Συνέντευξη με τον Αύγουστο Κορτώ για Το βιβλίο της Κατερίνας
«Η έμπνευση νομίζω πως επισκέπτεται τους πάντες – απλώς, κάποιοι από εμάς, δεν μπορούμε να την αφήσουμε να φύγει»
Σε μια βδομάδα τα λέμε από κοντά για τις αδυναμίες και τις εκλεκτικές μας συγγένειες! Σε φιλώ γλυκά, μου έγραψε κλείνοντας την ηλεκτρονική μας συνομιλία ο Αύγουστος Κορτώ, και εγώ αδημονούσα να περάσει η βδομάδα, ώστε να τον συναντήσω επιτέλους από κοντά! Αφορμή το νέο του βιβλίο, «Το βιβλίο της Κατερίνας», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη. Ο Αύγουστος Κορτώ βρέθηκε στις 3 Μαΐου στα Ιωάννινα στο «ΤραΜπάΛα-λα». Ήταν τέτοιο το δέος που ένιωθα για αυτό τον άνθρωπο, που δε σας κρύβω πως έτρεμαν τα πόδια μου και χίλιες μύριες σκέψεις (μη χάσω τα λόγια μου, πώς θα με αντιμετωπίσει κ.ά.) με πλημμύριζαν καθώς τον πλησίαζα. Όλα αυτά διαλύθηκαν από το πρώτο κιόλας λεπτό που το χαμόγελό του, η ζεστή υποδοχή του και η αύρα του με έκαναν να νιώσω πως αντάμωνα με έναν πολύ δικό μου άνθρωπο, το οποίο απλώς είχα καιρό να δω. Γιατί αυτό είναι ο Αύγουστος, ένας απίστευτα ζεστός άνθρωπος, στου οποίου το βλέμμα διακρίνεται μια παιδική αθωότητα, που προσπαθεί να ισορροπήσει με τον ενήλικα. Πρόθυμος, χαμογελαστός, ανοιχτός σε κάθε θέμα, μοιράστηκε τις σκέψεις του, τα συναισθήματά του, τα θέλω του. Ας τον απολαύσουμε!
Νεφέλη Π.Ζ.: «Μυθιστορήματα, διηγήματα, νουβέλες, θεατρικά, παιδικά βιβλία, μεταφράσεις. Γράφεις συνέχεια και ασταμάτητα. Τι είναι αυτό που σε κάνει να γράφεις ακόρεστα, από πού αντλείς όλη αυτή την έμπνευση για δημιουργία;».
Αύγουστος Κορτώ: «Η έμπνευση νομίζω πως επισκέπτεται τους πάντες – απλώς, κάποιοι από εμάς, δεν μπορούμε να την αφήσουμε να φύγει. Αν δεν έγραφα θα ήμουν δυστυχής, οπότε γράφω πρωτίστως από αδήριτη ανάγκη».
Νεφέλη Π.Ζ.: «Μυθιστορήματα, διηγήματα, νουβέλες, θεατρικά, παιδικά βιβλία, μεταφράσεις. Γράφεις συνέχεια και ασταμάτητα. Τι είναι αυτό που σε κάνει να γράφεις ακόρεστα, από πού αντλείς όλη αυτή την έμπνευση για δημιουργία;».
Αύγουστος Κορτώ: «Η έμπνευση νομίζω πως επισκέπτεται τους πάντες – απλώς, κάποιοι από εμάς, δεν μπορούμε να την αφήσουμε να φύγει. Αν δεν έγραφα θα ήμουν δυστυχής, οπότε γράφω πρωτίστως από αδήριτη ανάγκη».
Ν.Π.Ζ: «Από πότε ξεκινάει η ενασχόλησή σου με τη συγγραφή, πώς προέκυψε;».
Α.Κ.: «Το καλοκαίρι των δεκαεφτά μου χρόνων έγραψα τα πρώτα διηγήματα. Είχα την τύχη να εκδοθούν. Έκτοτε γράφω ασταμάτητα».
Ν.Π.Ζ: «Για Το βιβλίο της Κατερίνας πώς γεννήθηκε η ιδέα;».
Α.Κ.: «Ήταν μια ιδέα που κουβαλούσα χρόνια. Μητρικές μορφές υπήρχαν διάσπαρτες στα βιβλία μου. Υποθέτω πως ήρθε το πλήρωμα του χρόνου».
Ν.Π.Ζ: «Υπό ποιες συνθήκες γράφτηκε το βιβλίο»;
Α.Κ.: «Γράφτηκε πυρετωδώς, μέσα σε δυο βδομάδες, σαν να φοβόμουν να σταθώ πολύ στις επί μέρους μνήμες του».
