα η αθωότητα επισκιάστηκε.
Η ταινία ήταν υποψήφια για Όσκαρ Καλύτερου Μακιγιάζ το 1991.
Hook (1991)
(Κάπταιν Χουκ)
Σκηνοθέτης: Στίβεν Σπίλμπεργκ
Γλώσσα: Αγγλικά
Ηθοποιοί: Τζούλια Ρόμπερτς, Ρόμπιν Γουίλιαμς, Ντάστιν Χόφμαν, Μπομπ Χόσκινς κ.ά.
Περιγραφή
Ο Πήτερ Παν σε αυτή την ταινία έχει μεγαλώσει και είναι παντρεμένος με την εγγονή της Γουέντι. Έχει εξελιχθεί σε κάποιον που δε θυμίζει σε τίποτα τον παλιό του εαυτό, το σκανταλιάρικο παιδί που πετάει και δε θέλει να μεγαλώσει. Μέχρι που γίνεται η ανατροπή όταν ο Κάπταιν Χουκ κλέβει τα παιδιά του, για να τον εκδικηθεί για το χαμένο του χέρι, εξού και ο γάντζος. Εξαναγκάζεται, έτσι, να επιστρέψει στη Χώρα του Ποτέ, όπου τα παιδιά παραμένουν παιδιά και οι μεγάλοι είναι πειρατές, για να ξαναθυμηθεί τον εαυτό του και να βρει τρόπους να νικήσει πάλι τον προαιώνιο εχθρό του. Το καστ συγκεντρώνει μεγάλα ονόματα και σε ασυνήθιστους ρόλους. Η Τζούλια Ρόμπερτς σε ρόλο-έκπληξη παίζει την Τίνκερμπελ, αλλά η πραγματική έκπληξη σήμερα είναι η άσημη ακόμα τότε Γκουίνεθ Πάλτροου σε δυο τρεις σύντομες σκηνές της ταινίας με δυο ατάκες να υποδύεται τη Γουέντι κοπέλα. Παρ’ όλα αυτά δε δέχτηκε καλές κριτικές η ταινία και μάλλον θεωρήθηκε μία παραφωνία για το Σπίλμπεργκ λόγω του αργού ρυθμού της συγκριτικά με το ανάλαφρο και σπιρτόζο πνεύμα των ηρώων, ενώ οι πρωταγωνιστές δεν βρίσκονταν στην πιο εμπνευσμένη τους στιγμή. Την αναφέρω, όμως, για το στόρι της, καθώς η ταινία παρουσιάζει το αδιανόητο για τα δεδομένα του αιώνιου παιδιού, που εξελίσσεται σε στυγνό ενήλικο επαγγελματία και παραμελεί την οικογένειά του. «Έγινες πειρατής!» του λέει η γιαγιά Γουέντι. Ό,τι απέρριπτε, έχοντάς το ξεχάσει. «Τα παιδιά σου σ’ αγαπάνε, θέλουν να παίξουν μαζί σου» λέει η γυναίκα του. «Πόσο νομίζεις ότι διαρκεί αυτό; […] Έχουμε λίγα ξεχωριστά χρόνια με τα παιδιά μας, όταν μας θέλουν εκείνα. Μετά θα τα κυνηγάς εσύ για λίγη προσοχή. Περνάει τόσο γρήγορα, Πήτερ. Πρόκειται για λίγα χρόνια και μετά τελειώνει».
Ίσως ακόμα και για τις ιστορίες να έρχεται η στιγμή ωρίμανσης και εξέλιξης, κυρίως εσωτερικής. Ο λόγος που ο Πήτερ Παν είχε ξεχάσει τον εαυτό του ήταν γιατί απώθησε τις στενάχωρες αναμνήσεις και μαζί τους χάθηκαν και οι μαγικές στιγμές. Αλλά κατάφερε να κάνει μία χαρούμενη σκέψη, την επιθυμία του να γίνει πατέρας, ενθυμούμενος πάλι το παρελθόν. Στην ταινία φαίνεται αυτή η μετάβαση μετά από εμπόδια και αποπροσανατολισμό. Καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, αν ωριμάσει κανείς ξεχνώντας το παιδί μέσα του, είναι σαν να ξεχνά ένα κομμάτι του εαυτού του.
Η ταινία κέρδισε πέντε υποψηφιότητες στα Όσκαρ για Καλύτερη Καλλιτεχνική Διεύθυνση, Καλύτερα Κοστούμια, Καλύτερα Οπτικά Εφέ, Καλύτερο Μακιγιάζ και Καλύτερο Τραγούδι.
Peter Pan (2003)
(Πήτερ Παν)
Γλώσσα: Αγγλικά
Ηθοποιοί: Τζούλια Ρόμπερτς, Ρόμπιν Γουίλιαμς, Ντάστιν Χόφμαν, Μπομπ Χόσκινς κ.ά.
Περιγραφή
Ο Πήτερ Παν σε αυτή την ταινία έχει μεγαλώσει και είναι παντρεμένος με την εγγονή της Γουέντι. Έχει εξελιχθεί σε κάποιον που δε θυμίζει σε τίποτα τον παλιό του εαυτό, το σκανταλιάρικο παιδί που πετάει και δε θέλει να μεγαλώσει. Μέχρι που γίνεται η ανατροπή όταν ο Κάπταιν Χουκ κλέβει τα παιδιά του, για να τον εκδικηθεί για το χαμένο του χέρι, εξού και ο γάντζος. Εξαναγκάζεται, έτσι, να επιστρέψει στη Χώρα του Ποτέ, όπου τα παιδιά παραμένουν παιδιά και οι μεγάλοι είναι πειρατές, για να ξαναθυμηθεί τον εαυτό του και να βρει τρόπους να νικήσει πάλι τον προαιώνιο εχθρό του. Το καστ συγκεντρώνει μεγάλα ονόματα και σε ασυνήθιστους ρόλους. Η Τζούλια Ρόμπερτς σε ρόλο-έκπληξη παίζει την Τίνκερμπελ, αλλά η πραγματική έκπληξη σήμερα είναι η άσημη ακόμα τότε Γκουίνεθ Πάλτροου σε δυο τρεις σύντομες σκηνές της ταινίας με δυο ατάκες να υποδύεται τη Γουέντι κοπέλα. Παρ’ όλα αυτά δε δέχτηκε καλές κριτικές η ταινία και μάλλον θεωρήθηκε μία παραφωνία για το Σπίλμπεργκ λόγω του αργού ρυθμού της συγκριτικά με το ανάλαφρο και σπιρτόζο πνεύμα των ηρώων, ενώ οι πρωταγωνιστές δεν βρίσκονταν στην πιο εμπνευσμένη τους στιγμή. Την αναφέρω, όμως, για το στόρι της, καθώς η ταινία παρουσιάζει το αδιανόητο για τα δεδομένα του αιώνιου παιδιού, που εξελίσσεται σε στυγνό ενήλικο επαγγελματία και παραμελεί την οικογένειά του. «Έγινες πειρατής!» του λέει η γιαγιά Γουέντι. Ό,τι απέρριπτε, έχοντάς το ξεχάσει. «Τα παιδιά σου σ’ αγαπάνε, θέλουν να παίξουν μαζί σου» λέει η γυναίκα του. «Πόσο νομίζεις ότι διαρκεί αυτό; […] Έχουμε λίγα ξεχωριστά χρόνια με τα παιδιά μας, όταν μας θέλουν εκείνα. Μετά θα τα κυνηγάς εσύ για λίγη προσοχή. Περνάει τόσο γρήγορα, Πήτερ. Πρόκειται για λίγα χρόνια και μετά τελειώνει».
Ίσως ακόμα και για τις ιστορίες να έρχεται η στιγμή ωρίμανσης και εξέλιξης, κυρίως εσωτερικής. Ο λόγος που ο Πήτερ Παν είχε ξεχάσει τον εαυτό του ήταν γιατί απώθησε τις στενάχωρες αναμνήσεις και μαζί τους χάθηκαν και οι μαγικές στιγμές. Αλλά κατάφερε να κάνει μία χαρούμενη σκέψη, την επιθυμία του να γίνει πατέρας, ενθυμούμενος πάλι το παρελθόν. Στην ταινία φαίνεται αυτή η μετάβαση μετά από εμπόδια και αποπροσανατολισμό. Καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, αν ωριμάσει κανείς ξεχνώντας το παιδί μέσα του, είναι σαν να ξεχνά ένα κομμάτι του εαυτού του.
Η ταινία κέρδισε πέντε υποψηφιότητες στα Όσκαρ για Καλύτερη Καλλιτεχνική Διεύθυνση, Καλύτερα Κοστούμια, Καλύτερα Οπτικά Εφέ, Καλύτερο Μακιγιάζ και Καλύτερο Τραγούδι.
Peter Pan (2003)
(Πήτερ Παν)
Σκηνοθέτης: Π. Τζ. Χόγκαν
Γλώσσα: Αγγλικά
Ηθοποιοί: Τζέρεμι Σάμπτερ, Ρέιτσελ Χερντ-Γουντ, Ολίβια Γουίλιαμς κ.ά.
Περιγραφή
Αυτή η ταινία σε αντίθεση με την προηγούμενη, «Hook», μεταφέρει πραγματικά παραμυθένια την κλασική ιστορία του Πήτερ Παν στη μεγάλη οθόνη, τη βασισμένη σε βιβλίο του Τζέιμς Μπάρι. Κατά τη γνώμη μου, είναι από τις καλύτερες του είδους της. Είναι μία ονειρική αφήγηση για όλες τις εποχές. Και παρότι οι πρωταγωνιστές είναι άγνωστοι σε σχέση με το εντυπωσιακό καστ του «Hook» κλέβουν την παράσταση, ιδίως οι μικροί ηθοποιοί που είναι εξαιρετικοί. Δε θυμίζει σε τίποτα την προηγούμενη, που σε σημεία της φέρει ακόμα την πομπώδη ατμόσφαιρα της δεκαετίας του ’80. Η Ρέιτσελ Χερντ-Γουντ, η μικρή πρωταγωνίστρια, αργότερα εμφανίζεται στο «Άρωμα» και σε άλλες ταινίες.
Le Triplettes de Belleville (2003)
(To Τρίο της Μπελβίλ)
Γλώσσα: Αγγλικά
Ηθοποιοί: Τζέρεμι Σάμπτερ, Ρέιτσελ Χερντ-Γουντ, Ολίβια Γουίλιαμς κ.ά.
Περιγραφή
Αυτή η ταινία σε αντίθεση με την προηγούμενη, «Hook», μεταφέρει πραγματικά παραμυθένια την κλασική ιστορία του Πήτερ Παν στη μεγάλη οθόνη, τη βασισμένη σε βιβλίο του Τζέιμς Μπάρι. Κατά τη γνώμη μου, είναι από τις καλύτερες του είδους της. Είναι μία ονειρική αφήγηση για όλες τις εποχές. Και παρότι οι πρωταγωνιστές είναι άγνωστοι σε σχέση με το εντυπωσιακό καστ του «Hook» κλέβουν την παράσταση, ιδίως οι μικροί ηθοποιοί που είναι εξαιρετικοί. Δε θυμίζει σε τίποτα την προηγούμενη, που σε σημεία της φέρει ακόμα την πομπώδη ατμόσφαιρα της δεκαετίας του ’80. Η Ρέιτσελ Χερντ-Γουντ, η μικρή πρωταγωνίστρια, αργότερα εμφανίζεται στο «Άρωμα» και σε άλλες ταινίες.
Le Triplettes de Belleville (2003)
(To Τρίο της Μπελβίλ)
Σκηνοθεσία και σενάριο: Σιλβάν Σομέ
Γλώσσα: Γαλλικά, Πορτογαλικά,
Ηθοποιοί: (φωνή) Μισέλ Ρομπίν, Μπεατρίς Μπονιφάσι, Ζαν Κλόντ Ντόντα, Λίνα Μποντρό, Μαρί Λου Γκοτιέ, κ.ά.
Περιγραφή
Η ταινία αυτή των κινουμένων σχεδίων απευθύνεται κυρίως σε ενήλικες. Οι καλά δομημένες ιστορίες, βέβαια, έχουν μία ευελιξία ξεπερνώντας τα ηλικιακά στεγανά. Η ιστορία ξεκινάει στο μεταπολεμικό Παρίσι, όπου μια γιαγιά ζει με τον εγγονό της. Προσπαθεί με διάφορους τρόπους να του αποσπάσει την προσοχή και να του προκαλέσει το ενδιαφέρον, για να απαλύνει τη θλίψη του από την απώλεια των γονιών του. Έτσι αποκτούν το σκύλο και ανακαλύπτουν ότι απολαμβάνει το ποδήλατο. Θέτουν στόχο, λοιπόν, στο πέρασμα το χρόνου τον Ποδηλατικό Γύρο της Γαλλίας. Η γιαγιά του τον στηρίζει σε κάθε του βήμα σε σημείο αυτοθυσίας. Στη διάρκεια του Γύρου, όμως, τον απαγάγει η Μαφία, και η εκείνη τον ακολουθεί έως τη Νέα Υόρκη, για να τον βρει και να τον σώσει. Σύντροφοί της στην περιπέτεια ο πιστός σκύλος και το Τρίο της Μπελβίλ, τρεις ηλικιωμένες αδελφές τραγουδίστριες, πρώην σταρ, που πλέον παράγουν ήχο με διάφορους επινοητικούς τρόπους.
Ο ήρωας διατηρεί ένα λεύκωμα με αποκόμματα εφημερίδων που απεικονίζουν ποδηλάτες. Μεταξύ άλλων αναφέρεται ο Jean Robie ως νικητής. Πράγματι νίκησε δύο φορές, το 1947, που έγινε ο πρώτος Γύρος μετά το Β’ Πόλεμο και αποτελούσε μεγάλο γεγονός, και το 1953. Μία από αυτές τις δύο χρονολογίες πρέπει να συμπίπτει και με τη χρονική έναρξη της ταινίας. Οπότε, όταν βρίσκονται στη Νέα Υόρκη με τον εγγονό ενήλικα είναι τέλη της δεκαετίας του ’50 με αρχές του ’60. Ο χρόνος και οι δεκαετίες περνούν πολύ εύστοχα σχεδιαστικά με αεροπλάνα διαφορετικών δεκαετιών να πετούν πάνω από το σπίτι. Η εικονογράφηση θυμίζει σε στιλ κυρίως τη δεκαετία του ’50 και οι μεταβάσεις των πλάνων εκπλήσσουν διαρκώς ευχάριστα.
Είναι μία ταινία μινιμαλιστικά σύνθετη, χωρίς διαλόγους, με ελάχιστη ομιλία, με ήχους, μεστές εικόνες και ουσιαστικές στιγμές. Απολαμβάνει κανείς κάθε λεπτό, καθώς δε φλυαρεί και συμπυκνώνει ευαισθησία, χιούμορ, σάτιρα και κυνισμό. Το παχύσαρκο άγαλμα της Ελευθερίας, που κρατά ένα χάμπουργκερ και αντί για δάδα ανυψώνει ένα παγωτό χωνάκι, σε συνδυασμό με τη Μαφία και τις δυσκολίες προσαρμογής της γιαγιάς αναδεικνύουν την Αμερική ως τη χώρα του χρήματος και των ευκαιριών, όπου όλα ξεζουμίζονται. Ίσως να έχει σημασία το γεγονός ότι δείχνει το άγαλμα με το που φτάνει από το υπερατλαντικό ταξίδι της. Και οι δύο από τη Γαλλία έφτασαν, το άγαλμα ως δώρο και η γιαγιά εξαιτίας της αρπαγής του εγγονού της για τη χρήση του ως ανθρώπινη ύλη. Στο μεταξύ, από το 1886, το άγαλμα «πάχυνε» τρώγοντας παγωτά, χάμπουργκερ και ανθρώπους, όπως τους μετανάστες, που συσσωρεύονταν στο νησάκι Έλις με την ελπίδα να πάρουν άδεια εισόδου στη χώρα, ή τους ποδηλάτες της ταινίας, που κάνουν πετάλι για στοιχήματα μαφιόζων μπροστά σε μία οθόνη μέχρι τελικής πτώσεως. Και όταν πέφτουν κάτω από την κούραση τους πυροβολούν σαν άλογα. Υπάρχει κάτι από την Αμερική του Κάφκα στο χάσιμο στη μεγαλούπολη, που εδώ αντί για Νέα Υόρκη ονομάζεται Μπελβίλ, ωραία πόλη. Μοιάζει με σαρκασμό για το κενό περιεχομένου αμερικάνικο όνειρο. Ή για το όνειρο που αφορά πολύ λίγους εις βάρος πολλών. Στη συνέχεια νικάει το καλό και στο τέλος τούς ξεπερνάει όλους η ζωή.
Η ταινία κέρδισε το 2004 δύο υποψηφιότητες στα Όσκαρ για Καλύτερη Ταινία Κινουμένων Σχεδίων και Καλύτερο τραγούδι.
«Belleville Rendez-Vous» σε μουσική Μπενουά Σαρέ και στίχους Σιλβάν Σομέ.
Γλώσσα: Γαλλικά, Πορτογαλικά,
Ηθοποιοί: (φωνή) Μισέλ Ρομπίν, Μπεατρίς Μπονιφάσι, Ζαν Κλόντ Ντόντα, Λίνα Μποντρό, Μαρί Λου Γκοτιέ, κ.ά.
Περιγραφή
Η ταινία αυτή των κινουμένων σχεδίων απευθύνεται κυρίως σε ενήλικες. Οι καλά δομημένες ιστορίες, βέβαια, έχουν μία ευελιξία ξεπερνώντας τα ηλικιακά στεγανά. Η ιστορία ξεκινάει στο μεταπολεμικό Παρίσι, όπου μια γιαγιά ζει με τον εγγονό της. Προσπαθεί με διάφορους τρόπους να του αποσπάσει την προσοχή και να του προκαλέσει το ενδιαφέρον, για να απαλύνει τη θλίψη του από την απώλεια των γονιών του. Έτσι αποκτούν το σκύλο και ανακαλύπτουν ότι απολαμβάνει το ποδήλατο. Θέτουν στόχο, λοιπόν, στο πέρασμα το χρόνου τον Ποδηλατικό Γύρο της Γαλλίας. Η γιαγιά του τον στηρίζει σε κάθε του βήμα σε σημείο αυτοθυσίας. Στη διάρκεια του Γύρου, όμως, τον απαγάγει η Μαφία, και η εκείνη τον ακολουθεί έως τη Νέα Υόρκη, για να τον βρει και να τον σώσει. Σύντροφοί της στην περιπέτεια ο πιστός σκύλος και το Τρίο της Μπελβίλ, τρεις ηλικιωμένες αδελφές τραγουδίστριες, πρώην σταρ, που πλέον παράγουν ήχο με διάφορους επινοητικούς τρόπους.
Ο ήρωας διατηρεί ένα λεύκωμα με αποκόμματα εφημερίδων που απεικονίζουν ποδηλάτες. Μεταξύ άλλων αναφέρεται ο Jean Robie ως νικητής. Πράγματι νίκησε δύο φορές, το 1947, που έγινε ο πρώτος Γύρος μετά το Β’ Πόλεμο και αποτελούσε μεγάλο γεγονός, και το 1953. Μία από αυτές τις δύο χρονολογίες πρέπει να συμπίπτει και με τη χρονική έναρξη της ταινίας. Οπότε, όταν βρίσκονται στη Νέα Υόρκη με τον εγγονό ενήλικα είναι τέλη της δεκαετίας του ’50 με αρχές του ’60. Ο χρόνος και οι δεκαετίες περνούν πολύ εύστοχα σχεδιαστικά με αεροπλάνα διαφορετικών δεκαετιών να πετούν πάνω από το σπίτι. Η εικονογράφηση θυμίζει σε στιλ κυρίως τη δεκαετία του ’50 και οι μεταβάσεις των πλάνων εκπλήσσουν διαρκώς ευχάριστα.
Είναι μία ταινία μινιμαλιστικά σύνθετη, χωρίς διαλόγους, με ελάχιστη ομιλία, με ήχους, μεστές εικόνες και ουσιαστικές στιγμές. Απολαμβάνει κανείς κάθε λεπτό, καθώς δε φλυαρεί και συμπυκνώνει ευαισθησία, χιούμορ, σάτιρα και κυνισμό. Το παχύσαρκο άγαλμα της Ελευθερίας, που κρατά ένα χάμπουργκερ και αντί για δάδα ανυψώνει ένα παγωτό χωνάκι, σε συνδυασμό με τη Μαφία και τις δυσκολίες προσαρμογής της γιαγιάς αναδεικνύουν την Αμερική ως τη χώρα του χρήματος και των ευκαιριών, όπου όλα ξεζουμίζονται. Ίσως να έχει σημασία το γεγονός ότι δείχνει το άγαλμα με το που φτάνει από το υπερατλαντικό ταξίδι της. Και οι δύο από τη Γαλλία έφτασαν, το άγαλμα ως δώρο και η γιαγιά εξαιτίας της αρπαγής του εγγονού της για τη χρήση του ως ανθρώπινη ύλη. Στο μεταξύ, από το 1886, το άγαλμα «πάχυνε» τρώγοντας παγωτά, χάμπουργκερ και ανθρώπους, όπως τους μετανάστες, που συσσωρεύονταν στο νησάκι Έλις με την ελπίδα να πάρουν άδεια εισόδου στη χώρα, ή τους ποδηλάτες της ταινίας, που κάνουν πετάλι για στοιχήματα μαφιόζων μπροστά σε μία οθόνη μέχρι τελικής πτώσεως. Και όταν πέφτουν κάτω από την κούραση τους πυροβολούν σαν άλογα. Υπάρχει κάτι από την Αμερική του Κάφκα στο χάσιμο στη μεγαλούπολη, που εδώ αντί για Νέα Υόρκη ονομάζεται Μπελβίλ, ωραία πόλη. Μοιάζει με σαρκασμό για το κενό περιεχομένου αμερικάνικο όνειρο. Ή για το όνειρο που αφορά πολύ λίγους εις βάρος πολλών. Στη συνέχεια νικάει το καλό και στο τέλος τούς ξεπερνάει όλους η ζωή.