Ν.Π.Ζ: «Μας λέει η Κατερίνα: “Αυτό το βιβλίο με διαλύει”. Εσένα σε διέλυσε; Πόσο δύσκολο σου ήταν να το γράψεις;».
Α.Κ.: «Δεν πρόλαβε, ευτυχώς. Και δεν το διάβασα ποτέ».
Ν.Π.Ζ: «Γιατί επέλεξες ως αφηγήτρια την Κατερίνα και δεν το αφηγήθηκες εσύ ο ίδιος;».
Α.Κ.: «Γιατί δε θα μπορούσα να είμαι αντικειμενικός. Το βιβλίο θα κατέληγε αγιογραφία».
Ν.Π.Ζ: «Υπάρχουν αναμφισβήτητα πολλοί ενήλικες που βίωσαν ανάλογα γεγονότα, στην παιδική και εφηβική τους ηλικία, με αυτά που βίωσες εσύ με την μητέρα σου. Οι περισσότεροι όχι απλώς δεν τα λένε, αλλά συνεχίζουν να ζουν με τις φοβίες που προέκυψαν λόγω καταστάσεων, χωρίς να ζητάνε βοήθεια. Τι έχεις να τους προτείνεις; Αξίζει η σιωπή και κατ’ επέκταση η απουσία ποιότητας στη συναισθηματική ζωή, στην καθημερινότητά τους;».
Α.Κ.: «Πρώτα απ’ όλα, αν το παρελθόν τούς βασανίζει, να δουλέψουν μ’ ένα γιατρό για τη διαχείρισή του. Από κει κι έπειτα, για μένα το αγαθό της ελευθερίας είναι ανεκτίμητο κι αδιαπραγμάτευτο – κι ελευθερία χωρίς να μιλώ ανοιχτά για όσα με συνθέτουν μου φαίνεται αδιανόητη».
Α.Κ.: «Το καλοκαίρι των δεκαεφτά μου χρόνων έγραψα τα πρώτα διηγήματα. Είχα την τύχη να εκδοθούν. Έκτοτε γράφω ασταμάτητα».
Ν.Π.Ζ: «Για Το βιβλίο της Κατερίνας πώς γεννήθηκε η ιδέα;».
Α.Κ.: «Ήταν μια ιδέα που κουβαλούσα χρόνια. Μητρικές μορφές υπήρχαν διάσπαρτες στα βιβλία μου. Υποθέτω πως ήρθε το πλήρωμα του χρόνου».
Ν.Π.Ζ: «Υπό ποιες συνθήκες γράφτηκε το βιβλίο»;
Α.Κ.: «Γράφτηκε πυρετωδώς, μέσα σε δυο βδομάδες, σαν να φοβόμουν να σταθώ πολύ στις επί μέρους μνήμες του».
Ν.Π.Ζ: «Μας λέει η Κατερίνα: “Αυτό το βιβλίο με διαλύει”. Εσένα σε διέλυσε; Πόσο δύσκολο σου ήταν να το γράψεις;».
Α.Κ.: «Δεν πρόλαβε, ευτυχώς. Και δεν το διάβασα ποτέ».
Ν.Π.Ζ: «Γιατί επέλεξες ως αφηγήτρια την Κατερίνα και δεν το αφηγήθηκες εσύ ο ίδιος;».
Α.Κ.: «Γιατί δε θα μπορούσα να είμαι αντικειμενικός. Το βιβλίο θα κατέληγε αγιογραφία».
Ν.Π.Ζ: «Υπάρχουν αναμφισβήτητα πολλοί ενήλικες που βίωσαν ανάλογα γεγονότα, στην παιδική και εφηβική τους ηλικία, με αυτά που βίωσες εσύ με την μητέρα σου. Οι περισσότεροι όχι απλώς δεν τα λένε, αλλά συνεχίζουν να ζουν με τις φοβίες που προέκυψαν λόγω καταστάσεων, χωρίς να ζητάνε βοήθεια. Τι έχεις να τους προτείνεις; Αξίζει η σιωπή και κατ’ επέκταση η απουσία ποιότητας στη συναισθηματική ζωή, στην καθημερινότητά τους;».
Α.Κ.: «Πρώτα απ’ όλα, αν το παρελθόν τούς βασανίζει, να δουλέψουν μ’ ένα γιατρό για τη διαχείρισή του. Από κει κι έπειτα, για μένα το αγαθό της ελευθερίας είναι ανεκτίμητο κι αδιαπραγμάτευτο – κι ελευθερία χωρίς να μιλώ ανοιχτά για όσα με συνθέτουν μου φαίνεται αδιανόητη».