Η ταινία κέρδισε το 2004 δύο υποψηφιότητες στα Όσκαρ για Καλύτερη Ταινία Κινουμένων Σχεδίων και Καλύτερο τραγούδι.
«Belleville Rendez-Vous» σε μουσική Μπενουά Σαρέ και στίχους Σιλβάν Σομέ.
Βιβλία
Τα μάγια της πεταλούδας (1919)
Συγγραφέας: Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα
Εκδόσεις: Σοκόλη ‒ Κουλεδάκη
Έτος: 2011
Περιγραφή
Τα Μάγια της πεταλούδας είναι το πρώτο θεατρικό έργο του Φεδερίκο Γαρθία Λόρκα. Ο Λόρκα είναι ο συγγραφέας που «παραπαίει», καθώς «Οι θεατρικοί συγγραφείς τον θεωρούν ποιητή και οι ποιητές θεατρικό συγγραφέα»[1]. Το έργο πραγματεύεται έναν αδύνατο έρωτα, όπου ένα σκαθάρι ερωτεύεται μία λαβωμένη πεταλούδα. Η ιστορία εκτυλίσσεται σε ένα μικρό «λιβάδι» κάτω από τη σκιά ενός κυπαρισσιού και σε έναν κήπο. Είναι ένα θεατρικό όλο ποίηση! «Βάρβαρη των ποιητών η Φύτρα!» γράφει «Όλους εις το πυρ το εξώτερον θα τους έκαιγα! Η Λήθη! Όλους θα τους κάψει η Λήθη!»[2]. Κωμωδία χαρακτηρίζει το έργο ο Λόρκα στον πρόλογό του. Δεν ξέρω αν είναι κωμωδία ή ένα δράμα με κωμική επίφαση υφασμένη με νήμα παιδικής αθωότητας, όπου ο έρωτας διαπλέκεται με το θάνατο σε μοιραίο γαϊτανάκι παραπέμποντας ποιητικά στην ίδια τη ζωή.
Στην ουσία, το έργο αναφέρεται στο άφταστο όνειρο του ονειροπόλου ποιητή της ζωής, ο οποίος προσδοκά κάτι πέρα από όσα η κοινωνία εξαρχής του ορίζει. Στο μικρό που ξεγελάει, γιατί, ενώ φαίνεται ασήμαντο, διαθέτει τελικά μεγαλύτερη δύναμη από όση κανείς θα νόμιζε, όπως τα έντομα της «κωμωδίας». Μία μικρή κοινωνία με αντιθέσεις, όνειρα, προσδοκίες και πληγωμένες ελπίδες. Σε εποχή πολέμου ο οραματιστής και ο ποιητής είναι οι πρώτοι που καταδικάζονται στο «πυρ το εξώτερον», γιατί δεν εξυπηρετούν σκοπιμότητες. Είναι ακατάλληλοι στο να αποτελέσουν λεία επιδέξιων χειρισμών σε ξένα χέρια. Η λήθη ίσως να αποτελεί και ενδόμυχο φόβο του Λόρκα, όπως και κάθε καλλιτέχνη. Τελικά το καθεστώς τον αφάνισε ‒το 1936 τον δολοφόνησε η Ισπανική Φάλαγγα του Φράνκο‒, εξωραΐζοντας και εκριζώνοντας οποιαδήποτε ατέλεια του δημιουργούσε την όποια ενδόμυχη ανασφάλεια. Μάλλον θα τον τραγουδούν και οι επόμενες γενιές, όπως εμείς τώρα!
_____
[1] Φεδερίκο Γαρθία Λόρκα, Τα μάγια της πεταλούδας, μτφρ. Δημήτρης Τσεκούρας, Εκδόσεις Σοκόλη ‒ Κουλεδάκη, Αθήνα, 2011, εισαγωγικό σημείωμα του μεταφραστή, σελ. 7.
[2] Φεδερίκο Γαρθία Λόρκα, Τα μάγια της πεταλούδας, ό.π., Β’ Πράξη, Σκηνή ΙΙ, σελ. 60.
Σιντάρτα (1922)
Εκδόσεις: Σοκόλη ‒ Κουλεδάκη
Έτος: 2011
Περιγραφή
Τα Μάγια της πεταλούδας είναι το πρώτο θεατρικό έργο του Φεδερίκο Γαρθία Λόρκα. Ο Λόρκα είναι ο συγγραφέας που «παραπαίει», καθώς «Οι θεατρικοί συγγραφείς τον θεωρούν ποιητή και οι ποιητές θεατρικό συγγραφέα»[1]. Το έργο πραγματεύεται έναν αδύνατο έρωτα, όπου ένα σκαθάρι ερωτεύεται μία λαβωμένη πεταλούδα. Η ιστορία εκτυλίσσεται σε ένα μικρό «λιβάδι» κάτω από τη σκιά ενός κυπαρισσιού και σε έναν κήπο. Είναι ένα θεατρικό όλο ποίηση! «Βάρβαρη των ποιητών η Φύτρα!» γράφει «Όλους εις το πυρ το εξώτερον θα τους έκαιγα! Η Λήθη! Όλους θα τους κάψει η Λήθη!»[2]. Κωμωδία χαρακτηρίζει το έργο ο Λόρκα στον πρόλογό του. Δεν ξέρω αν είναι κωμωδία ή ένα δράμα με κωμική επίφαση υφασμένη με νήμα παιδικής αθωότητας, όπου ο έρωτας διαπλέκεται με το θάνατο σε μοιραίο γαϊτανάκι παραπέμποντας ποιητικά στην ίδια τη ζωή.
Στην ουσία, το έργο αναφέρεται στο άφταστο όνειρο του ονειροπόλου ποιητή της ζωής, ο οποίος προσδοκά κάτι πέρα από όσα η κοινωνία εξαρχής του ορίζει. Στο μικρό που ξεγελάει, γιατί, ενώ φαίνεται ασήμαντο, διαθέτει τελικά μεγαλύτερη δύναμη από όση κανείς θα νόμιζε, όπως τα έντομα της «κωμωδίας». Μία μικρή κοινωνία με αντιθέσεις, όνειρα, προσδοκίες και πληγωμένες ελπίδες. Σε εποχή πολέμου ο οραματιστής και ο ποιητής είναι οι πρώτοι που καταδικάζονται στο «πυρ το εξώτερον», γιατί δεν εξυπηρετούν σκοπιμότητες. Είναι ακατάλληλοι στο να αποτελέσουν λεία επιδέξιων χειρισμών σε ξένα χέρια. Η λήθη ίσως να αποτελεί και ενδόμυχο φόβο του Λόρκα, όπως και κάθε καλλιτέχνη. Τελικά το καθεστώς τον αφάνισε ‒το 1936 τον δολοφόνησε η Ισπανική Φάλαγγα του Φράνκο‒, εξωραΐζοντας και εκριζώνοντας οποιαδήποτε ατέλεια του δημιουργούσε την όποια ενδόμυχη ανασφάλεια. Μάλλον θα τον τραγουδούν και οι επόμενες γενιές, όπως εμείς τώρα!
_____
[1] Φεδερίκο Γαρθία Λόρκα, Τα μάγια της πεταλούδας, μτφρ. Δημήτρης Τσεκούρας, Εκδόσεις Σοκόλη ‒ Κουλεδάκη, Αθήνα, 2011, εισαγωγικό σημείωμα του μεταφραστή, σελ. 7.
[2] Φεδερίκο Γαρθία Λόρκα, Τα μάγια της πεταλούδας, ό.π., Β’ Πράξη, Σκηνή ΙΙ, σελ. 60.
Σιντάρτα (1922)
Συγγραφέας: Έρμαν Έσσε
Εκδόσεις: Καστανιώτη
Έτος: 2011
Περιγραφή
Ο Έρμαν Έσσε γράφει το ινδικό παραμύθι Σιντάρτα μεταξύ του 1920 και του 1922. Ο Σιντάρτα είναι γιος βραχμάνου. Οι βραχμάνοι διαλογίζονταν, έκαναν θυσίες στους θεούς και μελετούσαν τους στίχους των ιερών βιβλίων. Ο ήρωας, όμως, έχει βαθύτερες αναζητήσεις. Αμφισβητεί τις μεθόδους που ανακύκλωναν μονότονα μία αυταπάτη, καθώς αναζητούσαν την ουσία της ύπαρξης: τον Άτμαν, την «αρχική πηγή μέσα στο Εγώ»[1]. Ο ήρωας συνειδητοποιεί ότι κανείς δε μαθαίνει από τη μεταλαμπάδευση των γνώσεων των άλλων, αλλά μέσα από τα προσωπικά βιώματα. Το ινδικό παραμύθι χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο, ο νέος Σιντάρτα επαναστατεί. Απομυθοποιεί όσα ήδη γνωρίζει, και επιδιώκει τη θεμελίωση νέων αρχών, λειτουργικών για τον ίδιο, χωρίς την απλή αναπαραγωγή των γονεϊκών προτύπων. Γι’ αυτό αποφασίζει να φύγει από το σπίτι και να γευτεί τη ζωή. Δε σκοπεύει να ακολουθήσει καμία έτοιμη διδαχή, αλλά να αποκομίσει προσωπική εμπειρία. Εκεί αρχίζει το δεύτερο μέρος, που γράφεται μετά από συνεδρίες του συγγραφέα με τον Καρλ Γκούσταβ Γιουνγκ[2]. Στην πορεία πέφτει στη Σανσάρα, την κοσμική ζωή με τα ανθρώπινα πάθη, αλλά και τα συναισθήματα και τις σχέσεις. Χάνει τον εαυτό του και τον ξαναβρίσκει. Διαπιστώνει χωρίς προκατάληψη και υπεροψία, απέναντι σε ό,τι ονομάζει ανθρώπους-παιδιά βυθισμένα στη Σανσάρα, ότι όλοι αποτελούν μέρος ενός συνόλου όντας ενωμένοι. Έτσι και ο ίδιος είναι αναπόσπαστο μέρος αυτού του συνόλου με όλες τις πτυχές του.
Το βιβλίο, που περιγράφει ένα ταξίδι αυτογνωσίας, θεωρείται δείγμα Οριενταλισμού, που χρησιμοποιήθηκε στο παρελθόν και ως διαφυγή από τη δυτική πραγματικότητα. Παρ’ όλες τις φανταστικές του εικόνες, τα ονειρικά σημεία και τους συμβολισμούς, διαγράφεται η δυσκολία που κρύβει αυτό το ταξίδι της αντιμετώπισης του εαυτού μας, της αποδοχής κάθε μας πλευράς, αρνητικής και θετικής, αποτελώντας αναγκαστικό μονόδρομο προς την ωριμότητα, μοναχικό, επίπονο και τελικά λυτρωτικό.
_____
[1] Έρμαν Έσσε, Σιντάρτα, μτφρ. Μαρία Παξινού, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα, 1999 (1η έκδοση στα γερμανικά 1922), σελ. 16-17.
[2] Αλόις Πρινς, Η ζωή του Έσσε, Κάθε αρχή και μια μαγεία, μτφρ. Γρηγόρης Αθανασίου, επιμ. Ελεάννα Λαμπάκη, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα, 2005 (1η έκδοση στα γερμανικά 2000), σελ. 163.
Ο Τρελαντώνης (1932)
Εκδόσεις: Καστανιώτη
Έτος: 2011
Περιγραφή
Ο Έρμαν Έσσε γράφει το ινδικό παραμύθι Σιντάρτα μεταξύ του 1920 και του 1922. Ο Σιντάρτα είναι γιος βραχμάνου. Οι βραχμάνοι διαλογίζονταν, έκαναν θυσίες στους θεούς και μελετούσαν τους στίχους των ιερών βιβλίων. Ο ήρωας, όμως, έχει βαθύτερες αναζητήσεις. Αμφισβητεί τις μεθόδους που ανακύκλωναν μονότονα μία αυταπάτη, καθώς αναζητούσαν την ουσία της ύπαρξης: τον Άτμαν, την «αρχική πηγή μέσα στο Εγώ»[1]. Ο ήρωας συνειδητοποιεί ότι κανείς δε μαθαίνει από τη μεταλαμπάδευση των γνώσεων των άλλων, αλλά μέσα από τα προσωπικά βιώματα. Το ινδικό παραμύθι χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο, ο νέος Σιντάρτα επαναστατεί. Απομυθοποιεί όσα ήδη γνωρίζει, και επιδιώκει τη θεμελίωση νέων αρχών, λειτουργικών για τον ίδιο, χωρίς την απλή αναπαραγωγή των γονεϊκών προτύπων. Γι’ αυτό αποφασίζει να φύγει από το σπίτι και να γευτεί τη ζωή. Δε σκοπεύει να ακολουθήσει καμία έτοιμη διδαχή, αλλά να αποκομίσει προσωπική εμπειρία. Εκεί αρχίζει το δεύτερο μέρος, που γράφεται μετά από συνεδρίες του συγγραφέα με τον Καρλ Γκούσταβ Γιουνγκ[2]. Στην πορεία πέφτει στη Σανσάρα, την κοσμική ζωή με τα ανθρώπινα πάθη, αλλά και τα συναισθήματα και τις σχέσεις. Χάνει τον εαυτό του και τον ξαναβρίσκει. Διαπιστώνει χωρίς προκατάληψη και υπεροψία, απέναντι σε ό,τι ονομάζει ανθρώπους-παιδιά βυθισμένα στη Σανσάρα, ότι όλοι αποτελούν μέρος ενός συνόλου όντας ενωμένοι. Έτσι και ο ίδιος είναι αναπόσπαστο μέρος αυτού του συνόλου με όλες τις πτυχές του.
Το βιβλίο, που περιγράφει ένα ταξίδι αυτογνωσίας, θεωρείται δείγμα Οριενταλισμού, που χρησιμοποιήθηκε στο παρελθόν και ως διαφυγή από τη δυτική πραγματικότητα. Παρ’ όλες τις φανταστικές του εικόνες, τα ονειρικά σημεία και τους συμβολισμούς, διαγράφεται η δυσκολία που κρύβει αυτό το ταξίδι της αντιμετώπισης του εαυτού μας, της αποδοχής κάθε μας πλευράς, αρνητικής και θετικής, αποτελώντας αναγκαστικό μονόδρομο προς την ωριμότητα, μοναχικό, επίπονο και τελικά λυτρωτικό.
_____
[1] Έρμαν Έσσε, Σιντάρτα, μτφρ. Μαρία Παξινού, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα, 1999 (1η έκδοση στα γερμανικά 1922), σελ. 16-17.
[2] Αλόις Πρινς, Η ζωή του Έσσε, Κάθε αρχή και μια μαγεία, μτφρ. Γρηγόρης Αθανασίου, επιμ. Ελεάννα Λαμπάκη, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα, 2005 (1η έκδοση στα γερμανικά 2000), σελ. 163.
Ο Τρελαντώνης (1932)
Συγγραφέας: Π. Σ. Δέλτα
Εκδόσεις: Βιβλιοπωλείον της Εστίας
Έτος: 2009
Περιγραφή
Το διάβασα σε μία παλιά πολυτονική έκδοση των ίδιων εκδόσεων με σκληρό εξώφυλλο και με την εικονογράφηση της Μαρίας Παπαρρηγοπούλου. Ήταν το πρώτο παιδικό βιβλίο της συγγραφέα. Πρόκειται για αυτοβιογραφικό κείμενο και από τις πρώτες σελίδες δίνει το σκηνικό της ιστορίας. Ο Τρελαντώνης με τα αδέλφια του ήρθαν μόνοι, γιατί εκείνο το καλοκαίρι οι γονείς τους δεν μπορούσαν να ταξιδέψουν, από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου όπου έμεναν, για να κάνουν διακοπές στον Πειραιά στο σπίτι των θείων τους ‒οικογένεια Μπενάκη‒ και στα διάφανα νερά της Καστέλας. Έμεναν σε ένα από τα εφτά στη σειρά νεοκλασικά του Τσίλερ, πολύ κοντά σε εκείνο που παραθέριζε ο τότε Βασιλιάς (Γεώργιος Α’). Περιγράφονται αληθινά περιστατικά από το 1881 και τις επόμενες χρονιές. Όπως μας πληροφορεί η ίδια: «[…] το έστειλα στον Κωστή Παλαμά, που ενθουσιάστηκε από το θέμα και τη συγγραφική μου δεινότητα» και «[…] το έργο το αγόρασε ο Ελευθέριος Βενιζέλος […] όποτε ένιωθε κουρασμένος ή αγχωμένος και δεν μπορούσε να κοιμηθεί, κατέφευγε στο βιβλίο μου»[1]. Είναι γνωστή η σχέση της Π. Σ. Δέλτα με τον Ελευθέριο Βενιζέλο, όπως και το γεγονός ότι, όταν έγινε η απόπειρα δολοφονίας εναντίον του στις 6 Ιουνίου του 1933, μόλις είχε φύγει από δείπνο στο σπίτι της. Σε σχέση με τους χαρακτήρες του βιβλίου της, επίσης, αναφέρει πως «Περιέγραφα τα αδέλφια μου, και ιδιαίτερα τον Αντώνη, εμένα, την Πουλουδιά, τα ξαδέλφια μου, που ήταν τόσο διαφορετικά από εμάς· εκείνος ο ξάδελφος Γιάννης έμοιαζε αρκετά στον Ίωνα […] στην τόλμη, την προστασία προς τους αδύναμους, το ότι μου άρεσε ως εμφάνιση»[2]. Εννοεί εδώ τον Ίωνα Δραγούμη, το μεγάλο της έρωτα, σε μία εποχή που δεν υπήρχε διαζύγιο, ούτε δεχόταν τέτοιες ρήξεις εύκολα, καθώς η συγγραφέας ήταν ήδη παντρεμένη με το Στέφανο Δέλτα, και έτσι καταδικάστηκε ο συναισθηματικός δεσμός σε αδιέξοδο.
Το ενδιαφέρον στο βιβλίο, εκτός από το ύφος της συγγραφέα, τις σκανδαλιές και τα παθήματα του Τρελαντώνη, είναι ότι τις σελίδες του διαπερνά όλη η ατμόσφαιρα της εποχής μέσα από μάτια παιδικά, με το ντύσιμο, τη νοοτροπία, τις συνήθειες, τους προβληματισμούς, και διακρίνει κανείς πρόσωπα γνωστά, όπως ήταν ο Μπαρμπαγιάννης ο Κανατάς κ.ά.
_____
[1] Μίτση Σκ. Πικραμένου, Η Κυρία με τα μαύρα, Η βιογραφία της Πηνελόπης Δέλτα, Εκδόσεις Τετράγωνο, Αθήνα, 2012, σελ. 430-431.
[2] Μίτση Σκ. Πικραμένου, Η Κυρία με τα μαύρα, Η βιογραφία της Πηνελόπης Δέλτα, ό.π., σελ. 431.
Ο μικρός πρίγκιπας (1940)
Εκδόσεις: Βιβλιοπωλείον της Εστίας
Έτος: 2009
Περιγραφή
Το διάβασα σε μία παλιά πολυτονική έκδοση των ίδιων εκδόσεων με σκληρό εξώφυλλο και με την εικονογράφηση της Μαρίας Παπαρρηγοπούλου. Ήταν το πρώτο παιδικό βιβλίο της συγγραφέα. Πρόκειται για αυτοβιογραφικό κείμενο και από τις πρώτες σελίδες δίνει το σκηνικό της ιστορίας. Ο Τρελαντώνης με τα αδέλφια του ήρθαν μόνοι, γιατί εκείνο το καλοκαίρι οι γονείς τους δεν μπορούσαν να ταξιδέψουν, από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου όπου έμεναν, για να κάνουν διακοπές στον Πειραιά στο σπίτι των θείων τους ‒οικογένεια Μπενάκη‒ και στα διάφανα νερά της Καστέλας. Έμεναν σε ένα από τα εφτά στη σειρά νεοκλασικά του Τσίλερ, πολύ κοντά σε εκείνο που παραθέριζε ο τότε Βασιλιάς (Γεώργιος Α’). Περιγράφονται αληθινά περιστατικά από το 1881 και τις επόμενες χρονιές. Όπως μας πληροφορεί η ίδια: «[…] το έστειλα στον Κωστή Παλαμά, που ενθουσιάστηκε από το θέμα και τη συγγραφική μου δεινότητα» και «[…] το έργο το αγόρασε ο Ελευθέριος Βενιζέλος […] όποτε ένιωθε κουρασμένος ή αγχωμένος και δεν μπορούσε να κοιμηθεί, κατέφευγε στο βιβλίο μου»[1]. Είναι γνωστή η σχέση της Π. Σ. Δέλτα με τον Ελευθέριο Βενιζέλο, όπως και το γεγονός ότι, όταν έγινε η απόπειρα δολοφονίας εναντίον του στις 6 Ιουνίου του 1933, μόλις είχε φύγει από δείπνο στο σπίτι της. Σε σχέση με τους χαρακτήρες του βιβλίου της, επίσης, αναφέρει πως «Περιέγραφα τα αδέλφια μου, και ιδιαίτερα τον Αντώνη, εμένα, την Πουλουδιά, τα ξαδέλφια μου, που ήταν τόσο διαφορετικά από εμάς· εκείνος ο ξάδελφος Γιάννης έμοιαζε αρκετά στον Ίωνα […] στην τόλμη, την προστασία προς τους αδύναμους, το ότι μου άρεσε ως εμφάνιση»[2]. Εννοεί εδώ τον Ίωνα Δραγούμη, το μεγάλο της έρωτα, σε μία εποχή που δεν υπήρχε διαζύγιο, ούτε δεχόταν τέτοιες ρήξεις εύκολα, καθώς η συγγραφέας ήταν ήδη παντρεμένη με το Στέφανο Δέλτα, και έτσι καταδικάστηκε ο συναισθηματικός δεσμός σε αδιέξοδο.