Ν.Π.Ζ: «Είσαι από τους ανθρώπους που λένε τα πράγματα ως έχουν. Είσαι απίστευτα ειλικρινής, όσον αφορά την προσωπική σου ζωή και τις επιλογές σου. Υπάρχει κόστος, τίμημα; Και αν ναι, σε επηρεάζει;».
Α.Κ.: «Υπάρχει μόνον ανακούφιση, και η συντροφικότητα –τρομερά πολύτιμη– όσων ανθρώπων με πλησιάζουν, γιατί οι πληγές μας και οι χαρές μας μοιάζουν».
Ν.Π.Ζ: «Μετά από μια αλληλουχία δύσκολων και επίπονων γεγονότων (απώλεια αγαπημένου προσώπου, αλκοόλ, ψυχοσωματικά, φοβίες κ.ά.) που βίωσες, τι είναι για σένα ζωή;».
Α.Κ.: «Να έχεις αγάπη, δική σου κι αλλωνών».
Ν.Π.Ζ: «Υπάρχει κάτι από αυτά που έκανες ή από εκείνα που δεν έκανες για το οποίο μετανιώνεις;».
Α.Κ.: «Οι ενοχές είναι συναίσθημα άχρηστο κι επιβλαβές. Αντί να μετανιώνω, προτιμώ να δρω».
Ν.Π.Ζ: «Αν δεν ήσουν συγγραφέας, θα ήθελες να είσαι;…».
Α.Κ.: «Μουσικός. Χωρίς δεύτερη σκέψη».
Ν.Π.Ζ: «Πέντε κακές συνήθειές σου, που εν γνώσει σου συνεχίζεις να έχεις;».
Α.Κ.: «Νομίζω το τσιγάρο, που δεν αφήνω απ’ το χέρι μου, φτάνει και για δέκα».
Ν.Π.Ζ: «Αν ήταν στο χέρι σου, τι θα άλλαζες, ώστε ο κόσμος μας να γινόταν λίγο καλύτερος;».
Α.Κ.: «Θα ήταν ευχής έργον να βλέπαμε το σύνθημα της Γαλλικής Επανάστασης –Ελευθερία, Ισότητα, Αδελφότητα– να εφαρμόζεται στην πράξη».
Ν.Π.Ζ: «Αγαπημένη καθημερινή στιγμή που αδημονείς να τη ζεις ξανά και ξανά;».
Α.Κ.: «Όταν ο καλός μου ξυπνά το πρωί, ανοίγει τα μάτια και μου χαμογελά».
Ν.Π.Ζ: «Τι θα ήθελες να πεις στους νέους συγγραφείς που τώρα ξεκινάνε;».
Α.Κ.: «Να διαβάζουν όσο μπορούν περισσότερο και να μην πάψουν ποτέ να είναι μανιώδεις αναγνώστες».
Ν.Π.Ζ: «Επόμενη δουλειά σου να περιμένουμε σύντομα;».
Α.Κ.: «Το επόμενο μυθιστόρημά μου θα κυκλοφορήσει το φθινόπωρο που μας έρχεται».
Ν.Π.Ζ: «Κλείνοντας, εύχεσαι;…».
Α.Κ.: «Αγάπη ολούθε».
Α.Κ.: «Υπάρχει μόνον ανακούφιση, και η συντροφικότητα –τρομερά πολύτιμη– όσων ανθρώπων με πλησιάζουν, γιατί οι πληγές μας και οι χαρές μας μοιάζουν».
Ν.Π.Ζ: «Μετά από μια αλληλουχία δύσκολων και επίπονων γεγονότων (απώλεια αγαπημένου προσώπου, αλκοόλ, ψυχοσωματικά, φοβίες κ.ά.) που βίωσες, τι είναι για σένα ζωή;».
Α.Κ.: «Να έχεις αγάπη, δική σου κι αλλωνών».
Ν.Π.Ζ: «Υπάρχει κάτι από αυτά που έκανες ή από εκείνα που δεν έκανες για το οποίο μετανιώνεις;».
Α.Κ.: «Οι ενοχές είναι συναίσθημα άχρηστο κι επιβλαβές. Αντί να μετανιώνω, προτιμώ να δρω».
Ν.Π.Ζ: «Αν δεν ήσουν συγγραφέας, θα ήθελες να είσαι;…».
Α.Κ.: «Μουσικός. Χωρίς δεύτερη σκέψη».
Ν.Π.Ζ: «Πέντε κακές συνήθειές σου, που εν γνώσει σου συνεχίζεις να έχεις;».
Α.Κ.: «Νομίζω το τσιγάρο, που δεν αφήνω απ’ το χέρι μου, φτάνει και για δέκα».