Το ενδιαφέρον στο βιβλίο, εκτός από το ύφος της συγγραφέα, τις σκανδαλιές και τα παθήματα του Τρελαντώνη, είναι ότι τις σελίδες του διαπερνά όλη η ατμόσφαιρα της εποχής μέσα από μάτια παιδικά, με το ντύσιμο, τη νοοτροπία, τις συνήθειες, τους προβληματισμούς, και διακρίνει κανείς πρόσωπα γνωστά, όπως ήταν ο Μπαρμπαγιάννης ο Κανατάς κ.ά.
_____
[1] Μίτση Σκ. Πικραμένου, Η Κυρία με τα μαύρα, Η βιογραφία της Πηνελόπης Δέλτα, Εκδόσεις Τετράγωνο, Αθήνα, 2012, σελ. 430-431.
[2] Μίτση Σκ. Πικραμένου, Η Κυρία με τα μαύρα, Η βιογραφία της Πηνελόπης Δέλτα, ό.π., σελ. 431.
Ο μικρός πρίγκιπας (1940)
Συγγραφέας: Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ
Εκδόσεις: Πατάκη
Έτος: 2011
Περιγραφή
Είναι ένα από τα λίγα βιβλία που καταφέρνουν τόσο επιτυχημένα να μιλήσουν στην καρδιά μεγάλων και μικρών και, παρότι σχετικά πρόσφατο, μόλις του 1940, μπορεί να ονομάζεται ίσως κλασική ιστορία. Αν και ο χρόνος είναι πιο αρμόδιος να επιβεβαιώσει κάτι τέτοιο, μία υπόθεση κάνω μόνο. Όσες φορές και να το διαβάσει κανείς είναι πάντα σαν την πρώτη, παραμένει φρέσκο και δροσερό. Το διάβασα σε μία παλιότερη έκδοση του 1988 των Ύψιλων Βιβλία, απλώς εδώ γίνεται επιλογή κάποιου εξώφυλλου, στόχος δεν είναι η προβολή εκδόσεων. Υπήρχε μία μικρή εισαγωγή με στοιχεία βιογραφικά του συγγραφέα και δική του εικονογράφηση επίσης. Φαντάζομαι ότι διατηρούνται αυτά και στις μετέπειτα εκδόσεις, καθώς διαμορφώνουν το ύφος του βιβλίου στο σύνολό του.
Από την αφιέρωση ακόμα φαίνεται ότι ο συγγραφέας στοχεύει στο μικρό παιδί που ζει μέσα μας. Ο Μικρός Πρίγκιπας γράφτηκε σε μία εποχή πολύ δύσκολη για το συγγραφέα και τον κόσμο όλο. Ο Β’ Παγκόσμιος ήδη μαινόταν και η Γαλλία βρισκόταν υπό Κατοχή όταν το βιβλίο εκδόθηκε. Υπήρχε, λοιπόν, πολύ έντονη ανάγκη για να ονειρευτεί ο κόσμος και να πιστέψει σε κάτι καλύτερο. Ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να συμβεί ήταν η αφήγηση ενός αλληγορικού παραμυθιού. Ο Μικρός Πρίγκιπας, σύμφωνα με αυτό, ζει σε ένα μικρό πλανήτη με τρία ηφαίστεια, ένα λουλούδι, που τον έχει «εξημερώσει» και γι’ αυτό είναι υπεύθυνος για τη φροντίδα του, και σπόρους μπαομπάμπ, που ξεριζώνει τακτικά, γιατί, αν αναπτυχθούν επικίνδυνα, είναι ικανοί να καταβροχθίσουν τον πλανήτη του. Αποφασίζει κάποια στιγμή να κάνει ένα ταξίδι για να γνωρίσει τον κόσμο και περνά από άλλους πλανήτες μέχρι που καταλήγει σε μια έρημο στη Γη. Εκεί γνωρίζει το συγγραφέα, ο οποίος επίσης έπεσε με το αεροπλάνο του. Βρέθηκαν στην έρημο της Γης και οι δυο σαν εξ ουρανού κομήτες.
Ο Μικρός Πρίγκιπας συγκεντρώνει στα βασικά χαρακτηριστικά του αυτήν τη θλίψη για τον κόσμο των μεγάλων που γίνονται επιθετικοί και αρνητικοί, καταστρέφοντας το δώρο της ζωής. Εκθειάζει τη χαρά της ανακάλυψης μέσα από το καινούριο, που οδηγεί στη διερεύνηση του κόσμου. Αναφέρεται στις χαρές της ζωής μέσα από τους ανθρώπινους δεσμούς, όπως είναι η φιλία και ο έρωτας. Της σημασίας του κάθε μικρού, απλού και φαινομενικά ασήμαντου, που μπορεί να κάνουν όλη τη διαφορά, γιατί χωρίς αυτά ο κόσμος θα ήταν διαφορετικός. Αυτά προκύπτουν μέσα από την ευαισθησία του Μικρού Πρίγκιπα, την εύθραυστη μόνο αν ιδωθεί επιφανειακά και επιπόλαια, γιατί τολμά να εξελίσσεται, γεγονός που τον δυναμώνει και τον οδηγεί στην αυτογνωσία.
Ο Σαιντ-Εξυπερύ έγραψε και άλλα βιβλία, στην αρχή του Β’ Πολέμου ήταν ήδη γνωστός. Ο Μικρός Πρίγκιπας είναι ίσως διεθνώς το πιο δημοφιλές του βιβλίο. Έφυγε, όμως, τόσο ο νωρίς ο Σαιντ-Εξυπερύ. Μπορεί να μας χάριζε κι άλλες ιστορίες να απαλύνουν λίγο την υπαρξιακή μοναξιά, φυτεύοντας παράλληλα σπόρους στη σκέψη, όχι σαν τα καταστροφικά μπαομπάμπ, αλλά σαν λουλούδια ικανά να μας εξημερώσουν.
Η Φάρμα των Ζώων (1945)
Εκδόσεις: Πατάκη
Έτος: 2011
Περιγραφή
Είναι ένα από τα λίγα βιβλία που καταφέρνουν τόσο επιτυχημένα να μιλήσουν στην καρδιά μεγάλων και μικρών και, παρότι σχετικά πρόσφατο, μόλις του 1940, μπορεί να ονομάζεται ίσως κλασική ιστορία. Αν και ο χρόνος είναι πιο αρμόδιος να επιβεβαιώσει κάτι τέτοιο, μία υπόθεση κάνω μόνο. Όσες φορές και να το διαβάσει κανείς είναι πάντα σαν την πρώτη, παραμένει φρέσκο και δροσερό. Το διάβασα σε μία παλιότερη έκδοση του 1988 των Ύψιλων Βιβλία, απλώς εδώ γίνεται επιλογή κάποιου εξώφυλλου, στόχος δεν είναι η προβολή εκδόσεων. Υπήρχε μία μικρή εισαγωγή με στοιχεία βιογραφικά του συγγραφέα και δική του εικονογράφηση επίσης. Φαντάζομαι ότι διατηρούνται αυτά και στις μετέπειτα εκδόσεις, καθώς διαμορφώνουν το ύφος του βιβλίου στο σύνολό του.
Από την αφιέρωση ακόμα φαίνεται ότι ο συγγραφέας στοχεύει στο μικρό παιδί που ζει μέσα μας. Ο Μικρός Πρίγκιπας γράφτηκε σε μία εποχή πολύ δύσκολη για το συγγραφέα και τον κόσμο όλο. Ο Β’ Παγκόσμιος ήδη μαινόταν και η Γαλλία βρισκόταν υπό Κατοχή όταν το βιβλίο εκδόθηκε. Υπήρχε, λοιπόν, πολύ έντονη ανάγκη για να ονειρευτεί ο κόσμος και να πιστέψει σε κάτι καλύτερο. Ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να συμβεί ήταν η αφήγηση ενός αλληγορικού παραμυθιού. Ο Μικρός Πρίγκιπας, σύμφωνα με αυτό, ζει σε ένα μικρό πλανήτη με τρία ηφαίστεια, ένα λουλούδι, που τον έχει «εξημερώσει» και γι’ αυτό είναι υπεύθυνος για τη φροντίδα του, και σπόρους μπαομπάμπ, που ξεριζώνει τακτικά, γιατί, αν αναπτυχθούν επικίνδυνα, είναι ικανοί να καταβροχθίσουν τον πλανήτη του. Αποφασίζει κάποια στιγμή να κάνει ένα ταξίδι για να γνωρίσει τον κόσμο και περνά από άλλους πλανήτες μέχρι που καταλήγει σε μια έρημο στη Γη. Εκεί γνωρίζει το συγγραφέα, ο οποίος επίσης έπεσε με το αεροπλάνο του. Βρέθηκαν στην έρημο της Γης και οι δυο σαν εξ ουρανού κομήτες.
Ο Μικρός Πρίγκιπας συγκεντρώνει στα βασικά χαρακτηριστικά του αυτήν τη θλίψη για τον κόσμο των μεγάλων που γίνονται επιθετικοί και αρνητικοί, καταστρέφοντας το δώρο της ζωής. Εκθειάζει τη χαρά της ανακάλυψης μέσα από το καινούριο, που οδηγεί στη διερεύνηση του κόσμου. Αναφέρεται στις χαρές της ζωής μέσα από τους ανθρώπινους δεσμούς, όπως είναι η φιλία και ο έρωτας. Της σημασίας του κάθε μικρού, απλού και φαινομενικά ασήμαντου, που μπορεί να κάνουν όλη τη διαφορά, γιατί χωρίς αυτά ο κόσμος θα ήταν διαφορετικός. Αυτά προκύπτουν μέσα από την ευαισθησία του Μικρού Πρίγκιπα, την εύθραυστη μόνο αν ιδωθεί επιφανειακά και επιπόλαια, γιατί τολμά να εξελίσσεται, γεγονός που τον δυναμώνει και τον οδηγεί στην αυτογνωσία.
Ο Σαιντ-Εξυπερύ έγραψε και άλλα βιβλία, στην αρχή του Β’ Πολέμου ήταν ήδη γνωστός. Ο Μικρός Πρίγκιπας είναι ίσως διεθνώς το πιο δημοφιλές του βιβλίο. Έφυγε, όμως, τόσο ο νωρίς ο Σαιντ-Εξυπερύ. Μπορεί να μας χάριζε κι άλλες ιστορίες να απαλύνουν λίγο την υπαρξιακή μοναξιά, φυτεύοντας παράλληλα σπόρους στη σκέψη, όχι σαν τα καταστροφικά μπαομπάμπ, αλλά σαν λουλούδια ικανά να μας εξημερώσουν.