Ν.Π.Ζ: «Αν ήταν στο χέρι σου, τι θα άλλαζες, ώστε ο κόσμος μας να γινόταν λίγο καλύτερος;».
Α.Κ.: «Θα ήταν ευχής έργον να βλέπαμε το σύνθημα της Γαλλικής Επανάστασης –Ελευθερία, Ισότητα, Αδελφότητα– να εφαρμόζεται στην πράξη».
Ν.Π.Ζ: «Αγαπημένη καθημερινή στιγμή που αδημονείς να τη ζεις ξανά και ξανά;».
Α.Κ.: «Όταν ο καλός μου ξυπνά το πρωί, ανοίγει τα μάτια και μου χαμογελά».
Ν.Π.Ζ: «Τι θα ήθελες να πεις στους νέους συγγραφείς που τώρα ξεκινάνε;».
Α.Κ.: «Να διαβάζουν όσο μπορούν περισσότερο και να μην πάψουν ποτέ να είναι μανιώδεις αναγνώστες».
Ν.Π.Ζ: «Επόμενη δουλειά σου να περιμένουμε σύντομα;».
Α.Κ.: «Το επόμενο μυθιστόρημά μου θα κυκλοφορήσει το φθινόπωρο που μας έρχεται».
Ν.Π.Ζ: «Κλείνοντας, εύχεσαι;…».
Α.Κ.: «Αγάπη ολούθε».
Βιογραφικά στοιχεία
Ο Πέτρος Χατζόπουλος, όπως είναι το πραγματικό όνομα του Αύγουστου Κορτώ, γεννήθηκε το 1979 στη Θεσσαλονίκη και ζει στα Εξάρχεια. Έχει γράψει διηγήματα, νουβέλες, μυθιστορήματα, κείμενα για το θέατρο, ένα κινηματογραφικό σενάριο και βιβλία για παιδιά. Έχει επίσης μεταφράσει έργα των Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ, Τζον Απντάικ, Άννι Πρου, Κόρμακ ΜακΚάρθι, Κόλουμ ΜακΚαν, Σάρα Ουότερς, Τζον Μπάνβιλ, Γκιγιόμ Απολινέρ και ο Τζ. Ντ. Σάλιντζερ. Αρθρογραφεί τακτικά, περνάει απολαυστικές εργατοώρες στο Facebook, παρουσιάζει σαββατιάτικη εκπομπή με αλλοπρόσαλλες μουσικές στον Amagi Radio, και είναι λάτρης των αμερικάνικων τηλεοπτικών σειρών (θεωρώντας τους Sopranos ως έξοχο δείγμα του θρυλικού Great American Novel). Σε ό,τι χρόνο του απομένει διαβάζει μετά μανίας, μαγειρεύει, και γενικώς διάγει βίο σπιτόγατου, συντροφιά με το λατρεμένο του σύντροφο (το επονομαζόμενο Κουτάβι).
__________
Τα βιβλία και οι μεταφράσεις του.
Της Νεφέλης Πόπη Ζάνη
Ο Πέτρος Χατζόπουλος, όπως είναι το πραγματικό όνομα του Αύγουστου Κορτώ, γεννήθηκε το 1979 στη Θεσσαλονίκη και ζει στα Εξάρχεια. Έχει γράψει διηγήματα, νουβέλες, μυθιστορήματα, κείμενα για το θέατρο, ένα κινηματογραφικό σενάριο και βιβλία για παιδιά. Έχει επίσης μεταφράσει έργα των Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ, Τζον Απντάικ, Άννι Πρου, Κόρμακ ΜακΚάρθι, Κόλουμ ΜακΚαν, Σάρα Ουότερς, Τζον Μπάνβιλ, Γκιγιόμ Απολινέρ και ο Τζ. Ντ. Σάλιντζερ. Αρθρογραφεί τακτικά, περνάει απολαυστικές εργατοώρες στο Facebook, παρουσιάζει σαββατιάτικη εκπομπή με αλλοπρόσαλλες μουσικές στον Amagi Radio, και είναι λάτρης των αμερικάνικων τηλεοπτικών σειρών (θεωρώντας τους Sopranos ως έξοχο δείγμα του θρυλικού Great American Novel). Σε ό,τι χρόνο του απομένει διαβάζει μετά μανίας, μαγειρεύει, και γενικώς διάγει βίο σπιτόγατου, συντροφιά με το λατρεμένο του σύντροφο (το επονομαζόμενο Κουτάβι).
__________
Τα βιβλία και οι μεταφράσεις του.
Της Νεφέλης Πόπη Ζάνη