Η Φάρμα των Ζώων (1945)
Συγγραφέας: Τζωρτζ Όργουελ
Εκδόσεις: Σ. Ι. Ζαχαρόπουλος
Έτος: 2001
Περιγραφή
Άλλο ένα συμβολικό κείμενο που έχει γραφτεί σαν παραμύθι και θα μπορούσαν να το διαβάσουν τόσο μικροί όσο και μεγάλοι. Τα μηνύματά του λίγο πολύ όλοι θα τα καταλάβαιναν, απλώς οι πιο μεγάλοι θα διέβλεπαν στις γραμμές του και τις σχετικές ιστορικές αναφορές που εμμέσως θίγει. Η ιστορία διαδραματίζεται σε μία φάρμα. Εκεί τα ζώα ξεσηκώνονται εναντίον του ιδιοκτήτη και επομένως καταπιεστή τους. Τα γουρούνια, και συγκεκριμένα ο Ναπολέων (η μαμά της Κόκκινης επανάστασης είναι η Γαλλική), το πιο αυταρχικό γουρούνι, επισκίασε το αντίπαλο δέος, τον προοδευτικό και φωτισμένο Χιονόμπαλο. Η επανάσταση έγινε μάλλον νωρίς, καθώς εκμεταλλεύτηκαν την περίοδο δυσκολιών που περνούσε ο ιδιοκτήτης Τζόουνς, αλλά αποδείχτηκε ότι δεν μπορούσαν να τη διαχειριστούν σωστά. Η ισότητα τελικά δεν τους αφορούσε όλους, ακόμα κι αν όλοι γι’ αυτή πολέμησαν ακολουθώντας διαταγές και ιδέες. Όταν όμως τα πράγματα ηρεμούν και επιμερίζονται οι ρόλοι στην εξουσία, και πάλι οι λίγοι έχουν προνόμια μετά την ανατροπή της καθεστηκυίας. Το αποτέλεσμα ήταν ότι η νέα τάξη πραγμάτων άρχισε να μιμείται την προηγούμενη, φτάνοντας να γίνει στην πορεία δεινότερος καταπιεστής του αντιπάλου της επί τη προφάσει της απελευθέρωσης ή και ξεχνώντας στην πορεία το στόχο της. Είναι ένα αλληγορικό παραμύθι, που βρίσκει εφαρμογή στα γεγονότα της σύγχρονης ιστορίας.
«Όλα τα ζώα είναι ίσα, αλλά μερικά ζώα είναι πιο ίσα απ’ τα άλλα». Τζωρτζ Όργουελ.
Ο Γλάρος Ιωνάθαν Λίβινγκστον (1970)
Εκδόσεις: Σ. Ι. Ζαχαρόπουλος
Έτος: 2001
Περιγραφή
Άλλο ένα συμβολικό κείμενο που έχει γραφτεί σαν παραμύθι και θα μπορούσαν να το διαβάσουν τόσο μικροί όσο και μεγάλοι. Τα μηνύματά του λίγο πολύ όλοι θα τα καταλάβαιναν, απλώς οι πιο μεγάλοι θα διέβλεπαν στις γραμμές του και τις σχετικές ιστορικές αναφορές που εμμέσως θίγει. Η ιστορία διαδραματίζεται σε μία φάρμα. Εκεί τα ζώα ξεσηκώνονται εναντίον του ιδιοκτήτη και επομένως καταπιεστή τους. Τα γουρούνια, και συγκεκριμένα ο Ναπολέων (η μαμά της Κόκκινης επανάστασης είναι η Γαλλική), το πιο αυταρχικό γουρούνι, επισκίασε το αντίπαλο δέος, τον προοδευτικό και φωτισμένο Χιονόμπαλο. Η επανάσταση έγινε μάλλον νωρίς, καθώς εκμεταλλεύτηκαν την περίοδο δυσκολιών που περνούσε ο ιδιοκτήτης Τζόουνς, αλλά αποδείχτηκε ότι δεν μπορούσαν να τη διαχειριστούν σωστά. Η ισότητα τελικά δεν τους αφορούσε όλους, ακόμα κι αν όλοι γι’ αυτή πολέμησαν ακολουθώντας διαταγές και ιδέες. Όταν όμως τα πράγματα ηρεμούν και επιμερίζονται οι ρόλοι στην εξουσία, και πάλι οι λίγοι έχουν προνόμια μετά την ανατροπή της καθεστηκυίας. Το αποτέλεσμα ήταν ότι η νέα τάξη πραγμάτων άρχισε να μιμείται την προηγούμενη, φτάνοντας να γίνει στην πορεία δεινότερος καταπιεστής του αντιπάλου της επί τη προφάσει της απελευθέρωσης ή και ξεχνώντας στην πορεία το στόχο της. Είναι ένα αλληγορικό παραμύθι, που βρίσκει εφαρμογή στα γεγονότα της σύγχρονης ιστορίας.
«Όλα τα ζώα είναι ίσα, αλλά μερικά ζώα είναι πιο ίσα απ’ τα άλλα». Τζωρτζ Όργουελ.
Ο Γλάρος Ιωνάθαν Λίβινγκστον (1970)
Συγγραφέας: Ρίτσαρντ Μπαχ
Εκδόσεις: Εκδόσεις Διόπτρα
Έτος: 1992
Περιγραφή
Και εδώ έχουμε μία αλληγορική ιστορία για το γλάρο Ιωνάθαν, ο οποίος ανακαλύπτει τη χαρά τού να πετάει, όχι μόνο από ανάγκη προκειμένου να εξασφαλίσει την τροφή του, αλλά γιατί πραγματικά το απολαμβάνει. Έτσι, σταδιακά εξελίσσει το πέταγμά του διερευνώντας κι άλλους τρόπους πετάγματος μέσα από φιλοσοφικές αναζητήσεις μέχρι που φτάνει να πετάξει με τη σκέψη, καταργώντας κάθε όριο συμβατικής χωροχρονικής διάστασης. Το βιβλίο αφήνει μία γεύση επιβράβευσης σε όσους αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες τολμηρά, καθώς κινείται έξω από τη λογική τού πώς θα έπρεπε να γίνονται τα πράγματα και λειτουργεί με γνώμονα την ελεύθερη επιλογή της εσωτερικής διεύρυνσης των οριζόντων. Διαθέτει τα αφαιρετικά στοιχεία του παραμυθιού, διαβάζεται με την ηχητική υπόκρουση του θαλασσινού παφλασμού και γουργουρητού, που διατρέχουν τις σελίδες, και προσφέρει μία νότα ανανέωσης, αισιοδοξίας και ανάτασης σε όποιον το αγκαλιάσει πρόθυμος να απογειωθεί.
«Για να πετάξεις τόσο γρήγορα όσο η σκέψη, οπουδήποτε δηλαδή, πρέπει να αρχίσεις με τη γνώση ότι έχεις ήδη φτάσει…»[1]
_____
[1] Richard Bach, Ο Γλάρος Ιωνάθαν Λίβινγκστον, Εκδόσεις Διόπτρα, Αθήνα, 1992, σελ. 62.
Η εκπαίδευση του Μικρού Δέντρου (1977)
Εκδόσεις: Εκδόσεις Διόπτρα
Έτος: 1992
Περιγραφή
Και εδώ έχουμε μία αλληγορική ιστορία για το γλάρο Ιωνάθαν, ο οποίος ανακαλύπτει τη χαρά τού να πετάει, όχι μόνο από ανάγκη προκειμένου να εξασφαλίσει την τροφή του, αλλά γιατί πραγματικά το απολαμβάνει. Έτσι, σταδιακά εξελίσσει το πέταγμά του διερευνώντας κι άλλους τρόπους πετάγματος μέσα από φιλοσοφικές αναζητήσεις μέχρι που φτάνει να πετάξει με τη σκέψη, καταργώντας κάθε όριο συμβατικής χωροχρονικής διάστασης. Το βιβλίο αφήνει μία γεύση επιβράβευσης σε όσους αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες τολμηρά, καθώς κινείται έξω από τη λογική τού πώς θα έπρεπε να γίνονται τα πράγματα και λειτουργεί με γνώμονα την ελεύθερη επιλογή της εσωτερικής διεύρυνσης των οριζόντων. Διαθέτει τα αφαιρετικά στοιχεία του παραμυθιού, διαβάζεται με την ηχητική υπόκρουση του θαλασσινού παφλασμού και γουργουρητού, που διατρέχουν τις σελίδες, και προσφέρει μία νότα ανανέωσης, αισιοδοξίας και ανάτασης σε όποιον το αγκαλιάσει πρόθυμος να απογειωθεί.
«Για να πετάξεις τόσο γρήγορα όσο η σκέψη, οπουδήποτε δηλαδή, πρέπει να αρχίσεις με τη γνώση ότι έχεις ήδη φτάσει…»[1]
_____
[1] Richard Bach, Ο Γλάρος Ιωνάθαν Λίβινγκστον, Εκδόσεις Διόπτρα, Αθήνα, 1992, σελ. 62.
Η εκπαίδευση του Μικρού Δέντρου (1977)
Συγγραφέας: Φόρεστ Κάρτερ
Εκδόσεις: Κέδρος
Έτος: 2008
Περιγραφή
Απαλάχια όρη, Τενεσί. Στα χρόνια της Μεγάλης Κρίσης (1929). Ένα πεντάχρονο αγόρι, το Μικρό Δέντρο, χάνει τους γονείς του και τον αναλαμβάνουν οι παππούδες του, που είναι Ινδιάνοι Τσεροκί. Είναι ένα βιβλίο που μοιάζει με παραμύθι, καθώς βλέπουμε με αθωότητα και ευαισθησία να μπολιάζεται ο ήρωας με τις αξίες της ινδιάνικης παράδοσης κοντά στους φυσικούς ρυθμούς, ήδη κονιορτοποιημένων στο σύγχρονο τρόπο ζωής, όπου ο άνθρωπος αποπροσανατολίζεται και αποξενώνεται.
Το Μικρό Δέντρο, έτσι, γίνεται πιο ευέλικτο στις συνειδητοποιήσεις με όλη τη χαριτωμένη παιδική αφέλεια. «[…] ανακάλυψα με έκπληξη ότι κάποτε ο παππούς ήταν παιδί»[1]. Αλλά ακριβώς αυτές οι προσλαμβάνουσες το ενδυναμώνουν στο να δεχτεί το αναπόφευκτο στο όμορφο και δύσκολο ταξίδι της ζωής. «Η τελευταία πεταλούδα πέταξε μέσα από το φαράγγι. Κάθισε σε ένα κοτσάνι, από όπου είχαμε κόψει το καλαμπόκι με τον παππού. Δεν άνοιγε τα φτερά της. Μόνο καθόταν και περίμενε. Δεν είχε λόγο να αποθηκεύσει τροφή. Θα πέθαινε και το ήξερε. Ο παππούς είπε ότι ήταν σοφότερη από τους ανθρώπους. Δεν ταραζόταν γι’ αυτό. Ήξερε ότι είχε εξυπηρετήσει το σκοπό της και τώρα ο σκοπός της ήταν ο θάνατος. Έτσι, περίμενε εκεί, κάτω από το τελευταίο χάδι του ήλιου»[2].
Το βιβλίο, πέραν του ότι έγινε πολύ δημοφιλές, έχει μία ενδιαφέρουσα ιστορία. Όταν αποκαλύφθηκε το πραγματικό όνομα του συγγραφέα, λάτρεις του και μη εξεγέρθηκαν, γιατί διαπίστωσαν ότι ο συγγραφέας δεν είχε καμία σχέση με τους Τσεροκί, καθώς το έργο παρουσιάστηκε αρχικά ως αυτοβιογραφία. Υπήρχε, μάλιστα, η υποψία ότι επρόκειτο για ρατσιστή[3]. Ίσως η ίδια η γραφή του και η αναζήτηση του παρελθόντος να υποκρύπτουν μία ενοχή για την τύχη των φυλών των Ινδιάνων στο Νέο Κόσμο. Ενδέχεται, ωστόσο, να προέκυψε αφορμή των διάφορων κρίσεων της δεκαετίας του ’70 στις ΗΠΑ εξαιτίας γεγονότων, όπως το σκάνδαλο Γουοτεργκέιτ και η οικονομική κρίση και η πτώση του ηθικού μετά το τέλος του πολέμου του Βιετνάμ. Είναι κάποιοι από τους λόγους που οδήγησαν σε κρίση αξιών και για άλλη μία φορά η Β. Αμερική έψαχνε για έναν ήρωα. Κάποιοι τον βρήκαν στο πρόσωπο του πρωταθλητή Ρόκι. Όπως κι αν έχει, με διάθεση εξιλέωσης και λύτρωσης ή μη, το μυθιστόρημα μεταφέρει στον αναγνώστη τη χαμένη αθωότητα με εικόνες και με μία φιλοσοφία ζωής υποσκελισμένης στη σύγχρονη βιομηχανική, πλέον και τεχνολογική, πραγματικότητα.
Το μυθιστόρημα κυκλοφόρησε δύο χρόνια πριν το θάνατο του Αμερικάνου συγγραφέα Φόρεστ Κάρτερ, λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Έιζα Ερλ Κάρτερ, το 1977[4]. Το 1991 διακρίθηκε με το βραβείο American Booksellers Association Book of the Year, ενώ το 1997 μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο σε σκηνοθεσία Richard Friedenberg[5].
_____
[1] Φόρεστ Κάρτερ, Η εκπαίδευση του Μικρού Δέντρο, εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα, 2008, σελ. 37.
[2] Φόρεστ Κάρτερ, Η εκπαίδευση του Μικρού Δέντρο, ό.π. 216.
[3] http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_2_21/09/2008_285213.
[4] Στοιχεία παρμένα από το οπισθόφυλλο και το αυτί του βιβλίου.
[5] Στοιχεία από greekbooks.gr. http://www.greekbooks.gr/books/logotehnia/i-ekpedefsi-tu-mikru-dentru.product
Εκδόσεις: Κέδρος
Έτος: 2008
Περιγραφή
Απαλάχια όρη, Τενεσί. Στα χρόνια της Μεγάλης Κρίσης (1929). Ένα πεντάχρονο αγόρι, το Μικρό Δέντρο, χάνει τους γονείς του και τον αναλαμβάνουν οι παππούδες του, που είναι Ινδιάνοι Τσεροκί. Είναι ένα βιβλίο που μοιάζει με παραμύθι, καθώς βλέπουμε με αθωότητα και ευαισθησία να μπολιάζεται ο ήρωας με τις αξίες της ινδιάνικης παράδοσης κοντά στους φυσικούς ρυθμούς, ήδη κονιορτοποιημένων στο σύγχρονο τρόπο ζωής, όπου ο άνθρωπος αποπροσανατολίζεται και αποξενώνεται.
Το Μικρό Δέντρο, έτσι, γίνεται πιο ευέλικτο στις συνειδητοποιήσεις με όλη τη χαριτωμένη παιδική αφέλεια. «[…] ανακάλυψα με έκπληξη ότι κάποτε ο παππούς ήταν παιδί»[1]. Αλλά ακριβώς αυτές οι προσλαμβάνουσες το ενδυναμώνουν στο να δεχτεί το αναπόφευκτο στο όμορφο και δύσκολο ταξίδι της ζωής. «Η τελευταία πεταλούδα πέταξε μέσα από το φαράγγι. Κάθισε σε ένα κοτσάνι, από όπου είχαμε κόψει το καλαμπόκι με τον παππού. Δεν άνοιγε τα φτερά της. Μόνο καθόταν και περίμενε. Δεν είχε λόγο να αποθηκεύσει τροφή. Θα πέθαινε και το ήξερε. Ο παππούς είπε ότι ήταν σοφότερη από τους ανθρώπους. Δεν ταραζόταν γι’ αυτό. Ήξερε ότι είχε εξυπηρετήσει το σκοπό της και τώρα ο σκοπός της ήταν ο θάνατος. Έτσι, περίμενε εκεί, κάτω από το τελευταίο χάδι του ήλιου»[2].
Το βιβλίο, πέραν του ότι έγινε πολύ δημοφιλές, έχει μία ενδιαφέρουσα ιστορία. Όταν αποκαλύφθηκε το πραγματικό όνομα του συγγραφέα, λάτρεις του και μη εξεγέρθηκαν, γιατί διαπίστωσαν ότι ο συγγραφέας δεν είχε καμία σχέση με τους Τσεροκί, καθώς το έργο παρουσιάστηκε αρχικά ως αυτοβιογραφία. Υπήρχε, μάλιστα, η υποψία ότι επρόκειτο για ρατσιστή[3]. Ίσως η ίδια η γραφή του και η αναζήτηση του παρελθόντος να υποκρύπτουν μία ενοχή για την τύχη των φυλών των Ινδιάνων στο Νέο Κόσμο. Ενδέχεται, ωστόσο, να προέκυψε αφορμή των διάφορων κρίσεων της δεκαετίας του ’70 στις ΗΠΑ εξαιτίας γεγονότων, όπως το σκάνδαλο Γουοτεργκέιτ και η οικονομική κρίση και η πτώση του ηθικού μετά το τέλος του πολέμου του Βιετνάμ. Είναι κάποιοι από τους λόγους που οδήγησαν σε κρίση αξιών και για άλλη μία φορά η Β. Αμερική έψαχνε για έναν ήρωα. Κάποιοι τον βρήκαν στο πρόσωπο του πρωταθλητή Ρόκι. Όπως κι αν έχει, με διάθεση εξιλέωσης και λύτρωσης ή μη, το μυθιστόρημα μεταφέρει στον αναγνώστη τη χαμένη αθωότητα με εικόνες και με μία φιλοσοφία ζωής υποσκελισμένης στη σύγχρονη βιομηχανική, πλέον και τεχνολογική, πραγματικότητα.
Το μυθιστόρημα κυκλοφόρησε δύο χρόνια πριν το θάνατο του Αμερικάνου συγγραφέα Φόρεστ Κάρτερ, λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Έιζα Ερλ Κάρτερ, το 1977[4]. Το 1991 διακρίθηκε με το βραβείο American Booksellers Association Book of the Year, ενώ το 1997 μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο σε σκηνοθεσία Richard Friedenberg[5].
_____
[1] Φόρεστ Κάρτερ, Η εκπαίδευση του Μικρού Δέντρο, εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα, 2008, σελ. 37.
[2] Φόρεστ Κάρτερ, Η εκπαίδευση του Μικρού Δέντρο, ό.π. 216.
[3] http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_2_21/09/2008_285213.
[4] Στοιχεία παρμένα από το οπισθόφυλλο και το αυτί του βιβλίου.
[5] Στοιχεία από greekbooks.gr. http://www.greekbooks.gr/books/logotehnia/i-ekpedefsi-tu-mikru-dentru.product
Μουσική
The Wizard of Oz (1956)
Περιγραφή
Η κυκλοφορία του δίσκου καθυστέρησε να γίνει και συνέπεσε με την πρώτη τηλεοπτική προβολή της ταινίας. Ήταν από τις πρώτες φορές που μπορούσε κάποιος να αγοράσει τη μουσική ταινίας ακούγοντας και διαλογικά μέρη, τα οποία συμπύκνωναν στο σύνολό τους το στόρι της ταινίας. Οι δίσκοι με μουσική ταινιών καθιερώθηκαν ευρέως αργότερα. Το εξώφυλλο εδώ είναι από μία επανακυκλοφορία του δίσκου το 1995. Σε αυτή την κυκλοφορία συμπεριλήφθηκαν εκδοχές κάποιων κομματιών σε μεγαλύτερη διάρκεια από την αρχική (extended version), όπως και κομμάτια που δεν υπήρχαν καθόλου στον πρώτο δίσκο ή στην ταινία. Η μουσική και οι στίχοι των τραγουδιών είναι των Χάρολντ Άρλεν και Ε. Ι. Χάρμπουργκ αντίστοιχα. Ενώ την ορχηστρική μουσική του δίσκου συνέθεσε ο Χέρμπερτ Στότχαρτ.
Στην απονομή βραβείων του 1940 κέρδισε τα Όσκαρ Καλύτερης Μουσικής Επένδυσης και Καλύτερου τραγουδιού για το τραγούδι «Somewhere Over The Rainbow».
video1: «Somewhere Over The Rainbow» σε ερμηνεία Τζούντι Γκάρλαντ.
video2: «Follow the yellow brick road»
Η κυκλοφορία του δίσκου καθυστέρησε να γίνει και συνέπεσε με την πρώτη τηλεοπτική προβολή της ταινίας. Ήταν από τις πρώτες φορές που μπορούσε κάποιος να αγοράσει τη μουσική ταινίας ακούγοντας και διαλογικά μέρη, τα οποία συμπύκνωναν στο σύνολό τους το στόρι της ταινίας. Οι δίσκοι με μουσική ταινιών καθιερώθηκαν ευρέως αργότερα. Το εξώφυλλο εδώ είναι από μία επανακυκλοφορία του δίσκου το 1995. Σε αυτή την κυκλοφορία συμπεριλήφθηκαν εκδοχές κάποιων κομματιών σε μεγαλύτερη διάρκεια από την αρχική (extended version), όπως και κομμάτια που δεν υπήρχαν καθόλου στον πρώτο δίσκο ή στην ταινία. Η μουσική και οι στίχοι των τραγουδιών είναι των Χάρολντ Άρλεν και Ε. Ι. Χάρμπουργκ αντίστοιχα. Ενώ την ορχηστρική μουσική του δίσκου συνέθεσε ο Χέρμπερτ Στότχαρτ.
Στην απονομή βραβείων του 1940 κέρδισε τα Όσκαρ Καλύτερης Μουσικής Επένδυσης και Καλύτερου τραγουδιού για το τραγούδι «Somewhere Over The Rainbow».
video1: «Somewhere Over The Rainbow» σε ερμηνεία Τζούντι Γκάρλαντ.
video2: «Follow the yellow brick road»
| |
Labyrinth (1986)
Soundtrack
Περιγραφή
Η μουσική είναι του Τρέβορ Τζόουνς και τα τραγούδια ερμηνεύει ο Ντέιβιντ Μπάουι. Υπάρχουν στο σάουντρακ τα ηλεκτρονικά στοιχεία που χαρακτήρισαν τη δεκαετία. Τα κομμάτια κυμαίνονται από ροκ μπαλάντες έως ποπ ρυθμούς με έναν ήχο μυστηρίου, υποστηριζόμενο επάξια από τη φωνή του Ντέιβιντ Μπάουι. Ο δίσκος συνοδοιπορεί με συνέπεια με το ύφος της ταινίας.
video1: «As the world falls down»
video2: «Magic Dance»
Η μουσική είναι του Τρέβορ Τζόουνς και τα τραγούδια ερμηνεύει ο Ντέιβιντ Μπάουι. Υπάρχουν στο σάουντρακ τα ηλεκτρονικά στοιχεία που χαρακτήρισαν τη δεκαετία. Τα κομμάτια κυμαίνονται από ροκ μπαλάντες έως ποπ ρυθμούς με έναν ήχο μυστηρίου, υποστηριζόμενο επάξια από τη φωνή του Ντέιβιντ Μπάουι. Ο δίσκος συνοδοιπορεί με συνέπεια με το ύφος της ταινίας.
video1: «As the world falls down»
video2: «Magic Dance»
| |
Who Framed Roger Rabbit (1988)
(Ποιος παγίδεψε τον Ρότζερ Ράμπιτ)
Περιγραφή
Η μουσική είναι του Άλαν Σιλβέστρι, ο οποίος είναι γνωστός για πολλά γνωστά score, όπως του «Φόρεστ Γκαμπ». Το τραγούδι «Why don't you do right» είναι γραμμένο από τον Τζο Μακόι και ερμηνεύει η Άμι Άιρβιν. Στην ταινία ακούγεται επίσης η «Hungarian Rhapsody No. 2» του Φραντς Λιστ ως μονομαχία σολίστ μεταξύ Μπαγκς Μπάνι και Ντάφι Ντακ. Ο κάθε χαρακτήρας έχει το θέμα του, όπως συμβαίνει συνήθως, ενώ η ορχηστρική μουσική αναδεικνύει όλα τα στοιχεία της κωμωδίας, των δυναμικών αντιθέσεων, του μυστηρίου και του αισθησιασμού, ακολουθώντας την αφήγηση της ιστορίας. Τα χαλαρά γεμίσματα αναλαμβάνει κυρίως ο ήχος του σαξοφώνου.
video1: «Why don't you do right» από την Άμι Άιρβιν.
video2: Η μονομαχία των σολίστ με τη «Hungarian Rhapsody No. 2» του Φραντς Λιστ.
Η μουσική είναι του Άλαν Σιλβέστρι, ο οποίος είναι γνωστός για πολλά γνωστά score, όπως του «Φόρεστ Γκαμπ». Το τραγούδι «Why don't you do right» είναι γραμμένο από τον Τζο Μακόι και ερμηνεύει η Άμι Άιρβιν. Στην ταινία ακούγεται επίσης η «Hungarian Rhapsody No. 2» του Φραντς Λιστ ως μονομαχία σολίστ μεταξύ Μπαγκς Μπάνι και Ντάφι Ντακ. Ο κάθε χαρακτήρας έχει το θέμα του, όπως συμβαίνει συνήθως, ενώ η ορχηστρική μουσική αναδεικνύει όλα τα στοιχεία της κωμωδίας, των δυναμικών αντιθέσεων, του μυστηρίου και του αισθησιασμού, ακολουθώντας την αφήγηση της ιστορίας. Τα χαλαρά γεμίσματα αναλαμβάνει κυρίως ο ήχος του σαξοφώνου.
video1: «Why don't you do right» από την Άμι Άιρβιν.
video2: Η μονομαχία των σολίστ με τη «Hungarian Rhapsody No. 2» του Φραντς Λιστ.
| |
Edward Scissorhands (1990)
Soundtrack
Περιγραφή
Η μουσική είναι του Ντάνι Έλφμαν, που έχει γράψει τη μουσική πολλών γνωστών ταινιών και το στιλ του είναι αναγνωρίσιμο. Ο «Ψαλιδοχέρης», όμως, αποτελεί ένα από τα καλύτερα score του. Το κομμάτι των τίτλων θεωρείται ως ένα από τα πιο χαρακτηριστικά και παραμυθένια με τις χορωδιακές φωνές που διεγείρουν συναισθήματα νοσταλγίας και θλίψης. Υπάρχουν και δυναμικά σημεία, όπως το «The Cookie Factory» σε χιουμοριστικό πνεύμα νοθευμένο με σκοτεινά σημεία. Το χιούμορ είναι διάσπαρτο στην ταινία και δεν οδηγεί οπωσδήποτε σε ξεκαρδιστικό γέλιο, εφόσον δεν πρόκειται για μία καθαρή κομεντί. Κυοφορείται στο παράδοξο εξισορροπώντας τις δύσκολες στιγμές των χαρακτήρων. Ο δίσκος αποδεικνύεται συνεπής σε αυτήν τη λεπτή ισορροπία αποδίδοντάς τη ηχητικά. Αφηγείται, επομένως, την ιστορία ως θα όφειλε ένα σάουντρακ να κάνει, σαν να παρακολουθούσαμε, υποθετικά, μία ταινία μόνο με την εικόνα και χωρίς διαλόγους. Οι αισθαντικές φωνές της χορωδίας εντείνουν την παραμυθένια και συγκινησιακή ατμόσφαιρα της ταινίας και συμβαδίζουν με τον κεντρικό ήρωα, που μιλάει λίγο, σφιγμένα, δειλά, αλλά αισθάνεται πολλά και δυσκολεύεται να τα δείξει. Μοιάζουν με εσωτερικές φωνές, αν μπορούσε κανείς να τις ακούσει.
Ο δίσκος ήταν υποψήφιος στα Βραβεία Γκράμι το 1992 στην κατηγορία Καλύτερη Ορχηστρική μουσική για κινηματογράφο ή τηλεόραση.
video1: «Introduction (Titles)»
video2: «Ice Dance» με σκηνές από την ταινία.
video3: «The Cookie Factory»
Η μουσική είναι του Ντάνι Έλφμαν, που έχει γράψει τη μουσική πολλών γνωστών ταινιών και το στιλ του είναι αναγνωρίσιμο. Ο «Ψαλιδοχέρης», όμως, αποτελεί ένα από τα καλύτερα score του. Το κομμάτι των τίτλων θεωρείται ως ένα από τα πιο χαρακτηριστικά και παραμυθένια με τις χορωδιακές φωνές που διεγείρουν συναισθήματα νοσταλγίας και θλίψης. Υπάρχουν και δυναμικά σημεία, όπως το «The Cookie Factory» σε χιουμοριστικό πνεύμα νοθευμένο με σκοτεινά σημεία. Το χιούμορ είναι διάσπαρτο στην ταινία και δεν οδηγεί οπωσδήποτε σε ξεκαρδιστικό γέλιο, εφόσον δεν πρόκειται για μία καθαρή κομεντί. Κυοφορείται στο παράδοξο εξισορροπώντας τις δύσκολες στιγμές των χαρακτήρων. Ο δίσκος αποδεικνύεται συνεπής σε αυτήν τη λεπτή ισορροπία αποδίδοντάς τη ηχητικά. Αφηγείται, επομένως, την ιστορία ως θα όφειλε ένα σάουντρακ να κάνει, σαν να παρακολουθούσαμε, υποθετικά, μία ταινία μόνο με την εικόνα και χωρίς διαλόγους. Οι αισθαντικές φωνές της χορωδίας εντείνουν την παραμυθένια και συγκινησιακή ατμόσφαιρα της ταινίας και συμβαδίζουν με τον κεντρικό ήρωα, που μιλάει λίγο, σφιγμένα, δειλά, αλλά αισθάνεται πολλά και δυσκολεύεται να τα δείξει. Μοιάζουν με εσωτερικές φωνές, αν μπορούσε κανείς να τις ακούσει.
Ο δίσκος ήταν υποψήφιος στα Βραβεία Γκράμι το 1992 στην κατηγορία Καλύτερη Ορχηστρική μουσική για κινηματογράφο ή τηλεόραση.
video1: «Introduction (Titles)»
video2: «Ice Dance» με σκηνές από την ταινία.
video3: «The Cookie Factory»
| |
Hook (1991)
soundtrack
Περιγραφή
Η ταινία μπορεί να μην ήταν από τις μεγάλες επιτυχίες του Σπίλμπεργκ, αλλά η μουσική του Τζον Γουίλιαμς είναι από τα δυνατά της σημεία. Ο Τζον Γουίλιαμς έχει συνεργαστεί με το σκηνοθέτη στις Τριλογίες του και στον Ε.Τ. και έχει γράψει μερικά από τα πιο αναγνωρίσιμα κινηματoγραφικά score. Η ορχηστρική σύνθεση με συγκινησιακές εξάρσεις και κορυφώσεις αποτελεί κλασικό άκουσμα για τους λάτρεις της ιστορίας. Στο «Flight to Neverland» φαντάζεται κανείς τον Πήτερ Παν να πετάει, καθώς δημιουργεί μία αίσθηση ανάτασης.
video1: «Flight to Neverland»
video2: «When you’re alone». Το τραγούδι που κέρδισε και την υποψηφιότητα στα Όσκαρ.
Η ταινία μπορεί να μην ήταν από τις μεγάλες επιτυχίες του Σπίλμπεργκ, αλλά η μουσική του Τζον Γουίλιαμς είναι από τα δυνατά της σημεία. Ο Τζον Γουίλιαμς έχει συνεργαστεί με το σκηνοθέτη στις Τριλογίες του και στον Ε.Τ. και έχει γράψει μερικά από τα πιο αναγνωρίσιμα κινηματoγραφικά score. Η ορχηστρική σύνθεση με συγκινησιακές εξάρσεις και κορυφώσεις αποτελεί κλασικό άκουσμα για τους λάτρεις της ιστορίας. Στο «Flight to Neverland» φαντάζεται κανείς τον Πήτερ Παν να πετάει, καθώς δημιουργεί μία αίσθηση ανάτασης.
video1: «Flight to Neverland»
video2: «When you’re alone». Το τραγούδι που κέρδισε και την υποψηφιότητα στα Όσκαρ.
| |
Στο επόμενο ένθετο Μαρτίου-Απριλίου:
Παραμύθια για μικρούς και για μεγάλους! (Β’ Μέρος)
Οι πληροφορίες για τα βραβεία Όσκαρ και τους συντελεστές των ταινιών επί το πλείστον προέρχονται από το IMDb site: http://www.imdb.com/
Γράφει η Ιουλία Λυμπεροπούλου